Βόλος: Παρέμβαση εισαγγελέα ζητά ο Μπέος για τη μόλυνση του Παγασητικού
SOS από διεθνή μετεωρολογική μελέτη: Πιο ισχυρά και πιο συχνά τα φαινόμενα τύπου Daniel στην Ελλάδα
Ο δήμαρχος Βόλου, Αχιλλέας Μπέος, ζητά την παρέμβαση του εισαγγελέα, προκειμένου να εξεταστεί εάν τα λύματα της Λάρισας έπεσαν στον Παγασητικό Κόλπο, μετά τη βλάβη στον βιολογικό καθαρισμό της πόλης που ακόμη δεν έχει τεθεί σε πλήρη λειτουργία.
Μέρος των λυμάτων μπορεί να οδηγήθηκαν στον Παγασητικό μέσω του Πηνειού που είχε επίσης υπερχειλίσει, ενώ έχει ήδη διαταχθεί προκαταρκτική από την εισαγγελία πρωτοδικών Λάρισας για τη βλάβη στις εγκαταστάσεις του βιολογικού της ΔΕΥΑΛ.
Σημειώνεται ότι η Ένωση Ελλήνων Χημικών απέστειλε έγγραφο στο υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θοδωρή Σκυλακάκη και τον Γ.Γ. Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων Πέτρο Βαρελίδη, για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της κακοκαιρίας στα ύδατα της Θεσσαλίας και κυρίως να διερευνηθεί η ποιότητα των υδάτων του Παγασητικού.
Η Επιστολή
«Αξιότιμε κύριε Υπουργέ
Η Ένωση Ελλήνων Χημικών, ως θεσμοθετημένος Σύμβουλος σε θέματα Χημείας και προστασίας του Περιβάλλοντος έχει καθήκον και υποχρέωση τόσο έναντι των μελών της, κυρίως όμως έναντι της κοινωνίας να ενημερώνει και κυρίως να μεριμνά, ώστε να γίνονται οι απαραίτητες ενέργειες οι οποίες θα διαφυλάττουν το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Με αφορμή την τοποθέτηση του υφ. Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Κελέτση, ότι δεν τίθεται θέμα ποιότητας των υδάτων ή καταλληλόλητας των αλιευμάτων στον Παγασητικό, η ΕΕΧ έχει να αναφέρει τα εξής: Στο κλειστό θαλάσσιο οικοσύστημα του Παγασητικού κόλπου έχει γίνει απορροή εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού κατά τη διάρκεια της κακοκαιρίας daniel.
Αυτές οι απορροές όπως αναφέραμε και σε σχετική ανακοίνωση της ΕΕΧ περιέχουν πληθώρα από τοξικούς ρύπους όπως βαρέα μέταλλα, φυτοφάρμακα, παρασιτοκτόνα, οργανικές ουσίες, διοξίνες και φουράνια, ορυκτέλαια, PFAS, όπως και παθογόνους μικροοργανισμούς.
Αυτοί οι ρύποι είτε είναι φυσικής είτε ανθρωπογενούς προέλευσης είναι επικίνδυνοι τόσο για το οικοσύστημα όσο και για τη δημόσια υγεία. Δύναται να βρεθούν στο νερό, στο ίζημα και στο βένθος, να περάσουν στη τροφική αλυσίδα και να καταλήξουν στον άνθρωπο.
Θεωρούμε συνεπώς, ότι ακόμα εγκυμονεί ο κίνδυνος σοβαρής μόλυνσης διότι μεγάλες ποσότητες λυμάτων (βόθροι, στάβλοι, δίκτυα αποχέτευσης κλπ) όπως και πτώματα ζώων, έχουν εκπλυθεί στον Παγασητικό κόλπο. Επίσης φερτές ύλες, ξύλα, κάδοι απορριμμάτων, σκουπίδια, πλαστικά κλπ βρίσκονται στις ακτές, στο βυθό και στην επιφάνεια της θάλασσας και σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω αποτελούν μεγάλο κίνδυνο υποβάθμισης και καταστροφής του περιβάλλοντος.
Ως εκ τούτου, η Ένωση Ελλήνων Χημικών θεωρεί ότι πρέπει να γίνουν άμεσα δειγματοληψίες και αναλύσεις από διαπιστευμένα εργαστήρια προκειμένου να αποτυπωθεί η κατάσταση τόσο του Παγασητικού κόλπου όσο και των ακτών που εκβάλει ο Πηνειός. Πρέπει, επίσης άμεσα να ξεκινήσουν έλεγχοι για τη ποιότητα του νερού σε περιοχές που έχουμε λιμνάζοντα ύδατα όπως λίμνη Κάρλα η οποία απορρέει και αυτή στον Παγασητικό, σε περιοχές της Καρδίτσας και της Λάρισας, σε ποταμούς και παραποτάμους και το σημαντικότερο απ’ όλα στις γεωτρήσεις τις Θεσσαλίας προκειμένου να διαπιστωθεί εάν ο υδροφόρος ορίζοντας κινδυνεύει να επιβαρυνθεί με τους προαναφερόμενους ρύπους, πράγμα που υποβαθμίσει τη ποιότητα του νερού, με σκοπό όμως να προστατευθεί η δημόσια υγεία.
Τέλος, πιστεύουμε ότι είναι αναγκαίος ο έλεγχος των αγροτικών προϊόντων προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα τους καθώς και η υγεία των καταναλωτών.
Για τους λόγους αυτούς, αιτούμαστε την άμεση κινητοποίηση των αρμόδιων φορέων προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή των συνεχών δειγματοληψιών και αναλύσεων, και επίσης μια συνάντησή μαζί σας, για να σας παραθέσουμε τα στοιχεία από χημική και περιβαλλοντική άποψη, με έμφαση στην προστασία της δημόσιας υγεία».
Σιδηροδρομικό δίκτυο: Σε δύο χρόνια η πλήρης αποκατάσταση – Έχουν καταστραφεί ολικά 180 χλμ δικτύου
Μεγάλες είναι οι καταστροφές που έχει υποστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο από την κακοκαιρία Daniel, και θα χρειαστεί πολύς χρόνος και πολύ χρήμα για να ανακάμψει. «Το 2023 έχει φανεί πολύ “σκληρό” για τον σιδηρόδρομο. Πρώτα θρηνήσαμε 57 νεκρούς στα Τέμπη και πριν από λίγες, χάσαμε τις υποδομές που παραλάβαμε πριν από 20 ημέρες», είπε ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ, Παναγιώτης Τερεζάκης, στο ITC 2023 – 6ο Συνέδριο Υποδομών και Μεταφορών, στο πλαίσιο της συνεδρίας για τον σιδηρόδρομο.
Με τη φράση αυτή ο κ. Τερζάκης εξηγεί τις δυσοίωνες προβλέψεις για την επαναλειτουργία του σιδηροδρόμου που σύμφωνα με τον ίδιο θα χρειαστεί δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί πλήρως.
«Χρειάστηκαν μερικές ώρες και εκατομμύρια τόνοι νερού για να χαθεί ότι χτίσαμε μέσα σε τόσα χρόνια», πρόσθεσε και αναφέρθηκε αναλυτικά στις ζημιές που έχει υποστεί το δίκτυο και οι υποδομές.
Στην παρούσα φάση εξετάζεται το μέγεθος της καταστροφής, ενώ πρέπει να πέσει η στάθμη του νερού για να φανεί το εύρος των ζημιών στη σιδηροδρομική γέφυρα βόρεια της Λάρισας, στον Πηνειό
Όπως είπε έχουν καταστραφεί ολικά 180 χλμ. δικτύου, εκ των οποίων 50 χλμ. διπλής γραμμής στον άξονα Αθήνας – Θεσσαλονίκης, 80 χλμ. στο τμήμα Παλαιοφάρσαλος – Καλαμπάκα και 50 χλμ. στο τμήμα Λάρισα – Βόλος.
Μαζί με αυτά, «χάθηκαν» δύο κέντρα interlocking, το ένα στον Δομοκό που παραδόθηκε πριν από 20 ημέρες και το άλλο στον Παλαιοφάρσαλο που ήλεγχε τη Λάρισα.
Για τα δύο παραπάνω κέντρα χρειάζονται διαγωνισμοί για την αποκατάστασή τους σε μία «μακροχρόνια και επίπονη» διαδικασία.
Τεράστιες ζημιές
Ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ υπογράμμισε ότι οι ζημιές είναι τεράστιες και ότι, εδώ και τέσσερις δεκαετίες που δραστηριοποιείται στον σιδηρόδρομο, δεν έχει συναντήσει κάτι παρόμοιο.
Ο κ. Τερεζάκης εκτίμησε ότι θα χρειαστούν, σε ένα αισιόδοξο σενάριο, έξι μήνες για να «τρέξει» ο διαγωνισμός, ενώ για την παραλαβή και λειτουργία των συστημάτων, θα χρειαστεί ένας χρόνος.
Ενδιάμεσα, όπως ανέφερε, πρέπει να αναταχθούν οι κατεστραμμένες υποδομές. Στην παρούσα φάση εξετάζεται το μέγεθος της καταστροφής, ενώ πρέπει να πέσει η στάθμη του νερού για να φανεί το εύρος των ζημιών στη σιδηροδρομική γέφυρα βόρεια της Λάρισας, στον Πηνειό. Αν αυτή είναι σοβαρή, ο χρόνος και το κόστος αποκατάστασης θα αυξηθούν.
Ο ΟΣΕ, όπως επισήμανε, έχει καταστρώσει σχέδιο για την αποκατάσταση των ζημιών. Πρέπει στον επόμενο μήνα να αποκατασταθεί η γραμμή Δομοκού – Λάρισας, την οποία έχουν αναλάβει από χθες τέσσερις ανάδοχοι, έτσι ώστε να λειτουργεί μία προσωρινή καθοδική γραμμή.
Μέλημα, μεταξύ άλλων, είναι να κυκλοφορεί το εμπορευματικό τρένο, καθώς το Ικόνιο, το Θριάσιο και ο ΟΛΘ έχουν κορεστεί από χιλιάδες containers. Πρόκειται για μία προσωρινή γραμμή με ταχύτητες 80 χλμ., σημείωσε.
Ενδιάμεσα, θα αρχίσει να κατασκευάζεται και να ανατάσσεται η γραμμή ανόδου για την οποία και θα απαιτηθούν περίπου 11 μήνες, ενώ στη συνέχεια, στους επόμενους 11 μήνες θα ακολουθήσει η ίδια διαδικασία για τη γραμμή καθόδου. «Αυτό σημαίνει ότι, εντός δύο ετών, θα αποκατασταθεί πλήρως η κυκλοφορία», υποστήριξε ο κ. Τερεζάκης.
Όσον αφορά στη σημασία των εμπορευματικών μεταφορών, ο διευθύνων σύμβουλος του ΟΣΕ ανέφερε ότι, σημαντικά έσοδα έρχονται από αυτήν τη δραστηριότητα.
Σχεδιασμός
Για αυτό το λόγο, ο οργανισμός, μαζί με τις ΕΡΓΟΣΕ και ΓΑΙΟΣΕ, έχει αναπτύξει ένα νέο στρατηγικό σχεδιασμό.
Γενικότερα, για την επίτευξη εύρυθμης κυκλοφορίας, ο ΟΣΕ, ανεξάρτητα από τα όσα συνέβησαν με τη κακοκαιρία, έχει θέσει σε λειτουργία έργα τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης σε πέντε κέντρα για ένα δίκτυο 800 χλμ. που, παρά τις όποιες καταστροφές, λειτουργούν (Κόρινθος, ΣΚΑ, Λιανοκλάδι, Λάρισα και Θεσσαλονίκη).
Τα κέντρα αυτά οργανώθηκαν κατά το γαλλικό πρότυπο, όπου υπάρχει ένα βασικό κέντρο ελέγχου που επιβλέπει τα υπόλοιπα, με στόχο να κάνει διάγνωση και επίλυση των βλαβών, ενώ όσον αφορά την ασφάλεια των συστημάτων και των σηράγγων, ο ΟΣΕ επενδύει ετησίως 5 εκατ. ευρώ.
Αναμένεται το πράσινο φως από το Ελεγκτικό Συνέδριο για να εγκατασταθούν 200 νέες κάμερες, με αποτέλεσμα ο ΟΣΕ να διαθέτει συνολικά 450 κάμερες σε σημεία του δικτύου.
SOS από διεθνή μετεωρολογική μελέτη: Πιο ισχυρά και πιο συχνά τα φαινόμενα τύπου Daniel στην Ελλάδα
Στην κεντρική Ελλάδα, όπου σημειώθηκαν οι ισχυρότερες βροχοπτώσεις και σημειώθηκαν οι περισσότερες καταστροφές, φαινόμενα τύπου κακοκαιρίας Daniel είναι λιγότερο πιθανό και αναμένεται να εμφανίζεται μόνο μία φορά κάθε 80-100 χρόνια, που ισοδυναμεί με πιθανότητα 1-1,25% να συμβαίνει κάθε χρόνο. Αυτό κατέδειξε η ταχεία ανάλυση που πραγματοποιήθηκε από διεθνή ομάδα κλιματικών επιστημόνων από την ομάδα World Weather Attribution.
Η κλιματική αλλαγή και άλλοι ανθρώπινοι παράγοντες επιδείνωσαν τις καταστροφές από τις πλημμύρες στη Λιβύη και την Ελλάδα. Η ανθρωπογενής υπερθέρμανση συνέβαλε ώστε οι έντονες βροχοπτώσεις να είναι έως και 10 φορές πιο πιθανές στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία και έως και 50 φορές πιο πιθανές στη Λιβύη, ενώ παράγοντες όπως οι κατασκευές σε πεδιάδες με μεγάλο πλημμυρικό κίνδυνο, η κακή συντήρηση των φραγμάτων και άλλοι τοπικοί παράγοντες συνετέλεσαν ώστε οι βροχοπτώσεις να μετατρέψουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα σε ανθρωπιστική καταστροφή. Οι έντονες βροχοπτώσεις, που προκάλεσαν καταστροφές σε μεγάλα τμήματα της Μεσογείου στις αρχές Σεπτεμβρίου, είναι πιο πιθανό να συμβούν λόγω της κλιματικής αλλαγής η οποία είναι αποτέλεσμα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου
Η μελέτη διαπίστωσε επίσης ότι η καταστροφή που προκλήθηκε από την έντονη βροχόπτωση ήταν πολύ μεγαλύτερη λόγω παραγόντων που περιελάμβαναν κατασκευές σε περιοχές επιρρεπείς στις πλημμύρες, την αποψίλωση των δασών αλλά και τις συνέπειες των συγκρούσεων στη Λιβύη.
Για το ιστορικό της μετεωρολογικής κατάστασης αναφέρεται ότι στις αρχές Σεπτεμβρίου, ένα αποκομμένο χαμηλό που επηρέασε την Ισπανία και ένα σύστημα χαμηλής πίεσης με το όνομα Daniel, το οποίο σχηματίστηκε στην Ανατολική Μεσόγειο, προκάλεσαν ισχυρές βροχοπτώσεις σε διάστημα 10 ημερών σε πολλές χώρες, όπως στην Ισπανία, Ελλάδα, Βουλγαρία, Τουρκία και στη Λιβύη. Η ισχυρή βροχόπτωση προκάλεσε τεράστιες πλημμύρες σε ολόκληρη την περιοχή, προκαλώντας την απώλεια 4 ανθρώπων στη Βουλγαρία, 5 στην Ισπανία, 7 στην Τουρκία και 17 στην Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη καταστροφή σημειώθηκε στη Λιβύη, όπου οι πλημμύρες προκάλεσαν την κατάρρευση δύο φραγμάτων. Αν και ο ακριβής αριθμός των θυμάτων δεν είναι ακόμη σαφής, υπάρχουν επί του παρόντος 3.958 επιβεβαιωμένοι θάνατοι μόνο στη Ντέρνα και 170 άνθρωποι σε άλλα μέρη της Λιβύης, ενώ περισσότεροι από 10.000 άνθρωποι εξακολουθούν να αγνοούνται. Για να ποσοτικοποιηθεί η επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις βροχοπτώσεις της περιοχής, οι επιστήμονες ανέλυσαν κλιματικά δεδομένα και προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων για να συγκρίνουν το κλίμα του παρελθόντος με τη σημερινή κλιματική πραγματικότητα, μετά από άνοδο κατά περίπου 1,2°C βαθμών της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη έναντι αυτής που επικρατούσε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε για την ανάλυση έχει αξιολογηθεί και δημοσιευθεί σε επιστημονικά περιοδικά.
Οι επιστήμονες χώρισαν την ανάλυσή τους σε τρεις περιοχές:
- Τη Λιβύη, όπου η ανάλυση επικεντρώθηκε στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, όπου έπεσε το μεγαλύτερο μέρος της βροχόπτωσης
- Την Ελλάδα, Βουλγαρία και Τουρκία, όπου η ανάλυση εξέτασε τη μέγιστη βροχόπτωση σε τέσσερις συνεχόμενες ημέρες
- Την Ισπανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος της βροχής έπεσε μέσα σε λίγες μόνο ώρες
Για τη Λιβύη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή έκανε το φαινόμενο έως και 50 φορές πιο πιθανό να συμβεί, και προκάλεσε έως και 50% περισσότερες βροχοπτώσεις κατά την περίοδο αυτή, ως αποτέλεσμα των ανθρωπογενών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Το φαινόμενο εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά ασυνήθιστο και μπορεί να αναμένεται να συμβεί μόνο μία φορά στα 300-600 χρόνια, στο σημερινό κλίμα.
Για την Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Τουρκία ως σύνολο, η ανάλυση έδειξε ότι η κλιματική αλλαγή έκανε το φαινόμενο έως και 10 φορές πιο πιθανό να συμβεί, και προκάλεσε έως και 40% περισσότερες βροχές, ως αποτέλεσμα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων που έχουν θερμάνει τον πλανήτη. Για αυτή τη μεγάλη περιοχή, η οποία περιλαμβάνει τμήματα των τριών χωρών, το γεγονός είναι πλέον αρκετά κοινό και μπορεί να αναμένεται περίπου μία φορά κάθε 10 χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι έχει 10% πιθανότητα να συμβαίνει κάθε χρόνο.
Συγκεκριμένα όμως για την κεντρική Ελλάδα, όπου σημειώθηκαν οι ισχυρότερες βροχοπτώσεις και σημειώθηκαν οι περισσότερες καταστροφές, το φαινόμενο είναι λιγότερο πιθανό και αναμένεται να εμφανίζεται μόνο μία φορά κάθε 80-100 χρόνια, που ισοδυναμεί με πιθανότητα 1-1,25% να συμβαίνει κάθε χρόνο.
Στην Ισπανία, όπου το μεγαλύτερο μέρος της βροχής έπεσε σε λίγες μόνο ώρες, οι επιστήμονες υπολόγισαν ότι τέτοιες έντονες βροχοπτώσεις αναμένονται μία φορά κάθε 40 χρόνια, αλλά δεν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν πλήρη ανάλυση, καθώς τα διαθέσιμα κλιματικά μοντέλα δεν αποτυπώνουν ορθά τις ισχυρές βροχοπτώσεις σε χρονικές κλίμακες μικρότερες της μιας ημέρας.
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω ευρήματα έχουν μεγάλες μαθηματικές αβεβαιότητες, καθώς τα φαινόμενα συνέβησαν σε σχετικά μικρές περιοχές και τα περισσότερα κλιματικά μοντέλα δεν αντιπροσωπεύουν καλά τη βροχόπτωση σε αυτές τις μικρές χωρικές κλίμακες. Αν και οι επιστήμονες δεν μπορούν να αποκλείσουν εντελώς την πιθανότητα η κλιματική αλλαγή να μην έχει επηρεάσει την πιθανότητα εμφάνισης και την ένταση των φαινομένων, είναι βέβαιοι ότι έπαιξε ρόλο για τρεις κύριους λόγους:
- Οι αυξημένες θερμοκρασίες γενικά οδηγούν σε πιο έντονες βροχοπτώσεις και οι μελέτες προβλέπουν ισχυρότερες βροχοπτώσεις στην περιοχή αυξανομένης της θερμοκρασίας
- Δεν εντοπίστηκαν στοιχεία για παράγοντες που μπορεί να καθιστούν λιγότερο πιθανή τη ισχυρή βροχόπτωση και να εξισορροπούν την επίδραση της κλιματικής αλλαγής
- Τα στοιχεία των μετεωρολογικών σταθμών στην περιοχή δείχνουν τάση προς ισχυρότερες βροχοπτώσεις
Λόγω των περιορισμών που τίθενται από τα κλιματικά μοντέλα, οι επιστήμονες δεν έδωσαν μια κεντρική εκτίμηση για την επίδραση της κλιματικής αλλαγής, όπως έκαναν σε προηγούμενες μελέτες, αλλά έδωσαν ένα ανώτατο όριο της επίδρασης αυτής. Ένα βασικό εύρημα της μελέτης είναι ότι οι πολύ μεγάλες επιπτώσεις που παρατηρήθηκαν σε ορισμένες από τις περιοχές προκλήθηκαν από έναν συνδυασμό υψηλής ευπάθειας του πληθυσμού και της έκθεσής του στο γεγονός. Για παράδειγμα στην πληγείσα περιοχή στη Κεντρική Ελλάδα, οι περισσότερες πόλεις και κοινότητες και μεγάλο μέρος των υποδομών βρίσκονται σε περιοχές με μεγάλο πλημμυρικό κίνδυνο. Στη Λιβύη, ένας συνδυασμός πολλών παραγόντων, όπως η μακροχρόνια ένοπλη σύγκρουση, η πολιτική αστάθεια, τα πιθανά σχεδιαστικά ελαττώματα και η κακή συντήρηση των φραγμάτων συνέβαλαν στην καταστροφή. Η αλληλεπίδραση αυτών των παραγόντων και οι ισχυρές βροχοπτώσεις που επιδεινώθηκαν από την κλιματική αλλαγή, δημιούργησαν την ακραία καταστροφή.
Η μελέτη διεξήχθη από 13 ερευνητές ως μέλη της ομάδας World Weather Attribution, συμπεριλαμβανομένων επιστημόνων από πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα στην Ελλάδα, την Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ακόμα, η Βασιλική Κοτρώνη, Διευθύντρια Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, δήλωσε: «Τα ακραία ποσά βροχοπτώσεων που έπληξαν την κεντρική Ελλάδα και οι καταστροφικές τους επιπτώσεις αποτελούν ένα κομβικό σημείο προς την κατεύθυνση ανάγκης επανασχεδιασμού των συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης τα οποία να είναι προσανατολισμένα στις επιπτώσεις, της ικανότητα απόκρισης της Πολιτικής Προστασίας και των υποδομών ώστε να είναι περισσότερο ανθεκτικές στην εποχή της κλιματικής αλλαγής».
Η Friederike Otto, Λέκτορας στην Επιστήμη του Κλίματος στο Grantham Institute – Climate Change and the Environment, Imperial College London, δήλωσε: «Η Μεσόγειος είναι ένα hotspot των κινδύνων που τροφοδοτούνται από την κλιματική αλλαγή. Μετά από ένα καλοκαίρι καταστροφικών καυσώνων και πυρκαγιών με πολύ σαφές αποτύπωμα της κλιματικής αλλαγής, η ποσοτικοποίηση της συμβολής της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε αυτές τις πλημμύρες αποδείχθηκε πιο δύσκολη. Αλλά δεν υπάρχει απολύτως καμία αμφιβολία ότι η μείωση της ευπάθειας και η αύξηση της ανθεκτικότητας σε όλους τους τύπους ακραίων καιρικών συνθηκών είναι υψίστης σημασίας για τη διάσωση ζωών στο μέλλον».
Επίσης, η Julie Arrighi, Διευθύντρια στο Κέντρο Κλίματος του Ερυθρού Σταυρού/Ερυθράς Ημισελήνου, δήλωσε: «Αυτή η καταστροφική καταστροφή δείχνει πώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή συνδυάζονται με ανθρώπινους παράγοντες για να δημιουργήσουν ακόμη μεγαλύτερες επιπτώσεις, καθώς περισσότεροι άνθρωποι, περιουσιακά στοιχεία και υποδομές είναι εκτεθειμένοι και ευάλωτοι σε πλημμυρικούς κινδύνους. Ωστόσο, υπάρχουν πρακτικές λύσεις που μπορούν να μας βοηθήσουν να αποτρέψουμε αυτές τις καταστροφές από το να γίνουν κανονικότητα, όπως η ενισχυμένη διαχείριση έκτακτης ανάγκης, οι βελτιωμένες προγνώσεις και τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης με βάση τις επιπτώσεις και ο σχεδιασμός υποδομών για το μελλοντικό κλίμα».
Πηγές: gegonotanews.gr / ieidiseis.gr