Yπόθεση Λεύκοβιτς: Ο πατέρας την βίαζε χρόνια και δεν πήγε ούτε μία μέρα στην φυλακή
Όλες οι εξελίξεις στην υπόθεση που εξόργισε την κοινή γνώμη.
Στο ελληνικό λεξιλόγιο, υπάρχουν τόσες πολλές λέξεις για να αποτυπώσουν αμέτρητα πράγματα σε αυτή τη ζωή. Όταν όμως χρειάζεται να περιγράψεις την βαναυσότητα στην οποία ένας πατέρας κακοποιεί σεξουαλικά το ανήλικο παιδί του, το λεξιλόγιο γίνεται ξαφνικά πολύ φτωχό.
Μέσα στη ψυχή της Έλενας Λεύκοβιτς η λέξη «πατέρας» δεν αποτελεί συνώνυμο της προστασίας και της ανιδιοτελούς αγάπης. «Αυτό που έζησα όταν ήμουν μικρή έχει αφήσει πληγές που δεν θα γιατρευτούν ποτέ. Ο άνθρωπος που θα έπρεπε να με προστατεύει, μου έλεγε συνεχώς: “Το κάνω για το καλό σου, για να μην έχεις άσχημες εμπειρίες αργότερα, γιατί ο κόσμος είναι κακός και επικίνδυνος.”
Αλλά δεν ήταν έτσι. Αυτό που μου έκανε δεν ήταν προστασία. Ήταν βία. Ήταν κακοποίηση. Αντί για προστασία, το μόνο που μου άφησε ήταν πόνος, ντροπή, ατελείωτος φόβος και την αίσθηση ότι το σώμα μου ήταν κάτι που έπρεπε να σιχαίνομαι. Ένας πόνος που με ακολούθησε και με καθόρισε για χρόνια», γράφει σε ανάρτηση της
Ο φόβος και τα τραύματα παρέλυσαν την Έλενα και έβαλαν την φωνή της σε σίγαση. Η θέληση της όμως να γίνει δορυφόρος δύναμης για τις γυναίκες εκεί έξω που μιλούν την ίδια τραυματική γλώσσα μαζί της, λειτούργησε ως καύσιμο στο ταξίδι προς την δικαιοσύνη μέσα σε μια έρημο ατιμωρησίας.
«Θέλω να ξέρω ότι η φωνή μου έχει αξία, ότι ο πόνος μου δεν είναι μάταιος και ότι, μέσα από αυτό το ταξίδι, μπορώ να βοηθήσω να σωθούν άλλες ζωές», αναφέρει.
«Στην Ελλάδα η δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή, νομίζει πως τυφλός είναι όλος ο υπόλοιπος κόσμος» έλεγε ο Ζακ Κωστόπουλος και υπάρχουν αρκετά παραδείγματα τραγικών εκβάσεων σε υποθέσεις που επιβεβαιώνουν τα λόγια του.
Το 2018, όταν η Έλενα κατήγγειλε επωνύμως τον πατέρα της στην αστυνομία, οι αρχές έκριναν ότι δεν υπάρχει κάποιος λόγος να προχωρήσουν σε σύλληψη. Οι πρώτες ερωτήσεις μάλιστα που της έκαναν αφορούσαν τα ρούχα που φορούσε, στα 11 της χρόνια, με εκείνη να τους απαντά ότι φορούσε τις πυτζάμες της.
Στην υπόθεση της Έλενας, ο πατέρας της κρίθηκε ομόφωνα ένοχος για το βιασμό της, μετά την πρωτόδικη εκδίκαση της υπόθεσης το 2022, τέσσερα χρόνια μετά την καταγγελία της.
Η δικηγόρος του κατηγορουμένου ζήτησε να αναγνωριστούν ελαφρυντικά για να μειωθεί ο χρόνος που θα περάσει στη φυλακή και παρά το γεγονός ότι του ασκήθηκε ποινική δίωξη για τρία αδικήματα γενετήσιου χαρακτήρα σε βάρος ανηλίκου κάτω των δώδεκα ετών από την Εισαγγελία Ιωαννίνων, η ελληνική δικαιοσύνη άφησε άλλο έναν κακοποιητή να περπατάει ελεύθερος στους δρόμους.
Μια απόφαση η οποία πιθανώς επηρεάστηκε από τις ισχυρές διασυνδέσεις, ενώ δεν δόθηκε ποτέ εντολή να δημοσιευτούν στοιχεία και οι φωτογραφίες του, όπως είθισται σε αντίστοιχες υποθέσεις για την προστασία του κοινωνικού συνόλου.
Η απόφαση του δικαστηρίου να αφήσει ελεύθερο έναν πρωτόδικα καταδικασμένο κακοποιητή ανηλίκου γεννά σοβαρά ερωτήματα για το νομικό πλαίσιο της χώρας.
«Το ζήτημα που βλέπουμε κάθε φορά σε αυτές τις περιπτώσεις είναι ο τρόπος που εφαρμόζεται το νομικό πλαίσιο, το οποίο μπορεί να υπάρχει, αλλά πάντα χωρούν βελτιώσεις. Προκύπτουν, ωστόσο διάφορα ζητήματα. Όταν οι ποινές είναι πολυετείς, δεν συνηθίζεται να δίνεται αναστολή.
Το ερώτημα είναι εξαρχής με βάση ποια κριτήρια αποφασίζεται να δοθεί αναστολή σε έναν άνθρωπο που έχει τελέσει ένα αδίκημα κατεξοχήν αντικοινωνικό. Η αναστολή της ποινής δίνεται αφού αξιολογηθεί ο κίνδυνος για το θύμα και για το κοινωνικό σύνολο.
Εδώ ποιο είναι το επιχείρημα; Ότι δεν κινδυνεύει το κοινωνικό σύνολο; Ότι δεν κινδυνεύει το θύμα; Σε ένα άτομο που καταδικάζεται με ένα από τα πιο ειδεχθή αδικήματα» εξηγεί η δικηγόρος Ιωάννα Στεντούμη στο Reader και συμπληρώνει:
«Αντίστοιχα, βλέπουμε να μην δίνονται αναστολές σε άλλα αδικήματα με καθείρξεις λιγότερων ετών. Πάντα έχει να κάνει με τα κοινωνικά, ιδεολογικά, ταξικά χαρακτηριστικά του εκάστοτε δράστη. Δηλαδή, πάντα παίζει ρόλο το προφίλ του ανθρώπου, αν κάποιος είναι αλλοδαπός ή πρόσφυγας, φτωχός ή πλούσιος.
Εδώ έχουμε μια περίπτωση ατόμου με ακραία παραβατική συμπεριφορά και ακραία αντικοινωνική, η οποία αξιολογήθηκε ως ακίνδυνη για το θύμα και ότι δεν υπάρχει λόγος να εκτελεστεί η ποινή του από τώρα.
Είναι μια εντυπωσιακά υψηλή ποινή και δεν βρίσκω δικαιολογητική βάση για να δοθεί αναστολή. Βλέπουμε και περιπτώσεις με 5,6 χρόνια καθείρξεων για κλοπές και ληστείες, απάτες, στις οποίες οι δράστες οδηγούνται κατευθείαν στη φυλακή», αναφέρει.
Η υπόθεση της Έλενας Λεύκοβιτς εκθέτει για άλλη μια φορά το δικαστικό σύστημα της χώρας καθώς και τους ίδιους τους δικαστές.
«Αναδεικνύουμε αυτό το θέμα γιατί φαίνεται να υπολείπεται και η εκπαίδευση των δικαστών. Τα νομικά ζητήματα στο ΜΟΔ κρίνονται από τακτικούς δικαστές, όχι από τους ενόρκους. Εκείνοι επιλέγουν αν θα δοθεί ή όχι αναστολή.
Υποτίθεται ότι όλοι ομνύουμε στην προστασία της ανηλικότητας και εδώ μιλάμε για ένα παιδί που βιάζεται και τον πατέρα του. Κρίθηκε από τους δικαστές εδώ ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για την ανηλικότητα; Έχουμε δει να διαπομπεύονται άνθρωποι, να δημοσιεύονται τα στοιχεία τους, για άλλα αδικήματα πολύ πιο ασήμαντα. Δε συμφωνώ προφανώς, το αναφέρω για να αναδείξω την ανισότητα της μεταχείρισης.
Ποιο αδίκημα όμως θεωρείται χειρότερο από το βιασμό ανήλικου; Δεν υπάρχει χειρότερο αδίκημα από τον βιασμό ανηλίκου. Είναι φοβερά τραυματικό για το θύμα, το ίδιο το άτομο που έχει υποστεί κακοποίηση, τι άλλο πρέπει να κάνει για να βρει το δίκιο του;», σημειώνει η κα Καντούμη και υπογραμμίζει ότι το κράτος είναι σχεδόν εκδικητικό απέναντι στα θύματα που καταγγέλουν.
«Εδώ μπαίνει ένα έμφυλο κριτήριο το οποίο το έχουμε προσέξει και σε άλλες περιπτώσεις, κάποιες βλέπουν τα φώτα της δημοσιότητας κι άλλες όχι. Σε αυτές τις περιπτώσεις το ποινικό σύστημα δεν εξαντλεί την αυστηρότητα του στον δράστη, σα να είναι “ιδιωτικό ζήτημα”.
Μπορεί να πάρει και χρόνια να προσδιοριστεί το εφετείο. Στο ενδιάμεσο πιθανόν να ασκούνται πιέσεις και όταν κρατάει σε βάθος χρόνου, μπορεί να οδηγήσει περιπτώσεις στο να ανακαλέσουν τις καταγγελίες τους επειδή δεν αντέχουν άλλο.
Έχω δει περίπτωση που αφού κλήθηκε το θύμα 5 φορές για κατάθεση, είπε “εντάξει ανακαλώ”», εξηγεί η δικηγόρος Ιώαννα Καντούμη και φέρνει ως παράδειγμα την δίκη του ηθοποιού Πέτρου Φιλιππίδη.
«Συνιστά, τουλάχιστον σε επίπεδο νομικού λόγου, από τις πιο ακραίες περιπτώσεις “επίθεσης” στην έμφυλη ισότητα και στα γυναικεία δικαιώματα, οι αναφορές του εισαγγελέως της έδρας στη δίκη του Φιλιππίδη. Είναι μάλιστα συχνές και αρκετά έντονες, δε φαίνεται ότι αρκείται στην πρόταση που θα αναπτύξει στο τέλος της διαδικασίας. Είναι ακραία αυτά που ακούγονται.
Ακόμα και να προβλέπεται πειθαρχική ποινή σε υιοθέτηση λόγου που ευνοεί τις διακρίσεις ή είναι ακραία μισογύνικος, σπάνια θα στραφεί κάποιος εναντίον του/της συγκεκριμένου/ης δικαστή. Άλλωστε συχνά η στάση των δικαστικών λειτουργών συχνά γίνεται γνωστή και στα ανώτερα κλιμάκια, ιδίως στις “πολύκροτες” υποθέσεις, δεν έχω όμως υπόψιν μου υπόθεση που αυτεπάγγελτα να κινήθηκε κάποια διαδικασία. Το θέμα όμως δεν είναι προσωπικό, είναι το πώς εκπαιδεύονται εξαρχής».
Πριν ένα χρόνο ψηφίστηκε από τη Νέα Δημοκρατία το νομοσχέδιο που φέρνει ένα νέο ποινικό κώδικα στο οποίο αυστηροποιούνται οι ποινές. Η κυβέρνηση, ωστόσο, φαίνεται να αδιαφορεί για τους κακοποιητές που ζουν ελεύθεροι εκεί έξω.
«Θα μπορούσε η πολιτεία δηλαδή να προστατεύει τα θύματα. Αν πηγαίναμε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και καταθέταμε αυτά που ακούμε στις δικαστικές αίθουσες, θα είχαμε πάρα πολλές καταδίκες της χώρας .
Η αυστηροποίηση των ποινών είναι πανάκεια για την κυβέρνηση, δεν είδα όμως να ασχολούνται σοβαρά για το πώς πολλοί δικαστές απονέμουν δικαιοσύνη στη χώρα. Για μένα αυτό είναι ένα πολύ κομβικό θέμα.
Έχουμε υπογράψει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και δε φαίνεται να γνωρίζουμε ούτε τρία βασικές ρυθμίσεις. Πάει να καταθέσει το θύμα και έχει από πίσω του το δράστη στα δύο μέτρα, δεν είναι αυτό πλαίσιο προστασίας» αναφέρει η κα Καντούμη και προσθέτει ότι θέλουμε μια καλύτερη δικαιοσύνη.
«Υπάρχει ένα τεράστιο ποσοστό κακοποίησης παιδιών (⅕ στη χώρα) κι όλοι αναρωτιούνται πώς και γιατί. Με το νέο οικογενειακό δίκαιο που ψηφίστηκε το 2021, μια μητέρα μπορεί να χάσει την επιμέλεια του παιδιού, επειδή κατήγγειλε κάτι που τελικά δεν αποδείχθηκε.
Πώς θα πάει μετά μια μητέρα να καταγγείλει τον κακοποιητή; Όταν ακόμα και σε ενήλικα θύματα είναι τρομερά δύσκολη η απόδειξη της καταγγελίας τους και όταν υπάρχει τέτοια αμφισβήτηση του λόγου του θύματος;», καταλήγει η κα Καντούμη.
Στις 13 Φεβρουαρίου θα γίνει η εκδίκαση της υπόθεσης Λεύκοβιτς σε δεύτερο βαθμό, στο Δικαστικό Μέγαρο Ιωαννίνων με την Έλενα να απαιτεί να καταδικαστεί εκ νέου ο καταδικασμένος πρωτόδικα κακοποιητής της, έστω και 7 χρόνια μετά την καταγγελία της, και να μην του αναγνωριστούν ελαφρυντικά.
Στο εδώλιο κάθεται άτυπα και η ελληνική δικαιοσύνη και καλείται να επιλέξει αν αυτή τη φορά θα στηρίξει τα θύματα.
Νωρίτερα σήμερα πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Δικαστικό Μέγαρο Ιωαννίνων για την υπόθεση βιασμού της Έλενας
Στην είσοδο του Δικαστικού Μεγάρου Ιωαννίνων έχει συγκεντρωθεί από το πρωί πλήθος κόσμου και παρά τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν και την βροχόπτωση που σημειώνεται.
Γυναίκες, φοιτητές, συλλογικότητες, άνθρωποι κάθε ηλικίας, σύμφωνα με τοepiruspost.gr, με πανό που έχουν απλώσει στα σκαλιά και σε άλλα σημεία του Δικαστικού, εκφράζουν την συμπαράστασή τους στην Έλενα που όντας ανήλικη βιάστηκε από τον πατέρα της.
Ο πατέρας της Έλενας καταδικάστηκε πρωτόδικα από το Μεικτό Ορκωτό δικαστήριο στην Άρτα σε κάθειρξη 18 ετών για τις κακουργηματικές πράξεις σε βάρος του ίδιου του παιδιού του όμως δεν πήγε ούτε μία μέρα φυλακή.
Εντός της δικαστικής αίθουσας η εκφώνηση της υπόθεσης έγινε κανονικά ωστόσο από τον συνήγορο του κατηγορουμένου ζητήθηκε αναβολή καθώς όπως ισχυρίστηκε έχει εισαχθεί σε νοσοκομείο της Αθήνας μετά από καρδιακά προβλήματα που εμφάνισε.
Όπως αναφέρει και η τοπική ιστοσελίδα της Ηπείρου, agon.gr, με την εκφώνηση της υπόθεσης, ο συνήγορος υπεράσπισης παρουσίασε έγγραφο εισαγωγής του εντολέα του σε κλινική των Αθηνών, καθώς υπέστη καρδιακό επεισόδιο λίγο πριν ταξιδέψει στα Γιάννενα για να παραστεί σήμερα στη δίκη. Μάλιστα, παρουσίασε και SMS του αδερφού του, με τον οποίον θα συνταξίδευαν οδικώς, που τον ενημέρωναν για το συμβάν.
Να διερευνηθεί από το δικαστήριο αν πράγματι ο Πέτρος Λεύκοβιτς νοσηλεύεται και κατά πόσο η κατάσταση της υγείας του είναι τέτοια, που δε θα του επιτρέψει να παραστεί τις επόμενες ημέρες στη δίκη, ζήτησε από την πρόεδρο του δικαστηρίου ο δικηγόρος του θύματος Δημήτρης Δήμου, επισημαίνοντας πως τα μηνύματα δεν είναι αποδεικτικό στοιχείο. Στο σημείο αυτό, μάλιστα, οι τόνοι ανέβηκαν.
Πηγές: reader και rosa.gr