ΙΟΒΕ — “Γκρεμίστηκε” ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα τον Απρίλιο
Νέα ισχυρή υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα τον Απρίλιο, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ
Έντονη επιδείνωση παρουσίασε ο δείκτης οικονομικού κλίματος τον Απρίλιο υποχωρώντας στις 99,3 μονάδες, έναντι 109,4 μονάδων τον προηγούμενο μήνα. Όπως αναφέρεται στην έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ, η επιδείνωση του δείκτη ήταν αναμενόμενη λόγω των πρόσφατων εξελίξεων σχετικά με την πανδημία, ενώ σημειώνεται ότι επιδείνωση των προσδοκιών καταγράφηκε σε όλους τους τομείς.
Εντονότερη είναι η υποχώρηση στις κατασκευές, στις υπηρεσίες και στο λιανικό εμπόριο, με εξαίρεση τα τρόφιμα και ποτά όπου σημειώθηκε σημαντική άνοδος, ενώ ηπιότερη ήταν η υποχώρηση στη βιομηχανία.
Στην καταναλωτική εμπιστοσύνη η απαισιοδοξία κλιμακώθηκε έντονα, με πολύ περισσότερα νοικοκυριά να διατυπώνουν αρνητικές προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας και των οικονομικών των ίδιων στους επόμενους 12 μήνες. Ειδικότερα, ο σχετικός δείκτης διαμορφώθηκε στις -32,6 μονάδες τον Απρίλιο από -16,5 μονάδες ένα μήνα πριν, επιδείνωση που είναι η μεγαλύτερη διαχρονικά μεταξύ διαδοχικών μηνών. Επισημαίνεται ότι το σύνολο της πρωτογενούς έρευνας πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια μιας περιόδου στην οποία εφαρμόστηκαν εγχωρίως τα πλέον αυστηρά έως τώρα μέτρα περιορισμού της διάδοσης του κορονοϊου, με άμεση επίπτωση στις συνθήκες εργασίας και κατανάλωσης. Σημειώνεται ότι ο συνολικός αριθμός απαντήσεων στην έρευνα του Απριλίου είναι σημαντικά μειωμένος σε σχέση με το συνήθη βαθμό απόκρισης. Αν και δεν έχει επηρεαστεί η αντιπροσωπευτικότητα στο σύνολο των τομέων, σε επιμέρους κλάδους εντός τομέων μπορεί να υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, καθώς η εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης παραμένει αβέβαιη, αλλά δεν διαφαίνεται στον άμεσο χρονικό ορίζοντα η ανακάλυψη θεραπειών και εμβολίου για την τελική αντιμετώπισή της, συντηρούνται ισχυρές αβεβαιότητες στην οικονομία. Η ελληνική οικονομία έχει λιγότερες εξαγωγές αγαθών και πολύ μεγαλύτερη εξάρτηση από τον εισερχόμενο τουρισμό της θερινής περιόδου, συνεπώς το ισχυρότερο πλήγμα στην οικονομική δραστηριότητα αναμένεται να επέλθει χρονικά αργότερα σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές. Η ένταση και η διάρκεια των επιπτώσεων της πανδημίας στις προσδοκίες για την πορεία της οικονομίας θα εξαρτηθεί και από τις παρεμβάσεις πολιτικής σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίες θα έχουν και ισχυρό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Σε κάθε περίπτωση, η τρέχουσα κρίση ενέχει δομικά και όχι μόνο συγκυριακά χαρακτηριστικά και ακόμα και όταν αυτή ομαλοποιηθεί σταδιακά, οι επιπτώσεις της αναμένεται να εκταθούν σε βάθος χρόνου σε όλους τους τομείς της οικονομίας, με διαφοροποίηση της έντασης μεταξύ τους. Αναλυτικότερα:
– στη βιομηχανία, το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση ενισχύθηκε ελαφρά, ο δείκτης των εκτιμήσεων για τα αποθέματα περιορίστηκε ήπια και οι προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες περιορίστηκαν αισθητά.
– στις κατασκευές, οι αρνητικές προβλέψεις για το πρόγραμμα παραγωγής ενισχύθηκαν σημαντικά, όπως και οι αρνητικές προβλέψεις για την απασχόληση.
– στο λιανικό εμπόριο, οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις επιδεινώνονται αισθητά, όπως και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους, ενώ παράλληλα τα αποθέματα διογκώνονται έντονα.
– στις υπηρεσίες, οι θετικές εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων περιορίστηκαν έντονα, ενώ οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση εξασθένησαν ηπιότερα και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της κινήθηκαν εντονότερα πτωτικά.
– στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την οικονομική κατάσταση της χώρας αλλά και την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους υποχωρούν έντονα, όπως επίσης και οι εκτιμήσεις για μείζονες αγορές περιορίζονται ενώ η πρόθεση για αποταμίευση εξασθενεί οριακά.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ