Ιταλία: Απειλή για την Ευρώπη η επάνοδος της φασιστικής δεξιάς

Δυο κορυφαίοι επιστήμονες εξηγούν τους κινδύνους 

Φίλιππος Δεργιαδές
ιταλία-απειλή-για-την-ευρώπη-η-επάνοδο-900037
Φίλιππος Δεργιαδές

Η νίκη του εθνικιστικού – ακροδεξιού κόμματος της Τζόρτζια Μελόνι «Αδέλφια της Ιταλίας» στις εκλογές στην Ιταλία δεν ήταν τυχαία ούτε μη αναμενόμενη για όσους παρακολουθούν τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη.

Η «χαρισματική» Τ. Μελόνι δημοσιογράφος, το επάγγελμα, ενταγμένη από νεαρή ηλικία σε φασιστικά σχήματα, όπως «Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα» (MSI), εκλεγμένη στη Βουλή των Αντιπροσώπων από το 2006 αλλά και υπουργός Νεολαίας, στην τέταρτη κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι (2008-2011), δεν ήταν το πρωτοφανές πολιτικό φαινόμενο που έκανε την έκπληξη.

Η νίκη της ακροδεξιάς και της συντηρητικού συνασπισμού στην Ιταλία, είναι η επιβεβαίωση του κανόνα που θέλει τα πολιτικά άκρα να ενισχύονται και οι πολίτες να αποστρέφονται την πολιτική, όταν το πολιτικό κατεστημένο σύστημα και τα κόμματα που το εκπροσωπούν, αδυνατούν να βρουν λύσεις και εναλλακτικές στα καθημερινά προβλήματα των πολιτών.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι συνέπειες του, με το κύμα ανατιμήσεων και ακρίβειας σε όλα τα βασικά αγαθά, να σαρώνει τα λαϊκά εισοδήματα, η ενεργειακή επισφάλεια, η κλιματική αλλαγή, η πίεση του μεταναστευτικού και γενικά η φτωχοποίηση, δημιούργησαν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τον δημαγωγικό λαϊκισμό και την εθνικιστική συνθηματολογία της Μελόνι.

Ωστόσο η ακροδεξιά «αναγέννηση» δεν είναι τωρινό φαινόμενο, αλλά ένα φαινόμενο σε εξέλιξη εδώ και πολλά χρόνια, που ξεκινά από τη Γαλλία και την Αγγλία, κάνει αισθητή την παρουσία του στη Γερμανία, στην Ελλάδα και στην Ισπανία, κερδίζει έδαφος σε όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης όπως στην Ουγγαρία και την Πολωνία, και φτάνει μέχρι σήμερα, με την Σουηδία και την Ιταλία να υποκύπτουν στην δημαγωγική και «αλλοπρόσαλλη», για τα συστημικά κόμματα, γοητεία του φασισμού.

italia-deksia.jpg

Ποια όμως είναι τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά και τι σηματοδοτεί αυτή η νίκη του συντηρητικού ακροδεξιού συνασπισμού στην Ιταλία, την ιστορική κοιτίδα της φασιστικής δεξιάς, για την Ευρώπη; Και πως θα επηρεάσει τις πολιτικές εξελίξεις σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες;

Τις απαντήσεις επιχειρούν να δώσουν δύο επιφανείς πολυγραφότατοι πολιτικοί επιστήμονες, που χρόνια τώρα μελετούν το πολιτικό φαινόμενο και τις εκφάνσεις του στον ευρωπαϊκό χώρο και στην Ελλάδα:

  • Του Κωστή Παπαιωάννου που έχει διατελέσει πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και πρόεδρος του ελληνικού τμήματος της «Διεθνούς Αμνηστίας».
  • Του Νίκου Μαραντζίδη, που διδάσκει Πολιτικές Επιστήμες στο πανεπιστήμιο Μακεδονία

Παπαιωάννου: Η ακροδεξιά έχει αποικιοποιήσει την παλιά χριστιανοδημοκρατία και τα συντηρητικά κόμματα

Ο Κωστής Παπαιωάννου αναγνωρίζει ότι πλέον στην Ευρώπη υπάρχει μία σαφής «τάση ενίσχυσης αυτών των αντιδραστικών δυνάμεων ή της ακροδεξιάς»

αλλά «υπάρχουν και διαφοροποιήσεις μεταξύ των χωρών».

Ειδικά για την Ιταλία τονίζει πως η άνοδος της ακροδεξιάς σηματοδοτεί αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς στην Ευρώπη.

«Η Ιταλία είναι μία μεγάλη οικονομική αλλά και πολιτική δύναμη έχει ιστορικό βάρος, είναι η χώρα που γέννησε τον φασισμό, οπότε το να έχουμε μεταφασίστες να διεκδικούν να σχηματίσουν κυβέρνηση, απελευθερώνει ενέργειες και δυναμικό προς την ακροδεξιά σε όλη της Ευρώπης», τονίζει και παρατηρεί πως «μένει να δούμε πόσο θα καταφέρει να υλοποιήσει το πρόγραμμα της στο μεταναστευτικό και σε άλλα ζητήματα».

meloni-tzortzia.jpg

Για την ηγέτιδα του ακροδεξιού συνασπισμού τονίζει πως «η Τ. Μελόνι παραμένει σε μία παλιά ακροδεξιά ατζέντα παλιά κοπής, και δεν είναι σαν τη Μαρί Λεπέν που εμφανίζει ένα άλλο πρόσωπο με υποχωρήσεις σε πολλά θέματα όπως στα ζητήματα των ΛΟΑΤΚΙ για να χτυπήσει την ισλαμοποίηση στην Ευρώπη. Μένει να δούμε που θα καταλήξει».

Σχετικά με το ιδεολογικό περιεχόμενο του κόμματος, τα «Αδέλφια της Ιταλίας», όπως και για άλλα συναφή κόμματα, κάνει λόγο για κόμματα κληρονόμους του παραδοσιακού φασισμού, τα οποία παρά το καινούργιο προσωπείο ή τις ρήξεις με το παρελθόν, εκπροσωπούν ένα «μεταφασισμό» και νεοναζισμό, όπως και στην περίπτωση της Σουηδίας.

Ωστόσο όπως εξηγεί «σε κάποιες χώρες υπάρχουν αμιγώς ακροδεξιά σχήματα που διεκδικούν πολύ υψηλά ποσοστά και μετά από θέση ισχύος να μπορούν να διαπραγματευτούν με τα δεξιά κόμματα να σχηματίσουν κυβέρνηση όπως στη Σουηδία και την Ιταλία ενώ σε άλλες περιπτώσεις η ακροδεξιά έχει αποικιοποιήσει την παλιά χριστιανοδημοκρατία και τα συντηρητικά κόμματα».

«Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Βίσεγκραντ, δηλαδή η Πολωνία η Ουγγαρία κ.α. Κάθε χώρα έχει τις ιδιαιτερότητες της θα έλεγα, κάτι αντίστοιχο έγινε και στην Ελλάδα. Μετά τα περιοριστικά μέτρα στη λειτουργία ενός κόμματος που είχε ποινικά χαρακτηριστικά, δηλαδή τη Χρυσή Αυγή, που δεν είχαμε αντίστοιχο σε άλλη χώρα στην Ευρώπη, ένα κομμάτι της καθαρής ακροδεξιάς βρίσκεται στη ΝΔ με τρεις υπουργούς, οι οποίοι όταν ορκίστηκαν βιάστηκαν να ζητήσουν συγνώμη για τις αντισημιτικές τους θέσεις» τονίζει και αναφέρει πως «στην Ελλάδα υπάρχει ένα κομμάτι της ακροδεξιάς που είναι ορφανό, δεν το καρπώνεται κανείς λόγω έλλειψης σοβαρής εκπροσώπησης και ηγεσίας».

Για τις πολιτικές εξελίξεις στον ελληνικό ακροδεξιό χώρο εκτιμά πως «είναι σαφές ότι υπάρχει ένα πεδίο ανοιχτό στα δεξιά της ΝΔ αλλά στην πολιτική δεν υπάρχουν κενά και αυτό θα καλυφθεί. Οπότε είναι αναμενόμενο η ΝΔ να παίρνει πιο σκληρές θέσεις για να κλείσει προς τα εκεί τις διαρροές της, ή θα δημιουργηθεί ένα νέο ακροδεξιό κόμμα «παράρτημα» της συντηρητικής δεξιάς ώστε να είναι εν δυνάμει εταίρος». «Όταν το κέντρο βάρους είναι η συντηρητική παράταξη, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να κοιτάξει προς τα άκρα δεξιά για ένα δεκανίκι» επισημαίνει.

omilia-meloni.jpg

Μαραντζίδης: Δεν αποκλείεται ένα ντόμινο της ακροδεξιάς από χώρα σε χώρα σε όλη την Ευρώπη

Κατά τον Νίκο Μαραντζίδη, υπάρχουν δύο αναγνώσεις τους φαινομένου της ακροδεξιάς στην Ιταλία: το αισιόδοξο και το απαισιόδοξο

Όπως τονίζει, η αισιόδοξη προσέγγιση ερμηνεύει την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ιταλία, ως «ένα ρεύμα που αποτυπώνει μία δυσφορία στην πολιτική της κυβέρνησης του τραπεζίτη Ντράγκι την οποία στήριξαν όλα τα συστημικά κόμματα, όπως και τα 5 Αστέρια».

«Η Μελόνι είναι η κερδισμένη της πτώσης των 5 Αστεριών και του Σαλβίνι και εκφράζει αυτή τη δυσφορία των πολιτών σε σχέση με ζητήματα όπως, οι πολιτικές της Ε.Ε., η ακρίβεια, το ενεργειακό και το μεταναστευτικό», τονίζει και υποστηρίζει ότι το αισιόδοξο σενάριο προβλέπει πως αυτό το κόμμα που έχει εθνικιστικά, λαϊκιστικά και προφασιστικά χαρακτηριστικά, τελικά θα κάνει τον συμβιβασμό ή και την κωλοτούμπα, και θα απορροφηθεί από τη Ε.Ε. και τους θεσμούς της, και κατά συνέπεια «δεν θα είναι απειλή για την δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα».

«Δηλαδή θα πλησιάσει την Λεπέν. Η Μελόνι, είχε ένα 4% και ένα σκληρό ακροδεξιό κόμμα και πήγε στο 26%, και τώρα θα πρέπει να διαχειριστεί τη βίαιη ωρίμανση του», τονίζει και σημειώνει πως «η εκδοχή αυτή μπορεί ν αποδειχτεί κοντά στην αλήθεια».

Για το απαισιόδοξο σενάριο, τονίζει πως «αν το μικρόβιο της άκρας δεξιάς συνεχίσει να λειτουργεί με τον τρόπο που βλέπουμε το τελευταίο διάστημα στην Ευρώπη, όπως στην Ιταλία την Σουηδία, την Ουγγαρία κ.α., ο κίνδυνος είναι ότι κάποια στιγμή, όταν θα υπάρξει ένα ντόμινο της ακροδεξιάς από χώρα σε χώρα, δεν θα υπάρχει κανείς, δεν υπάρχουν πολλοί, να υπερασπιστούν τη δημοκρατία και την ανοιχτή κοινωνία που οι ευρωπαϊκές αξίες πρεσβεύουν».

Τονίζει δε, πως άκρως επικίνδυνη είναι και η αλαζονεία των ελίτ που στηρίζουν ή έχουν στηρίξει ακροδεξιά κόμματα στο παρελθόν, με το σκεπτικό ότι τελικά θα καταφέρουν να ελέγξουν την κατάσταση, όπως έγινε την περίοδο του μεσοπολέμου στην Ευρώπη με τους φασίστες στην Ιταλία και τους ναζί στη Γερμανία.

meloni-italia.jpg

Για την Ιταλία επίσης, επισημαίνει ότι δεν είναι τυχαίο ότι το κόμμα της Μελόνι κέρδισε τον Βορρά και όχι τον λαικό Νότο της Ιταλίας, όπου τα 5 Αστέρια, η αριστερή τους πτέρυγα, κράτησαν δυνάμεις, ενώ σημειώνει ότι εξαιρετικά σημαντικό είναι ότι η αποχή από τις εκλογές ήταν η μεγαλύτερη που καταγράφηκε ποτέ στην μεταπολεμική Ιταλία.

«Δεν ήταν τυχαίο ότι προχθές στην Ιταλία, είχαμε την μικρότερη συμμετοχή μετά τον πόλεμο. Αυτό είναι κυνισμός και επικράτηση της λογικής ότι «όλοι ίδιοι είναι». Όταν συμβαίνει αυτό τότε κερδίζουν οι ακροδεξιοί με την δημαγωγία τους και τα συνθήματα τους, διότι έχουν μεγαλύτερη ικανότητα να κολυμπήσουν στον εθνικό κράτος και να αναδείξουν εθνικιστικά ζητήματα», τονίζει και υπογραμμίζει ότι «με την άνοδο της Μελόνι στην Ιταλία, η απειλή για τις αξίες της δημοκρατίας είναι πραγματικές, μπαίνουμε σε επικίνδυνη κατάσταση και ίσως δεν μπορούμε να αποφύγουμε τα χειρότερα».

Απαντώντας στο ερώτημα γιατί η Αριστερά υποχωρεί και δεν μπορεί να είναι η απάντηση στο φασιστικό φαινόμενο, σημειώνει πως μετά την παγκοσμιοποίηση, αφενός το πολιτικό πλαίσιο είναι αρνητικό και αφετέρου οι συμβιβασμοί της Αριστεράς έχουν δημιουργήσει κλίμα απογοήτευσης στα λαϊκά στρώματα

«Στην Ευρώπη έχει χαθεί ο ριζοσπαστισμός της Αριστεράς και οι ηγεσίες της έχουν χάσει τη γοητεία που ασκούσαν στο παρελθόν, έχουν αποφλοιωθεί. Σήμερα ζουν σαν τους μπουρζουάδες, πηγαίνουν στα ίδια μέρη έχουν τις ίδιες συνήθειες. Υπάρχει μία πολτοποίηση στην πολιτική» τονίζει.

«Όταν έρχονται αριστερές κυβερνήσεις και υποχρεώνονται από το υπερεθνικό κράτος σε κωλοτούμπα 180 μοιρών, αυτό δημιουργεί απογοήτευση και φέρνει τον κυνισμό του «όλοι το ίδιο είναι»», τονίζει και αναφέρει πως στην Ελλάδα ακόμα δεν έχουμε κάποιο φαινόμενο Μελόνι, διότι η συντηρητική παράταξη εκπροσωπεί σε μεγάλο βαθμό και την ακροδεξιά.

«Στη ΝΔ υπάρχουν διάφοροι- ες Μελόνι, εκδοχές που μπορεί ναι είναι ακόμα πιο προωθημένες από την Μελόνι» τονίζει χαρακτηριστικά.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα