Κακό μάτι, μαγεία και… μαντζούνια: Το 40% πιστεύει ακόμα σε δεισιδαιμονίες
Ποιοι πιστεύουν σε δεισιδαιμονίες και τι γίνεται από χώρα σε χώρα. Τι είναι τελικά αυτό που κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν σε όλα αυτά;
Μπορεί να βρισκόμαστε στα πρόθυρα του 2023, ωστόσο, η πίστη στις διάφορες «μαγικές» πρακτικές και τις δεισιδαιμονίες παραμένουν αρκετά διαδεδομένες σε όλο τον κόσμο. Ειδικά στην Ελλάδα δεν πρέπει να υπάρχει άνθρωπος να μην έχει ακούσει φράσεις όπως «μην περνάς κάτω από σκάλα», «μην κοιτάς καθρέφτη μετά τα μεσάνυχτα», «χτύπα ξύλο», «ξεμάτιασέ με», «μου έκαναν μάγια» και άλλα τέτοια.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται από μία νέα επιστημονική έρευνα, σύμφωνα με την οποία πάνω από το 40% των ανθρώπων – δηλαδή τουλάχιστον οι τέσσερις στους δέκα – δηλώνουν πώς πιστεύουν ότι «ορισμένοι άνθρωποι είναι ικανοί να ρίξουν κατάρες ή να κάνουν μαγικά που έχουν ως αποτέλεσμα να συμβούν άσχημα πράγματα σε κάποιον».
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Plos One» και συγκέντρωσε στοιχεία από 140.000 ανθρώπους από 95 χώρες. Η μελέτη εκτιμά ότι τουλάχιστον ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στη Γη πιστεύουν στη μαγεία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.
Μαγεία και «υπερφυσικές ικανότητες»
Στο παρελθόν αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι είναι διάχυτη η ιδέα πως ορισμένοι άνθρωποι έχουν υπερφυσικές ικανότητες και μπορούν να προξενήσουν κακό σε άλλους. Η νέα έρευνα είναι η πιο ολοκληρωμένη του είδους της και δείχνει ότι οι θρησκευόμενοι και οι γυναίκες είναι πιο επιρρεπείς στη μαγεία από ό,τι οι άνδρες.
Ποιοι πιστεύουν σε αυτά
Αν και οι περισσότεροι ενήλικοι στις σύγχρονες κοινωνίες θα απαντούσαν άμεσα ότι δεν πιστεύουν στη μαγεία, τα στοιχεία δείχνουν ακριβώς το αντίθετο, καθώς αυτές οι πεποιθήσεις υπάρχουν σε όλες τις κοινωνικο-δημογραφικές ομάδες. Οι άνθρωποι με υψηλότερο μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο είναι λιγότερο πιθανό να πιστεύουν στη μαγεία, αν και η διαφορά δεν είναι μεγάλη: οι άνθρωποι με «πολύ καλή» οικονομική κατάσταση έχουν μόνο 6% έως 7% μικρότερη πιθανότητα να πιστεύουν στη μαγεία από ό,τι εκείνοι σε «πολύ κακή» οικονομική κατάσταση.
Τι γίνεται από χώρα σε χώρα
Υπάρχουν πάντως μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα. Μάλιστα, στην Ελλάδα αυτό το ποσοστό (40%) φαίνεται ελαφρώς πιο αυξημένο, αντίστοιχο σχεδόν με αυτό της Τουρκίας, όπως αναφέρει η Καθημερινή. Τα ποσοστά είναι χαμηλότερα σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και ειδικά της Κεντρικής και της Βόρειας. Για παράδειγμα, μόνο το 9% των Σουηδών πιστεύει στη μαγεία. Εκτοξεύονται, όμως, σε κάποιες χώρες της Αφρικής, με το 90% των κατοίκων της Τυνησίας να δηλώνει ότι πιστεύει στη μαγεία.
Περισσότερο επιρρεπείς στη δύναμη της μαγείας είναι σαφώς οι άνθρωποι που έχουν χαμηλότερο μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο, αλλά και εκείνοι που είναι περισσότερο θρησκευόμενοι και ανήκουν σε πολυπληθείς οικογένειες. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ερευνητές δεν πήραν δείγματα συνεντεύξεων από την Κίνα ή την Ινδία, οπότε η πλειονότητα των ερωτηθέντων είναι κυρίως μουσουλμάνοι και χριστιανοί.
Διάφοροι πολιτισμικοί, θεσμικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες επηρεάζουν διαφορετικά την πίστη στη μαγεία. Ενδεικτικά, όσο πιο αδύναμοι είναι οι σύγχρονοι θεσμοί σε μια χώρα, όσο πιο χαμηλά τα επίπεδα κοινωνικής εμπιστοσύνης μεταξύ των πολιτών, όσο πιο μικρό το επίπεδο καινοτομίας και όσο πιο κομφορμιστική είναι μια κουλτούρα, τόσο αυξάνει η τάση για πίστη στη μαγεία σε μια χώρα.
Τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν σε όλα αυτά;
Όπως γράφει η Καθημερινή, την ίδια στιγμή που ένα τηλεσκόπιο φωτογραφίζει την αρχή του σύμπαντος, ένας κατά τα άλλα λογικός ενήλικος βγάζει το παιδί του βόλτα φορώντας του χάντρα για το κακό μάτι, ενώ άλλος φτύνει τον κόρφο του για να διώξει την κακή μοίρα από τη ζωή του. Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί τους ανθρώπους, ακόμα και σήμερα που η επιστήμη και η τεχνολογία θριαμβεύουν, να πιστεύουν ότι η ζωή τους επηρεάζεται από κατάρες εχθρών, σκοτεινές δυνάμεις και κακή ενέργεια;
«Στις χώρες όπου εντοπίζεται μεγαλύτερη πίστη στη μαγεία παρατηρείται ότι υπάρχει χαμηλότερο επίπεδο ικανοποίησης από τη ζωή και μειωμένη αίσθηση ελέγχου του μέλλοντος, παράλληλα με υψηλότερο βαθμό μοιρολατρίας», αναφέρουν οι ερευνητές.
Η αβεβαιότητα, ο διαρκής φόβος, η ανασφάλεια οδηγούν μαθηματικά στην αναζήτηση μιας δύναμης που θα λειτουργήσει ως εχθρός ή ως αποκούμπι. Όσο παράλογη κι αν είναι μία τέτοια πεποίθηση, είναι τουλάχιστον παρηγορητική.
«Σε περιόδους κρίσης χρειαζόμαστε βεβαιότητες. Ο ορθός λόγος δεν μπορεί να δώσει ακλόνητες απαντήσεις κι έτσι αναδύεται ο ανορθολογισμός και ο φανατισμός», λέει στην εφημερίδα ο διδάκτωρ Κβαντικής Φυσικής και Διαφορικών Εξισώσεων στο τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Στέφανος Τραχανάς.
«Υπάρχει ένα τμήμα στην ανθρώπινη συνείδηση που συνδέεται με την άγρια σκέψη και οχι με τον ορθολογισμό», σημειώνει ο ιστορικός Νίκος Καραπιδάκης. Είναι αυτό το «τμήμα που χρησιμοποιούν πολλές φορές οι άνθρωποι ακόμη και σήμερα για να καταφέρουν να τα βγάλουν πέρα με τα στοιχεία της φύσης ή τις ασθένειες, πολλές φορές μάλιστα με αποτελεσματικότητα, καθώς συνδυάζουν γνώσεις αποκτημένες με την εμπειριία», τονίζει ο καθηγητής.
«Η χριστιανική θρησκεία ήταν αυτή που πολέμησε τις δεισιδαιμονίες και τη μαγεία», υπογραμμίζει, «αλλά μετά αγκάλιασε το ‘θαύμα’».
Η ανθρώπινη πλευρά της «άγριας σκέψης, όπου το συναίσθημα είναι κυρίαρχο, αγαπάει τις μάγισσες, τη μαγεία και αντιτίθεται σε ό,τι ανορθολογικό, συμπεριλαμβανομένης και της επιστήμης». Παράδειγμα πρόσφατο και κραυγαλέο αποτελεί η καχυποψία απέναντι στα εμβόλια κορονοϊού. Ο ιστορικός δεν παραβλέπει και το γεγονός ότι και η ίδια η επιστήμη χειραγωγείται και αυτό δημιουργεί καχυποψία ακόμη και σε ανθρώπους που έχουν γνώσεις.
Πηγή: ieidiseis.gr