“Μένουμε Θεσσαλονίκη”: απολογισμός του πρώτου χρόνου διοίκησης Ζέρβα
Μια φράση που θα χαρακτήριζε τον πρώτο χρόνο της διοίκησης Ζέρβα, αυτή είναι το «βλέποντας και κάνοντας»
Αν υπάρχει μια φράση που θα χαρακτήριζε τον πρώτο χρόνο της διοίκησης Ζέρβα, αυτή είναι το «βλέποντας και κάνοντας». Δεν μπορούσε να εξελιχθεί αλλιώς, καθώς η παράταξη του δημάρχου υπήρξε προσωποπαγής, το δε σχήμα της διοίκησης προέκυψε έπειτα από μετεκλογικές συγκολλήσεις: Πρόγραμμα, άρα, συγκεκριμένο δεν υπήρχε, μόνο βούληση διακυβέρνησης, αλλά και το… αντιπαράδειγμα των τελευταίων χρόνων Μπουτάρη, που βύθισε στα Τάρταρα την δημοτικότητα του προηγούμενου Δημάρχου. Γι’ αυτό και οι κινήσεις της παρούσας διοίκησης επιλέγεται να γίνονται στα πεδία εκείνα που ο προηγούμενος Δήμαρχος σκόνταψε: Παρεμβάσεις στην καθημερινότητα, συντηρήσεις, αναδιοργάνωση της καθαριότητας, και δεύτερον, απόπειρα να γεφυρωθεί το ρήγμα που άνοιξε η εθνομηδενιστική ρητορική του προηγούμενου δημάρχου με την τοπική κοινωνία, ιδίως από την συμφωνία των Πρεσπών και έπειτα. Η σημαντική διαφοροποίηση: Αν η πολιτική της προηγούμενης διοίκησης είχε από πίσω της μια συνεκτική ατζέντα, καθώς και συμπαγείς κοινωνικές ομάδες να την υποστηρίζουν –αυτό που ονομάζαμε τότε «μπουταρισμό»–, δεν μπορεί να πει κανείς το ίδιο για την σημερινή διοίκηση. Και σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζεται το μεγαλύτερο κενό της, στερείται δηλαδή «στρατηγικού βάθους». Οι αδυναμίες της εντοπίζονται στα «βαριά χαρτιά» του τοπικού αναπτυξιακού υποδείγματος: Πολιτισμός και παιδεία, παραγωγή και δημιουργία, κοινωνική πολιτική, αστική και περιαστική φύση, δημόσιοι χώροι. Σε κάθε ένα από αυτά τα πεδία θα μπορούσαν να έχουν δρομολογηθεί ήδη κεντρικές πρωτοβουλίες. Εμείς, εισηγηθήκαμε αρκετές: • Δημιουργία μέσα στην ΔΕΘ μιας μεγάλης βιβλιοθήκης σε αντικατάσταση της τωρινής κεντρικής βιβλιοθήκης, που να λειτουργεί ως ψηφιακό μουσείο ιστορίας της πόλης, καθώς και ως κέντρο πολιτισμού με δραστηριότητες, εκδηλώσεις, συνέδρια κ.λπ. • Συγκρότηση Συμβουλίου υψηλής προστιθέμενης αξίας με τους πρωταγωνιστές της μεταποίησης, της εφαρμοσμένης έρευνας κ.λπ. Δημιουργία ενεργειακής κοινότητας για την αξιοποίηση ήπιων μορφών ΑΠΕ -ηλιακή και αιολική ενέργεια στην πόλη. Εκπόνηση προγραμμάτων για την μεταποίηση ανακυκλώσιμων υλικών (ελαιοαπόβλητα σε καύσιμα, οργανικά απορρίμματα σε βιομάζα κ.ο.κ.). • Κοινοπραξία των Δήμων και των τοπικών φορέων της πόλης για την δημιουργία μιας επιπλέον νοσοκομειακής μονάδας που θα λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς τις υπάρχουσες του ΕΣΥ και θα απευθύνεται στους μη έχοντες και σε εκείνους που λυγίζουν από το δυσβάσταχτο ύψος των ιδιωτικών δαπανών για την περίθαλψη. • Εκπόνηση ενός προγράμματος για την αποκατάσταση του οικοσυστήματος στο Σέιχ Σου. Μεταβολή της Ανατολικής Περιφερειακής Τάφρου σε πράσινη λεωφόρο. Μεταμόρφωση των παρατημένων ανοιχτών ρεμάτων της πόλης σε «πράσινες οάσεις», πρόγραμμα για αστικά περιβόλια και κήπους στους ακάλυπτους και τις ταράτσες. Χωροθέτηση των τραπεζοκαθισμάτων με παρτέρια που συντηρούνται με ευθύνη της εκάστοτε επιχείρησης.
Μια τέτοια πολιτική ατζέντα θα λειτουργούσε προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Θα λειτουργούσε δε προς ενδυνάμωση της τοπικής κοινωνίας, που έχει υποστεί δεκαετίες υποβάθμισης στο σύνολό της. Για την υλοποίησή της όμως απαιτεί υπερβάσεις, μιαν άλλη αντίληψη διακυβέρνησης. Ο Δήμος ως διοικητικός οργανισμός είναι αρκετά κουρασμένος για να τις φέρει σε πέρας. Δεν είναι όμως το μόνο εργαλείο διακυβέρνησης που μπορεί να επιστρατεύσει ένας δήμαρχος, που μπορεί να θέσει σε κίνηση τον συντονισμό και άλλων κοινωνικών φορέων, της κοινωνίας των πολιτών, ακόμα. Όπως και σε ολόκληρη την χώρα, οι ΜΚΟ για παράδειγμα εφαρμόζουν μια πολιτική που αποφασίζεται εντελώς αντιδημοκρατικά, εστιάζεται στις business του μεταναστευτικού και κατά τα άλλα δεν έχει καμία επαφή με το κοινωνικό σύνολο. Υπάρχει και άλλος δρόμος. Ο Δήμος θα μπορούσε να πρωταγωνιστήσει σε συνέργειες, ώστε να βρεθούν χρηματοδοτήσεις εγχώριες και ευρωπαϊκές, για την αποκατάσταση του Θερμαϊκού, ή του Σέιχ Σου, για παράδειγμα, ως οικοσυστήματα. Αυτό θα επέτρεπε σε άλλες οργανώσεις, δημιουργικές και όχι παρασιτικού τύπου, να αναλάβουν σημαντικά κομμάτια του προγράμματος αποκατάστασης, και έτσι να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας σε μια δραστηριότητα που αποβαίνει πραγματικά προς όφελος των πολλών, και δεν συγκρούεται με το λαϊκό αίσθημα. Ούτως ή άλλως, το σύγχρονο μοντέλο τοπικής διακυβέρνησης αναδεικνύει την τοπική αυτοδιοίκηση σε ρόλο κεντρικού συντονιστή-ρυθμιστή που κυβερνάει δημιουργώντας δικτυώσεις, και όχι σε εκείνον του γραφειοκρατικού δεινοσαύρου. Στην έλλειψη αυτής της ατζέντας, μπορούμε να κολλήσουμε και τα μικρά και τα μεγάλα επί μέρους, που άλλοτε καταλογίζονται στα υπέρ, και άλλοτε στα κατά. Οι παρεμβάσεις στην καθημερινότητα, με τις συντηρήσεις, τους καθαρισμούς, την αναδιοργάνωση της καθαριότητας, την προσπάθεια που γίνονται για την κάλυψη των αναγκών στα σχολεία προσμετρώνται προς το παρόν στα θετικά όπως και η πρωτοβουλία για τον ΟΑΣΘ, αρκεί να μην μείνει στη μέση ή να αναιρεθεί από άλλες αποφάσεις της κυβέρνησης. Και υπάρχουν και αρνητικά: Οι… Χριστουγεννιάτικες εγκαταστάσεις της πλατείας Αριστοτέλους, πίσω από το άγαλμα του Βενιζέλου, ακόμα παραμένουν έχοντας μεταβληθεί σε εστία υποβάθμισης η συναίνεση του δημάρχου στην ανάπλαση την ΔΕΘ είναι προβληματική στο βαθμό που η τελευταία επιμένει στην παρασιτική πεπατημένη και την τουριστική μονοκαλλιέργεια κ.λπ.
Εν κατακλείδι: Η αρχική επιλογή του Δημάρχου, ήταν εν πολλοίς να καταφύγει σε έναν «αγώνα για την καθημερινότητα», και μια διεκδίκηση του αυτονόητου. Η συγκυρία όμως αλλάζει: Μέσα στην κρίση της πανδημίας, το κράτος αναλαμβάνει ενεργητικότερο ρόλο, η διαθεσιμότητα των ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων τα επόμενα χρόνια θα είναι σημαντική, θυμίζοντας κάτι από την εποχή των ευρωπαϊκών προγραμμάτων της δεκαετίας του 1990. Δίχως στρατηγικό πλάνο, ωστόσο, που να εστιάζει σε συγκεκριμένους τομείς της θεσσαλονικιώτικης οικονομίας και ζωής, που θα πρέπει να γίνει και πάλι παραγωγική ώστε να ενισχύει την κοινωνική της συνοχή, κινδυνεύουμε να ξοδέψουμε τα χρήματα αυτά όπου να ‘ναι. Όπως έγινε το 1990 και το 2000, και καταλήξαμε εκεί που καταλήξαμε το 2010.
Γι’ αυτό, η διοίκηση να αφήσει τις κοκορομαχίες με ένα μέρος της αντιπολίτευσης που προέρχεται, διεκδικεί ή κινείται στο ιδεολογικό περιβάλλον του απερχόμενου συστήματος εξουσίας, και απλά μιλάει για την αυτοδικαίωσή του, και να εμπλακεί σε μια σοβαρή συζήτηση στρατηγικών στόχων και προσανατολισμών. Ειδάλλως τις επιλογές θα τις κάνει το «αθηνοκεντρικό κράτος», και θα είναι λάθος, γιατί λίγη σχέση έχει με την μη αθηναϊκή πραγματικότητα, και έτσι ο Δήμος θα μεταβληθεί σε παρακολούθημα της κυβέρνησης…