Μερικές αλήθειες για τον ποινικό κώδικα και την Χρυσή Αυγή
«Αν ευνοείται η Χρυσή Αυγή με το νέο Ποινικό Κώδικα είναι πλέον θέμα αντιληπτικής ικανότητας του καθενός».
Λέξεις: Γιώργος Γιάνναρος*
Επειδή ήδη έχει σηκωθεί πολιτική θύελλα για το αν το ισχύον νομικό πλαίσιο του νέου Ποινικού Κώδικα ευνοεί τη Χρυσή Αυγή – χωρίς καν να έχει εκδοθεί ακόμα η απόφαση επί των ποινών – θα αποτυπώσω τη νομική πραγματικότητα αποξενωμένη από πολιτική χροιά και θα αποδείξω ευσύνοπτα με απλά και κατανοητά επιχειρήματα ότι όχι μόνο δεν άλλαξε το νομοθετικό πλαίσιο για τις εγκληματικές οργανώσεις με ευνοϊκό τρόπο για αυτές, αλλά αντίθετα άλλαξε επί τα χείρω. Έχουμε και λέμε:
1) οι εγκληματικές οργανώσεις τιμωρούνται με το άρθρο 187 ΠΚ. Υπό τον προηγούμενο κώδικα για να υφίσταται εγκληματική οργάνωση θα έπρεπε τα μέλη της να επεδίωκαν να διαπράξουν περισσότερα του ενός κακουργήματα ανάμεσα σε μια σειρά κακουργημάτων που το άρθρο έθετε περιοριστικά. Τι σημαίνει αυτό με απλά λόγια; Ότι δεν ήταν όλα τα αδικήματα πρόσφορα για να καταλογισθούν σε μια εγκληματική οργάνωση. Για να καταδικαστούν τα μέλη της θα έπρεπε να διέπρατταν ΜΟΝΟ τα κακουργήματα που έθετε η διάταξη του άρθρου. Με το νέο Ποινικό Κώδικα αυτό καταργήθηκε. Πλέον μπορούν να καταδικάζονται τα μέλη εγκληματικής οργάνωσης για ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ κακούργημα.
2) στον παλιό Ποινικό Κώδικα υπήρχε η διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 187 που όριζε πως όσα μέλη εγκληματικής οργάνωσης είχαν απλώς ενταχθεί σε αυτήν χωρίς να διαπραχθεί κακούργημα δικαιούνταν ελαφρυντικό. Η διάταξη αυτή καταργήθηκε με το νέο Ποινικό Κώδικα και δεν δικαιούνται ελαφρυντικό εκ του ανωτέρω λόγου ούτε τα απλά μέλη. Μάλιστα στη δίκη της Χρυσής Αυγής αυτό συνιστά εδώ και 2 μέρες βασικό θέμα νομικού προβληματισμού. Οι συνήγοροι υπεράσπισης αιτούνται και η Εισαγγελέας πρότεινε να χορηγηθεί αυτό το ελαφρυντικό ως συνδυασμός του άρθρου 2 ΠΚ με το άρθρο 187 παρ. 6, διότι πάντα ισχύει ο ευμενέστερος νόμος για τους κατηγορούμενους από την τέλεση της πράξης τους ως την αμετάκλητη καταδίκη τους. *είναι λανθασμένη η ερμηνευτική αυτή προσέγγιση, διότι γίνεται προσπάθεια τελεολογικής ερμηνείας υπέρ των κατηγορουμένων, ενώ η γραμματική αποτύπωση της διάταξης σε συνδυασμό με την αιτιολογική έκθεση της αρμόδιας επιστημονικής επιτροπής εννοεί να μην έχει διαπράξει η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ως αυθύπαρκτο σώμα κακούργημα και ΟΧΙ τα ΜΕΛΗ της ως φυσικά πρόσωπα.
3) Το μόνο που έχει αλλάξει προς όφελος των κατηγορουμένων είναι το πλαίσιο ποινής: η πραγματικότητα είναι πως υπό τον προηγούμενο Ποινικό Κώδικα τα ηγετικά μέλη μιας εγκληματικής οργάνωσης ( διευθύνοντα ) είχαν πλαίσιο ποινής από 10 ως 20 έτη ενώ με τον ισχύοντα έχουν πλαίσιο ποινής από 5 ως 15. Αυτό όμως αφορά την ΕΠΙΜΕΤΡΗΣΗ της ποινής και όχι την ΠΡΑΞΗ. Ως προς την ΕΚΤΙΣΗ της ποινής υπάρχει διαφοροποίηση ως προς την ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ έκτιση, καθώς υπό το προηγούμενο καθεστώς απαιτείτο πραγματική έκτιση 1/3, ενώ τώρα απαιτείται πραγματική έκτιση 2/5. Δηλαδή εξουδετερώνεται κατά την έκτιση η εύνοια της επιμέτρησης.
4) ως προς τη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων: η δημόσια συζήτηση είναι κατώτερη των περιστάσεων με αμιγώς νομικά κριτήρια. Υπό το προηγούμενο Ποινικό Κώδικα προβλεπόταν η αποστέρηση των πολιτικών ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ και με τον ισχύοντα αποστέρηση ΑΞΙΩΜΑΤΩΝ. Και για τις 2 όμως περιπτώσεις – τόσο στον παλιό όσο και στο νέο Ποινικό Κώδικα – απαιτείται ΑΜΕΤΑΚΛΗΤΗ καταδίκη, δηλαδή για να γίνει σαφές ο χρόνος που απαιτείται για να υπάρξει αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων ανέρχεται στα 7-10 χρόνια.
Μέχρι τότε όλοι μπορούν να πολιτεύονται ακόμα και μέσα από τη φυλακή. Ορθώς καταργήθηκε το άρθρο της αποστέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων διότι τα ρυθμιζόμενα σε αυτό – που σημειωτέον είναι παρεπόμενη και όχι κύρια ποινή – καθορίζονται από το Σύνταγμα και την εκλογική νομοθεσία. Συνεπώς ήταν μια πλεονάζουσα ποινική διάταξη. Αυτό που πρέπει να καθορισθεί είναι η συγκεκριμενοποίηση της εκλογικής νομοθεσίας ώστε να εναρμονισθεί στα άρθρα 51 και 55 Συντάγματος. Δεν χρειάζεται σε τίποτα μια ποινική διάταξη σε αυτό το θέμα.
Αυτή είναι η αποτύπωση της νομικής πραγματικότητας. Αν ευνοείται η Χρυσή Αυγή με το νέο Ποινικό Κώδικα είναι πλέον θέμα αντιληπτικής ικανότητας του καθενός.
* Ο Γιώργος Γιάνναρος είναι νομικός