Μονέ και Τέρνερ μπορεί να απεικονίζουν την βιομηχανική ρύπανση σε Παρίσι και Λονδίνο
Σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences
To ομιχλώδες, ονειρικό σκηνικό που χαρακτηρίζει τα ιμπρεσιονιστικά αριστουργήματα του Μονέ μπορεί να συνδέεται περισσότερο με την κλιματική αλλαγή παρά με την καλλιτεχνική έμπνευση, σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences (PNAS), υποστηρίζεται ότι ο Γάλλος ζωγράφος και ο Βρετανός ομότεχνός του Τζ. Μ. Ουίλιαμ Τέρνερ είναι πιθανό να απεικόνισαν τον αποπνικτικό μολυσμένο αέρα της βιομηχανικής επανάστασης.
Η Άννα Λία Όλμπράιτ μία από τις συγγραφείς της μελέτης ανέφερε ότι είχε παρατηρήσει «στιλιστικές μεταμορφώσεις» στα έργα των δύο καλλιτεχνών κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη γκαλερί Tate στο Λονδίνο.
«Τα περιγράμματα των έργων ζωγραφικής έγιναν πιο θολά, η παλέτα φάνηκε να διευρύνεται και το στυλ άλλαξε από πιο παραστατικό σε πιο ιμπρεσιονιστικό» δήλωσε η Ολμπράιτ στο CNN σημειώνοντας ότι οι αλλαγές είναι εκείνες που θεωρούνται αναμενόμενες, όταν το φως επηρεάζεται από την ατμοσφαιρική ρύπανση.
Μαζί με τον συνάδελφό της καθηγητή Επιστημών της Γης και των Πλανητών στο Χάρβαρντ, Πίτερ Χόιμπερς εξέτασαν περίπου 100 πίνακες των καλλιτεχνών και βρήκαν «μια εκπληκτικά καλή αντιστοιχία» μεταξύ των έργων και των ιστορικών εκτιμήσεων για τη ρύπανση.
«Κατά τον 19ο αιώνα, η ατμοσφαιρική πραγματικότητα στο Λονδίνο και το Παρίσι άλλαξε. Οι Τέρνε, Μονέ και άλλοι τεκμηριώνουν αυτές τις αλλαγές στη ζωγραφική, παρέχοντας ενδεικτικά στοιχεία για τις ιστορικές τάσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης πριν γίνουν διαθέσιμες οι οργανικές μετρήσεις της» αναφέρουν στη μελέτη.
«Αυτό που νομίζω ότι είναι πραγματικά υπέροχο σε αυτά τα έργα είναι ότι ο Μονέ δημιουργεί όμορφα ατμοσφαιρικά εφέ από κάτι τόσο άσχημο και βρώμικο όπως ο καπνός και η αιθάλη» είπε Η Άννα Λία Ολμπράιτ υπογραμμίζοντας ότι οι δύο ζωγράφοι δεν έστρεψαν το βλέμμα μακριά από τη ρύπανση, αλλά κατάφεραν να μετατρέψουν αυτές τις αρνητικές περιβαλλοντικές αλλαγές σε πηγή δημιουργικής έμπνευσης».
«Ορισμένα έργα τέχνης, ακόμη και αυτά που δεν φαίνονται “ρεαλιστικά”, καταγράφουν πιστά συγκεκριμένα φυσικά φαινόμενα» αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης, οι οποίοι όπως διευκρινίζουν εξέτασαν την αντίθεση 60 ελαιογραφιών του Τέρνερ που δημιουργήθηκαν από το 1796 έως το 1850 και 38 έργων του Μονέ από το 1864 έως το 1901. Στα έργα του Τέρνερ είναι εμφανής οπτικά μια εξέλιξη από ευδιάκριτο σε πιο μουντό περίγραμμα. Παρόμοια εξέλιξη είναι εμφανής στα έργα του Μονέ με τον πρόσθετο παράγοντα ότι οι πίνακες του Μονέ προέρχονται από δύο διαφορετικές τοποθεσίες. Οι πρώτοι 18 πίνακες του Μονέ, που χρονολογούνται από το 1864 έως το 1872, απεικονίζουν σκηνές μέσα ή κοντά στο Παρίσι και όλοι εκτός από έναν ζωγραφίστηκαν πριν από την πρώτη επίσκεψη του Μονέ στο Λονδίνο από το 1870 έως το 1871. Οι τελευταίοι 20 πίνακες είναι από τις επισκέψεις του ζωγράφου στο Λονδίνο το 1899 έως το 1901 , όπου δημιούργησε όψεις του Κοινοβουλίου, της Γέφυρας το Βατερλό και της Γέφυρας του Τσάρινγκ Κρος.