Νεότερα δεδομένα για τον αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων στη νόσο COVID-19
Οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Πολίτου και Δημόπουλος συνοψίζουν τα πρόσφατα δεδομένα που αφορούν αυτή την επιπλοκή.
Πολύ νωρίς από την έναρξη της πανδημίας διαπιστώθηκε ότι η σοβαρή νόσος COVID-19 εκτός από την προσβολή του αναπνευστικού συστήματος μπορεί να συνδυάζεται με μια υπερπηκτική κατάσταση που μπορεί να εκδηλωθεί ως εν τω βάθει φλεβική θρόμβωση, πνευμονική εμβολή ή και θρόμβωση των μικρών αγγείων. Τέτοιες θρομβωτικές εκδηλώσεις έχουν περιγραφεί έως και σε 30% των ασθενών με σοβαρή COVID-19 νόσο. Οι καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Μαριάννα Πολίτου και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζουν τα πρόσφατα δεδομένα που αφορούν αυτή την επιπλοκή.
Πρόσφατη μελέτη από την Κίνα που δημοσιεύθηκε το Δεκέμβριο στο International Journal of Infectious Diseases όπου εξέτασαν ένα μικρό αριθμό ασθενών με ήπια πνευμονία από Sars-Co-V διαπίστωσε την ύπαρξη θρόμβωσης στο 82.6% των ασθενών χρησιμοποιώντας αξονική υπολογιστική πνευμονική αγγειογραφία ( CTPA CT pulmonary angiography) αναδεικνύοντας τη σημασία της λανθάνουσας θρόμβωσης ακόμα και σε ασθενείς με ήπια πνευμονία.
Οι καθηγητές του ΕΚΠΑ αναφέρουν ότι η υπερπηκτικότητα της νόσου COVID-19 οφείλεται στην υπερφλεγμονώδη κατάσταση, την “καταιγίδα κυτταροκινών” που επιπλέκει σε πολλές περιπτώσεις τη νόσο και γι’ αυτό την ονομάζουν “ανοσοθρόμβωση”. Αποτέλεσμά της είναι η ενεργοποίηση και η φλεγμονή του ενδοθηλίου που οδηγεί σε θρόμβωση των μικρών αγγείων αρχικά του πνεύμονα και στη συνέχεια και άλλων οργάνων.
Προφυλακτική χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής
Λαμβάνοντας υπόψη αυτή την κατάσταση της υπερπηκτικότητας συστήνεται η προφυλακτική χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής (ηπαρίνης και κυρίως χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνης) σε όλους τους νοσηλευόμενους ασθενείς με νόσο COVID-19. Είναι γνωστό ότι η ηπαρίνη εκτός από τις αντιθρομβωτικές της ιδιότητες έχει και αντιφλεγμονώδει.
Υπάρχουν πολλές μελέτες οι οποίες προτείνουν ότι η προφυλακτική δόση ηπαρίνης μπορεί να μην επαρκεί σε συγκεκριμένους ασθενείς και γι’ αυτό να χρειάζονται ενδιάμεσες ακόμα και θεραπευτικές δόσεις ηπαρίνης ως αντιπηκτική αγωγή. Προς το παρόν λόγω απουσίας αποτελεσμάτων από τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές πολλές ιατρικές εταιρίες όπως η Αμερικάνικη Εταιρεία Αιματολογίας και η Διεθνής Εταιρεία για τη Θρόμβωσης και τη Αιμόσταση δεν συνιστούν πιο εντατικοποιημένα πρωτόκολλα θρομβοπροφύλαξης.
Οι επιστήμονες αναμένουν τα αποτελέσματα των τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών που βρίσκονται σε εξέλιξη τόσο για τη χρήση ( δόση, διάρκεια χορήγησης) των αντιπηκτικών όπως η ηπαρίνη, των νεότερων αντιπηκτικών, αλλά και των αντιαιμοπεταλικών φαρμάκων όπως η ασπιρίνη τόσο σε νοσηλευόμενους, αλλά και σε εξωτερικούς ασθενείς με COVID-19.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ