«Νιώθω ότι ζώ στην κόλαση» – Γυναίκες πρόσφυγες στο περιθώριο

Σπάνε τη σιωπή τους και μιλούν για τα όσα τραγικά βιώνουν στους απομακρυσμένους προσφυγικούς καταυλισμούς της Ελλάδας

Parallaxi
νιώθω-ότι-ζώ-στην-κόλαση-γυναίκες-π-986836
Parallaxi

Οι απομακρυσμένοι προσφυγικοί καταυλισμοί, που ονομάζονται πλέον «Κέντρα Ελεγχόμενης Πρόσβασης», είναι η μόνη επιλογή διαμονής που είναι διαθέσιμη για τους αιτούντες και τις αιτούσες άσυλο στην Ελλάδα, από τότε που η κυβέρνηση έκλεισε το πρόγραμμα αποκεντρωμένης στέγασης «ESTIA II» στα τέλη του 2022.

Η τοποθέτηση σε καταυλισμούς σε όλη την ηπειρωτική χώρα αποφασίζεται από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΥΠ.Υ.Τ.) με βάση τη διαθέσιμη χωρητικότητα. Η αποδοχή μιας τέτοιας τοποθέτησης αποτελεί προϋπόθεση για τη λήψη παροχών υποδοχής κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου σύμφωνα με τους εγχώριους και ευρωπαϊκούς κανόνες, συμπεριλαμβανομένης μιας μηνιαίας οικονομικής αποζημίωσης.

Με το δεδομένο σχέδιο της Ελλάδας να μετατρέψει όλες τις υπάρχουσες εγκαταστάσεις σε Κλειστά Ελεγχόμενα Κέντρα, το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου αναλαμβάνει πλέον τις υπηρεσίες που παρέχονται εντός των καταυλισμών. Αυτό οδήγησε στη σταδιακή κατάργηση και αποχώρηση των υπηρεσιών «Συντονισμού/Site Management Support» που παρείχε προηγουμένως ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ), που, σύμφωνα με αναφορές, ολοκληρώθηκε στις 20 Μαρτίου 2023. Βασικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της πολύωρης μεταφοράς κατοίκων των καταυλισμών σε αστικά κέντρα για ιατρικά ραντεβού, συνεντεύξεις ασύλου ή άλλους σκοπούς έχουν σταματήσει εντελώς.

Η Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο (RSA) μίλησε με γυναίκες πρόσφυγες από το Αφγανιστάν που ζουν σε διαφορετικούς καταυλισμούς στην ηπειρωτική Ελλάδα. Περιγράφουν μια ζωή στο περιθώριο, αποκομμένη από την ελληνική κοινωνία και δομές υποστήριξης που εδρεύουν στα αστικά κέντρα. Νιώθουν μόνες, φοβισμένες, μελαγχολικές και απελπισμένες. Οι περισσότερες από αυτές μόλις πρόσφατα διέφυγαν από τη χώρα τους και το καθεστώς των Ταλιμπάν, τη βία και τις απειλητικές για τη ζωή προσωπικές τους συνθήκες, αλλά δεν έχουν βρει ακόμη τον χρόνο ή το κατάλληλο περιβάλλον για να θεραπευτούν από τον τρόμο.

Είναι μόνες μητέρες, παντρεμένες ή χωρισμένες/διαζευγμένες γυναίκες. Έχουν περάσει τον περισσότερο χρόνο τους στην Ελλάδα μέσα στα κοντέινερ τους, μέσα από τους τοίχους και τους φράχτες των προσφυγικών καταυλισμών. Χρειάζονται εξειδικευμένη ιατρική ή ψυχολογική θεραπεία και νομική υποστήριξη. Στο μεταξύ, οι καθυστερήσεις στην καταγραφή των αιτημάτων ασύλου τους ή οι επαναλαμβανόμενες αιτήσεις, τους στερούν την οικονομική υποστήριξη για μήνες και τις αφήνουν εξαρτημένες από τη δωρεάν κρατική εστίαση για να επιβιώσουν.

Οι γυναίκες περιγράφουν τα οικονομικά και πρακτικά εμπόδια που αντιμετωπίζουν για να φύγουν από τους καταυλισμούς και να φτάσουν σε υπηρεσίες που εδρεύουν στις πόλεις, την έλλειψη ενημέρωσης και προσανατολισμού και τις αναξιοπρεπείς συνθήκες όταν χρησιμοποιούν τα μέσα μαζικής μεταφοράς χωρίς εισιτήρια. Η τρέχουσα ελάττωση/τερματισμός των υπηρεσιών που παρείχε μέχρι πρόσφατα ο ΔΟΜ μέσα στους καταυλισμούς, τους έχει δημιουργήσει περαιτέρω άγχος καθώς ανησυχούν ότι θα κληθούν να αντιμετωπίσουν από εδώ και πέρα πλήρη έλλειψη υποστήριξης σε θέματα νομικών συμβουλών, ψυχοκοινωνικής υποστήριξης, παραπομπών ή μεταφοράς.

Rukshane, 29, μόνη μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, μένει στον καταυλισμό της Αλεξάνδρειας

«Είμαστε στην Ελλάδα εδώ και τέσσερις μήνες. Έχει περάσει ένας μήνας από την καταγραφή μας, και μας έστειλαν σε έναν καταυλισμό κοντά στη Θεσσαλονίκη και μακριά από τον δικηγόρο μας στην Αθήνα. Οι περισσότεροι άνθρωποι εδώ είναι από άλλες χώρες, μιλούν άλλες γλώσσες. Δεν έχω συνηθίσει αυτό το μέρος. Νιώθω πολύ θλιμμένη και μόνη. Πηγαίνω το ένα παιδί μου στο σχολείο το πρωί και το άλλο το βράδυ. Αυτό είναι το μόνο πράγμα που κάνω κάθε μέρα. Η Θεσσαλονίκη απέχει περίπου μία ώρα από εδώ με το λεωφορείο και η διαδρομή κοστίζει γύρω στα 9 ευρώ το άτομο. Έπρεπε να πάρω μαζί μου τον μεγάλο μου γιο, ώστε να μη χαθώ στην πόλη. Έχω φύγει από τον καταυλισμό μόνο λίγες φορές μέχρι τώρα, μια φορά για να επισκεφτώ ψυχολόγο στη Θεσσαλονίκη, τρεις φορές για να πάω στο νοσοκομείο της Βέροιας, και μια φορά για να πάω σε ένα κοντινό σούπερ μάρκετ να αγοράσω λάδι και κρεμμύδια. Πήρα μηνιαίο επίδομα για πρώτη φορά πριν μια εβδομάδα και ξόδεψα σχεδόν το μισό για τη μεταφορά μας σε γιατρούς και νοσοκομεία, επομένως εξαρτόμαστε από το φαγητό που μας δίνεται μέσα στον καταυλισμό, αν και είναι μετά βίας βρώσιμο.»

Shabnam, 26, μένει στον καταυλισμό στη Μαλακάσα με το σύζυγό της

«Θα ήθελα να πάω στην Αθήνα κάποιες φορές, για να ψάξω για μαθήματα γλώσσας, να βρω ανθρωπιστική βοήθεια και απλώς να δω κάτι άλλο, αλλά η μετάβαση εκεί είναι ακριβή για ανθρώπους σαν εμάς, που βρισκόμαστε στην Ελλάδα εδώ και μήνες χωρίς καμία κρατική βοήθεια. Δεν έχουμε τα χρήματα να πληρώσουμε 8 ευρώ για το τρένο. Πήγαμε στην Αθήνα μόνο μερικές φορές για να βρούμε δικηγόρο, αλλά έπρεπε να πάμε εκεί χωρίς εισιτήριο. Όταν μας έλεγξαν, τους έδωσα όσα χρήματα είχα σε κέρματα. Πάντα φοβάμαι ότι θα με πετάξουν έξω από το τρένο. Δεν έχουμε λάβει ακόμα την κάρτα με μετρητά γιατί περιμέναμε τρεις μήνες για την καταγραφή της αίτησης ασύλου μας. Για την κάρτα μετρητών των τελευταίων δύο μηνών, μας είπαν ότι πρέπει να περιμένουμε τη μεταφορά μας σε άλλον καταυλισμό. Νιώθω απελπισμένη γιατί μένουμε μέσα στον καταυλισμό όλη την ώρα και απλώς μας λένε να περιμένουμε. Η ζωή είναι δύσκολη σε αυτή την κατάσταση.»

Fauzia, 27, μόνη μητέρα δύο ανήλικων παιδιών, μένει στον καταυλισμό της Μαλακάσας

«Περιμένω την καταγραφή μου εδώ και τρεις μήνες. Τους τελευταίους δύο μήνες, δεν μας επιτρέπεται πλέον να βγούμε από τον καταυλισμό γιατί δεν έχουμε ακόμη έγγραφα. Την περασμένη εβδομάδα, μου είπαν ότι δεν μου επιτρεπόταν καν να βγω έξω για το ραντεβού μου για καταγραφή του αιτήματος ασύλου μου. Τώρα μας είπαν ότι θα καταγραφούμε μέσα στον καταυλισμό τις επόμενες 25 ημέρες. Τα παιδιά μου και εγώ αισθανόμαστε χειρότερα από τότε που δεν μπορούμε να βγούμε έξω. Η ασφάλεια ελέγχει τα χαρτιά όλων κατά την είσοδο και την έξοδο. Το ένα μου παιδί είναι το μόνο που μπορεί να βγει έξω, όταν το λεωφορείο την πηγαίνει στο σχολείο. Περνάμε τον περισσότερο χρόνο μας μέσα στο κοντέινερ μας. Φοβάμαι να κυκλοφορώ μέσα στον καταυλισμό, λόγω των πολλών ανδρών. Νιώθω φόβο ακόμα και μέσα στο κοντέινερ μας. Ο καταυλισμός μας παρέχει μια στέγη πάνω από το κεφάλι μας, αλλά δεν είναι το κατάλληλο μέρος για να θεραπευτούμε και να ενταχθούμε.»

Wahida, 34, μόνη μητέρα, μένει στον καταυλισμό της Μαλακάσας

«Νιώθω ότι ζω στην κόλαση. Είμαι στην Ελλάδα εδώ και τρεις μήνες, αλλά ο χρόνος μοιάζει σαν να μην περνάει. Είμαι πολύ αγχωμένη για τη συνέντευξη μου για το άσυλο, που θα γίνει σε λίγες μέρες. Τις περισσότερες φορές, απλώς νιώθω απελπισμένη και φοβάμαι. Μένω μέσα στο κοντέινερ με σβηστά τα φώτα. Πήγα στην Αθήνα μόνο για να επισκεφτώ τον ψυχολόγο μου και τον δικηγόρο μου. Πήρα την οικονομική υποστήριξη τον περασμένο μήνα για πρώτη φορά. Στην αρχή δεν είχα καμία βοήθεια. Έπρεπε να πάρω το τρένο για να επισκεφτώ τον ψυχολόγο μου αλλά δεν είχα χρήματα για το εισιτήριο. Μπόρεσα να καταγράψω την αίτησή μου για άσυλο μετά από μερικές εβδομάδες, και μόνο μετά από αυτό έλαβα την κάρτα μετρητών. Στο μεταξύ, ο ΔΟΜ άρχισε να με βοηθάει με τη μεταφορά μου στην Αθήνα. Αλλά τώρα μου είπαν ότι σταμάτησαν να δουλεύουν στον καταυλισμό, και θα έρχονται μόνο για επείγουσες περιπτώσεις. Αυτό με ανησυχεί ακόμα περισσότερο. Έχασα ακόμη και το τελευταίο μου ραντεβού με τον ψυχολόγο στην Αθήνα γιατί κόπηκαν οι συγκοινωνίες και ακόμα δεν υπάρχουν τρένα. Νιώθω μεγάλη πίεση και άγχος.»

Robina, 33, μόνη μητέρα τριών παιδιών, μένει στον καταυλισμό της Μαλακάσας

«Είμαι τέσσερα χρόνια στην Ελλάδα. Η αίτηση ασύλου μου απορρίφθηκε δύο φορές, δεν έχω έγκυρα έγγραφα και χρήματα εδώ και τέσσερις μήνες. Είμαι απελπισμένη. Είμαι μόνη με τα παιδιά μου. Προσπάθησα να βρω βοήθεια για καταγράψω εκ νέου και πιο γρήγορα την αίτηση ασύλου μου, γιατί είμαστε σε πολύ κακή κατάσταση, αλλά όπου πήγα μου είπαν ότι δε γίνεται. Το διαδίκτυο δεν λειτουργούσε και, όταν λειτούργησε, μπόρεσα να βρω ραντεβού για πολύ αργότερα. Έχω χάσει κάθε ελπίδα. Η ψυχολογική μου κατάσταση έχει χειροτερέψει. Ένιωθα αόρατη, ότι δεν με ακούει κανένας, και χωρίς καμία βοήθεια, μέχρι που βρήκα έναν δικηγόρο να με βοηθήσει. Δεν έχω λεφτά για να πάω στην Αθήνα, άρα πηγαίνω χωρίς εισιτήριο, αφού δεν έχω άλλη επιλογή και χρειάζομαι νομική βοήθεια. Όταν ελέγχουν τα εισιτήρια στο τρένο νιώθω μεγάλη ντροπή. Μερικές φορές καταλαβαίνουν τα προβλήματά μας, επειδή λέμε ότι μένουμε στον καταυλισμό, και δέχονται να τους δώσουμε 1 ή 2 ευρώ, ό,τι έχουμε. Αλλά μερικές φορές επιμένουν ότι πρέπει να πληρώσουμε ολόκληρο το εισιτήριο ή αλλιώς να κατέβουμε από το τρένο. Μια φορά μάλιστα σταμάτησαν το τρένο, αλλά μια καλή κυρία από την Ελλάδα μου έδωσε τα χρήματα την τελευταία στιγμή. Ήταν ένα πολύ άσχημο συναίσθημα.»

Zahra, 37, μητέρα δύο παιδιών που μένει μαζί με το σύζυγό της στον καταυλισμό του Σχιστού

«Πηγαίνω στην Αθήνα και βγαίνω έξω από τον καταυλισμό μόνο μια φορά το μήνα, από όταν φτάσαμε εδώ. Είναι μια ώρα με το λεωφορείο και πρέπει να αγοράσω εισιτήρια για τα παιδιά μου και για μένα. Επειδή σπάνια βγαίνω έξω, δεν ξέρω κανένα μέρος στην Αθήνα και χάνομαι εύκολα. Στην αρχή που δεν είχαμε ακόμα κάρτα μετρητών, πήγα μια φορά με το μετρό σε νοσοκομείο και μου έκοψαν πρόστιμο 72 ευρώ επειδή δεν είχα εισιτήριο. Αυτά ήταν όλα τα λεφτά που είχα τότε, αλλά το πλήρωσα για να αποφύγω περαιτέρω προβλήματα. Έχω διάφορα προβλήματα υγείας, οπότε φεύγω από τον καταυλισμό κυρίως για να πάω σε γιατρούς. Στον καταυλισμό δεν γίνονται καθόλου μαθήματα. Αφιερώνω τον περισσότερο χρόνο μου φροντίζοντας τις δύο μου κόρες, το σχολείο και τα χόμπι τους. Στο Αφγανιστάν δεν είχαν πρόσβαση σε τίποτα. Θέλω τώρα να έχουν ό,τι επιθυμούν. Δεν είναι εύκολο να ζεις με μια οικογένεια σε ένα μικρό κοντέινερ μέσα σε έναν καταυλισμό, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, το σημαντικό είναι ότι γλιτώσαμε από τη βία που υποστήκαμε στο Αφγανιστάν.»

Feruza, 25, μητέρα δύο παιδιών που μένει μαζί με το σύζυγό της στον καταυλισμό της Θήβας

«Μας πήρε πέντε μήνες για να μπορέσουμε να καταγράψουμε την αίτηση ασύλου μας. Είχαμε μόνο ένα αστυνομικό χαρτί, αλλά είχε λήξει. Ο άντρας μου μάλιστα συνελήφθη μια φορά, όταν προσπάθησε να φέρει φαγητό από την Αθήνα, και κρατήθηκε για λίγες μέρες. Είμαστε χωρίς χρήματα μέχρι τώρα, αλλά και πάλι έπρεπε να πληρώσουμε για να πάμε στη Μαλακάσα για την καταγραφή μας. Μέχρι πρόσφατα υπήρχε δωρεάν λεωφορείο από τον καταυλισμό για την Αθήνα αλλά σταμάτησε να λειτουργεί ακριβώς πριν πάμε για την καταγραφή μας. Μας δίνουν φαγητό μέσα στον καταυλισμό, αλλά κάποιες φορές δεν τρώγεται. Παλιότερα, πηγαίναμε μερικές φορές στην Αθήνα με εκείνο το λεωφορείο. Στην Αθήνα βρίσκαμε κάποια ανθρωπιστική βοήθεια από διάφορες οργανώσεις που δίνουν δωρεάν μικρές τσάντες με τρόφιμα και είδη υγιεινής. θα χρειαστεί τουλάχιστον ένας μήνας ακόμα μέχρι να λάβουμε οικονομική βοήθεια από την κυβέρνηση, αυτό μας είπαν. Πρέπει να περπατήσουμε μια ώρα για να πάρουμε το δημόσιο λεωφορείο για την Αθήνα και μετά να πληρώσουμε 16 ευρώ το άτομο για να πάμε και να επιστρέψουμε. Δεν έχουμε αυτά τα χρήματα, οπότε απλά περιμένουμε μέσα στον καταυλισμό. Δεν πάμε πουθενά πια.»

Shirin, 46, μητέρα ενός παιδιού, μένει στον καταυλισμό της Θήβας

«Έφτασα στην Ελλάδα μαζί τους δύο γιους μου, αλλά τον έναν τον επέστρεψαν πίσω στην Τουρκία. Η ομάδα μας χωρίστηκε στα σύνορα. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Φτάσαμε στην Αθήνα και βρεθήκαμε χωρίς ένα μέρος να κοιμηθούμε και χωρίς κανένα νέο από το παιδί μου. Ανησυχώ πολύ και δεν μπορώ να σκεφτώ καθαρά. Αφού καταγράψαμε την αίτηση ασύλου μας, περιμέναμε στον καταυλισμό της Μαλακάσας μέχρι τη μεταφορά μας στη Θήβα. Μετά από τότε, ήρθα στην Αθήνα μόνο δύο φορές για να συναντήσω τον δικηγόρο μου. Υπήρχε ένα δωρεάν λεωφορείο δύο φορές την εβδομάδα μέχρι πρόσφατα, αλλά τώρα το σταμάτησαν. Ρώτησα τους δικηγόρους μου, πώς θα πηγαίναμε στη συνέντευξη ασύλου μας στην Αθήνα; Πρέπει να είμαστε εκεί νωρίς το πρωί και δεν υπάρχει λεωφορείο. Μου απάντησαν ότι δυστυχώς οι αρχές είπαν ότι πρέπει να καλύψεις μόνη σου το κόστος μεταφοράς.»

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα