Νόμος Οικονόμου για τα ΜΜΕ: «Τάξη και ηθική» και στο βάθος λογοκρισία
Περιορίζουν ακόμα και τη δημοσιογραφική έρευνα - "Ενστάσεις" και από το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής
Νέα επιτροπή «λογοκρισίας», που θα ελέγχεται από την κυβέρνηση και θα έχει εξουσίες και στην χρηματοδότηση των ΜΜΕ, θεσμοθετεί το σχέδιο νόμου που ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή μόνο από τη ΝΔ, ενώ το ΕΣΡ προωθεί νέο κώδικα δεοντολογίας, βάσει του οποίου θα ελέγχεται η μετάδοση κάθε είδησης, που «αρμοδίως» έχει χαρακτηριστεί ως «απόρρητη».
Όπως εκτιμάται από ανθρώπους του Τύπου, που βλέπουν με καχυποψία και πολλές επιφυλάξεις τις εν λόγω εξελίξεις, η κυβέρνηση την ώρα που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, σωρεία αποκαλύψεων για υποθέσεις διαφθοράς και υποκλοπών, όπως οι υποθέσεις Καιλή και Πάτση και οι παρακολουθήσεις πολιτικών και δημοσιογράφων, επιχειρεί να φρενάρει την ελευθεροτυπία και την ερευνητική δημοσιογραφία, θεσμοθετώντας ένα πιο αυστηρό και δύσκαμπτο πλαίσιο, που σαφώς δεν θα λειτουργεί υπέρ της ελεύθερης, σφαιρικής, αντικειμενικής και αχειραγώγητης δημοσιογραφίας.
Η επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας
Σε ότι αφορά την Επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας, θα διορίζεται με απόφαση του αρμόδιου υπουργού και στην σύνθεση της θα μετέχουν εκτός από δημοσιογράφους, πανεπιστημιακοί, εκπρόσωποι των εκδοτών και του ΕΣΡ ενώ θα προΐσταται ο πρόεδρος του ιδρύματος Μπότση. Η εν λόγω Επιτροπή θα ελέγχει το περιεχόμενο των ΜΜΕ, και αν διαπιστώσει «ατασθαλίες» ή μη τήρηση της δεοντολογίας, θα μπορεί εντός 10 ημερών να διαγράφει το έντυπο ή ιστοσελίδα από τα κρατικά Μητρώα για 2 χρόνια, με συνέπεια να παύει το δικαίωμα συμμετοχής στη κρατική ενίσχυση-διαφήμιση.
Με λίγα λόγια η κάθε κυβέρνηση μέσω της εν λόγω Επιτροπής, θα μπορεί να αποφασίζει αν κάποιο ΜΜΕ είναι ικανό και «αξιόπιστο», ώστε να λάβει κρατική χρηματοδότηση.
Να σημειωθεί ότι βάσει του νέου νόμου για τον Τύπο, δημιουργούνται δυο νέα Μητρώα στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας: ένα για τον έντυπο Τύπο (Μ.Ε.Τ) και ένα για τον ηλεκτρονικό Τύπο «Μ.Η.Τ». Ήδη υφίσταται το Μητρώο περιφερειακών εφημερίδων με όρους για την διανομή των κρατικών δημοσιεύσεων το οποίο εντάσσεται ως υποΜητρώο στα παραπάνω.
Κύριο χαρακτηριστικό του σχεδιασμού είναι η διασύνδεση των όποιων κρατικών ενισχύσεων, έμμεσων ή άμεσων και της κρατικής διαφήμισης επικοινωνιακών προγραμμάτων με την εγγραφή στα Μητρώα και την εποπτεία – έλεγχο της Γενικής Γραμματείας. Θα απαγορεύεται δηλαδή η χορήγηση ενισχύσεων, αναπτυξιακών, επιδοτήσεων, κρατικής διαφήμισης σε όσα media δεν είναι εγγεγραμμένα στα Μητρώα.
Απαγορεύεται το απόρρητο και η δημοσιογραφική έρευνα
Στην ίδια λογοκριτική και περιοριστική λογική, κινείται και ο νέος κώδικας «δεοντολογίας» που προωθείται μέσω του Εθνικού Ραδιοτηλεοπτικού Συμβουλίου, προκειμένου να κλειδώσει και να ολοκληρωθεί ο σχεδόν απόλυτος έλεγχος του Τύπου στην Ελλάδα.
Στα βασικά και επίμαχα σημεία του, ο νέος κώδικας δεοντολογίας του ΕΣΡ θα απαγορεύει την αναπαραγωγή από το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και το internet, κάθε είδηση που αρμοδίως έχει χαρακτηριστεί απόρρητη. Δηλαδή αν κάτι η κυβέρνηση ένα γεγονός ή στοιχείο το διαβαθμίσει ή χαρακτηρίσει ως απόρρητο, δεν θα μπορεί να μεταδοθεί. Το ΜΜΕ που θα παραβιάσει την απαγόρευση και το μεταδώσει, θα κληθεί να πληρώσει πρόστιμο.
Επίσης το συγκεκριμένο άρθρο 28 του Κώδικα δεοντολογία του ΕΣΡ, αναφέρει πως οι δημοσιογράφοι, οφείλουν να μεταδίδουν πληροφορίες «για φυσικές ή τεχνολογικές καταστροφές αλλά και για τη δημόσια υγεία», μόνο «αφού ληφθούν υπόψη οι υποδείξεις των αρμοδίων κρατικών αρχών». Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα μεταδίδονται μόνο οι ανακοινώσεις και τα δελτία Τύπου ή και τα non papers!
Ωστόσο έχει και «καλύτερο» που αφορά στη δημοσιογραφική έρευνα: Στο άρθρο 22, ορίζεται επί λέξει ότι «Η δημοσιογραφική έρευνα δεν πρέπει να υποκαθιστά τις αστυνομικές, ανακριτικές ή άλλες αρμόδιες αρχές».
Επί της ουσίας δηλαδή, καταργείται η βασική λειτουργία της δημοσιογραφίας στην Ελλάδα, την ώρα μάλιστα που η χώρα συνταράσσεται από αποκαλύψεις σχετικά με περιστατικά και υποθέσεις διαφθοράς, υποκλοπών και παρακολουθήσεων δημοσιογράφων και πολιτών και ενώ σε ότι αφορά τις τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των Μέσων Ενημέρωσης ήδη βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις μεταξύ των χωρών του δυτικού κόσμου.
Επιφυλάξεις ακόμα και από Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής
Σ’ αυτό το πλαίσιο δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε, ότι σχετικά με την Επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας, ακόμα και το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, διατυπώνει ευθέως επιφυλάξεις και αφήνει αιχμές για υπέρβαση του Συντάγματος.
Στην έκθεσή του, αναφέρει ότι «υπό το φως των αρμοδιοτήτων της επιτροπής, προβληματισμός θα μπορούσε να προκληθεί από τη σύνθεσή της, δοθέντος ότι απαιτείται επιλογή προσώπων µε εχέγγυα αμερόληπτης και αντικειμενικής κρίσης, και απουσίας ιδιοτήτων ως προς τις οποίες μπορεί να γεννάται σύγκρουση συμφερόντων». Σημειώνει, επίσης, ότι «η ακολουθούμενη σχετική διαδικασία, χρειάζεται αποσαφήνιση στο πνεύμα των ρυθμίσεων του άρθρου 14 του Συντάγματος», δηλαδή του άρθρου του Συντάγματος με το οποίο κατοχυρώνεται η ελευθερία του Τύπου.
Πλειός: Επιχειρείται εκφοβιστικά ο έλεγχος των ΜΜΕ
Ο κοσμήτορας του τμήματος ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Γιώργος Πλειός, σχολιάζοντας τις εξελίξεις, σχετικά με την Επιτροπής τήρησης των «Αρχών της Δημοσιογραφικής Ηθικής και Δεοντολογίας», θεωρεί ότι η κυβέρνηση επιχειρεί μέσω αυτού του οργάνου να ελέγξει εκφοβιστικά τα ΜΜΕ, την ώρα μάλιστα, όπως τονίζει που η Ελλάδα είναι υπόλογη για περιστολή της ελευθερίας του Τύπου, σύμφωνα με εκθέσεις σημαντικών διεθνών δημοσιογραφικών οργανισμών.
Ανάλογα και για τον Κώδικα Δεοντολογίας του ΕΣΡ, του οποίου είναι μέλος, τονίζει στην Parallaxi, ότι «πέρασε» από την Επιτροπή κατά πλειοψηφία και πως ο ίδιος καταψήφισε τα περισσότερα άρθρα του.
«Έχει πάρει οριστική μορφή και αναμένεται προεδρικό διάταγμα αλλά προσωπικά τα περισσότερα άρθρα δεν τα ψήφισα, γιατί ήμουν αντίθετος» τονίζει, επισημαίνοντας ότι ειδικά καταψήφισε τα άρθρα για το απόρρητο και την δημοσιογραφική έρευνα. «Αυτό αν εφαρμοστεί θα πρόκειται για μία ηθική και πολιτική «μπούρκα», τόνισε χαρακτηριστικά και αναφέρει ότι στο ΕΣΡ δεν δόθηκε ενημέρωση για το ποιοι νομικοί του ΕΣΡ το συνέταξαν.
Ενδιαφέρον πάντως έχει και το γεγονός ότι την ώρα που η κυβέρνηση προωθεί τον νέο κώδικα δεοντολογίας του ΕΣΡ, η θητεία των επτά, εκ των εννιά μελών του Συμβουλίου, έχει λήξει από τις 24 Νοεμβρίου!
«Πρόκειται για επιτροπή που θυμίζει την εποχή της Χούντας»
Εντύπωση επίσης προκαλεί το γεγονός ότι οι υφιστάμενες πλειοψηφίες στα ΔΣ των δημοσιογραφικών Ενώσεων, έχουν σχεδόν προσπεράσει το ζήτημα, παρότι είναι καταφανές ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να επιβάλει ένα νέο ασφυκτικό καθεστώς στον Τύπο, ελέγχοντας τη χρηματοδότηση αλλά και την διαχείριση των ειδήσεων.
Είναι χαρακτηριστικές οι τοποθετήσεις μελών της διοίκησης της ΕΣΗΕΑ που αντιδρούν στις συγκεκριμένες ρυθμίσεις.
Το μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ, Δημήτρης Τσαλαπάτης, τονίζει στην Parallaxi, πως «μέχρι τώρα είχαν τις λίστες Πέτσα και δίνανε λεφτά, τώρα με τον τρόπο αυτό θα ελέγχουν το περιεχόμενο στα ΜΜΕ, δηλαδή θα έχουν ένα μητρώο που θα καταγράφουν τι περνάει στα ΜΜΕ, ένα φακέλωμα δηλαδή, μέσω αυτής της επιτροπής, με επικεφαλής τον πρόεδρο του ιδρύματος Μπότση και με εκπροσώπους των Ενώσεων και κάποιους καθηγητές».
Όπως αναφέρει, «θα λειτουργούν μετά από καταγγελίες, αλλά και αυτεπαγγέλτως, και θα ελέγχουν τα κείμενα και τις ειδήσεις, βάσει του κώδικα της ΕΣΗΕΑ. Αν διαπιστώνουν «ατοπήματα» θα κόβουν τα ΜΜΕ από την κρατική διαφήμιση με ποινή 2 ετών. Πρόκειται για μία επιτροπή που καθαρά θα ελέγχει τα ΜΜΕ. Το ίδιο συμβαίνει και με τον νέο κώδικα του ΕΣΡ, μέσω του οποίου όταν ένα γεγονός θα χαρακτηρίζεται ως απόρρητο, δεν θα μπορεί να μεταδοθεί. Μιλάμε για πρωτοφανή πράγματα».
Ανάλογα ο Κώστας Κορέλης, μέλος επίσης του διοικητικού συμβουλίου της ΕΣΗΕΑ, σημειώνει πως «έχω εκφράσει ανοιχτά την άποψη μου και την επαναλαμβάνω, ότι πρόκειται για μία επιτροπή που παραπέμπει σε παλαιότερα χρόνια και μου θυμίζει την Επιτροπή που ξεκίνησε από την χούντα. Η ΕΣΗΕΑ και οι Ενώσεις δεν στερούνται πειθαρχικών οργάνων δεοντολογίας, που λειτουργούν σε δύο βαθμούς, και διαθέτει και το Μεικτό Συμβούλιο. Καπελώνονται οι Ενώσεις που μπορούν να ελέγξουν τα θέματα δεοντολογίας, αλλά και οι δημοσιογράφοι, μέσω αυτής της επιτροπής λογοκρισίας».