Ο μαύρος εφιάλτης της ακροδεξιάς απλώνεται πάνω από την Ευρώπη
Βρίσκεται η Ευρώπη μπροστά σε έναν νέο ακροδεξιό εφιάλτη; Τρεις ειδικοί απαντούν με το χέρι στην καρδιά πως ναι.
Υπό την σκιά των αλλεπάλληλων κοινωνικών και οικονομικών κρίσεων, της αστάθειας και των σκανδάλων των μεγάλων κομμάτων, της αβεβαιότητας του μέλλοντος, αυτή την στιγμή ένας στους έξι ευρωπαίους (το 17.1%) έχει ψηφίσει στις τελευταίες εκλογές στη χώρα του κόμματα που χαρακτηρίζονται ακροδεξιά σύμφωνα με δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας “El pais”.
Στις περιφερειακές εκλογές, στην Γερμανία, οι οποίες θα λάβουν χώρα στις 25 Ιουλίου, και πιο συγκεκριμένα στη Θουριγγία κρίνεται εάν η Γερμανία θα εκλέξει τον πρώτο στην ιστορία της περιφερειάρχη της ακροδεξιάς. O υποψήφιος του AFD Ρόμπερτ Ζέσελμαν, στις εκλογές της περιφέρειας Ζόνενμπεργκ της Θουριγγίας, έλαβε την περασμένη Κυριακή 46,7% των ψήφων και προηγείται κατά 11% από τον υποψήφιο του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), Γιούργκεν Κέπερ.
Ωστόσο, το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αναπτύχθηκε γρήγορα το 2015 και το 2016, φτάνοντας το 14% στη δημοσκοπική έρευνα του Politico. Aυτή την στιγμή, το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) καταγράφει το ιστορικά υψηλότερο ποσοστό που έχει πάρει σε δημοσκόπηση, φτάνοντας το 19,5%. Δηλαδή στη χώρα του Χίτλερ ένας στους 5 Γερμανούς θα ψηφίσει ακροδεξιά.
Στις 22 Οκτωβρίου του 2022, στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της Ιταλίας το ακροδεξιό και με φασιστικές ρίζες κόμμα Αδέρφια της Ιταλίας (FdI) με πρόεδρο την Τζόρτζια Μελόνι βγήκε πρώτο συγκεντρώνοντας το 25% των ψήφων. Η Politico σχολιάζει πως η Ακροδεξιά της Ιταλίας, με την Τζόρτζια Μελόνι, αποτελεί ένα ξεκάθαρο παράδειγμα. Ενώ το κόμμα της έλκει την καταγωγή του από ομάδες που ιδρύθηκαν από πρώην φασίστες, τώρα θα ηγηθεί της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ.
Η κυβέρνηση της Στοκχόλμης διολισθαίνει κάθε μέρα και περισσότερο σε έναν επικίνδυνο κατήφορο, κάνοντας όλο και περισσότερες «εκπτώσεις» στις ανθρωπιστικές αξίες που κάποτε αποτελούσαν θεμέλιο λίθο του κράτους. Η επιρροή των πρώην νεοναζί, νυν εθνικιστών Σουηδών Δημοκρατών στον συνασπισμό είναι πασιφανής, στην πιο δημοκρατική χώρα της Ευρώπης. Τον περασμένο Σεπτέμβριο ανέδειξε σε δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη με ένα τρομακτικό 20% τους πάλαι ποτέ νεοναζιστές και νυν ακραίους εθνικιστές και ξενόφοβους Σουηδούς Δημοκράτες και οι ίδιοι παρόλο που δεν μετέχουν επίσημα στην κυβέρνηση, καταφέρνουν κι επιβάλλουν την ακροδεξιά ατζέντα τους.
Ακροδεξιά κόμματα έχουν, επίσης, συμμετοχή στις κυβερνήσεις της Αυστρίας, της Φινλανδίας, της Εσθονίας και της Ιταλίας. Είναι πιθανό να ακολουθήσουν και άλλες χώρες. Ο Τζορτζ Σιμιόν, ο αρχηγός του ακροδεξιού κόμματος της Ρουμανίας, Συμμαχία για την Ένωση των Ρουμάνων (AUR), γιόρτασε τη νίκη της Μελόνι στην Ιταλία, λέγοντας ότι το κόμμα του είναι πιθανό να ακολουθήσει τα βήματα των Ιταλών.
Σύμφωνα με το Politico, η Ισπανία κατευθύνεται προς τις κάλπες το επόμενο έτος και ο Σοσιαλιστής πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ενδέχεται να δυσκολευτεί να επανεκλεγεί. Το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα, σε όλες τις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται από πέντε έως επτά μονάδες μπροστά από τους Ισπανούς Σοσιαλιστές, αλλά είναι απίθανο να συγκεντρώσει αρκετές ψήφους για να εξασφαλίσει την απόλυτη κυβερνητική πλειοψηφία.
Αυτό σημαίνει ότι ίσως χρειαστεί να έρθει σε συμφωνία με το ακροδεξιό κόμμα Vox, του οποίου ο αρχηγός, Σαντιάγο Αμπασκάλ, είναι σύμμαχος της Μελόνι. Ενώ το Λαϊκό Κόμμα αρνιόταν προηγουμένως να κυβερνήσει με το Vox, την περασμένη άνοιξη ο νεοεκλεγείς ηγέτης του, Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, άναψε πράσινο φως για μια συμφωνία συνασπισμού με την υπερεθνικιστική ομάδα στην κοινότητα της Καστίλλη και Λεόν στην Ισπανία.
Πώς όμως προκύπτει η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη;
Ο Νίκος Παναγιώτου καθηγητής στο τμήμα Δημοσιογραφίας του ΑΠΘ, απαριθμεί τους λόγους που έχει ανέβει η ακροδεξιά στην Ευρώπη: “Δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας αυτό που συνέβη στην Γερμανία, όπου είναι πολύ κοντά στο να εκλέξουν τον πρώτο ακροδεξιό περιφερειάρχη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Την ίδια στιγμή που το ειδικό σώμα που είχε ιδρυθεί στην Γερμανική αστυνομία για την καταπολέμηση της δεξιάς θεωρεί το AfD ως σοβαρό ακροδεξιό κόμμα. Η επιβολή της ατζέντας του συγκεκριμένου ακροδεξιού κόμματος έγινε μέσω της νομιμοποίησης της. Χαρακτηριστική περίπτωση για την άνοδο της ακροδεξιάς το προσφυγικό, ο όρος λαθρομετανάστης κατέληξε να είναι κομμάτι επισήμων συζητήσεων, η έννοια του λαθραίου που ξεκίνησε από την ακροδεξιά. Δεύτερος λόγος που η ακροδεξιά έχει ανέβει στην Ευρώπη είναι η ακρότητα της πολιτικής ορθότητας, η οποία οδήγησε στα αντίθετα αποτελέσματα, στη νομιμοποίηση λόγου χάριν του ρατσισμού. Eπίσης, αυτή την στιγμή έχουμε να κάνουμε με “ακροδεξιά κόμματα της γραβάτας”, δεν είναι εκείνα του πεζοδρομίου και των δολοφονικών επιθέσεων έχουν αφήσει αυτού του είδους της δράσης και πολλά από αυτά έχουν προσπαθήσει να εμφανιστούν υπό τον μανδία μιας κανονικότητας. Επιπροσθέτως, αποτύχαμε στο να δώσουμε απαντήσεις σε ζητήματα που δεν θέλαμε να αγγίξουμε λόγου χάριν τα γκέτο, υπήρχαν σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις αλλά κανείς δεν έδινε απαντήσεις όλοι τα αποφεύγαμε. Βασικός λόγος επίσης αποτελεί η επικράτηση της παραπληροφόρησης, αυτά τα κόμματα επένδυσαν πολύ πάνω της. Το AfD είναι μπροστά σε όλες της δημοσκοπήσεις της Γερμανίας αυτή την στιγμή το ίδιο και η Λεπέν στην Γαλλία, γιατί τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου αποφεύγουν να μεταφέρουν την συζήτηση στο πεδίο εκείνο που τα ακροδεξιά κόμματα δεν θα αρκεστούν στην συνθηματολογία. Ο λόγος του Ηλία Κασιδιάρη, στην Ελλάδα είναι γοητευτικός στους νέους γιατί χρησιμοποιεί όρους πολιτικού marketing, όταν η πολιτική έχει μετατραπεί σε μία σκηνή πολιτικού marketing τότε πολλές φορές αποφεύγουμε να συζητήσουμε ουσιαστικά και συζητούμε με όρους εικόνας και με όρους marketing, σε αυτό το σημείο η ακροδεξιά υπερτερεί.”
Ο Κωστής Παπαϊωάννου, πολιτικός επιστήμονας και υπεύθυνος για το ΣΗΜΕΙΟ μελέτης και της αντιμετώπισης της ακροδεξιάς, από την πλευρά του αναφέρει: “Υπάρχει ένα κοινό υπόβαθρο για όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες σημειώνεται η αύξηση των ποσοστών στα ακροδεξιά κόμματα, πρόκειται για μία σταδιακή συντηριτικοποίηση η οποία εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικές αφορμές σε κάθε χώρα. Σε ορισμένες χώρες τα ταυτοτικά θέματα παίζουν πολύ βασικό ρόλο, η συνύπαρξη με το διαφορετικό, ο φόβος μιας πολιτισμικής αλλοίωσης κυρίως αναφορικά με το προσφυγικό και το μεταναστευτικό, σε άλλες χώρες αυτή η αιτία σχετίζεται και με άλλους παράγοντες που έχουν να κάνουν με την ύφεση και την ανεργία. Λόγου χάριν, στην Ελλάδα έχουμε περάσει μία δεκαετία σκληρών μέτρων λιτότητας και κρίσης των θεσμών, ο συνδυασμός αυτός ευνοεί αντικοινοβουλευτικές και αντισυμβατικές φωνές.”
Ο πολιτικός επιστήμονας, Αντώνης Γαλανόπουλος σχολιάζει πως η άνοδος της ακροδεξιάς είναι μία πανευρωπαϊκή τάση: “Τα τελευταία χρόνια σε διάφορες εκλογικές διαδικασίες υπάρχει η άνοδος της ακροδεξιάς, πολλές φορές μεγενθύνεται ειδικά σε χώρες όπως η Γαλλία λόγω του προεδρικού συστήματος και της απειλής που φαίνεται να αποτελεί η Λεπέν στις προεδρικές εκλογές. Πρώτα παρατηρούμε την αύξηση της αποχής και μετά τα ποσοστά της ακροδεξιάς, αν αυτά μπορούν να εξηγηθούν θα λέγαμε πως προέρχονται ως αποτέλεσμα μιας μακράς διαδικασίας κανονικοποίησης της ατζέντας της, όταν η ατζέντα κυριαρχείται από ζητήματα όπως το μεταναστευτικό, η εθνική ασφάλεια και διάφορες άλλες συντηρητικές θεματικές είναι λογικό να ανεβαίνουν και τα ακροδεξιά κόμματα. Συνήθως μιλάμε για την πτώση, της σοσιαλδημοκρατίας, της κυρίαρχης έκφρασης της αριστεράς στην Ευρώπη για δεκαετίες. Υπάρχουν σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που έπαψαν να υπηρετούν της αρχές της σοσιαλδημοκρατίας, πλησίασαν περισσότερο τον σοσιαλφιλελευθερισμό, έδειχναν περισσότερο κοινά στοιχεία με τα κεντροδεξιά κόμματα επομένως δεν έμοιαζαν ως σοβαρές εναλλακτικές. Όταν αυτό συμβαίνει προφανώς υπάρχουν ψηφοφόροι που απογοητεύονται ή δεν μπορούν να ταυτιστούν και να εκφραστούν μέσα από αυτά τα κόμματα, η ερώτηση είναι γιατί αυτοί οι ψηφοφόροι δεν πήγαν σε άλλα αριστερά κόμματα, στην Ελλάδα αυτό συνέβη από το ΠΑΣΟΚ προς το ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο δεν συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, εδώ λοιπόν θα πρέπει να δούμε την ιστορία των αριστερών κομμάτων στην Ευρώπη. Στην Γαλλία, πολλοί ψηφοφόροι αισθάνθηκαν πως η αριστερά δεν τους εξέφραζε γιατί άρχιζε να μιλά μία διαφορετική γλώσσα από εκείνη της εργατικής τάξης. Η αριστερά πλέον εκφράζει περισσότερο τους αποφοίτους των πανεπιστημίων, εκείνους που κατοικούν σε αστικά κέντρα, τους νέους και όχι ανθρώπους που ζουν στην επαρχία, που εργάζονται ακόμη σε εργοστάσια, που είναι επισφαλείς, αυτοί σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης εκφράζονται από την ακροδεξιά.”
Σκιαγραφώντας τους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς
Ο κ. Παναγιώτου σημειώνει πως με μία παραδοσιακή προσέγγιση ο ψηφοφόρος των ακροδεξιών κομμάτων είναι συνήθως περιθωριακός, εθνικιστής, με χαμηλό μορφωτικό υπόβαθρο: “Πλέον έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο προωθούν και προβάλλουν τις αντιλήψεις τους, οι ακροδεξιοί πολιτικοί, σε ένα ευρύ κοινωνικό στρώμα και λαμβάνοντας υπόψην και ένα στοιχείο που προέκυψε από την τελευταία εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα που είδαμε ότι αρχίζει να μεγεθύνεται ο αριθμός των ψηφοφόρων που μετακινείται από το ένα κόμμα στο άλλο, πλέον η ακροδεξιά εκτός από τον κλασικό ακροδεξιό ψηφοφόρο με τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά, έχει εμπλουτιστεί και με ανθρώπους οι οποίοι στέκονται φοβικά στην αλλαγή. Το προφιλ λοιπόν των ψηφοφόρων της ακροδεξιάς σήμερα, αποτελείται από ανθρώπους που κυριαρχεί ο φόβος για την αλλαγή, ο φόβος για το μέλλον και η μη κατανόηση των εξελίξεων που είναι πλέον καταιγιστικές. Στην Σουηδία γιατί το ακροδεξιό κόμμα εξακολουθεί να είναι ισχυρό κομμάτων κυβερνήσεων. Εκεί έχουν την ακροδεξιά της γραβάτας, ένα κίνημα στο οποίο οι ακραίες θέσεις βρίσκονται υπό τον μανδύα καθωσπρεπισμού, ο οποίος δεν καταλήγει σε ακραίες προτάσεις. Τους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς δεν μπορούμε πλέον να τους ορίσουμε ηλικιακά ή μορφωτικά αλλά θα πρέπει να τους ορίσουμε ποιοτικά. Θα πρέπει να επενδύσουμε στον τρόπο που οι κοινωνίες μας θα μπορέσουν να διαχειριστούν την αλλαγή. Ο ακροδεξιός λόγος έχει όλα τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου πολιτικού marketing και είναι επιφανειακά λογικός , ενώ τα ο απλός πολιτικός λόγος που επιλέγουν όλα τα υπόλοιπα κόμματα αδυνατεί να προσφέρει μια πειστική απάντηση.”
Σχετικά με τους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς ο κ. Παπαϊωάννου τονίζει πως θα πρέπει να βγάλουμε από το μυαλό μας την στερεοτυπική αποτύπωση ενός ακροδεξιού, ως έναν άνθρωπο που έχει χαμηλό μορφωτικό υπόβαθρο ή έχει μία συγκεκριμένη εμφάνιση που μοιάζει σε εκείνα τα μέλη των ταγμάτων εφόδου: “Παρόλο που εξακολουθεί να φαίνεται στις μετρήσεις πως οι ψηφοφόροι των ακροδεξιών κομμάτων έχουν κατά μέσo όρο χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, θα μπορούσε κανείς να πει πως διαχέονται στα μεσοστρώματα και αποτελούν ένα δείγμα αρκετά αντιπροσωπευτικό του κοινωνικού συνόλου. Δεν πρόκειται λοιπόν, για μία ψήφο αντίδρασης ή διαμαρτυρίας εξαθλιωμένων ανθρώπων και κοινωνικού θυμού αλλά με τον χρόνο οι άνθρωποι αυτοί συγκροτούν πιο σταθερές σχέσεις αντιπροσώπευσης με σχήματα της ακροδεξιάς. Ωστόσο, οι σχέσεις των ψηφοφόρων με τα διάφορα ακροδεξιά σχήματα διαφέρουν. Παραδείγματος χάριν, οι ψηφοφόροι της Νίκης στρέφονται στο θρησκευτικό στοιχείο, σε άλλα κόμματα υπάρχουν άλλα στοιχεία που παρατηρούνται στην στροφή των ψηφοφόρων προς την ακροδεξιά. Η Χρυσή Αυγή ήταν προϊόν μιας συγκεκριμένης ιστορικής φάσης την περασμένη δεκαετία αυτό δεν το είδαμε μόνο στην Ελλάδα, παρατηρήθηκε στην Ουγγαρία και άλλου. Μπαίνουμε στην τέταρτη φάση της μεταπολιτευτικής ακροδεξιάς, στην δεκαετία του ’70 υπήρχαν οι βασιλοχουντικοί νοσταλγοί της δικτατορίας, στα τέλη της δεκαετίας του ’80 με αρχές δεκαετίας του ’90 υπήρχαν κόμματα σαν εκείνα του Καρατζαφέρη, η τρίτη φάση στην δεκαετία του 2010 με την Χρυσή Αυγή που υπήρχε ο βίαιος νεοναζισμός. Η τέταρτη φάση ξεκινάει στην χώρα μετά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματική οργάνωση, έχω την αίσθηση πως θα είναι ενισχυμένη ποσοτικά η ακροδεξιά στην Ελλάδα, στις εκλογές του 2023, τα ακροδεξιά κόμματα έχουν πάρει 2 με 2μιση μονάδες πάνω, μπορεί να μην παρατηρείται πια ο βίαιος εξτρεμισμός της Χρυσής Αυγής ωστόσο οι θέσεις αυτών των κομμάτων θα είναι αντιδραστικές, αντιδημοκρατικές και ακροδεξιές.”
Ο κ. Γαλανόπουλος αναφέρει πως είναι δύσκολο να περιγράψουμε τα profile των ψηφοφόρων με τον στερεοτυπικό τρόπο που είχαμε κάποτε στο μυαλό μας: “O Didier Eribon, γάλλος κοινωνιολόγος έχει υποστηρίξει πως η άνοδος της Λεπέν και της ακροδεξιάς στην Γαλλία είναι αποτέλεσμα μιας συμμαχίας παραδοσιακών συντηρητικών ψηφοφόρων που μπορεί να είναι οποιουδήποτε κοινωνικού υποβάθρου, η οποία συμμάχησε με ανθρώπους εργατικούς που δούλευαν σε κακώς αμειβόμενες δουλειές και πέτυχαν αυτή την άτυπη συνεργασία γιατί και οι δύο ήθελαν να εκφράσουν μία δυσαρέσκεια απέναντι σε αυτό που αντιλαμβάνονταν ως προοδευτική ελίτ στο Παρίσι. Έτσι λοιπόν οι ψηφοφόροι της ακροδεξιάς δεν σκιαγραφούνται πια διότι υπάρχουν σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Το πολιτικό σύστημα προσπαθεί να ισορροπήσει ξανά σε μία μεγάλη ποικιλία διαιρέσεων που δεν είναι μόνο η κυρίαρχη ταξική οικονομική διαίρεση, αρχίζουν πολιτιστικές και κοινωνικές διαιρέσεις να παίζουν όλο ένα και μεγαλύτερο ρόλο. Επομένως, αρχίζουν τα κόμματα και οι ψηφοφόροι να τοποθετούνται σε αυτές τις αναδυόμενες διαιρέσεις, σε θέματα που αφορούν την LGTBQ κοινότητα, το μεταναστευτικό το οποίο είναι τεράστιο ζήτημα από το 2015 και μετά στην Ευρώπη και πολλά άλλα ζητήματα τα οποία έχουν να κάνουν με το πως ο Ευρωπαίος αντιλαμβάνεται την ταυτότητα του σε αυτόν τον κόσμο ο οποίος συνεχώς αλλάζει αλλά ακόμη και το πως σκέφτεται το μέλλον του. Η άνοδος της ακροδεξιάς μας δείχνει μία βασική ανησυχία του κόσμου ο οποίος προσπαθεί να επαναδιαπραγματευτεί την ταυτότητα του και για να το πετύχει επιστρέφει σε κάποιες ρίζες είτε ψυχικές είτε συλλογικές. Πολλοί λοιπόν επιστρέφουν σε κόμματα συμβολικά από τα οποία μπορούν να αντλήσουν στοιχεία για να νιώσουν ξανά πως σταθεροποιείται η ταυτότητα τους και αποκτούν ξανά μία κατεύθυνση για το μέλλον στην Ευρώπη που αλλάζει.”
Ο ρόλος δεξιάς και αριστεράς
Ο κ. Παπαϊωάννου αναφέρει πως στην Ευρώπη τίθενται ουσιαστικά ζητήματα λειτουργίας των ακροδεξιών κομμάτων: “Θεωρώ πως δεν θα δούμε την εκδοχή της ακροδεξιάς του 20ου αιώνα με τις στρατιωτικές δικτατορίες, ωστόσο, θα έχουμε περιπτώσεις μιας ακροδεξιάς πιο mainstream όπως εκείνη της Ιταλίας, στις γαλλικές εκλογές μοιάζει πως μετά τον Μακρόν έχει ακόμη περισσότερες πιθανότητες η Λεπέν να διεκδικήσει την προεδρία, υπάρχει ουσιαστικά ένα ρεύμα που ακόμη και αν δεν καταλαμβάνει την εξουσία εντούτοις πολιτικά σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνει την ατζέντα. Στο κέντρο της Ευρώπης, στις χώρες του Βίσεγκραντ, θα δούμε μία μαύρη τρύπα δημοκρατίας και κρίση στο κράτος δικαίου, σε κάθε χώρα με διαφορετικό τρόπο. Εγώ θεωρώ πως υπάρχει ένα ζήτημα των δημοκρατικών θεσμών και στην Ελλάδα. Τύπος, μηχανισμοί λογοδοσίας, ανεξάρτητες αρχές και Δικαιοσύνη δεν επιτελούν το έργο τους. Αυτή η κρίση του κράτους δικαίου ευνοεί αισθήματα αντικοινοβουλευτικά ενώ ταυτόχρονα αφήνει ανέλεγκτο τον κυβερνητικό αυταρχισμό. Έχουμε μπει λοιπόν σε μία φάση που κάποιες χώρες φλερτάρουν με την μεταδημοκρατία στην Ευρώπη. Η ακροδεξιά απευθύνεται με έναν λόγο που ικανοποιεί πολύ μεγάλα τμήματα του πληθυσμού τα οποία είναι εξαιρετικά πιεσμένα, στον βαθμό που δεν εκφέρεται ένας λόγος που να δίνει απαντήσεις στο πρόβλημα κοινωνικών δικαιωμάτων που υπάρχουν. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα μπορέσει να υπάρχει ο λόγος που θα ξαναδιεκδικήσει βασικές έννοιες που η ακροδεξιά προσπαθεί να τις οικειοποιηθεί. Δεν είναι τυχαίο ότι η ακροδεξιά σε πολλές χώρες μιλάει με έναν λόγο ο οποίος πολλές φορές έχει στοιχεία της αριστεράς, είναι δικαιωματικός κλπ, το παρατηρήσαμε ακόμη και στα εμβόλια αυτό. Όταν αφήνουμε χώρο σε αντιδραστικές κινήσεις, φυσικά θα απλώνονται.”
Ο κ. Γαλανόπουλος σχολιάζει επίσης, πως αυτή την στιγμή δεν υπάρχει κάποια εναλλακτική, για τους ψηφοφόρους που δεν θέλουν να δώσουν ψήφο στα πρώτα κόμματα: “Όταν εμφανίζεται κάποιος ο οποίος έρχεται εκτός αυτού που θεωρείται το mainstream κοινωνικό κέντρο, διαμαρτύρεται, λέει πως θα δώσει πίσω την φωνή στον λαό ο οποίος καταπιέζεται είτε από την κεντροδεξιά είτε από την κεντροαριστερά, προσπαθεί να κινητοποιήσει τα πάθη μεταξύ αυτών την αγανάκτηση των ανθρώπων, είτε για την οικονομική κρίση είτε για το μεταναστευτικό και όταν αυτό δεν επιτυγχάνεται από την αριστερά. Όταν υπάρχει πολιτικό κενό που δεν μπορεί να εκφραστεί είτε από τα mainstream τα κατεστημένα κόμματα, είτε από την αριστερά επαρκώς, αυτό είναι το πεδίο στο οποίο η ακροδεξιά προσπαθεί να εδραιωθεί και να κινητοποιήσει τα συλλογικά πάθη, να εμφανιστεί ως challenger του συστήματος, αυτός που θέλει να εκφράσει την λαϊκή αγανάκτηση. Ο πολιτικός λόγος παίζει ρόλο στην συγκεκριμένη άνοδο, οι ιδέες εκφράζονται μέσω αυτού, θέλεις μία σύλληψη ιδεών και κοινωνικών παθών. Πολλές φορές ο πολιτικός λόγος προσφέρει συνθήκες επιτυχίας, το στιλ επικοινωνίας, ο λόγος που αρθρώνει και το πόσο μπορεί να νιώσει οικεία ο ψηφοφόρος με τον πολιτικό, συνήθως οι ακροδεξιοι είναι και παθιασμένοι.”