Ουκρανία: Σπίτια σε χωριό παραμένουν πλημμυρισμένα μετά από ανατίναξη φράγματος

Κατέστρεψαν μεγάλο οπλοστάσιο των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων.

Parallaxi
ουκρανία-σπίτια-σε-χωριό-παραμένουν-π-916966
Parallaxi

Το υπουργείο Άμυνας στη Μόσχα ανακοίνωσε σήμερα ότι ρωσικοί πύραυλοι κατέστρεψαν ένα μεγάλο οπλοστάσιο των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας στην πόλη Κρύβιι Ρι.

Αυτό εντοπίζεται στην Κεντρική Ουκρανία, όπως μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων TASS, επικαλούμενο το ίδιο υπουργείο.

Το ρωσικό υπουργείο Άμυνας ανακοίνωσε επίσης, ότι ρωσικά αντιαεροπορικά συστήματα κατέρριψαν ένα ουκρανικό μαχητικό αεροσκάφος Su-25 στην περιοχή Ντνίπρο, σύμφωνα με την ίδια αναφορά του TASS.

Μήνες μετά την ανατίναξη φράγματος για να ανακοπεί η προέλαση των Ρώσων, κάποια σπίτια στο χωριό Ντεμίντιβ παραμένουν πλημμυρισμένα

Περίπου 50 σπίτια στο χωριό Ντεμίντιβ παραμένουν μερικώς κάτω από το νερό μήνες μετά την καταστροφή φράγματος που είχε ως αποτέλεσμα να πλημμυρίσει η περιοχή σε μια προσπάθεια να ανακοπεί η προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων προς την ουκρανική πρωτεύουσα Κίεβο, δήλωσε αργά χθες ο περιφερειακός κυβερνήτης Ολέξιι Κουλέμπα.

Ο ουκρανικός στρατός ανατίναξε φράγμα στον ποταμό Ιρπίν τον Φεβρουάριο, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει το χωριό και μεγάλες εκτάσεις γης γύρω από αυτό, αν και η κίνηση αυτή απέτρεψε τα ρωσικά τεθωρακισμένα από το να φθάσουν στο Κίεβο.

«Αυτή τη στιγμή, περίπου 50 σπίτια στο χωριό Ντεμίντιβ παραμένουν πλημμυρισμένα», ανέφερε ο Κουλέμπα σε ανάρτησή του στο Telegram.

«Ο κόσμος δείχνει κατανόηση για την κατάσταση. Εμείς, με τη σειρά μας, κάνουμε κάθε προσπάθεια για να επιλύσουμε το θέμα».

Το χωριό εκκενώθηκε μερικώς μετά την έναρξη της εισβολής, όπως μετέδωσαν τοπικά μέσα ενημέρωσης αλλά κάποιοι κάτοικοι επέστρεψαν από τότε που η Μόσχα επικέντρωσε την επίθεσή της στην ανατολική Ουκρανία.

Το σαββατοκύριακο, ρωσικές δυνάμεις σφυροκοπούσαν πόλεις στο ανατολικό τμήμα της χώρας, σε αυτό που το Κρεμλίνο χαρακτηρίζει «ειδική επιχείρηση» για την αποστρατιωτικοποίηση και «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας.

«Αν καταφέρω να συναντήσω τον Πούτιν, θα του ζητήσω την κατάπαυση του πυρός», δήλωσε ο Μ. Σαλβίνι-Ο Μ. Ντράγκι φέρεται να είναι ενοχλημένος από την προσπάθεια

Ο γραμματέας του κόμματος της Λέγκα, Ματέο Σαλβίνι, μίλησε σήμερα για το ενδεχόμενο να μεταβεί στη Μόσχα, στο οποίο έκανε αναφορά, για πρώτη φορά, την Παρασκευή.

«Προς το παρόν, μπορώ να πω ότι απόψε θα είμαι στη Ρώμη και ότι στη συνέχεια θα αποφασίσω τι θα κάνω. Αν καταφέρω να συναντήσω τον Πούτιν, πάντως, θα του ζητήσω την κατάπαυση του πυρός. Παράλληλα, θα ήθελα να πάω και στο Κίεβο, για να συναντήσω τον Ζελένσκι», δήλωσε ο Σαλβίνι. Προσέθεσε, δε, ότι «θα πρέπει να εξακριβωθεί αν το ταξίδι αυτό μπορεί, από πρακτικής απόψεως, να πραγματοποιηθεί αμέσως ή μελλοντικά».

Σύμφωνα με τον τύπο, ο Ιταλός τεχνοκράτης πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι φέρεται να ενοχλήθηκε από την πρόθεση του αρχηγού της Λέγκα να μεταβεί στη Μόσχα. Λόγω του ότι, κυρίως, η κυβέρνηση της Ρώμης (στην οποία η Λέγκα μετέχει) τις ημέρες αυτές προσπαθεί να αναπτύξει μεσολαβητική προσπάθεια, με στόχο να μπορέσουν να εξαχθούν, από την Ουκρανία, τόνοι σιταριού που παραμένουν κλεισμένοι στις αποθήκες.

Ο Ματέο Σαλβίνι, από την μεριά του, έκανε λίγο για «υστερικές αντιδράσεις, κυρίως από την αριστερά, μετά τη δημοσιοποίηση της προσπάθειάς του να συναντηθεί με τον Βλάντιμιρ Πούτιν». Η ιταλική εφημερίδα «La Repubblica», όμως, υπενθυμίζει ότι η Λέγκα, στο παρελθόν είχει «φλερτάρει επικίνδυνα» με το κόμμα του Ρώσου προέδρου και καλό θα ήταν, κατά συνέπεια, στην δραματική φάση που ζούμε, να κρατούσε κάποιες χρήσιμες «αποστάσεις ασφαλείας».

Οι πρόεδροι Πούτιν και Βούτσιτς συμφώνησαν για τη συνέχιση του εφοδιασμού της Σερβίας με ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και για την περαιτέρω ενίσχυση της διμερούς συνεργασίας τους

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν και ο Σέρβος ομόλογος του Αλεξάνταρ Βούτσιτς συμφώνησαν σε μία τηλεφωνική συνομιλία που είχαν σήμερα, ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να εφοδιάζει με φυσικό αέριο την Σερβία, ενώ οι δύο χώρες θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους, όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο.

Οι δύο ηγέτες συζήτησαν επίσης, για την Ουκρανία και το Κόσοβο, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση.

Διεθνές εμπόριο: Ο πόλεμος στην Ουκρανία εντείνει την τάση προστατευτισμού

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τον πόλεμο να έχει μπει ήδη στον τέταρτο μήνα, κυριάρχησε στις εργασίες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετία, οι οποίες φέτος έγιναν λόγω του κορονοϊού για πρώτη φορά τον Μάιο και όχι Ιανουάριο. Στο πλαίσιο των ομιλιών και των συζητήσεων υπήρξαν τοποθετήσεις τον αντίκτυπο του πολέμου στην παγκόσμια οικονομία και στη λειτουργία θεσμών της, όπως το διεθνές εμπόριο. Η ηγεσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου – η γενική διευθύντρια Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα και η πρώτη αναπληρώτριά της Γκίτα Γκόπινατ – προειδοποίησαν ότι τα δεινά που προκαλεί ο πόλεμος – όπως οι αυξημένες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων, η μείωση της ανάπτυξης και οι πιο σφιχτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες – θα είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν σε ένα περιβάλλον που αυξάνονται τα εμπόδια στο διεθνές εμπόριο.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, περίπου 30 χώρες προχώρησαν μετά τον πόλεμο σε περιορισμούς στο εμπόριο ενεργειακών προϊόντων, τροφίμων και άλλων πρώτων υλών. Πολλές χώρες έχουν ανακοινώσει την απαγόρευση εξαγωγών τροφίμων, θέλοντας να εξασφαλίσουν την κάλυψη των εγχώριων αναγκών τους σε μία περίοδο που ο εγκλωβισμός των ουκρανικών σιτηρών σε πλοία έχει προκαλέσει συναγερμό για επισιτιστική κρίση και μεγάλες αυξήσεις στις τιμές. Αν η τάση αυτή συνεχισθεί, το ΔΝΤ θεωρεί ότι οι συνέπειες θα είναι επώδυνες για όλες τις χώρες. Αντίθετα, τονίζει ότι θα πρέπει να μειωθούν τα εμπόδια στο εμπόριο για να περιορισθούν οι ελλείψεις προϊόντων και οι τιμές.

Σύμφωνα με άλλους διακεκριμένους οικονομολόγους, όπως ο Κένεθ Ρογκόφ, η τάση αναστροφής της παγκοσμιοποίησης θα οδηγήσει σε υψηλότερο παγκόσμιο πληθωρισμό στο μέλλον σε σχέση με τις δύο προηγούμενες δεκαετίες, όταν η ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου οδήγησε στον κατακλυσμό των διεθνών αγορών με φθηνά προϊόντας της. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ δείχνουν ότι το παγκόσμιο εμπόριο προϊόντων αυξήθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2022 σε νέο υψηλό επίπεδο, με τις εξαγωγές και τις εισαγωγές των χωρών της G20 να καταγράφουν άνοδο 3,6% και 5,8%, αντίστοιχα, σε σχέση με το τελευταίο τρίμηνο του 2021. Ωστόσο, η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στις αυξήσεις των τιμών και όχι στον όγκο του εμπορίου.

Από το Νταβός πέρασαν, επίσης, πολλοί κεντρικές τραπεζίτες, όπως η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, ο επικεφαλής της Τράπεζας της Γαλλίας, Βιλερουά ντε Γκαλό, ο Ολλανδός κεντρικός τραπεζίτης, Κλάας Κνοτ, και άλλοι. Το μήνυμα που εξέπεμψαν είναι ότι η οικονομία της Ευρωζώνης δεν αντιμετωπίζει, τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα, κίνδυνο ύφεσης και ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει στην αύξηση των επιτοκίων της, που βρίσκονται ακόμη σε αρνητικό έδαφος, αρχής γενομένης από τον Ιούλιο. Η Λαγκάρντ «φωτογράφησε», με ανάρτηση που έκανε την περασμένη Δευτέρα στο blog της ΕΚΤ, μία αύξηση των επιτοκίων τον Ιούλιο και μία ακόμη τον Σεπτέμβριο, ώστε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων που είναι σήμερα -0,5% να γίνει μηδενικό ή ελαφρά θετικό. Μετά τον Σεπτέμβριο, η αύξηση των επιτοκίων, σύμφωνα με τη Λαγκάρντ, μπορεί να συνεχισθεί σταδιακά για να φθάσει στο «ουδέτερο» επίπεδό τους, έναν θεωρητικό δείκτη που σύμφωνα με εκτιμήσεις κυμαίνεται μεταξύ του 1% και του 2%.

Η συναίνεση που υπάρχει για την ώρα στην ΕΚΤ είναι ότι η αύξηση τον Ιούλιο, η πρώτη μετά από 10 και πλέον χρόνια, θα είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης (ενός τετάρτου της ποσοστιαίας μονάδας). Ωστόσο, το ύψος της αύξησης θα εξαρτηθεί και από τα στοιχεία για τον πληθωρισμό τον Μάιο και τον Ιούνιο, καθώς αν υπάρξει περαιτέρω αύξησή του από το 7,4% που διαμορφώθηκε τον Απρίλιο, μπορεί να οδηγήσει σε σκέψεις για αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 50 μ.β.

Ο φόβος για την ύφεση στην παγκόσμια οικονομία υπάρχει, ωστόσο, πάντα στις αγορές, δεδομένης της πολύ μεγάλης αβεβαιότητας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Μεγάλες αμερικανικές τράπεζες θεωρούν πιθανό ότι η αμερικανική οικονομία θα εισέλθει σε ύφεση λόγω της αύξησης των επιτοκίων, η οποία αναμένεται να είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι στην Ευρωζώνη.

Ακης Χαραλαμπίδης, Ν.Χ./AΠΕ-ΜΠΕ 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα