Δημήτρης Μάρδας: Διαφθορά, μία αθεράπευτη πληγή
Τις βασικές αιτίες, που διατηρούν τους δείκτες της διαφθοράς στη χώρα μας σε υψηλά επίπεδα με τεράστιες επιπτώσεις στο δημόσιο χρέος και στην αναπτυξιακή προσπάθεια, επισημαίνει ο Δημήτρης Μάρδας, υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ/ΠΣ στην Α΄ Περιφέρεια Θεσσαλονίκης, καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.
Ο κος Μάρδας αναφέρει ότι η διαφθορά στοιχίζει στην Ελλάδα, σε όρους απώλειας Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ), ποσό που εκτιμάται στα 14 δισ. ευρώ ετησίως.
Αναλυτικά ο κος Μάρδας σημειώνει:
Η διαφθορά, μαστίζει τη χώρα. To 2012 είχαμε σπάσει κάθε ρεκόρ καταλαμβάνοντας την 94η θέση σε σύνολο 180 χωρών. Από τότε και μια δεκαετία παλεύουμε ανάμεσα στην 57 η και την 67 η θέση. Το 2022 είχαμε κατακτήσει την… τιμητική 51 η θέση σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια.
Και η διαφθορά κινείται σε ένα πολιτικό περιβάλλον, το οποίο αποφασίζει να τη στιγματίσει περιπτωσιακά μόνο όταν ξεπεράσει κάποια υπερβολικά υψηλά όρια. Το νομικό μας καθεστώς, το χρονικά βραχύ καθεστώς των παραγραφών, το διαβόητο «πόθεν έσχες» υπουργών βουλευτών με τις ακατάλληλες διαδικασίες εποπτείας που το διαπερνούν, δεν δίνουν πολλά περιθώρια αποκάλυψης της διαφθοράς σε αιρετούς που πλούτισαν απότομα κατά τη διάρκεια της θητείας τους.
Πληρούμε όλες τις προϋποθέσεις μιας διεφθαρμένης χώρας. Κύριοι λόγοι διαφθοράς, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία θεωρούνται οι εμπορικοί περιορισμοί –που λίγοι υπάρχουν πλέον στη χώρα– οι κρατικές επιδοτήσεις (βλ. ΕΣΠΑ), οι κρατικές προμήθειες (Βλ. απευθείας αναθέσεις), η παραχώρηση με σκοπό τη χρήση των φυσικών πόρων, οι ευνοϊκοί νόμοι υπέρ κάποιων ομάδων συμφερόντων όπως επίσης το πολύπλοκο και γραφειοκρατικό νομικό θεσμικό καθεστώς μαζί με το βαρύ φορολογικό σύστημα.
Η θέση μας στην κλίμακα της διαφθοράς, σύμφωνα μ τις εκτιμήσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, στοιχίζει σε όρους απώλειας Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) με ποσό που εκτιμάται στα 14 δισ. ευρώ ετησίως, ποσό που χάνεται στο βάραθρο μιας απερίγραπτης γραφειοκρατίας, αποτελώντας την κινητήρια δύναμη της διαφθοράς.
Ως προς το μαύρο χρήμα και την εμπλοκή πολιτικών προσώπων, ουδεμία σκέψη υπάρχει για αύξηση του χρόνου παραγραφής των εγκλημάτων που σχετίζονται με το μαύρο χρήμα έχοντας αποδέκτες διεφθαρμένους υπουργούς και οποιουσδήποτε άλλους εμπλεκόμενους.
Ουδεμία σκέψη υπήρχε επίσης κατά την αναθεώρησή του Συντάγματος για αλλαγή άρθρων που εισάγουν τη διαπλοκή στη ζωή της χώρας (Άρθρο 89 παρ. 2 περί εν δυνάμει σχέσεων διαπλοκής δικηγόρων-πανεπιστημιακών και δικαστικών υποψηφίων καθηγητών στα ΑΕΙ). Ουδέποτε θυμόμαστε οι συνταγματολόγοι της χώρας με βαρύνουσα σημασία στις αναθεωρήσεις του Συντάγματος (Βλ. Ε. Βενιζέλο) και την ποινική νομοθεσία γενικότερα να έχουν ζητήσει επιτακτικά τα ανωτέρω είτε κατά τις αναθεωρήσεις του Συντάγματος είτε του Ποινικού Κώδικά.
Από την άλλη πλευρά η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης όπως και η χειραγώγηση του Τύπου αποτελούν δυο κύρια στοιχεία ανάπτυξης της διαπλοκής στη χώρα σύμφωνα με το Global Competitiveness Report).
Και όλα τα προαναφερθέντα λειτουργούν ως αντικίνητρα μιας αντιαναπτυξιακής πολιτικής διώχνοντας φυσικά τους σοβαρούς επενδυτές. Μόνο τα διεφθαρμένα κράτη του μη αναπτυγμένου κόσμου με πολύ ισχυρά κίνητρα προσελκύουν τον ενδιαφέρον επενδυτών και ιδίως των καιροσκοπικών επενδύσεων. Χωρίς όμως την ύπαρξη ενός σφριγηλού νομοθετικού περιβάλλοντος υπέρ των επενδύσεων και εις βάρος της διαφθοράς η χώρα θα σέρνεται στο πλαίσιο μιας μίζερης ανάπτυξης.
Αυτή εξέλιξη που δεν οδηγεί στην θεαματική αύξηση των επενδύσεων και της παραγωγής (του ΑΕΠ) πυροδοτεί τις πολλαπλασιαστικές δυσμενείς επιπτώσεις επί του χρέους. Ο εφιάλτης του άδειου κρατικού ταμείου δεν έχει χαθεί στα νέφη των ελλειμμάτων του κρατικού προϋπολογισμού και του δημοσίου χρέους των 400 δις ευρώ. με συνολική ετήσια εγχώρια παραγωγή (ΑΕΠ) κοντά στα 200 δις ευρώ.
Και όλα αυτά μαζί με σωρεία άλλων εξελίξεων ίσως δευτερεύουσας σημασίας θέτουν για πολλοστή φορά πολλά ερωτήματα που αφορούν στον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας. Το λεγόμενο Επιτελικό Κράτος με τις αστοχίες του έδειξε πόσο αναποτελεσματικό είναι. Μια άλλη μέθοδος διακυβέρνησης με δημοκρατικές διαδικασίες και εποπτεία του έργου των υπουργείων εύλογα θα δώσει καλύτερα αποτελέσματα.