Υποκλοπές: Φωνές για ακραία συγκάλυψη
Οργή της αντιπολίτευσης μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου ότι δεν υπάρχει κυβερνητική εμπλοκή στις «επισυνδέσεις»
Δεν θα μπορούσε παρά να είναι μεσοκαλόκαιρο. Χθες, μόλις μία ημέρα πριν διακόψει τη λειτουργία της η Βουλή, κι ενώ η χώρα μπαίνει στους ρυθμούς της θερινής ραστώνης, επιλέχθηκε να δημοσιοποιηθεί η ανακοίνωση του Αρείου Πάγου που ολοκλήρωσε μια 2ετή έρευνα για το περίφημο «Σκάνδαλο των Υποκλοπών».
Εκεί αποφαίνεται ότι καμία κρατική υπηρεσία δεν έχει εμπλοκή με παράνομες παρακολουθήσεις ή με την χρήση του Predator! Για το εν λόγω λογισμικό τίθενται υπό περεταίρω έρευνα μόνον κάποιοι ιδιώτες, ελεγχόμενοι μάλιστα για απλό πλημμέλημα.
Έκλεισε έτσι -σε θεσμικό επίπεδο-ο κύκλος που άνοιξε το καλοκαίρι του 2022. Τότε που -περίπου τέτοιες μέρες- ο Κυριάκος Μητσοτάκης παραδεχόταν την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Εκδιώκοντας στη συνέχεια τον υπεύθυνο του γραφείου του Γρηγόρη Δημητριάδη και (το πρόσωπο που ο ίδιος επέλεξε για διοικητή της ΕΥΠ), τον Παναγιώτη Κοντολέοντα. Σύσσωμη η αντιπολίτευση μιλά για ολοκλήρωση της συγκάλυψης του σκανδάλου, ενώ το Μέγαρο Μαξίμου θριαμβολογεί.
Η δικαστική έρευνα
Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν στις έντονες αντιπαραθέσεις που επακολούθησαν στη Βουλή, το πόρισμα της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου αριθμεί περίπου 300 σελίδες. Με αυτό, επίσης, συνδέονται δεκάδες υπομνήματα αρμόδιων ή εξειδικευμένων φορέων που ασχολήθηκαν με την υπόθεση τους τελευταίους 24 μήνες. Στο υλικό αυτό περιλαμβάνεται φυσικά και το σκεπτικό με βάση το οποίο η δικαιοσύνη στο ανώτερο δυνατό επίπεδο αποφάσισε ουσιαστικά την αρχειοθέτηση της υπόθεσης.
Τίποτε από αυτά – όπως φαίνεται – δεν πρόκειται να εξεταστεί περεταίρω. Η κυβέρνηση άλλωστε προκλήθηκε χθες στη Βουλή προκειμένου το υλικό να εξεταστεί είτε από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας είτε από άλλη κοινοβουλευτική διαδικασία, δίχως να απαντήσει θετικά. Καθιστώντας σαφές ότι εδώ και καιρό ανέμενε το πόρισμα του Αρείου Πάγου ώστε να «κλείσει» μια και καλή την υπόθεση.
Η υπόθεση έκλεισε λέει το Μαξίμου
Η σχετική βούλησή της άλλωστε περιεγράφηκε γλαφυρά από τον υπουργό Επικρατείας Μάκη Βορίδη: «Οι θεσμοί της δημοκρατίας μας κατέληξαν ότι ναι δεν εμπλέκεται η Κυβέρνηση σε αυτό που ήταν οι παράνομες παρακολουθήσεις. Το έχουν πει όλοι σε όλους τους τόνους».
Αυτά ενώ νωρίτερα στους «θεσμούς» αυτούς περιέλαβε την Εξεταστική Επιτροπή που συστήθηκε από την Βουλή και στην οποία η κυβερνητική πλειοψηφία εμπόδισε οποιαδήποτε ουσιαστική έρευνα επικαλούμενη το «απόρρητο» της ΕΥΠ. Επίσης, τις έρευνες των Ανεξάρτητων Αρχών οι οποίες είτε δεν γίνονταν αποδεκτές, είτε η σύνθεση των αρχών άλλαζε (πάλι από την κυβερνητική πλειοψηφία) όταν αυτές έφθαναν στο «παρά πέντε» του να ελέγξουν την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Με πιο χαρακτηριστική περίπτωση αυτή της ΑΔΑΕ και του προέδρου της Χρήστου Ράμμου.
Ο υπουργός Επικρατείας άλλωστε εξέφρασε πλήρως το Μέγαρο Μαξίμου, που μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου Παύλου Μαρινάκη, δήλωσε πως «οι δικαστές αποφασίζουν όπως εκείνοι κρίνουν, με βάση τον ανεξάρτητο ρόλο τους». Αυτά ενώ ο πρώην γ.γ του Μεγάρου Μαξίμου Γρηγόρης Δημητριάδης ανέφερε πως «η σημερινή απόφαση της Δικαιοσύνης θέτει οριστικό τέλος σε κάθε εικασία και λοιπά ευφάνταστα κατασκευάσματα».
Πρωτοφανές
Η εξέλιξη των πραγμάτων δίνει στην κατάληξη του Σκανδάλου των Υποκλοπών έναν πρωτοφανή χαρακτήρα. Με κεντρικό στοιχείο το ότι η απόφαση του Αρείου Πάγου δεν έρχεται σε αντίθεση μια υπόθεση η οποία ξεκίνησε από καταγγελίες της αντιπολίτευσης. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα κορυφαίο ζήτημα για τη δημοκρατία που ξεκίνησε με πρωτοβουλία και παραδοχές του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Μάλιστα, η περεταίρω διερεύνηση της υπόθεσης σε θεσμικό και δημοσιογραφικό επίπεδο κατέδειξε πως είχε πολύ μεγαλύτερο εύρος από όσα είπε ο πρωθυπουργός το καλοκαίρι του 2022. Αφού παρακολουθούμενος δεν υπήρξε μόνον ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, αλλά (σύμφωνα με την ΑΔΑΕ) κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης, δημοσιογράφοι, επιχειρηματίες αλλά και η ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων. Άλλωστε το σύνολο αυτών των «επισυνδέσεων» φαίνεται να κρίνεται από την εισαγγελία του Αρείου Πάγου πως έγιναν με νόμιμο τρόπο.
Στα παραπάνω άλλωστε οφείλονται και τα ειρωνικά σχόλια που έγιναν από την πλευρά της αντιπολίτευσης στην Βουλή. Ενδεικτικά ο Νίκος Ανδρουλάκης ανέφερε: «Εγώ δεν είμαι εθνικός κίνδυνος, σύμφωνα με τα λεγόμενα του κ. Μητσοτάκη εκτός και αν είναι τελείως αναξιόπιστος. Οι υπόλοιποι; Οι υπουργοί σας; Νιώθει κανείς την ανάγκη να πει πως νιώθει σήμερα, που η Εισαγγελέας της ΕΥΠ υπέγραφε να παρακολουθούνται ως «εθνικοί κίνδυνοι»;»
Επίσης ο πρόεδρος της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτης Φάμελλος αναρωτήθηκε: «Θα πάρει πίσω τελικά ο κ. Μητσοτάκης τη συγγνώμη από τον κ. Ανδρουλάκη; Μετά την ανακοίνωση της εισαγγελέως σήμερα πρέπει να υπάρξει μία αποκατάσταση. Είτε έχει δίκιο και ζήτησε συγγνώμη είτε έχει άδικο ο κ. Μητσοτάκης».
Επίσης, κοινή εκτίμηση των κυριότερων κομμάτων της αντιπολίτευσης είναι πως οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη, εκτός από την αρχειοθέτηση της υπόθεσης, αντικειμενικά θα οδηγούσε σε ένα σημείο: Την προσωπική ευθύνη του πρωθυπουργού. Από την στιγμή -κατά την περίοδο που ερευνήθηκε- η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών βρίσκονταν υπό την άμεση επίβλεψή του.
Μια συνθήκη που δημιουργήθηκε με έναν από τους πρώτους νόμους που ψήφισε η σημερινή κυβέρνηση όταν ανέλαβε «τα ηνία» της διακυβέρνησης το καλοκαίρι του 2019.
Κενό
Μια εξίσου σημαντική πλευρά της υπόθεσης είναι το ζήτημα της ισχύουσας νομοθεσίας για τις παρακολουθήσεις. Ο τελευταίος νόμος – πλαίσιο, για αυτό ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας λίγους μήνες μετά το «ξέσπασμα» του Σκανδάλου των Υποκλοπών και επικρίθηκε από την αντιπολίτευση ως ενισχυτική της κρατικής αυθαιρεσίας.
Παράλληλα, χθες στη Βουλή ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης υποστήριξε ότι οι υποκλοπές του 2022 έγιναν με βάση την νομοθεσία του ΠΑΣΟΚ από το 1994 επιρρίπτοντας ευθύνες στον …τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου.
Ο συνδυασμός των δύο αυτών εκτιμήσεων καταδεικνύει πιθανότατα ότι ένα πλαίσιο προστασίας των δημοκρατικών δικαιωμάτων αποτελεί σήμερα ζητούμενο. Τέλος, ερώτημα αποτελεί αν η τελευταία εξέλιξη στο Σκάνδαλο των Υποκλοπών θα επιφέρει κάποιου είδους ενιαία απάντηση από τον χώρο της προοδευτικής αντιπολίτευσης.
Το θέμα έχει ήδη θέση στο τραπέζι η Νέα Αριστερά. Σύμφωνα με πηγές του χώρου, στελέχη της Νέας Αριστεράς επισημαίνουν πως «οι στιγμές για την δημοκρατία είναι κρίσιμες και πως απαιτείται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες και κοινός βηματισμός. Σε αυτό το πλαίσιο αναμένονται άμεσες κοινοβουλευτικές και πολιτικές πρωτοβουλίες».
Πηγή: news247.gr