Ρεπορτάζ

Ανηλίκων ενήλικη βία

του Σάκη Ιωαννίδη Στα σχολεία της Θεσσαλονίκης, ιδιωτικά και δημόσια, τα περιστατικά σχολικής βίας μεταξύ ανηλίκων, το λεγόμενο bullying, είναι ένα φαινόμενο που αντιμετωπίζουν οι ειδικοί ολοένα και συχνότερα. Η μεταφορά του στο διαδίκτυο και η εμφάνιση του cyberbullying είναι σχεδόν φυσικό επακόλουθο. Οι παρέες 15χρονων πιτσιρικάδων που κλέβουν κινητά συμμαθητών τους, εκβιάζουν για χαρτζιλίκι […]

Σάκης Ιωαννίδης
ανηλίκων-ενήλικη-βία-17794
Σάκης Ιωαννίδης
cyberbully.jpg

του Σάκη Ιωαννίδη

Στα σχολεία της Θεσσαλονίκης, ιδιωτικά και δημόσια, τα περιστατικά σχολικής βίας μεταξύ ανηλίκων, το λεγόμενο bullying, είναι ένα φαινόμενο που αντιμετωπίζουν οι ειδικοί ολοένα και συχνότερα. Η μεταφορά του στο διαδίκτυο και η εμφάνιση του cyberbullying είναι σχεδόν φυσικό επακόλουθο. Οι παρέες 15χρονων πιτσιρικάδων που κλέβουν κινητά συμμαθητών τους, εκβιάζουν για χαρτζιλίκι και απειλούν, αποτελούν για τις αρχές «μεμονωμένα περιστατικά» που χτυπάνε την πόρτα μας. Τα πειράγματα που φαίνονται αθώα στους «μεγάλους», τραυματίζουν, πολλές φορές ανεπανόρθωτα, τους μικρούς. Για πολλούς η αυλή του σχολείου γίνεται φυλακή και αποδεικνύεται ότι το ξύλο σίγουρα δεν βγήκε από τον παράδεισο.

«Δε βαριέσαι, συμβαίνουν αυτά. Δεν πειράζει». Αυτή ήταν η μόνιμη απάντηση που έπαιρνε από τους καθηγητές του ο μικρός Γ., όταν στη Β’ Γυμνασίου πέρασε δύο μήνες «κόλαση» στην αυλή του σχολείου του. Στο ιδιωτικό σχολείο που επέλεξαν οι γονείς του για την ποιοτικότερη μόρφωσή του, σ’ ένα μέρος που έχει επικρατήσει αφελώς η άποψη ότι «δεν συμβαίνουν αυτά», ο ανήλικος μαθητής ήρθε αντιμέτωπος με το φαινόμενο της σχολικής βίας, του λεγόμενου bullying. «Έγινα δέκτης πειραγμάτων και χτυπημάτων για τα περιττά κιλά που είχα. Ήταν δυο – τρία παιδιά, σαν κλίκα, που δρούσαν όχι μόνο εναντίον μου αλλά και εναντίον άλλων συμμαθητών μου. Δεν ήταν όλοι μου οι φίλοι έτσι. Με τσιμπούσαν άγρια στο θώρακα. Οι δάσκαλοι μου έμεναν άπραγοι. Αναφέρθηκε και πέρασε στο ντούκου. Έγινε μια μικρή επίπληξη στους μαθητές αλλά δεν τιμωρήθηκαν ποτέ», μας εξομολογείται. Τα φαινομενικά αθώα τσιμπήματα έγιναν μελανιές στο θώρακα του μικρού παιδιού που άλλαξαν, ευτυχώς για λίγο, τη ζωή του. «Ένιωθα πολύ άσχημα. Δεν άντεχα να ξυπνάω κάθε μέρα και να έχω στο μυαλό μου ότι θα με στριμώξουν σε μια γωνία και θα με πειράξουν. Αν αυτοί βρίσκονται σε μια παρέα φίλων σου, φοβάσαι να πας για να μη σε δουν και αρχίσουν πάλι τα ίδια».

Η παρέμβαση των γονιών στη διεύθυνση του σχολείου δεν βελτίωσε την κατάσταση. Ο διευθυντής και οι καθηγητές αδιαφόρησαν και υποτίμησαν το θέμα, αλλά για τον ανήλικο μαθητή τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. «Δεν είχα κέφι να βγω έξω, να κάνω τα μαθήματα μου, να συμμετέχω σε κάποια δραστηριότητα. Ένιωθα ότι όλα περιστρέφονται γύρω από αυτό. Πώς θα πάω αύριο ξανά εκεί; είναι το σημαντικότερο θέμα που σκέφτεσαι. Στο σχολείο πηγαίνεις για να μάθεις πράγματα και να κάνες φίλους. Αν είναι να πηγαίνεις και να σε δέρνουν, καλύτερα να μην πας. Το σχολείο μου έγινε μια φυλακή».

Παραβατικότητα ανηλίκων

Το φαινόμενο του εκφοβισμού μεταξύ ανηλίκων στις σχολικές αυλές και έξω από αυτές και η μετατροπή του σε πράξεις βίας παρουσιάζει αύξηση σύμφωνα με τους ειδικούς. Περιστατικά ανηλίκων που κλέβουν, εκβιάζουν και απειλούν καταγράφονται όλο και συχνότερα στο αστυνομικό δελτίο. Το Μάρτιο συνελήφθησαν τέσσερις ανήλικοι στον Εύοσμο, ηλικίας 15 – 17 ετών, που έκλεβαν κινητά τηλέφωνα και μικροποσά από συνομήλικούς τους. Τον Ιανουάριο που μας πέρασε αποκαλύφθηκε ότι μια ομάδα ανηλίκων εκβίαζε επί πέντε χρόνια έναν συνομήλικό τους, από τον οποίο είχαν αποσπάσει συνολικά 5.000 ευρώ σε μετρητά και κοσμήματα αξίας 800 ευρώ «για να τον αφήσουν να ζήσει ή να μην κάνουν κακό στην οικογένεια του». Πέρυσι, η Ασφάλεια Θεσσαλονίκης είχε πιάσει έναν 17χρονο που ομολόγησε ότι εκβίαζε συστηματικά συμμαθητή του από τον οποίο είχε αποσπάσει συνολικά 3.000 ευρώ και τρία κινητά τηλέφωνα. Η υπόθεση δολοφονίας του μικρού Άλεξ από συνομιλήκους του είναι ένα ακραίο αλλά ξεκάθαρο παράδειγμα παραβατικής συμπεριφοράς ανηλίκων που κατέληξε σε αξιόποινη πράξη. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του Τμήματος Ανηλίκων στη Θεσσαλονίκη, τα αξιόποινα περιστατικά που αφορούν ανηλίκους είναι περιορισμένα και μεμονωμένα. «Είναι ελάχιστες οι υποθέσεις που έχουμε για βιασμούς, κλοπές, ανθρωποκτονίες και επαιτείες με εμπλεκόμενους ανηλίκους. Το μεγαλύτερο ποσοστό παραβατικότητας ανηλίκων αφορά σε παραβάσεις του ΚΟΚ», σημειώνει η προϊσταμένη του Τμήματος υπαστυνόμος Μαρία Κορώνη.

Κανείς δε μιλάει

Μέσα στις σχολικές αυλές τα πράγματα είναι διαφορετικά και τις περισσότερες φορές δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας είτε επειδή το σχολείο προσπαθεί να συγκαλύψει ένα περιστατικό βίας είτε επειδή δεν γίνεται γνωστό από το ίδιο το παιδί. «Μπορεί να μην έχουμε φτάσει να μετρούμε νεκρούς, αλλά πολλά περιστατικά με τα οποία έχω έρθει σε επαφή είναι πολύ τραγικά και σπάνια βγαίνουν προς τα έξω. Παιδιά που φτάνουν να βιώνουν κατάγματα σε μια σχολική αυλή, δύσκολα φτάνουν στην επίβλεψη κάποιου ειδικού. Υπάρχει τάση συγκάλυψης από τα ίδια τα παιδιά για να μη δώσουν συνέχεια και από τους γονείς που αισθάνονται ότι ένας χώρος που είχαν εμπιστευτεί τους πρόδωσε», μας λέει ο παιδοψυχίατρος και Μέλος του Βασιλικού Κολλεγίου Ψυχιάτρων Μ. Βρετανίας, Αλέξης Λάππας. Σε πολλά σχολεία της Θεσσαλονίκης, όπως μας εξηγεί, υπάρχουν παιδιά που έρχονται καθημερινά αντιμέτωπα με τα πειράγματα των συνομιλήκων τους που μετατρέπονται σε χτυπήματα, τσιμπήματα, κοινωνική απομόνωση και περιθωριοποίηση. Η πλειονότητα των εκπαιδευτικών δεν έχει εκπαιδευτεί για την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών και οι γονείς που βλέπουν τα παιδιά τους να γυρίζουν στο σπίτι με μώλωπες και χτυπήματα μάταια απευθύνονται στην αστυνομία καθώς η πράξη του εκφοβισμού (bullying) δεν προβλέπεται από τον Ποινικό Κώδικα. «Το μόνο που μπορεί να κάνει ο γονιός είναι μήνυση για εξύβριση ή για απλές σωματικές βλάβες. Η έννοια του εκφοβισμού είναι κάτι που λείπει από τη νομοθεσία και πρέπει να το δούμε ως ένα φαινόμενο που αν δεν αντιμετωπιστεί και εξαλειφθεί μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά αδικήματα. Ωστόσο, η αστυνομία θα έπρεπε να είναι η έσχατη λύση. Η πρώτη μας αντίδραση σε τέτοιου είδους περιστατικά είναι να βοηθήσουμε τους γονείς να επικοινωνήσουν με το διευθυντή και τους γονείς των παιδιών και να λυθεί εσωτερικά το ζήτημα. Είναι θέμα του σχολείου», σημειώνει η κ. Κορώνη.

Ο «τοίχος» του μαρτυρίου

Ο εκφοβισμός και η σχολική βία μεταφέρονται πολύ γρήγορα online στο διαδίκτυο και κυρίως στις ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης και τότε μιλάμε για το λεγόμενο cyberbullying. Ο μικρός Γ. είδε και εκείνος υβριστικά συνθήματα και ειρωνικά σχόλια πάνω στον «τοίχο» του facebook από εκείνους που τον ενοχλούσαν στην αυλή του σχολείου. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι το πλήγμα και ο στιγματισμός που δέχεται ο ανήλικος στο διαδίκτυο είναι πιο βαθύ και μόνιμο. «Η αυλή του σχολείου είναι ένας οριοθετημένος χώρος και τα προβλήματα μπορούν να λυθούν πιο ομαλά με την παρέμβαση ενός ειδικού ή του καθηγητή. Πολλές φορές κάνουμε επαφή με το θύμα και τον θύτη και βοηθάμε ώστε να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους. Στο διαδίκτυο όμως, δεν υπάρχουν γεωγραφικά ή χρονικά όρια. Ανά πάσα στιγμή της ημέρας το κοινό είναι απεριόριστο και οι θύτες πολλές φορές παραμένουν άγνωστοι», εξηγεί ο παιδοψυχίατρος Αλέξης Λάππας. Οι περισσότεροι μαθητές, όπως εξηγεί, όταν τους ρωτάς εάν έχουν υποστεί ή ασκήσει cyberbullying, θα πουν κατηγορηματικά «όχι». Όταν όμως τους εξηγήσεις ότι η απόρριψη από την ομάδα των «φίλων», το «ξεμπρόστιασμα» με τη χρήση φωτογραφιών ή βίντεο, η ψευδής φήμη που αναπαράγεται για έναν συμμαθητή, ένα μυστικό που αποκαλύπτεται στον περίφημο «τοίχο» είναι μορφές του cyberbullying, τότε τα πράγματα αλλάζουν. Κάτι που ξεχνάνε συνήθως οι ανήλικοι χρήστες του διαδικτύου (και οι ενήλικοι πολλές φορές) είναι ότι ο λόγος στο facebookή στα άλλα socialmedia μπορεί να μοιάζει προφορικός αλλά παραμένει γραπτός. «Τα πιο πολλά παιδιά έχουν υπάρξει θύτες και θύματα χωρίς να το έχουν καταλάβει, διότι δεν έχουν μάθει να χρησιμοποιούν σωστά το διαδίκτυο. Εάν αντιληφθούν ότι μια ενοχλητική φωτογραφία ή ένα πολύ προσωπικό βίντεο που ανεβάζουν μένει για πάντα αποθηκευμένο στο διαδίκτυο και μπορεί να αναπαράγεται συνεχώς, τότε θα καταλάβουν τη μεγάλη ευθύνη που έχουν όταν χρησιμοποιούν αυτό το μέσο», εξηγεί ο παιδοψυχίατρος. 

Υπόθεση Μέγκαν Μάιερ

Στις ακραίες μορφές του cyberbullying οι θύτες δεν είναι πάντα ανήλικοι, αλλά ενήλικες που δημιουργούν ψεύτικες ταυτότητες και προσπαθούν να προσεγγίσουν μικρά παιδιά, όπως εξηγεί ο κ. Λάππας και μας θυμίζει την τραγική ιστορία της 14χρονης Μέγκαν Μάιερ που το 2006 συντάραξε τη διεθνή κοινή γνώμη και κατέδειξε τη σοβαρότητα του ψηφιακού εκφοβισμού. Η Μέγκαν από το Μιζούρι των ΗΠΑ έλαβε μια μέρα ένα μήνυμα στο προφίλ της στο MySpaceαπό ένα 16χρονο αγόρι, τον Τζος Έβανς, ο οποίος της ζητούσε να γίνουν φίλοι. Η Μέγκαν δέχτηκε και άρχισαν να ανταλλάζουν μεταξύ τους μηνύματα. Το αγόρι φάνηκε ελκυστικό στη Μέγκαν, η οποία άρχισε να του ανοίγεται όλο και περισσότερο και να του μιλάει άνετα για την ίδια και την οικογένεια της. Τον Οκτώβριο του 2006 τα μηνύματα φιλίας του Τζος έγιναν εχθρικά προς τη Μέγκαν. Ο Τζος δημοσίευε υβριστικά σχόλια, κατηγορίες και μυστικά της Μέγκαν στο προφίλ του. Το τελευταίο του μήνυμα έλεγε: «Όλοι ξέρουν ποια είσαι. Είσαι ένα κακό άτομο και όλοι σε μισούν. Ο κόσμος θα ήταν ένα καλύτερο μέρος χωρίς εσένα». Μετά από λίγο η Μέγκαν κρεμάστηκε στη ντουλάπα της. Σε διάστημα ενός έτους εντοπίστηκε και ο Τζος, ο οποίος όμως δεν υπήρχε στην πραγματικότητα. Ήταν μια ψηφιακή καρικατούρα, ένας λογαριασμός – φάντασμα τον οποίο δημιούργησε η Λόρι Ντριου, η μητέρα μιας συμμαθήτριας της Μάιερ για να την εκδικηθεί επειδή η Μέγκαν είχε κουτσομπολέψει την κόρη της στο σχολείο.

Το «κλειδί» είναι η επικοινωνία

Ο μικρός Γ. βγήκε νικητής από την περιπέτειά του παρόλο που αναγκάστηκε να αλλάξει σχολικό περιβάλλον. «Η βία δεν λύνει τα προβλήματα. Δεν είμαστε ζώα. Οι άνθρωποι συζητούν, επιχειρηματολογούν και βρίσκουν τη λύση στα προβλήματα τους. Δεν πρέπει να φοβόμαστε να μιλήσουμε. Τα περισσότερα παιδιά βλέπουν πράγματα και δέχονται βία δεν το λένε καν. Το αφήνουν για μια άλλη φορά και δεν γίνεται ποτέ», μας λέει. Τα λόγια του μικρού αγοριού εντυπωσιάζουν για την ωριμότητα τους. Ο τρόπος που μιλάει για την περιπέτεια του και τη νίκη του φανερώνει ότι η επικοινωνία παίζει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση παρόμοιων καταστάσεων. «Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η ψηφιακή τεχνολογία ως μέσο ήρθε για να μείνει και τα παιδιά μας θα ζήσουν μ’ αυτό. Οποιαδήποτε μορφή εθελοτυφλίας απλά θα αυξήσει το πρόβλημα. Οποιαδήποτε μορφή ρομαντισμού πάλι θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα», επισημαίνει ο κ. Λάππας. Όταν οι γονείς ρωτάνε «όλα καλά στο σχολείο;», θα πρέπει στην εποχή μας να συμπληρώσουν «όλα καλά στο facebook;». «Το “κλειδί” είναι να μιλήσει το παιδί στους γονείς του, κάτι που δεν συμβαίνει στη χώρα μας. Όλη αυτή η κατάσταση προκαλεί κρίση επικοινωνίας μεταξύ των ανηλίκων και των ενηλίκων, γονέων και εκπαιδευτικών. Οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί πρέπει να εκπαιδεύονται και να συζητούν μαζί γιατί το πρόβλημα είναι κοινό», μας λέει ο παιδοψυχίατρος.

Η θυματοποίηση του συμμαθητή ή της συμμαθήτριας μπορεί να αρχίσει για πλάκα και να καταλήξει σε θλιβερές καταστάσεις. Ένα σπρώξιμο, ένα πείραγμα που προσβάλει και επαναλαμβάνεται, μια φωτογραφία που ανταλλάσσεται, ένα βίντεο στο inbox μπορεί να έχει μεγαλύτερες συνέπειες για την ψυχολογία και τη ζωή κάποιου από αυτές που φαντάζεσαι. Οπότε, σκέψου το ξανά πριν κάνεις κλικ στην «κοινοποίηση».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα