Άννα Κοκκίνου: Η εποχή μας είναι εποχή μίσους

Συνέντευξη: Πάνος Μιχαήλ Παράλληλα με τις παραστάσεις στην Αθήνα, που συνεχίζονται, τριών εμβληματικών έργων, η Άννα Κοκκίνου θα βρίσκεται στο Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης για να παρουσιάσει, από τις 13 Οκτωβρίου 2014 και για πέντε μόνο Δευτερότριτα, τις δύο από τις τρεις παραστάσεις της, «Λα Πουπέ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και «Μορφές από το έργο του […]

Parallaxi
άννα-κοκκίνου-η-εποχή-μας-είναι-εποχή-μ-18864
Parallaxi
la_poupe1.jpg

Συνέντευξη: Πάνος Μιχαήλ

Παράλληλα με τις παραστάσεις στην Αθήνα, που συνεχίζονται, τριών εμβληματικών έργων, η Άννα Κοκκίνου θα βρίσκεται στο Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης για να παρουσιάσει, από τις 13 Οκτωβρίου 2014 και για πέντε μόνο Δευτερότριτα, τις δύο από τις τρεις παραστάσεις της, «Λα Πουπέ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και «Μορφές από το έργο του Βιζυηνού». Στο πρώτο υποδύεται τη Ρίκα, την πιο επιδέξια ράφτρα φορεμάτων κούκλας που κλεισμένη στον κοριτσίστικο κόσμο της, δυσκολεύεται να καταλάβει τους άλλους, πληγώνεται και τότε γίνεται τρομαχτική. Το έργο γράφτηκε το 2007 από τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και η παράσταση σε σκηνοθεσία της πρωταγωνίστριάς της πρωτοανέβηκε το 2008 και παίχτηκε συνολικά τρεις θεατρικές σεζόν με πολύ μεγάλη επιτυχία.Στο δεύτερο η Αννα Κοκκίνου, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του έμπειρου Δήμου Αβδελιώτη μεταφέρει και ζωντανεύει κείμενα του Έλληνα λογοτέχνη και μετατρέπει την γλώσσα του κειμένου σε θεατρικό λόγο. Με μοναδικό αντικείμενο ένα τραπέζι γίνεται η αφηγήτρια των έργων του Βιζυηνού «Το μόνο της ζωής του ταξείδιον», «Το αμάρτημα της μητρός μου», «Μοσκώβ Σελίμ», «Μεταξύ Πειραιώς και Νεαπολέως», «Αι συνέπειαι της παλαιάς ιστορίας», «Πρωτομαγιά». Η Άννα Κοκκίνου με τα πολλά της πρόσωπα, τις πολλές φωνές, τις διαφορετικές ηλικίες και φύλα είναι έτοιμη να μας παρασύρει από τα πρώτα 5 λεπτά των παραστάσεων.

Τον Σεπτέμβρη του 2010 το έργο ανέβηκε στη Θεσσαλονίκη με μεγάλη επιτυχία και η Άννα Κοκκίνου μίλησε στην Parallaxi και στον Πάνο Μιχήλ για τη Λα Πουπέ, την περιπέτεια του θεάτρου,  τα παιδικά τραύματα, την απάθεια και για το σκοτεινό ποτάμι του μίσους που διατρέχει την εποχή μας.

Πώς γνωριστήκατε με τον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη και πώς προέκυψε ο ρόλος της Πουπέ; Τον είχα γνωρίσει παλιότερα αλλά δεν είχαμε αναπτύξει ιδιαίτερες σχέσεις. Μονάχα μέσω κοινών φίλων βρισκόμαστε καμιά φορά. Είχα κάνει μια σκέψη για ένα θέμα, ας το πούμε έτσι, είχα μια σκέψη, μια έμμονη ιδέα, με κάτι που να έχει κούκλα μέσα, υπήρχαν κι άλλα πράγματα, που κατά καιρούς γύριζαν στο μυαλό μου, κάτι κωμικό, κάτι σαρκαστικό, κάτι μεγάλης αμεσότητας με το κοινό, κάτι ελαφρώς παράδοξο. Είχα τρομακτική ανάγκη να εκφράσω κάτι κωμικά παράδοξο από μέσα μου, δε ξέρω πως αλλιώς να το πω. Συμπτωματικά εκείνη την εποχή διάβασα τους «4 Τοίχους» και είδα πως όλα αυτά που σκεφτόμουν, η ατμόσφαιρα που έψαχνα θα μπορούσε να εκφραστεί μέσω αυτού του συγγραφέα. Του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη. Έτσι τον πήρα τηλέφωνο, τον ρώτησα να τον ενδιαφέρει, υπήρχε πολύ μεγάλη ανταπόκριση και σιγά-σιγά δημιουργήθηκε ένα μεγάλο δέσιμο μεταξύ μας. Ένα δέσιμο που γίνεται όλο πιο βαθύ και πιο έντονο.

Πώς θα χαρακτηρίζατε τη Ρίκα, την ηρωίδα που έγραψε για σας; Κοιτάχτε, εγώ είμαι ακόμα στη φάση που την ψάχνω τη Ρίκα. Δεν την έχω γνωρίσει ακόμα εντελώς. Η Ρίκα είναι ένα πρόσωπο που η μοναξιά ως κατάσταση την καθορίζει, η απόρριψη από τους γονείς επίσης. Το παιδικό της τραύμα. Το γεγονός πως ασχολείται με τις κούκλες ως επάγγελμα, είναι σαν αυτό το τραύμα το παιδικό να έχει γίνει ζωή. Δεν θέλει να φύγει από το τραύμα γιατί δε μπορεί να φύγει. Κι έτσι ως αποτύπωμα τη συνοδεύει και την καθορίζει για μιαν ολόκληρη ζωή. Είναι ένα πρόσωπο που δε θέλει να δει τη πραγματικότητα του εαυτού της. Έχει μια επιθετική καλοσύνη που είναι κι αυτή μια άμυνα, ένα ακόμα ψέμα που λέει στον εαυτό της.

Κατά πόσο οι εγγραφές της παιδικής ηλικίας μάς καθορίζουν τελικά;  Μας ορίζουν απόλυτα. Δείτε πώς κοιτάει ένα παιδί και πώς κοιτάμε εμείς. Στο στάδιο της παιδικής ηλικίας όλα εγγράφονται, όλα γίνονται αποτύπωμα. Μέσα στο οποίο ρέει η ζωή.

Υπάρχει μια χαρακτηριστική αναφορά στο έργο, για το ότι η σημερινή εποχή είναι η εποχή της ταχύτητας και του μίσους. Γιατί κατά τη γνώμη σας συμβαίνει αυτό; Ας παρακολουθήσει κάποιος τον εαυτό του καθημερινά, Βιαζόμαστε συνέχεια, δεν έχουμε χρόνο για τίποτα, δεν έχουμε χρόνο για τα πιο ουσιώδη, συνέχεια βιαζόμαστε, έχει γίνει σχεδόν τικ…Βιαζόμαστε. Συνέχεια. Σκοντάφτουμε ο ένας στον άλλο, με τρομερή ταχύτητα, με τι τρομερό τρόπο αντιμετωπίζουμε ο ένας τον άλλο όταν συμβαίνει αυτό, με τι βλοσυρότητα, με τι μίσος, ναι μίσος. Η εποχή μας είναι  εποχή μίσους κι αυτό είναι κάτι διάχυτο. Όλα έχουν πιεστεί από μια ταχύτητα που μας ξεπερνά και μάς πιέζει να τα κάνουμε όλα μηχανικά και γρήγορα. Και το μόνο πράγμα που αφήνουμε πίσω είναι ο εαυτός μας. Και αυτό ως κατάσταση οδηγεί σε εσωτερικευμένη βία. Που κάποια στιγμή, δι’ ασήμαντον αφορμή ξεσπά.

Από πού εμπνευστήκατε για να σκηνοθετήσετε, να μετατρέψετε σε θεατρική πράξη τις ατμόσφαιρες του έργου και του ρολού; Δείτε. Στην αρχή δεν ήξερα πως να τα ενώσω όλα όσα συνέθεταν τη προσωπικότητα της Πουπέ. Μια μέρα μελετώντας το ρόλο θυμήθηκα ένα πρόσωπο από τα παιδικά μου χρόνια στην Αίγυπτο. Μια γυναίκα πολύ… χοντρή(γέλια). Χρειαζόμουνα κάτι που να τα ενώσει όλα τα επιμέρους κομμάτια του ρόλου και εμένα η μνήμη μου ανέσυρε αυτή τη χοντρή ως το εξωτερικό κέλυφος του ρόλου. Λοιπόν η χοντρή αυτή ήταν μονίμως δυσαρεστημένη και δε μπορούσε να καταλάβει πώς είναι καταδικασμένη να είναι χοντρή ενώ τρώει «τόσο» λίγο (γέλια). Και συγχρόνως έψαχνα για το εσωτερικό αίσθημα του ρόλου το οποίο μετά από λίγο το βρήκα. Βρήκα το αίσθημα της απάθειας. Η απάθεια μ’ έχει απασχολήσει πολύ, είναι ένα συναίσθημα της εποχής μας, εντελώς σημερινό.

Τι είναι αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με το θέατρο; Μόνο του ήρθε. Σαν ένα ανεπαίσθητο σπρώξιμο. Δεν ήταν έμμονη ιδέα, όχι δε ήταν καθόλου. Όταν είχα έρθει από την Αίγυπτο, και τον πρώτο καιρό βίωνα κάπως επώδυνα αυτή την αλλαγή από την Αίγυπτο στην Ελλάδα, είχα πάει σε μια παράσταση του Κουν, δε μπορώ να σε θυμηθώ σε ποιά. Ήμουν περίπου 17 χρονών, είχα μπει στη Φιλοσοφική τότε, και ξαφνικά κάποια μέρα ενώ καθόμουν μ ‘εναν φίλο μου σε μια παρέα με ρωτάει κάποιος με τι θα ήθελα ν’ ασχοληθώ, κι εγώ θυμάμαι την αίσθηση που μου είχε αφήσει η παράσταση στου Κουν και απαντάω αμέσως, ηθοποιός. Θυμάμαι ακόμα το βλέμμα του φίλου μου, γεμάτο έκπληξη να με κοιτάζει, γιατί δεν είχα εκδηλώσει τίποτα σχετικό μέχρι τότε (γέλια). Βέβαια είχα ένα καθηγητή στο Κάιρο, Χρήστος Διονυσόπουλος τ’ όνομά του, ο οποίος μου άνοιξε ένα ορίζοντα τεράστιο. Από αυτόν έμαθα την Αντιγόνη, το Σολωμό, τον Πλάτωνα. Κι αυτός με έβαλε να πρωτοπαίξω, στα πλαίσια τα σχολικά. Εγώ νόμιζα πως θα γίνω δημοσιογράφος (γέλια). Η δημοσιογραφία με τράβαγε πολύ. Μου άρεσε πολύ και η ζωγραφική, τα ταξίδια, και μετά έγινε ένα κλικ, την εποχή που βρέθηκα στην Ελλάδα δηλαδή. Λέγοντας το αυτό δεν εννοώ πως η απόφαση πάρθηκε κι άρχισε να υλοποιείται ευθύς αμέσως. Καμία σχέση.

Ο χώρος της λογοτεχνίας έχει αποτελέσει πολλές φορές πρόσφορη πηγή για τις θεατρικές σας απόπειρες. Τι είναι αυτό που σας έλκει εκεί; Αυτό το οποίο με έλκει και το οποίο έγινε ενστικτωδώς, είναι πως παίρνοντας κάτι το οποίο δεν είναι θεατρικό, για να το κάνεις να λειτουργήσει, αναγκαστικά ανακαλύπτεις τα εργαλεία τα θεατρικά. Είναι σαν να ασχολείσαι με το τι είναι θέατρο. Ασχολείσαι με τα πρωταρχικά υλικά του θεάτρου. Και δεν είναι κάτι που επειδή το βρήκες, ισχύει για κάθε έργο. Κάθε κείμενο έχει το δικό του κώδικα. Το μόνο που ξέρεις είναι πως πρέπει να κάτσεις να ασχοληθείς, να βρεις αυτόν το κώδικα. Και πρέπει να σου πω πως δεν είναι κάτι εύκολο. Έχουμε δει να μη λειτουργεί πάντα αυτό το πράγμα. Αυτό εμένα με τραβάει πολύ.

Τι σημαίνει, λοιπόν, το θέατρο για σας; Σημαίνει. Μαθαίνω για τη ζωή, μαθαίνω για τους ανθρώπους, μαθαίνω για τον εαυτό μου. Μαθαίνω ποιός είμαι.

Έχετε κάνει κινήσεις παράτολμες; Μόνο. Ότι εγώ αισθανόμουν πως είμαι ανολοκλήρωτη σαν ηθοποιός, τ’ ότι έπαιξα σε ένα έργο μόνη μου για πρώτη φορά, εννοώ τις Μορφές του Βιζυηνού, και πως αυτό συνέπεσε με μια στιγμή κατά την οποία δεν ένιωθα έτοιμη, έπρεπε να το κάνω όμως, δε σήκωνε τότε άλλη αναβολή, το θέατρο έπρεπε να ανοίξει κι έτσι αναγκάστηκα από ανάγκη να παίξω μόνη μου. Κι έπεσα στα βαθιά. Κι έπεσα σε ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να μου συμβεί. Βρέθηκα αντιμέτωπη με τα πρωταρχικά υλικά του θεάτρου. Το οποίο ήταν μεγάλη τύχη.

Μπορούμε να πούμε πως ο καλός ηθοποιός λειτουργεί σαν καθρέφτης για το κοινό, πως του βγάζει στην επιφάνεια το αληθινό του πρόσωπο; Το έχει πει πολύ καλά αυτό ο Σέξπηρ, πως το θέατρο είναι ο καθρέφτης της φύσης και λέγοντας φύση εννοεί τα πάντα. Αυτό πρέπει να είναι και ο ηθοποιός. Ο καθρέφτης της φύσης. Όταν δεν είναι έτσι λειτουργεί σαν παραμορφωτικός καθρέφτης. Σαν ένα τίποτα.

Βλέπετε το θέατρο ως εργαλείο παρέμβασης; Βέβαια. Και είναι κάτι για το οποίο αναρωτιέμαι ακόμα πάρα πολύ, γιατί η κατάσταση στην Ελλάδα δεν έχει πιο πάτο από αυτό που βιώνουμε. Με απασχολεί πάρα πολύ. Η ζωή μας έχει αλλάξει τελείως με αυτά που συμβαίνουν. Δεν είμαστε όπως ήμασταν. Και αυτό, το θέατρο οφείλει να το δείξει.

Εκμοντερνισμός  των μύθων και  των χαρακτήρων ή παραδοσιακογενή ανεβάσματα; Εσείς τι πιστεύετε; Αυτό το έχει πει εξαιρετικά ο Τσέχοφ στο «Γλάρο», μιλώντας για τους παλιούς και νέους τρόπους έκφρασης. Δεν υπάρχει παλιό και καινούργιο. Υπάρχει κάτι αληθινό ή όχι. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να κάνει κάποιος τα πάντα αρκεί να είναι αληθινά. Η αλήθεια είναι το παν.

Υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα να αποβεί δημιουργικά πρωτότυπος και αληθινά πρωτοποριακός; Έχουμε παραδείγματα που συμβαίνει. Ξέρετε επειδή έτυχε πέρυσι να δω κάποιες παραστάσεις στο εξωτερικό, αλλά και στο Φεστιβάλ Αθηνών, δε μπορεί παρά να κάνει κάποιος τη σύγκριση με τους ξένους ηθοποιούς. Είναι πιο ελεύθεροι, πιο απενοχοποιημένοι και έχουν και δυο πράγματα που λειτουργούν υπέρ τους. Έχουν καλύτερη εκπαίδευση και καλύτερο πολιτιστικό επίπεδο. Θα μπορούσαμε κι εδώ να έχουμε αυτό το επίπεδο γιατί έχουμε δυνάμεις εξαιρετικές. Αλλά υπάρχει αυτό το αναθεματισμένο το ελληνικό, που σου λέει: όχι δε θα σηκώσεις κεφάλι.

Πώς προετοιμάζεστε πριν βγείτε στη σκηνή; Αυτό που επιδιώκω είναι όσο γίνεται να είμαι πιο αμέτοχη, πιο ψυχρή. Όταν λειτουργεί αυτό, το αποτέλεσμα είναι πολύ καλό. Βλέπετε, είναι σαν να έχεις 10 κατσαρόλες μπροστά σου και πρέπει να ρυθμίσεις τις δοσολογίες των υλικών σε καθεμιά. Χρειάζεται ψυχραιμία και αποστασιοποίηση εκείνη την ώρα που όλα ετοιμάζονται συγχρόνως και το κοινό «πεινάει» από κάτω.

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που πρέπει για σας να έχει ένας ηθοποιός; Το ήθος. Μιλώντας κανείς για ήθος δεν εννοεί κάτι το ηθικό, σε καμιά περίπτωση. Ήθος σημαίνει στάση απέναντι σε πράγματα, στη ζωή, στο θέατρο. Αν το καλοσκεφτούμε από εκεί ξεκινάνε όλα.

Για ποιό πράγμα θεωρείτε τυχερό τον εαυτό σας και για ποιό άτυχο αυτά τα χρόνια που κάνετε θέατρο; Αισθάνομαι μόνο τυχερό τον εαυτό μου. Θα είναι ύβρις να ισχυριστώ πως με θεωρώ άτυχη. Είναι πολύ πλούσιο το ταξίδι μέχρι τώρα, γνώρισα πράγματα για το κόσμο, για τους ανθρώπους, που αλλιώς δε θα γνώριζα, αν δεν αντιμετώπιζα κι αυτές τις τρομερές δυσκολίες που αντιμετώπισα. Δε μπορώ να πω τη λέξη άτυχο, το θεωρώ κάτι σαν αχαριστία.

*Λα Πουπέ: 13-14, 20-21, 27-28/12 & Μορφές από το έργο του Βιζυηνού: 3-4, 10-11/11

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα