Συνάντησα τον Χέλμουτ Νιούτον (1920-2004)
Μια κουβέντα στην Θεσσαλονίκη το 1996.
Τον Χέλμουτ Νιούτον τον έφερε πρώτη φορά στην Ελλάδα, ο Νίκος Ταχιάος στα Δημήτρια το 1996. Ήταν μια μεγάλη έκθεση με 150 μυθικές εικόνες του, που είχαν στηθεί τότε στη γκαλερί της Βίλκα. Είχε έρθει και ο ίδιος για τα εγκαίνια. Ζήτησα μια συνέντευξη μαζί του, μου είπαν είναι δύσκολο, αποφάσισα να επιμείνω. Επέμεινα. Στήθηκα στη ρεσεψιόν του Macedonia Palace που έμενε. Μόλις κατέβηκε για πρωινό τον πλησίασα, τον καλημέρισα, του είπα τι θέλω. Αποκλείεται. Πάω για πρωινό, μου είπε. Περίμενα καμιά ώρα, βγήκε από την αίθουσα του πρωινού με είδε να περιμένω. Αποκλείεται μου ξαναείπε, πάω βόλτα τώρα. Έφυγε. Γύρισε μετά από ώρες. Περίμενα υπομονετικά. Εσύ δεν το βάζεις κάτω, μου είπε. Πάω στο δωμάτιο. Όταν κατέβηκε μετά από ώρες είχε πάρει να νυχτώνει. Με είδε να περιμένω στο ίδιο σημείο με φώναξε κοντά του. Έχεις πέντε λεπτά, μου είπε. Ρώτα. Τελικά περάσαμε μια ώρα παρέα. Ο άνθρωπος που φωτογράφισε Θεούς και Δαίμονες μου μίλησε για όλα. Και κείνη τη μέρα δεν την ξέχασα ποτέ. Έχετε δει φωτογραφίες του. Ερεθιστικές, σοφιστικέ, υπαινικτικές. Ένας ηδονοβλεψίας του κόσμου, του πλούτου και της μόδας. Ο Χέλμουτ Νιούτον, ο πιο συζητημένος φωτογράφος του αιώνα «εκτίθεται» στην Αθήνα με μια μεγάλη αναδρομική έκθεση στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, που θα εγκαινιαστεί στις 13 Νοεμβρίου και θα διαρκέσει ως τις 3 Μαρτίου του 2013.
Ο τρόπος που κοίταξε τους ανθρώπους πίσω απ΄το φακό του και η σπάνια ικανότητά του να οργανώνει εικόνες έτοιμες να εκραγούν, τον έκανε τον επιδραστικότερο, ίσως, δημιουργό στις δεκαετίες του ‘80 και του ‘90. «Μ΄αρέσει να επηρεάζω τους δημιουργούς», λέει χαμογελώντας. «Θεωρώ γελοίο, όμως το να με κοπιάρουν». 76 χρονών τη χρονιά της συνέντευξης, με βεβαρυμένο ιατρικό ιστορικό και ζωή χαρισάμενη, δεν έδειχνε πάνω από πενήντα. Δεν μπορεις να προσδιορίσεις την καταγωγή του. Μοιάζει να διαθέτει εγγλέζικο φλέγμα, αμερικάνικο τρόπο σκέψης και να κουβαλάει την ευρωπαϊκή κουλτούρα. Γεννήθηκε στη Γερμανία, η εβραϊκή του όμψως καταγωγή ανάγκασε την οικογένεια να φύγει από τη χώρα.. Έχει αυστραλέζικη υπηκοότητα, είνα δημότης Μόντε Κάρλο και ζει περιοδικά και στο Λος Άντζελες. Ένας πολίτης του κόσμου, λοιπόν.
Προτιμάτε την Ευρώπη από την Αμερική ως τόπο κατοικίας σας;
Νιώθω Ευρωπαίος, είμαι Ευρωπαίος και μ΄αρέσει. Έχω, όμως, ανάγκη από την «ένεση» της Αμερικής κάθε χρόνο, γι΄αυτό πηγαίνω.
Η Ευρώπη όμως της γενιάς σας είναι φορτωμένη με βαριές αναμνήσεις.
Έτσι είναι. Αλλά εγώ δεν είμαι πεσιμιστής, είμαι αισιόδοξος. Πρέπει να αποφασίσεις. ΄Η θα βάλεις τις μνήμες στη άκρη χωρίς να τις ξεχάσεις ή θα ζεις μ΄αυτές όλο το 24ωρο. Αν έκανα κάτι τέτοιο θα μου ήταν αδύνατον να δουλέψω.
Έμαθε φωτογραφία πλάι στην διάσημη φωτογράφο Yva, η οποία λάτρευε τα γυμνά και τα πορτρέτα. Καθιερώθηκε χαρη στη γαλλική Vogue και στη επιμονή της διευθύντριάς της να τον επιβάλλει, αντιμετωπίζοντας δεκάδες διαμαρτυρίες για τη τολμηρότητα των έργων του. Η ηδονοβλεπτική ματιά του αποτέλεσε για χρόνια το σημείο αμφισβήτησής στο έργο του.
Πώς σας φαίνεται η κριτική που σας ασκούν, τα όσα λέγονται για σας;
Με ικανοποιεί πολύ που βλέπουν οι άνθρωποι τις εικόνες μου και τις σκέφτονται και τις συζητούν. Πιστεύω ότι οι σοφιστικέ αναλύσεις προέρχονται από ανθρώπους που δεν καταλαβαίνουν τις φωτογραφίες μου. Για τους άλλους που ενοχλούνται από τα γυμνά, έχω να πω ότι μάλλον ζηλεύουν που είδα γυμνές όλες αυτές τις γυναίκες.
Έχουν μιλήσει για το έργο του με τους πιο ακραίους όρους. Έψαξαν τις καταβολές του στον Φρόιντ και στο Βερολίνο των 30ς. Ο ίδιος αστειεύεται μ’ όλα αυτά και μοιάζει να καταλαβαίνει μόνο τη γλώσσα των σωμάτων κι αυτό που εκπέμπουν οι άνθρωποι γύρω του. Εντυπωσιάζεται με τις Ελληνίδες που έρχονται στην έκθεσή του και προτείνει να τις φωτογραφίσει.
Ποια πρόσωπα προτιμάτε;
Μ΄αρέσει να φωτογραφίζω όλους τους ανθρώπους.
Κάποιο πρόσωπο που σας εντυπωσίασε ιδιαίτερα, υπάρχει;
Ναι, ήταν συναρπαστικό όταν φωτογράφισα την Μάργκαρετ Θάτσερ. Μ΄ενδιαφέρουν οι πολιτικοί. Επίσης μ΄αρέσει να φωτογραφίζω και τον Χέλμουτ Κολ Παρακολουθώ την πολιτική λίγο κι από απόσταση. Διαβάζω πολλές εφημερίδες. Διασκεδάζω πολύ γενικά όταν φωτογραφίζω ανθρώπους. Πάντα έλεγα πως θέλω να φωτογραφίζω τρεις κατηγορίες ανθρώπων: αυτούς που αγαπάω, αυτούς που θαυμάζω κι αυτούς που μισώ.
Δουλεύει εδώ και πέντε δεκαετίες κι όμως μόνο στα 80ς γνώρισε την καταξιώση που του άξιζε, σε μια μεγάλη έκθεση στο παρίσι, το ’84. Από κει και πέρα ο δρόμος άνοιξε, όπως και οι συζητήσεις που τον αφορούσαν σε όλο τον κόσμο. Ήταν άλλωστε η δεκαετία της ματαιοδοξίας και τα πορτρέτα του είχαν γίνει αντικείμενο λατρείας.
Τα πρόσωπα που φωτογραφίζετε είναι οκαθρέφτης της ματαιοδοξίας. Σας ενοχλεί αυτή η εικόνα;
Αντίθετα. Μ΄αρέσει όταν τα μοντέλα μου είναι ναρκισσιστές. Γίνονται εξαιρετικά θέματα έτσι.
Γιατί φωτογραφίζονται οι άνθρωποι;
Γιατί χρειάζονται σουβενίρ. Δεν μπορείς να ξεχάσεις κάτι όταν έχεις μια φωτογραφία, δεν την ξεχνάς εύκολα εκείνη τη στιγμή.
Εσείς γιατί βγάζετε φωτογραφίες;
Μ΄αρέσει πολύ να φωτογραφίζω. Μ΄αρέσει να δημιουργώ τον δικό μου κόσμο.
Βλέπετε όνειρα; Είναι ασπρόμαυρα;
Ναι, ονειρεύομαι πολύ. Μερικά τα θυμάμαι αλλά δεν ξέρω αν είναι ασπρόμαυρα. Μ΄αρέσουν πολύ οι εφιάλτες. Είναι ενδιαφέρον να βλέπεις εφιάλτες. Άλλες φορές ονειρεύομαι αυτοκίνητα, γιατί μ΄αρέσουν πολύ έτσι κι αλλιώς.
Τα πιο διάσημα πρόσωπα του κόσμου συνωστίζονται στο ατελιέ του, καίγονται για μια προσωπογραφία από τα χέρια του. Η Φέι Ντανάγουεϊ, ο Ντέιβιντ Μπόουι, η Τζόντι Φόστερ αγνώριστοι στους τοίχους της έκθεσης. Ο κόσμος στέκεται αποσβολωμένος κάτω από μια εικόνα του Ροσελίνι και του Ντέιβιντ Λιντς. Σχολιάζει, συζητάει, θαυμάζει. Τα έγχρωμά του είναι εξαιρετικά λίγα.
Δουλεύω περισσότερο στο ασπρόμαυρο που το γνωρίζω καλά. Δοκιμάζω, βέβαια, και το χρώμα, μ΄αρέσει. Αλλά δεν αγαπάω τα ζεστά χρώματα.
Η μόδα δεν σας ενδιαφέρει πια;
Σαφώς λιγότερο. Πέρασα 24 χρόνια στη Vogue. Τώρα ασχολούμαι με τις πόλεις. Είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Οι φωτογραφίες σας είναι σχεδόν πάντα σκηνοθετημένες.
Δεν σας αρέσουν οι τυχαίες πόζες;
Μ΄αρέσουν αλλά δεν μου τυχαίνουν συχνά.
Μπορούν να αλλάξουν οι φωτογραφίες τη ματιά του κόσμου;
Πιστεύω πως οι πρόσφατοι κοινωνικοί φωτογράφοι βοήθησαν στην αλλαγή των απόψεων του κόσμου. Όπως ο Τσαρλς Λέιμπορ. Όπως οι φωτογραφίες από πολέμους.
Περνά τις ημέρες του στο Μόντε Κάρλο μαζί με τη γυναίκα του, τη διάσημη φωτογράφο Άλις Σπρινγκς –στα σαλόνια των μεγάλων ξενοδοχείων, στα πολυτελή ρεστοράν, στις σουίτες, εκεί όπου στήνει τις χιτσκοκικές του εικόνες παίζοντας με τους πόθους και τα κρυμμένα μυστικά, που ο ίδιος δεν θέλει, όπως λέει, να μάθει. Τα θεϊκά οπίσθια της Μπριγκίτε Νίλσεν γίνονται αντικείμενο λατρείας σε μια πισίνα ξενοδοχείου, η Εύα Χερτζίκοβα ξαπλώνει αθώα ανάμεσα στους θαμώνες ενός ρεστοράν.
Υπάρχει τίποτε που δεν έκανε στη ζωή του καθώς έπαιζε αυτό το διαβολικό παιχνίδι;
Θέλω να κάνω πολλά ακόμα. Να βγάλω πολλές φωτογραφίες. Υπήρξα πολύ τυχερός στη ζωή μου.
Μετανιώνετε για κάτι;
Όχι για πολλά. Ειδικά για τις δουλειές μου καθόλου. Βρέθηκα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος και πάντα έτοιμος να αρπάξω την ευκαιρία.
Πού βλέπετε να «πηγαίνει» η εικόνα στο μέλλον; Θα ξαναγινόσασταν φωτογράφος;
Αν ήμουν σήμερα 25 χρονών δεν θα έκανα φωτογραφία, θα έκανα τηλεόραση. Μ΄ενδιαφέρει να επηρεάζω τους ανθρώπους κι αυτό πια μπορείς να το κάνεις μόνο μέσω της τηλεόρασης.
Δηλαδή οι νέοι φωτογράφοι δεν έχουν ελπίδες;
Αν κάποιος θέλει να γίνει θα του έλεγα να το κάνει, αλλά να ξεχάσει τα λεφτά από αυτήν την δουλειά.
Παρόλα αυτά εσείς κάνατε λεφτά; Πώς είναι να κάνεις μια τέχνη για λεφτά, κατά παραγγελία;
Αυτό θέλει πολλή συζήτηση. Ευτυχώς οι δικές μου δουλειές είτε για εκθέσεις είτε για δημοσιότητα ήταν πάντα πολύ προσωπικές.
Ο Χελμουτ Νιούτον είναι εξαιρετικά απλός. Μπροστά του στέκονται σούζα Θεοί και δαίμονες. Ο ίδιος όμως δεν μοιάζει με θηριοδαμαστή.
Τι σας φοβίζει;
Η σκληρότητα. Μόνο η σκληρότητα.