Ελένη Καραΐνδρου: Η ουσία της Μουσικής
της Βούλας Παλαιολόγου Οι μελωδίες της δίνουν ψυχή στις εικόνες του Αγγελόπουλου, γίνονται ένα με αυτές. Αλλά όχι, δεν “…μοιράζεται την καρέκλα του σκηνοθέτη” όπως έγραψαν… “Αυτά είναι υπερβολές”, λέει. Η Έλενα Καραΐνδρου είχε μιλήσει στη Βούλα Παλαιολόγου για την 7η κατά σειρά συνεργασία τους, για το δίσκο που “Το λιβάδι που δακρύζει”, αλλά και […]
της Βούλας Παλαιολόγου
Οι μελωδίες της δίνουν ψυχή στις εικόνες του Αγγελόπουλου, γίνονται ένα με αυτές. Αλλά όχι, δεν “…μοιράζεται την καρέκλα του σκηνοθέτη” όπως έγραψαν… “Αυτά είναι υπερβολές”, λέει. Η Έλενα Καραΐνδρου είχε μιλήσει στη Βούλα Παλαιολόγου για την 7η κατά σειρά συνεργασία τους, για το δίσκο που “Το λιβάδι που δακρύζει”, αλλά και για τις προηγούμενες και για το πείσμα της να γράφει και να παράγει μουσική έτσι όπως αυτή θέλει.
Για την αρχή μιας μαγικής συνεργασίας
Δεν μπορώ να συνοψίσω, να ορίσω επιγραμματικά πού οφείλεται η μαγική χημεία που με συνδέει μαζί του… Όλα έχουν την αρχή τους σε μια προϋπάρχουσα συγγένεια, πιστεύω. Αυτό το “όμοιος ομοίω αεί πελάζει” των προγόνων (…) Ήμουν φανατική με τις ταινίες του Αγγελόπουλου πριν τον γνωρίσω. Φανατική. Γευόμουν την ταινία, τους ρυθμούς, τα χρώματα, τις ιδέες, τα οράματά της, δεν ήμουν απ’αυτούς που μου φαινότανε μεγάλα τα πλάνα, όπως σχολίαζαν κάποιοι. Θυμάμαι τους “ΚΥΝΗΓΟΥΣ”. Το είδα, το ξαναείδα, δεν με κούραζε να το ξαναβλέπω. Βυθιζόμουν στους ρυθμούς, στην ατμόσφαιρά της. Μου άρεσαν π.χ. οι ρυθμοί του γιαπωνέζικου κινηματογράφου. Ανήκω σε αυτούς που θέλουν να παίρνουν τον χρόνο τους… Στον τρόπο που ζω, σκέφτομαι ή δουλεύω. Στον τρόπο που αντιμετωπίζω την τέχνη. (…) Προϋπήρχε η αγάπη μου για αυτόν, και επομένως, κάποια πνευματική συγγένεια. Ο ίδιος, όταν άκουσε τη μουσική μου στη “ΡΟΖΑ” του Χριστοφή το ’82 – πρόεδρος τότε της κριτικής επιτροπής του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης – και μου έδωσε το βραβείο, επεδίωξε συνάντηση μαζί μου, του άρεσε η δουλειά μου, βρήκε σε αυτήν χαρακτηριστικά που τον φόρτιζαν. Έτσι γίνεται… Όπως ο ίδιος είπε σε μία συναυλία το ’99 στο Φεστιβάλ της Ραβένας, είναι σαν τον έρωτα… Δεν μπορείς να προσδιορίσεις. Μια κοινή αισθητική κατεύθυνση έκανε να συναντηθούν οι δρόμοι μας, η ταύτιση ορισμένων ιδεών και κριτηρίων… Όταν μου λέει μια ιδέα, όχι ακόμα το σενάριο, αλλά τα πρώτα στοιχεία του σεναρίου, αυτόματα μου παρακινεί ερεθίσματα για δική μου προσωπική ενδοσκόπηση, συχνά ένα ολόκληρο μουσικό θέμα στηρίζεται σε αυτήν την πρώτη, πρώιμη ιδέα… Τη μουσική στο “ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ” την έγραψα μονομιάς, σε λίγες ώρες. Το πρωί ο Θόδωρος μου είπε το θέμα, την άλλη μέρα γράφαμε τη μουσική. Μπήκα στο στούντιο πριν αρχίσουν τα γυρίσματα, φανταστείτε!
Κάθε ταινία μια ιστορία
Στον “ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΟ”, ενώ είχα βρει το θέμα μου, έψαχνα καιρό το όργανο εκείνο που θα “έφερνε” ως άκουσμα αυτό που “έφερε” ο ήρωας – Μαστρογιάνι. Τότε σκέφτηκα το σαξόφωνο. Δεν έχει πατρίδα, ούτε ηλικία, όργανο άχρονο ή μάλλον διαχρονικό, εκφράζει τη μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου. Έβαλα στο Θόδωρο μουσική του Γκαρμπάρεκ να ακούσει, του άρεσε η ιδέα του σαξοφώνου. Δεν του φαινόταν απαραίτητος ο συγκεκριμένος μουσικός. Του εξήγησα ότι δεν είναι το όργανο, είναι η ερμηνεία. Αρχίσαμε συζητήσεις κλπ… Όμως είμαι πεισματάρα, είπα θα το παλέψω. Πήγα στο Όσλο, γράψαμε με τον Γκαρμπάρεκ το κομμάτι, του το έφερα, του άρεσε… Πρέπει να έχεις ψυχικό θάρρος σε ό,τι κάνεις, να αφήνεις κατά μέρος τις γνωστές καλλιτεχνικές ανασφάλειες που έχουμε όλοι, κι ο Θόδωρος κι εγώ… Να λες, έτσι πρέπει να γίνει, το αισθάνομαι… Αλλά να σέβεσαι και τη γνώμη του άλλου.
Δεν έχω γνώσεις κινηματογράφου. Μόνο διαίσθηση. Για αυτό κόλλησα με τον Θόδωρο. Δεν έψαχνε μουσικό να του γράψει σάουντρακ, το απεχθάνεται κι αυτός κι εγώ. Υπάρχει μια παράλληλη δημιουργία που προκύπτει ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που έχουν τη χαρά να συζητάνε, που δεν χορταίνουν ο ένας τη σκέψη του άλλου. Μαζί δουλεύουμε αλλιώς. Όχι με χρονόμετρο… Του αρέσει που είμαι δουλευταρού, επίμων. Δεν του αρέσουν οι yes men, του αρέσει η δημιουργική κόντρα, γιατί τότε έχεις κάτι να υπερασπιστείς…
Το “ΒΛΕΜΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ” το έγραψα σε μια κασετούλα. Το έδωσα στο Θόδωρο, το έβαλε στην τσέπη, το άκουσε μετά από ένα μήνα… Αφήνουμε το χρόνο, δουλεύουμε με ανορθόδοξο τρόπο. Αν με βάζανε σε κανένα πανεπιστήμιο να διδάξω μουσική για κινηματογράφο, θα τους έλεγα τρέλες! (…) Παλιά, φοιτήτρια θυμάμαι στο Παρίσι, τότε που δεν φανταζόμουν ότι θα έκανα μουσική για κινηματογράφο… Αυτοσχεδίαζα στο πιάνο, όταν κάποιος μου είπε ότι η μουσική μου γεννά εικόνες, ότι μπορώ να γράψω μουσική για σινεμά. Για μένα όμως η διαδικασία σύνθεσης είναι η ίδια. Μπορεί μια μουσική που θα γράψω για συναυλία να ταιριάξει σε μια ταινία.
Για το Λιβάδι που δακρύζει
Δεν μπορώ να μιλήσω για το “ΛΙΒΑΔΙ ΠΟΥ ΔΑΚΡΥΖΕΙ”. Ίσως ότι πιο σημαντικό έχει πει κινηματογραφιστής – τουλάχιστον εικαστικά – εμπεριέχεται στην ταινία. Και είμαστε ακόμα στο πρώτο μέρος… Μαζί με μια ενδιαφέρουσα ταινία, θα έχουμε την ευκαιρία να ζήσουμε τη συγκίνηση, τη φόρτιση της ιστορίας που “φέρουν” οι πρωταγωνιστές του, την ιστορία της Ελλάδας δηλαδή. Θεωρώ την ταινία ένα οπτικό ποίημα… Το χαρακτηριστικό της είναι ότι ο ήρωας – τον παρακολουθούμε από νεαρή ηλικία μέχρι τα γηρατειά – είναι μουσικός, ακκορντεονίστας. Από τη στιγμή που το κεντρικό πρόσωπο, γύρω από το οποίο χτίζεται ο μύθος, “φέρει” μέσα του τη μουσική, έχω έναν καμβά, γύρω από τον οποίον κεντάω. Το βασικό μουσικό θέμα υποτίθεται ότι το παίζει αυτός, και είναι το δικό του βλέμμα… Όπως στο “ΒΛΕΜΜΑ”, που ήταν θαρρείς το fresco των Βαλκανίων, έτσι κι εδώ υπάρχουν ορχήστρες, βυζαντινοί ψάλτες, μέχρι στη Ρουμανία φτάσαμε, να βρούμε μια τσιγγάνα, με ψιλή φωνή, κλπ. Η ιστορία στο α’ μέρος ξεκινάει το ’18 και καταλήγει λίγο μετά τον πόλεμο. Όταν ο Θόδωρος έγραφε το σενάριο, του’φερνα υλικό, ρουμάνικα, ρώσικα, σμυρναίικα, κομμάτια από την Οδησσό, κ.α., πολύ υλικό, πολλοί μουσικοί… Το CD – βγαίνει λίγο πριν λίγο μετά την ταινία, περίπου κατά τις γιορτές – περιέχει την πρωτότυπη μουσική, όχι όλα όσα έγραψα για αυτήν, πάντα γράφω πολλά παραπάνω εμπνεόμενη από τις ιδέες του έργου που βιώνω κατά την προετοιμασία του. Ο Θόδωρος χρησιμοποιεί ένα μέρος. Ακούμε, ξανακούμε τα κομμάτια… Μετά το αφήνω πάνω του. Αυτός θα πάρει ό,τι έχει να πάρει, είναι πια προσωπικά του υπόθεση…