Sary: Ένας πλανόδιος πιανίστας “πιάνει” Θεσσαλονίκη
Λέξεις-εικόνες: Μαριλένα Βασιλειάδου Τον Sary τον συνάντησα τυχαία μια μέρα να παίζει πιάνο χαμένος στη μουσική του, στη μέση της πιο πολυσύχναστης λεωφόρου της Θεσσαλονίκης, της Τσιμισκή. Αρχικά μού έκανε εντύπωση εκείνο που κάνει στους περισσότερους όταν τον πρωτοβλέπουν: ένας τύπος με εμφάνιση yogi, παίζει sufi μουσική σε ένα κλασικό, παλιό πιάνο, το οποίο έχει […]
Λέξεις-εικόνες: Μαριλένα Βασιλειάδου
Τον Sary τον συνάντησα τυχαία μια μέρα να παίζει πιάνο χαμένος στη μουσική του, στη μέση της πιο πολυσύχναστης λεωφόρου της Θεσσαλονίκης, της Τσιμισκή. Αρχικά μού έκανε εντύπωση εκείνο που κάνει στους περισσότερους όταν τον πρωτοβλέπουν: ένας τύπος με εμφάνιση yogi, παίζει sufi μουσική σε ένα κλασικό, παλιό πιάνο, το οποίο έχει χωρέσει σε ένα μικρό βαν, παρκαρισμένο μπροστά από καταστήματα γνωστών σχεδιαστών.
Τα τελευταία χρόνια έχει επιλέξει τη νομαδική ζωή ως δική του πραγματικότητα. Σπίτι του ένα βαν, στο οποίο κατάφερε να χωρέσει όλα του τα υπάρχοντα, όταν αποφάσισε να φύγει από το Λονδίνο. Μοναδική πηγή εισοδήματος έχει τη μουσική του δρόμου, μέσα από την οποία θεωρεί ότι μεταφέρει και ένα μήνυμα στους ακροατές του, μιας και επιλέγει να παίζει κομμάτια του μυστικιστή φιλοσόφου George Gurdjieff προσωπικότητα που επηρέασε τη ζωή του σε πολλά επίπεδα.
Πριν αφήσει το βροχερό Λονδίνο για να ταξιδέψει τον κόσμο, διατηρούσε δικό του ξυλουργείο, το οποίο και άφησε με σκοπό να ζήσει ως πλανόδιος μουσικός, να μοιραστεί την μουσική του με τον κόσμο και να ανακαλύψει τον δικό του λόγο ύπαρξης.
Δεν είναι δύσκολο να τον προσεγγίσει κανείς και να μάθει λίγα πράγματα για αυτόν. Αρκεί να νιώσει πως ενδιαφέρεσαι πραγματικά για όσα έχει να σου πει. Με θέα τον Θερμαϊκό και δυο κουτάκια μπύρας ξεκίνησε να μου λέει την ιστορία του…
Μια νέα αρχή…
Ο Sary από νεαρή ηλικία είχε μάθει να ζει χωρίς ανέσεις, οπότε η απόφαση να αφήσει την συμβατική καθημερινότητά του, δεν πάρθηκε με δυσκολία. Σε ηλικία 29 ετών άκουσε ένα κομμάτι του Gurdjieff που του έφερε δάκρυα χωρίς ο ίδιος να μπορεί να προσδιορίσει το γιατί. Αποφάσισε να αγοράσει ένα παλιό πιάνο και παρτιτούρες χωρίς να ξέρει να διαβάζει ούτε μια νότα και να μάθει από την αρχή ένα μουσικό όργανο. Ύστερα από κάποιο διάστημα, με πολλή προσπάθεια και υπομονή, το κατάφερε.
Συνεχίζοντας παράλληλα την ενασχόλησή του με την ξυλουργική, έπαιζε πιάνο στους δρόμους του Λονδίνου, χωρίς όμως να αποσπάσει από το κοινό το ενδιαφέρον που επιθυμούσε. «Αν και σταματούσαν αρκετοί να με ακούσουν και να με φωτογραφίσουν, δεν ενδιαφέρθηκαν ποτέ πραγματικά για τη μουσική μου. Οι περισσότεροι Άγγλοι έχουν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και πιστεύω πως ίσως σε αυτό οφείλεται το γεγονός ότι ενθουσιάζονται εύκολα με κάποιο θέαμα χωρίς να εμβαθύνουν»
Ήταν μια μέρα όπως όλες οι άλλες όταν αποφάσισε πως η μουσική δεν ήθελε να είναι απλά μια παράλληλη ενασχόληση αλλά η αποστολή του. Χωρίς κάποιο πλάνο για το πώς θα βιοπορίζεται, ποιους τόπους θα επισκεφθεί και πού θα καταλήξει, αποφάσισε να αφήσει για πάντα τον συμβατικό τρόπο ζωής και να γίνει ταξιδευτής…
Λονδίνο-Θεσσαλονίκη
Φεύγοντας από Λονδίνο έκανε στάσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις χωρίς ωστόσο να διανυκτερεύσει πάνω απο τρεις ημέρες. Θυμάται τη γνωριμία του με κάποιους μουσικούς στην Κροατία, με τους οποίους δημιούργησαν μιαν άτυπη μουσική εκδήλωση.Μιλάει ακόμα για το ταξίδι του στη Γερμανία μέσω του προγράμματος couch-surfing όπου έμεινε με ντόπιους και δημιούργησε διαχρονικές φιλίες.
Η Θεσσαλονίκη δεν ήταν ποτέ στα πλάνα του. Ήταν Σεπτέμβρης όταν πρωτοπάρκαρε το βαν του κοντά στην παραλιακή της πόλης και έκτοτε έχει περάσει πάνω από χρόνος που μένει εδώ ζώντας κυρίως από τη μουσική του και κάποιες αυτοσχέδιες ξυλοκατασκευές που δίνει προς πώληση σε ένα κατάστημα στη Ροτόντα.
Ανεξάρτητα από τον νομαδικό τρόπο ζωής του δεν επιλέγει να ζει εκτός κοινωνίας. Αυτό μπορεί να το καταλάβει κανείς συζητώντας για κάποια ώρα μαζί του. Πέρα από τις προσωπικές του δραστηριότητες, αποφάσισε να ενταχθεί στην Προσφυγική Αλληλεγγύη Θεσσαλονίκης-Ειδομένης ώστε να μπορέσει να βοηθήσει συνανθρώπους του ως εθελοντής. Αιγύπτιος ο ίδιος, γνώστης του καλού τσαγιού, έχει γεμίσει αρκετά καζάνια με ζεστό τσάι για τους Σύρους πρόσφυγες. Με ρώτησε αν έχω βρεθεί ποτέ σε κάποιο προσφυγικό camp. «Αν δεν έχεις πάει δεν ξέρεις πώς ζουν αυτοί οι άνθρωποι. Ακόμα και ένα ποτήρι ζεστό τσάι μπορεί να είναι η παρηγοριά τους. Είμαι Αιγύπτιος και ξέρω πώς τους αρέσει να πίνουν το τσάι τους…»
Όπως έχει προσφέρει ο ίδιος βοήθεια, έχουν υπάρξει αρκετοί που του έχουν προσφέρει τη δική τους. Συνήθως δεν την δέχεται, αλλά του αρκεί να ξέρει πως κάποιοι θα ενδιαφερθούν για την ιστορία του, θα τον ρωτήσουν αν χρειάζεται κάτι. Δεν το κάνουν όλοι. Για τους πολλούς είναι ένας ακόμα άστεγος και αρκετές φορές έχει αντιμετωπιστεί ο ίδιος ως περιθωριακός, περισσότερο στις πιο βόρειες χώρες όπου βρέθηκε και όχι τόσο στην Ελλάδα. «Ίσως τελικά να με έχουν κρατήσει οι άνθρωποι αυτού του τόπου εδώ» λέει με χαμόγελο.
Επιλέγοντας την Αυτάρκεια…
Ο Sary ζει τα τελευταία χρόνια σε ένα βαν, χωρίς θέρμανση, με μοναδική πηγή φωτός ένα φαναράκι νύχτας. Δεν έχει υπολογιστή, ούτε κινητό. Είχε ένα tablet όταν πρωτοξεκίνησε το ταξίδι του αλλά το αποχωρίστηκε και αυτό. Παρ’όλα αυτά, διατηρεί προσωπική σελίδα στο facebook και ιστοσελίδα μέσα από την οποία προωθεί τα έπιπλα που δημιουργεί, από ανακυκλωμένες παλέτες και όποτε χρειαστεί, επισκέπτεται κάποιο internet cafe. «Xρησιμοποιώ την τεχνολογία μόνο για επαγγελματικούς λόγους. Η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα. Ο νους μας είναι αδύναμος, αποσυντονισμένος πια, εξαιτίας του facebook, των κινητών και της τεχνολογίας γενικότερα»
Η επιλογή της αυτάρκειας δεν είναι καθόλου εύκολη. Τον περασμένο χειμώνα βίωσε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις. «Yπάρχουν δύσκολες μέρες όταν ζεις σε ένα βαν φτιαγμένο από ατσάλι, χωρίς θέρμανση. Το χειμώνα και το καλοκαίρι οι εσωτερικές συνθήκες είναι σχεδόν ίδιες με τις εξωτερικές. Πέρυσι το χειμώνα, στο κέντρο της πόλης είχαμε -5 °C. Κάποια στιγμή που είχα φτάσει πια στα όριά μου, έβαλα μπρος το βαν και ανέβηκα στον Όλυμπο που πρέπει να είχε κοντά -20°C! Πέρασα τη νύχτα εκεί και την επομένη γύρισα στην πόλη». Εξηγεί πως υπέβαλε τον εαυτό του στις ακραίες θερμοκρασίες του Ολύμπου ώστε το κρύο της πόλης να του φανεί υποφερτό- σημείο αναφοράς στην Ανατολική φιλοσοφία, όπου ο άνθρωπος υποβάλλει τον εαυτό του σε “θεληματική ταλαιπωρία”.
Εικόνα: Refugee Solidarity Movement Thessaloniki-Eidomeni
Πώς όμως βιοπορίζεται ένας άνθρωπος που ζει στην πόλη, χωρίς δουλειά; Είναι αδύνατο να πετύχει κανείς την πλήρη αυτάρκεια όταν δεν καλλιεργεί τη δική του τροφή. «Βγάζω χρήματα από τη μουσική που παίζω στον δρόμο. Ωστόσο το καπέλο είναι έξω στο πεζοδρόμιο, εγώ είμαι μέσα στο βαν, χαμένος στη μουσική μου και έτσι έχω διαχωρίσει πλήρως τον εαυτό μου από την παραγωγική διαδικασία. Θα ήθελα να έχω και πάλι ένα δικό μού εργαστήριο και εργαλεία να μπορώ να ασκώ την ξυλουργική μου τέχνη». Εκείνη την ώρα μου δείχνει μια ξυλοκατασκευή που έκανε με αυτοσχέδια εργαλεία. Μοιάζει με ανθρώπινη καρδιά. Χωρίς το δικό του εργαστήριο αναγκάζεται να χρησιμοποιεί παλέτες που πετούν στον δρόμο, ως πρώτη ύλη για τα έπιπλα που φτιάχνει. Αν εξαιρέσει κανείς πως περιορίζεται σε ένα και μοναδικό υλικό για όλες του τις δημιουργίες, θεωρεί πως παράγει οικολογική τέχνη αφού μετατρέπει ένα σκουπίδι σε χρηστικό αντικείμενο ή διακοσμητικό χώρου.
Λίγο πριν αποχαιρετιστούμε τον ρωτάω ποιά είναι τα επόμενα σχέδιά του. Δεν έχει ιδέα πότε θα φύγει από Θεσσαλονίκη ωστόσο ο τελικός του προορισμός είναι η Αίγυπτος όπου τον περιμένει ο μικρός του αδελφός για να ταξιδέψουν από εκεί στο Όρος Κιλιμάντζαρο.
O Sary είναι ένας από εκείνους τους ανθρώπους που επιλέγουν να ζουν αντισυμβατικά, ενάντια στο σύστημα του καταναλώνω άρα υπάρχω. Είναι ένας από εκείνους που. παρά τις δυσκολίες, επιλέγουν τη δική τους αλήθεια χωρίς να περιμένουν τη συγκατάθεση της κοινωνίας. Η ιστορία του μου θύμισε τα λόγια του ιδρυτή του κινήματος Freeconomy, Μark Boyle, πρώην οικονομολόγου, ο οποίος παράτησε το συμβατικό τρόπο ζωής για να ζήσει ένα χρόνο χωρίς χρήματα. Στο βιβλίο του ‘Τhe Moneyless Man’ ( ελλ.τίτλος «Ο Άφραγκος Άνθρωπος») όπου καταγράφει το οδοιπορικό του, αναφέρει τα εξής: «Μπορεί κάποιος να είναι εξαιρετικά ευτυχισμένος παρότι έχει λίγα χρήματα και επισήμως να κατατάσσεται σε εκείνους που πλήττονται από τη φτώχεια. Επίσης μπορεί κάποιος να είναι πραγματικά δυστυχισμένος ενώ έχει μεγάλο μισθό. Αυτοί που αποζητούν διαρκώς κάτι περισσότερο θα ζουν πάντα στη φτώχεια ασχέτως του πόσα χρήματα κερδίζουν, ενώ εκείνοι που είναι ευτυχισμένοι με όσα έχουν θα αισθάνονται πάντοτε ότι απολαμβάνουν αφθονία».