Επιδεινώνεται η ψυχική υγεία των εφήβων – Συμβουλές σε γονείς
Παιδιά αντιμέτωπα με νευρικότητα, πονοκεφάλους, ζάλη, δυσκολία στον ύπνο - Σοκάρουν τα στοιχεία έρευνας για τα παιδιά και τους εφήβους
«Παιδί είναι, θα του περάσει». Πόσες φορές έχουμε ακούσει αυτή την φράση για τις στιγμές που τα μικρά παιδιά θυμώνουν, εκνευρίζονται, λυπούνται και κλείνονται στον εαυτό τους; Μάλλον πολλές. Όμως, πολλές φορές «δεν περνάει» και όλο αυτό γιγαντώνεται. Ακόμα και η πιο μικρή τέτοια συμπεριφορά ή αλλαγή μπορεί κάτι να έχει να μας πει για την ψυχική υγεία ενός παιδιού ή εφήβου, να χρειάζεται φροντίδα και διαχείριση από τους ειδικούς.
Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία από τη μελέτη «Έρευνα για τις Συμπεριφορές που Συνδέονται με την Υγεία των Εφήβων» (HBSC) που δημοσίευσε το Περιφερειακό Γραφείο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για την Ευρώπη, όπου αναφέρουν πως από ψυχολογικές ή και σωματικές ενοχλήσεις όπως πονοκέφαλο, πόνο στο στομάχι, πόνο στη μέση/πλάτη, ακεφιά, δυσθυμία, νευρικότητα, δυσκολία να αποκοιμηθούν ή και ζαλάδα, υποφέρει το σχεδόν 60% των εφήβων στη χώρα μας και περισσότερο τα κορίτσια.
Όπως αναφέρει στη Parallaxi, η ψυχολόγος Έλλη Χατζηπαζαρλή «τα περιστατικά που αφορούν παιδιά και εφήβους έχουν αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Τα πιο συχνά συμπτώματα που εμφανίζουν συνήθως είναι η δυσκολία στον ύπνο από την υπερβολική έκθεση στην οθόνη»
«Από την φύση του ο εγκέφαλος του ανθρώπου, όταν νυχτώνει δίνει σήμα στο σώμα ότι πρέπει να αρχίσει να κατεβάζει παλμούς για να πάει για ύπνο. Με την διαδικασία της έκθεσης στην οθόνη παρεμβαίνεις σ’ αυτό και σταματάς την φυσική ροή των πραγμάτων με αποτέλεσμα να έρχεται η υπερδραστηριότητα στον εγκέφαλο και να μην κοιμάσαι. Γι’ αυτό βλέπουμε πολλά παιδιά να κοιμούνται 23:00, 00:00, 01:00 κλπ.
Στην 3η Γυμνασίου με 2α Λυκείου υπάρχει μεγάλο ποσοστό μαθητών που ξεπερνάει τις 12 το βράδυ για να κοιμηθεί. Οπότε και η νευρικότητα οφείλεται σ’ αυτό και η υπερβολική δραστηριότητα. Παλαιότερα τα παιδιά δεν είχαν 10 δραστηριότητες την βδομάδα. Πλέον δεν έχουν χρόνο μέσα στην μέρα τους για να ηρεμήσουν και όταν το παιδί θα τελειώσει 9 το βράδυ από την τελευταία του δραστηριότητα, πως θα κοιμηθεί στις 9μιση όταν βρίσκεται σε υπερδιέγερση; Όλα αυτά συντελούν στο να υπάρχει στα παιδιά αυτή η νευρικότητα, η αυπνία, ο εκνευρισμός… ακόμα και η θλίψη»
Αναφορικά με την θλίψη που αισθάνονται μερικά παιδιά σ’ αυτές τις ηλικίες, η κ. Χατζηπαζαρλή αναφέρει πως «οι γονείς πολλών παιδιών δεν είναι κοντά τους λόγω εργασίας. Στις μέρες μας οι άνθρωποι δουλεύουν πολύ περισσότερο, δεν είναι κοντά στα παιδιά αυτό έχει ως αποτέλεσμα να τα απομακρύνει γιατί όλοι είμαστε προέκταση της μαμάς μας και του μπαμπά μας. Όταν αυτή την προέκταση κόβεται γιατί έχει πάρα πολύ δουλειά και το παιδί δεν έχει κάπου να απευθυνθεί για να μιλήσει για έναν προβληματισμό του ή επειδή μάλωσε με κάποιον στο σχολείο. Έτσι απευθείας το παιδί αισθάνεται την απόρριψη – άσχετα που δεν γίνεται επί τούτου από την πλευρά των γονέων»
Επίσης όπως αναφέρει η ειδικός μεγάλο ρόλο παίζουν τα social media, όπου βλέπουν άλλα παιδιά με ακριβά κινητά, χρυσά κοσμήματα, ενώ εκείνα πηγαίνουν σχολείο-σπίτι.
«Όμως, αυτό που βλέπουν δεν μπορούν να καταλάβουν ότι δεν είναι αλήθεια και επηρεάζονται από αυτό. Γι’ αυτό και πολλά παιδιά δεν ξέρουν με τι θέλουν να ασχοληθούν όταν μεγαλώσουν. Απλώς σου λένε “θέλω να γίνω πλούσιος”»
Συνήθως στην αρχή απευθύνονται οι γονείς σε κάποιον ειδικό γιατί τα παιδιά είναι ανήλικα. Όμως αυτό που γίνεται στη συνέχεια είναι να έρχονται οι γονείς μία φορά και από εκεί και πέρα να σταματάει η συμβουλευτική γονέων και να έρχεται μόνο του το παιδάκι – κάτι το οποίο δεν βοηθάει ώστε οι ειδικοί να πετύχουν τον στόχο τους
«Αφήνουν το βάρος στον ασθενή και στον ψυχοθεραπευτή και σου λένε «κάνε καλά το παιδί γιατί εγώ δεν μπορώ να το βοηθήσω ή δεν ευθύνομαι κάπου», ενώ για το 90% των προβλημάτων των παιδιών ευθύνονται οι γονείς»
Οι βασικοί προβληματισμοί των γονέων, όπως εξηγεί επιγραμματικά η ειδικός είναι:
- Η υπέρμετρη χρήση οθόνης
- Ο τρόπος ντυσίματος των παιδιών
- Η αλληλεπίδραση που έχουν με τον κόσμο, ότι δεν μιλάνε, ότι στέλνουν μόνο φωτογραφίες και βίντεο.
- Σεξουαλική αγωγή που ναι μεν τους προβληματίζει αλλά δεν την διδάσκουν σωστά ούτε κάνουν κάτι γι’ αυτό.
Χρήσιμες συμβουλές προς γονείς
1-Να υπάρχει σεβασμός γιατί όταν ζητάς κάτι με επιβλητικότητα και αγένεια, δίνεις την εντύπωση στο παιδί πως δεν το σέβεσαι. Όμως, επειδή έχεις τον τίτλο του γονέα δεν σε κάνει κάποιον που πρέπει να σέβεται το παιδί. Πρέπει να βρουν μηχανισμούς για να κερδίσουν τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη τους.
2-Να θέτουν όρια. Για κάποια πράγματα πρέπει να προσυμφωνήσουν με τα παιδιά τους και να αρχίσουν να τα βάζουν σε μία σειρά για να τα δουλεύουν.
«Φυσικά όταν δεν μπορούν να κάνουν κάτι να μην φτάνουν στο όριο τους για να ζητήσουν βοήθεια. Στο ψυχολόγο δεν πάμε όταν νιώθουμε οριακά, πάμε όταν αναγνωρίζουμε πως υπάρχει μία δυσλειτουργική κατάσταση. Δεν είναι ταμπού»
Περισσότερο υποφέρουν τα κορίτσια
Κλείνοντας την κουβέντα μας η κ. Χατζηπαζαρλή τονίζει ότι τα περισσότερα περιστατικά αφορούν κορίτσια.
«Στα αγόρια για την σεξουαλικότητα οι γονείς λένε «ε εντάξει αγόρι είναι δεν πειράζει», «παίζει καμία κοπέλα». Φαντάζεσαι να πάει μία 15χρονη στον πατέρα της να πει πως έχει αγόρι; Οπότε επειδή δεν μπορούν να τα διαχειριστούν αυτά, έρχονται περισσότερο τα κορίτσια γιατί τα αγόρια προσπαθούν στην Ελλάδα να τα κάνουν όπως παλιά ότι μπορούν μόνα τους να κάνουν όλα, ότι οι άνδρες δεν κλαίνε, δεν ζητάνε βοήθεια. Ενώ τα κορίτσια πιο εύκολα θα τα πάνε, δυστυχώς αυτό για τα αγόρια…»
Οι διαταραχές των παιδιών στην Ελλάδα σύμφωνα με την μελέτη
Σημαντικά υψηλότερο ποσοστό έφηβων αγοριών και κοριτσιών στην Ελλάδα (60%, έναντι 44% του διακρατικού μέσου όρου) αναφέρουν εμμένουσες ψυχολογικές και σωματικές ενοχλήσεις. Ειδικότερα, περισσότεροι από τους μισούς αισθάνονται συχνά νευρικότητα (53%) και ευερεθιστότητα (51%), το 35% είναι συχνά «στα κάτω τους» (ενδεικτικό θλίψης) και σε παρόμοια περίπου αναλογία (30%) έχουν δυσκολίες ύπνου. Τέλος, ένας/μία στους/στις 4 (25%) έχει συχνά πονοκέφαλους και σε ίδια αναλογία (24%) έχει πόνους στη μέση (ενδεικτικό απουσίας άσκησης και αδράνειας).
Όπως και διεθνώς, έτσι και στην Ελλάδα, οι δείκτες ψυχικής υγείας και ευεξίας επιδεινώνονται με την ηλικία, το πέρασμα δηλαδή από τα 11 στα 13 και ακολούθως στα 15 έτη. Ωστόσο, αυτό που αποτελεί ιδιαιτερότητα για την Ελλάδα είναι ότι η επιδείνωση αυτή φαίνεται να είναι σχεδόν παντού εντονότερη κυρίως κατά τη μετάβαση από το δημοτικό (ηλικία των 11) στο Γυμνάσιο (ηλικία των 13), παρά κατά τη μετάβαση από το Γυμνάσιο στο Λύκειο (ηλικία των 15).