Φιλιά εις τα παιδιά
της Άννας Ποδάρα «Όλα έγιναν εξαιρετικά γρήγορα. Κάθε εβδομάδα έβγαινε στη Θεσσαλονίκη και καινούργια διαταγή. Οι Εβραίοι απαγορευόταν να ανεβαίνουν στο τραμ. Απαγορευόταν να μιλούν στο τηλέφωνο. Πρέπει αναγκαστικά να φορούν ένα αναγνωριστικό κίτρινο αστέρι. Κάποιες εβραϊκές συνοικίες περικλείστηκαν σε γκέτο και οι 55.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αναγκάστηκαν να στοιβαχτούν εκεί, φρουρούμενοι. Στην Ξηροκρήνη, κοντά […]
της Άννας Ποδάρα
«Όλα έγιναν εξαιρετικά γρήγορα. Κάθε εβδομάδα έβγαινε στη Θεσσαλονίκη και καινούργια διαταγή. Οι Εβραίοι απαγορευόταν να ανεβαίνουν στο τραμ. Απαγορευόταν να μιλούν στο τηλέφωνο. Πρέπει αναγκαστικά να φορούν ένα αναγνωριστικό κίτρινο αστέρι. Κάποιες εβραϊκές συνοικίες περικλείστηκαν σε γκέτο και οι 55.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης αναγκάστηκαν να στοιβαχτούν εκεί, φρουρούμενοι. Στην Ξηροκρήνη, κοντά στον Σιδηροδρομικό Σταθμό, στην Καλαμαριά, στον Βαρδάρη και αλλού. Αυτοί που έμεναν ήδη εκεί αναγκάστηκαν να φιλοξενήσουν δύο και τρεις οικογένειες.
Τον Μάρτιο του 1943, η μητέρα της Ροζίνας ξεκόλλησε το κίτρινο αστέρι από το παλτό το δικό της και της αδελφής της και τις φυγάδευσε από το γκέτο. Πιασμένες χεράκι-χεράκι, οι δυο μικρές Εβραιοπούλες, έφτασαν, όπως τους είχε πει η μάνα τους σε ένα συγκεκριμένο σημείο της πόλης. Εκεί είχαν ραντεβού με την κυρία Φαίδρα, μια Ελληνίδα, φίλη της οικογένειας. Τις πήγε σπίτι της. Το βράδυ έφτασε και η μεγαλύτερη αδελφή της Ροζίνας και την επόμενη μέρα οι γονείς της. Κρύφτηκαν μέσα. Δεν ξαναπέρασαν την πόρτα αυτού του σπιτιού, παρά μόνο 548 μέρες αργότερα.
Οι γονείς της Ροζίνας δεν πίστεψαν, τα λόγια των Γερμανών, ότι θα τους στείλουν δηλαδή στην Πολωνία για δουλειά. Πήραν την απόφαση να δραπετεύσουν από το γκέτο. Και σώθηκαν. Οι περισσότεροι όμως «φορτώθηκαν» στα τρένα και παραδόθηκαν στο Άουσβιτς και Μπίρκεναου. Τα 300 βαγόνια που είχαν φέρει στον σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης γέμιζαν και έφευγαν. Γέμιζαν και έφευγαν. Μέχρι τον Αύγουστο η πόλη είχε αδειάσει από κάθε εβραϊκό στοιχείο. Ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν.
Η μικρή Ροζίνα με τους δικούς της, ήταν κρυμμένη στο στόμα του λύκου, στο κέντρο της πόλης. Η οικογένεια της κυρίας Φαίδρας Καρακώτσου έμενε σε ένα καινούργιο διαμέρισμα, στη νεοκλασσική πολυκατοικία της Τσιμισκή 113. Ο σύζυγος ήταν γιατρός και είχαν και ένα παιδάκι, τον Φίλωνα. Με κίνδυνο της ζωής τους και μεγαλείο ψυχής, έκρυψαν αυτά τα πέντε άτομα για δυο σχεδόν χρόνια στο σπίτι τους και αναγκάστηκαν να πουν ψέματα σε όλους, συγγενείς και γείτονες. Ακόμα και ο μικρός Φίλωνας κράτησε το μυστικό, χωρίς να του ξεφύγει το παραμικρό. Ξέρεις, όταν εμπιστεύεσαι τα παιδιά, αυτά στο ανταποδίδουν.
Η Ροζίνα με τις αδελφές της, έβλεπαν πίσω από τις κουρτίνες τους Γερμανούς και τα τανκς να βολτάρουν στην πόλη. Αυτές δεν έβγαιναν ποτέ από κει μέσα. Καμιά φορά μόνο, ανέβαιναν στην ταράτσα, χωρίς να μιλάνε φυσικά, για να πάρουν λίγο αέρα. Στο σπίτι αναγκάζονταν να εφεύρουν νέα παιχνίδια για να περάσει ο χρόνος. Έπαιζαν κυρίως τα σκεύη του σπιτιού. Κουτάλια και πιρούνια μετατρέπονταν με την παιδική φαντασία στα πιο απίστευτα παιχνίδια. Έβρισκαν και άλλα παιχνίδια να παίζουν, σαν να λέμε σήμερα, επιτραπέζια. Αλλά πάντα αθόρυβα και ψιθυριστά, για να μην τους ακούσουν οι γείτονες. Δεν φοβόντουσαν μόνο τους Γερμανούς. Υπήρχε και ο κίνδυνος να τους καταδώσουν.
Στις 26 Οκτωβρίου του 1944, τα ελληνικά στρατεύματα απελευθέρωσαν την πόλη. Χαρούμενη η Ρόζα, βγήκε στον έξω κόσμο και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να πάει στην παλιά της γειτονιά, για να βρει την αδελφική της φίλη Μαρία. Η Μαρία ήταν χριστιανή. Και την βρήκε. Εκτός από αυτήν όμως, δεν βρήκε κανέναν άλλο. Περπατούσε στην πόλη και αισθάνονταν μια απέραντη μοναξιά. Φίλοι, συγγενείς, γνωστοί …δεν υπήρχε κανείς. Ήταν οι μοναδικοί επιζώντες; Λίγες μέρες αργότερα, έγινε ένα κάλεσμα για να δουν πόσοι Εβραίοι είχαν απομείνει από την πόλη και τα γύρω χωριά. Μαζεύτηκαν 70 άτομα! 70 από τις 55.000!
Όταν γύρισαν όσοι είχαν κρυφτεί την νότια Ελλάδα και οι επιζώντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης ο αριθμός ευτυχώς αυξήθηκε. Μαζεύτηκαν 1900 άτομα. Το 96% της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης είχε ισοπεδωθεί από τους Ναζί. Στην αρχή άκουγαν τις διηγήσεις όσων είχαν γυρίσει από το Άουσβιτς και τους αντιμετώπιζαν με συγκατάβαση. «Πάνε αυτοί, τρελάθηκαν», έλεγαν κουνώντας το κεφάλι. «Τόση ταλαιπωρία, τι περιμένεις…». Δεν το χώραγε ο νους τους, ότι όλα αυτά θα μπορούσαν να έχουν συμβεί. Δεν το χώραγε ο νους τους ότι θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο άνθρωπος σε άνθρωπο.»
Αν επισκεφτεί κάποιος την Θεσσαλονίκη, τον Φεβρουάριο του 2013, δύσκολα θα καταλάβει ότι σε αυτήν την πόλη, ζούσαν, μόλις 60 χρόνια πριν, 55.000 Εβραίοι! Μόνο ένα, πρόσφατο, μικρό γλυπτό, στην γωνία του πάρκινγκ της πλατείας Ελευθερίας, μας θυμίζει ότι τον Φεβρουάριο του 1943, οι Ναζί ξεκίνησαν να ξηλώνουν μισή χιλιετία θεσσαλονικιώτικης, εβραϊκής ιστορίας και το κατάφεραν. Σε 6 μόνο μήνες.
«Με τα χρόνια που πέρασαν δεν μου έχει μείνει μίσος για τους Γερμανούς, για αυτούς που μας κατέστρεψαν», αφηγείται η ΡοζίναΆΑσσερ-Πάρδο, στο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ. «Όχι, δεν τους μισώ. Μισώ όμως όσους προσπαθούν, ακόμη και σήμερα. Να τους μοιάσουν.»
*Το κείμενο προέρχεται από την αφήγηση του σκηνοθέτη Βασίλη Λουλε εμπλουτισμένη με ιστορικά στοιχεία, του Εβραϊκού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ, «Φιλιά Εις τα Παιδιά» θα προβληθεί ξανά στις 29/1, Μουσείο Κινηματογράφου / Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης, Αποθήκη Α’ – Λιμάνι, Ώρες: 18:30, 21:00.
**Στο ντοκιμαντέρ «Φιλιά Εις τα Παιδιά», ο σκηνοθέτης εκτός από την ιστορία της Ροζίνα Άσσερ-Πάρδο, μας παρουσιάζει την ιστορία άλλων τεσσάρων Εβραιόπουλων που σώθηκαν κατά την Γερμανική κατοχή. Ο Σήφης Βεντούρας, η Ευτυχία Νάχμαν-Ναχμία, η Σέλλυ Κούνιο-Κοέν και ο Μάριος Σούσης από τα Γιάννενα σώθηκαν εξαιτίας της μεγαλοψυχίας κάποιων Ελλήνων, που με κίνδυνο της ζωής τους, τα έκρυψαν στα σπίτια τους. Η ταινία παρακολουθεί αυτά τα πρόσωπα από την παιδική ηλικία μέχρι σήμερα, φέρνοντας στο φως πολύτιμα προσωπικά τους ντοκουμέντα – ένα παιδικό ημερολόγιο, φωτογραφίες και οικογενειακά φιλμάκια – τεκμήρια μιας ολόκληρης εποχής.