Η Υψηλότητα της Κάτω Νύχτας
της Άννας Ποδάρα Δεν θέλω να σου δώσω συνέντευξη. Με ψάχνεις μέρες, το ξέρω. Μιλάω ντόμπρα όμως. Κουράστηκα να λέω για τα προσωπικά μου. Για τι άλλο να σου πω, για το «Αμάν… Αμήν»; Εγώ θα διαφημίσω κοτζάμ Ξαρχάκο; Τι είπες ότι θες να με ρωτήσεις; Κάτσε. Για την κυρία που μου λες, ξέρω πολλά… […]
της Άννας Ποδάρα
Δεν θέλω να σου δώσω συνέντευξη. Με ψάχνεις μέρες, το ξέρω. Μιλάω ντόμπρα όμως. Κουράστηκα να λέω για τα προσωπικά μου. Για τι άλλο να σου πω, για το «Αμάν… Αμήν»; Εγώ θα διαφημίσω κοτζάμ Ξαρχάκο; Τι είπες ότι θες να με ρωτήσεις; Κάτσε. Για την κυρία που μου λες, ξέρω πολλά…
Η Κάτω Νύχτα… Άστο κούκλα μου, δεν θες να την γνωρίσεις… Ο ποιητής Γιάννης Βαρβέρης την ονόμασε έτσι, σε ένα ποίημα που έγραψε. Για μένα. Για μας που είμαστε βασανισμένοι άνθρωποι και τραγουδάμε στην νύχτα που δεν λάμπει. Έτσι… Που δεν έχει αίγλη. Ο Γιάννης ερχόταν μια φορά την εβδομάδα να με ακούσει. Και μιλούσαμε στο τηλέφωνο, πολύ. Σχεδόν κάθε βράδυ. Ο Θεός ας αναπάψει την ψυχούλα του. Τι έψαχνε ένας ποιητής στα μπουζούκια; Την φωνή μου! Και η Μαλβίνα με αγαπούσε. Σαν την φωνή σου δεν υπάρχει άλλη, μου έλεγε.
Γεννήθηκα στην Φωκίωνος Νέγρη. Καταγωγή από την Μέσα Μάνη, Κότρωνα μεριά. Η γιαγιά και ο παππούς μου ήταν δάσκαλοι στα ανάκτορα, κάνανε μάθημα στα πριγκηπόπουλα. Σαν αριστοκράτες ήμασταν! Αλλά εγώ ήθελα να γίνω τραγουδίστρια, τρομάρα μου! Και το΄ σκασα για την Αμερική. Τρία χρόνια έκλαιγα..Μου έλειπε η μάνα μου. Και γύρισα. Το ’72 γύρισα Ελλάδα και άρχισα να τραγουδάω με τους μεγάλους. Τσιτσάνη, Γαβαλά, Ζαμπέτα… Α, τα ξέρεις αυτά… Τα’ χεις διαβάσει;
Έλεγα αντρικά τραγούδια και γι΄ αυτό με πολεμούσανε. Γιατί; Μα τα΄ λεγα καλύτερα! Όχι, ο Ζαμπέτας, ο Τσιτσάνης και οι λοιποί δεν μου μάθανε τίποτα. Είχα συναντήσει καλύτερους από αυτούς στην Αμερική. Τον Τατασόπουλο, τον Τζουανάκο… Εδώ τα μπουζούκια ήταν διαφορετικά από της Νέας Υόρκης. Έβγαιναν στην αρχή 5-6 γυμνές, μετά ο τραγουδιστής και αυτό ήταν. Στο Μανχάταν είχαμε μπαλέτα. Πολυεθνικά. Λέγαμε τραγούδια σε όλες τις γλώσσες. Εγω ήξερα γαλλικά, ιταλικά μέχρι και εβραίικα. Τραγουδάγαμε και blues…Αλλά όταν ερχόταν η ώρα του ρεμπέτικου δεν παίζαμε. Ακούγονταν πραγματικά ρεμπέτικα. Τα χασικλίδικα…
Πηγαινοερχόμουνα συχνά στην Αμερική και έφερνα πίσω όλες τις νέες μόδες. Μια σεζόν, στα «Ξημερώματα», (ένα μαγαζί του παππού Γιγουρτάκη) , είχα ξυρίσει μια τούφα από τα μαλλιά μου και έβαφα κάθε βράδυ ένα κεραυνό ανάμεσα στα μάτια μου. Αλά David Bowie. Nαι, ήταν της μόδας τότε στο εξωτερικό.Mια άλλη φορά, είχα φέρει από Νέα Υόρκη ένα κουστούμι διάφανο. Ήταν πλαστικό, ολόσωμο. Έβγαινα με αυτό και γίνονταν χαμός!
Ζήσαμε την εποχή της υπερβολής. Ένα μεγάλο σόου ήταν τότε η νύχτα! Ναι, όπως το λες. Όλα για το θεαθήναι! Θυμάμαι ότι στην Αμερική ένας πελάτης ξόδεψε για πάρτη μου στο μαγαζί 1 εκ. δολάρια! Σε τρεις μήνες. Όχι, βρε παιδί μου, δεν ερχόταν κάθε βράδυ! Δεν εννοώ αυτό. Απλά, ξόδεψε συνολικά 3 εκ. Ένας έμπορος μπριγιάν από την Ολλανδία ερχόταν συνέχεια και κάθε φορά πλήρωνε με μπριγιάν. Σου φαίνονται σκηνές από ταινία; Είσαι μικρή, γι΄ αυτό… Τραγουδάγαμε με τον Κόκκοτα και μας ρίχνανε στην πίστα λίρες. … Έφερνε ο άλλος τα λουλούδια με νταλίκες για πάρτη μου. Γυναικεία φιλαρέσκεια…σιγα! Εγώ δεν πιάστηκα ποτέ! Τα λεφτά τα πέρνανε οι μαγαζάτορες. Οπότε δεν με ένοιαζαν όλα αυτά…
Δεν ξέρω αν έχει αλλάξει η νύχτα… Δεν βγαίνω αλλού εκτός από το δικό μου μαγαζί. Από τότε που φύγανε οι παλιοί σταμάτησα. Δεν μπορώ να ακούω ένα τραγούδι από κάποιον που δεν ξέρει να το πει σωστά. Τσαντίζομαι! Φτιάχνομαι μόνο με την φωνή μου… Εγώ πάντως ακόμα και σήμερα δεν πάω πουθενά να τραγουδήσω χωρίς την λουλουδού μου. Φέρνω πολλά λουλούδια στο μαγαζί. Ο κόσμος με αγαπάει και με επιβραβεύει. Πως; Ξοδεύει για πάρτη μου!
Η Καίτη την ημέρα; Κοιμάται! Δεν ακούω μουσική σπίτι, εκτός από Μπίλυ Χόλιντει. Μου αρέσει πολύ, από τότε που ήμουν στο Μανχάταν. Και στα μαγαζιά τραγουδάω κανένα ρεμπέτικο σε ρυθμό blues. Έτσι, για να μην βαριέμαι. Τι σχέση έχουν τα ρεμπέτικα με τα blues; Ξέρεις ότι και ο Μάρκος Βαμβακάρης από μπλουζίστας ξεκίνησε; Έτσι έπαιζε τα ρεμπέτικα, σε ρυθμό blues. Aυτά τα δύο μοιάζουν πολύ. Θέλουν ψυχή για να τα τραγουδήσεις… αλλιώς δεν βγαίνουν.
Είμαι ερωτευμένη με τον Σταύρο. Αλλά τον γνώρισα αργά. Γελάς; Δεν αστειεύομαι. Θα μπορούσα να τον έχω ερωτευτεί. Μου αρέσει το μυαλό του. Δεν έχω γνωρίσει άλλον άνθρωπο που να ζει και να αναπνέει για την μουσική. Έχει τρομερές γνώσεις γύρω από το ρεμπέτικο, μπορούμε να μιλάμε για ώρες. Τον γνώρισα στην Βικτώρια, το μαγαζί που τραγουδούσα 5 χρόνια. Τον έφερε ο Βασίλης ο Δρογκάρης, ο ακορντεονίστας. Δεν τον είχα συναντήσει ποτέ ως τότε. Σκέψου τι άνθρωπος είναι που μου έκανε δίσκο και έβαλε για τίτλο «Η κυρία Καίτη και εγώ». Θα ήθελα να ζούσαν οι γονείς μου να με έβλεπαν τώρα! Θα ήταν πολύ περήφανοι.
Έχω φανατικό κοινό που με ακολουθεί χρόνια. Μετά τον Σταύρο με γνώρισε περισσότερος κόσμος. Έκανα και μια παράσταση με την Σπείρα Σπείρα του Κραουνάκη. Μου έγραψε και ένα τραγούδι: Το Ζεμπέκικο της Ντάλη. Οι στίχοι είναι του Ιάκωβου Καμπανέλλη. «Όχι, ποτέ δεν σε είχα δει μα σε περίμενα, χωρίς κανένας να μου’ χει πει πως θα΄ρθεις…» Τώρα είπα δύο καινούργια τραγούδια με τους ΠΥΞ-ΛΑΞ. Είναι blues. Δεν ξέρω αν θα κυκλοφορήσουνε… Αν βρούνε δισκογραφική… Όλες κλείνουν τώρα… Είναι βλέπεις αυτό το youtube…
Μπα, δεν έχει διαφορά το κοινό. Ο ίδιος κόσμος είναι. Το ίδιο καψουρεύεται ο νέος του Κραουνάκη με τον 50άρη στην εθνική οδό. Η ζωή δεν αλλάζει ποτέ. Αγαπάς, ερωτεύεσαι, χαίρεσαι, πονάς, κλαις, γελάς, πεθαίνεις. Τα τραγούδια είναι το θέμα. Πλέον, βγαίνουν τραγούδια, που δεν έχουν ψυχή. Γι΄ αυτό ο κόσμος ακούει ακόμα τα παλιά. Δεν βλέπεις την παράσταση του Ξαρχάκου; Ανέβηκε πρώτη φορά πριν 17 χρόνια και τώρα που ξαναβγήκε είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Λέω ότι αυτά τα τραγούδια δεν θα πεθάνουν ποτέ. Καμιά φορά όμως, φοβάμαι μήπως φύγουν, με την δική μας γενιά. Ποιος θα πει τέτοια τραγούδια; Με τι βιώματα; Και έχει άραγε ο πατέρας μεταδώσει στον γιό την αγάπη του για το ρεμπέτικο; Δεν ξέρω…
Με το τραγούδι είμαι άρρωστη. Αυτό που έλεγε και ο Μπίνης! Αφιέρωσα την ζωή μου στο τραγούδι… Αν ξανάρχιζα από την αρχή όμως θα γινόμουν νοικοκυρά! Με παιδιά, ναι! Και 4 και 5! Έχασα πολλά πράγματα λόγω της νύχτας. Την προσωπική μου ζωή. Δεν γινόταν να είσαι γυναίκα, να τραγουδάς κάθε βράδυ και να έχεις και οικογένεια. Από τότε που πέθαναν οι γονείς μου είμαι μόνη μου. Η νύχτα μου έδωσε πολλές πίκρες, ταλαιπωρήθηκα πολύ. Δεν με νοιάζει να το πω, είμαι ντόμπρα εγώ. Μετάνιωσα που μπήκα στο τραγούδι.
Όσοι με γνωρίζουν θέλω να θυμούνται ένα πράγμα: Ότι είμαι καλός άνθρωπος και ντόμπρα. Ναι, σ’ αυτό δίνω μεγάλη σημασία. Στη νύχτα γνώρισα πολύ υποκρισία, ανθρώπους που την μια μέρα σε αγαπάνε και την άλλη κάνουν πως δεν σε ξέρουνε. Αυτό με πλήγωνε πιο πολύ. Είμαι ντόμπρα. Μόνο αυτό. Γιατί σου κάνει εντύπωση; Μα δεν χρειάζονται να με θυμούνται για την φωνή μου! Αυτήν, κούκλα μου, την άφησα παρακαταθήκη. Είναι σε δίσκους, στα youtube και τα λοιπά. Έτσι κι αλλιώς. Εσύ που με γνώρισες όμως θέλω να σου μείνει αυτό: Ότι είμαι γνήσιος χαρακτήρας, με στοιχεία ρεμπέτικα.
Το σώμα
της παλιάς αηδόνας σού τραγούδησε
το πόσο πόνεσε και τώρα
άλλο δε γίνεται να τραγουδήσει.
Έτσι είναι. Στην κάτω νύχτα
όλα σωπαίνουνε.
(Απόσπασμα από το ποίημα «Κάτω Νύχτα», του Γιάννη Βαρβέρη)
-Ιnfo: H Καίτη Ντάλη πρωταγωνίστησε στο “Αμάν Αμήν”, μια μουσική παράσταση βασισμένη στο ρεμπέτικο τραγούδι, σε σκηνοθεσία του Σταύρου Ξαρχάκου, που ανέβηκε για πρώτη φορά το 1995. Τον Δεκέμβρη του ’11 ανέβηκε στην πόλη μας, μια συμπαραγωγή του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και του Θεάτρου Ακροπόλ.