Θεσσαλονίκη: Η ζωή μετά τα ψυχοφάρμακα

Το «Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Χώρο της Ψυχικής Υγείας» στην Θεσσαλονίκη και οι ιστορίες που κρύβει.

Parallaxi
θεσσαλονίκη-η-ζωή-μετά-τα-ψυχοφάρμακα-197169
Parallaxi

«Είναι μια τρέλα»

Το «Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Χώρο της Ψυχικής Υγείας» στην Θεσσαλονίκη επιχειρεί τους δύσκολους καιρούς που διανύει η χώρα, να τους μετατρέψει σε ευκαιρία για την ανάπτυξη αλληλέγγυας συμπεριφοράς προς τους ασθενείς και τους οικείους τους.

της Harriet Wolff* / Κεντρική Εικόνα: Αχιλλέας Χήρας Μετάφραση από τα Γερμανικά: Τιτόκη Ιωάννα

_DSC2463

Ακούει φωνές, με τις οποίες έχει δημιουργήσει πια φιλικές σχέσεις. «Κουβεντιάζω μαζί τους, είναι πλέον ένα κομμάτι του εαυτού μου.» Δεν ήταν πάντα έτσι. Παλιότερα τρόμαζε, μερικές φορές μάλιστα γινόταν έξαλλος μαζί τους.

«Η οικογένειά μου την πρώτη φορά έδωσε εντολή να εισαχθώ σε μια κλινική, στο σπίτι μας ήρθε ακόμα και η αστυνομία. Τότε βέβαια, κάποιοι δεν έχασαν την ευκαιρία, κι έβγαλαν το φαρμάκι τους». Για ένα διάστημα νοσηλεύτηκε σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα, «κι όταν επέστρεψα στο σπίτι, ήμουν εξαρτημένος από τα φάρμακα και τον γιατρό μου.

Ο Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης, ο άνθρωπος που αφηγείται την ιστορία του, κάθεται μπροστά σ΄έναν αχνιστό τουρκικό καφέ, στο “Παλέρμο”, ένα καφέ που βρίσκεται στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.

Το αγαπημένο του στέκι είναι ένας χώρος μιας άλλης εποχής -αυτή την εντύπωση αποκομίζει κάποιος, μπαίνοντας μέσα. Εκεί μέσα όλα κυλούν σε χαλαρούς ρυθμούς, από τα ηχεία του στερεοφωνικού ακούγεται μουσική σουίνγκ, στους τοίχους είναι αραδιασμένες γυάλινες βιτρίνες με συλλεκτικά αντικείμενα, τοποθετημένες σαν μια στοιχειοθήκη.

Καθώς ανάβει το πουράκι του ο Δ. Χατζηβασιλειάδης φωτίζει ένα δελφίνι από γυαλί Murano. Ο 35χρονος έχει μαύρα πυκνά και σγουρά μαύρα, κάπως ακατάστατα. Με προσοχή επιλέγει κάθε κουβέντα και το βλέμμα του είναι συγκεντρωμένο. Οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του, δίνει την αίσθηση, ό,τι το ρουφά σαν σφουγγάρι. Αρνείται, ωστόσο, να φωτογραφηθεί για το ρεπορτάζ.

Σε υψηλές δόσεις, αναφέρει ο Χατζηβασιλειάδης, λαμβάνουν αρκετοί άνθρωποι στην Ελλάδα ληγμένα ψυχοφάρμακα και τονίζει ότι δεν τους παρέχεται καμμιά θεραπευτική βοήθεια.

Εν τω μεταξύ πολλοί ασθενείς, από το 2010 που ξεκίνησε η κρίση στη Ελλάδα, δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν χρήση διαφόρων ψυχιατρικών υπηρεσιών, είναι παρατημένοι από το κράτος και από ένα μέρος των γιατρών.

Οι υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής φροντίδας μειώθηκαν πάνω από το 50% σε όλη την επικράτεια. Προγράμματα υποβοηθούμενης στέγασης διακόπηκαν μερικώς εν μία νυκτί, ψυχιατρικά τμήματα στα νοσοκομεία έκλεισαν ή περιορίστηκαν δραστικά. Εξωτερικές δομές παρέχουν υπηρεσίες μόνον σε έναν ελάχιστο αριθμό ατόμων, τα οποία αναγκαστικά έλαβαν εξιτήριο λόγω των περικοπών.

Ο Χατζηβασιλειάδης διηγείται στο πώς έμαθε για την ύπαρξη του «Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στον Χώρο της Ψυχικής Υγείας», θυμάται ότι συνάντησε έναν Αθηναίο γιατρό «χωρίς προκαταλήψεις», ο οποίος του μίλησε για το Παρατηρητήριο.

Συνεχίζοντας, αναφέρει ότι μετά από λίγο καιρό άρχισε να αμφισβητεί τις πρακτικές προσεγγίσεις των περισσοτέρων ψυχιάτρων.

Το Παρατηρητήριο συστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 2002 από ψυχολόγους, ασθενείς και συγγενικά τους πρόσωπα, με στόχο να δημιουργήσουν ένα δημόσιο βήμα, μέσα από το οποίο θα προβάλλονται οι ψυχολογικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι απορρίπτουν εκούσια μέτρα εναντίον ανθρώπων ή ακόμα βρίσκονται σε μια ιδιαίτερα δύσκολη κι οξεία κατάσταση και δεν επιθυμούν να εισαχθούν στο ψυχιατρείο.

Το Παρατηρητήριο είναι ως σύλλογος ένας από αυτούς τους μικρούς φωτεινούς φάρους που εξακολουθεί να φωτίζει καθ΄όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, έστω κι αν αποτελείται από έναν μικρό αριθμό ακτιβιστών, κοντά 50 άτομα είναι τα μέλη του.

Όποιος μπορεί –και δυστυχώς πολλοί δεν μπορούν στα χρόνια της κρίσης- συνδράμει 4 φορές το χρόνο με 10 Ευρώ, για να καλύπτονται τουλάχιστον τα τρέχοντα λειτουργικά έξοδά του. Για έναν δικό του χώρο, ο οποίος είναι άκρως και άμεσα απαραίτητος για συγκεντρώσεις, διοικητική δουλειά κλπ. βέβαια ούτε λόγος να γίνεται, δεδομένου ότι δεν υπάρχει δυνατότητα χρηματοδότησής του.

Κι όμως, κάτω από πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες περίπου 50 πάσχοντες λαμβάνουν δωρεάν βοήθεια -ακόμα και νομικής φύσης π.χ. για τη σύνταξη μιας Ψυχιατρικής Διαθήκης, με την οποία καθορίζεται ο τρόπος που ο ίδιος ο πάσχων επιθυμεί να εποπτεύεται θεραπευτικά, σε περίπτωση που απειλείται με εκούσια εισαγωγή στο ψυχιατρείο.

Ομάδες του Παρατηρητηρίου που διοργανώνουν σεμινάρια για θέματα όπως «Ακούω Φωνές», «Ψυχώσεις», «Βαθιά Λύπη», αλλά και για ζητήματα διακοπής φαρμακευτικής αγωγής, συναντώνται στο «Μικρόπολις», στο κέντρο της πόλης.

Είναι ένα αυτοδιαχειριζόμενο κέντρο, το οποίο αυτοχρηματοδοτείται από τα έσοδα του καφέ που λειτουργεί στο ίδιο κτίριο και είναι ανοιχτό στο κοινό.

«Θέλουμε να συμβάλλουμε στην καλλιέργεια κατανόησης», λέει ο Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης, «δηλαδή ότι ακόμα και συγκρούσεις μπορούν να επιλυθούν χωρίς την παρέμβαση της Ψυχιατρικής».

Με τη στήριξη του Παρατηρητηρίου κατάφερε ο ίδιος να μειώσει σταδιακά τη λήψη ψυχοφαρμάκων. Εν τω μεταξύ συντονίζει μια ομάδα ατόμων που ακούει φωνές και παράλληλα διαχειρίζεται την ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή του Παρατηρητηρίου. «Παλιότερα ήμουν γεμάτος στο φουλ με ψυχοφάρμακα, αποχαυνωμένος από τα συστατικά τους, σχεδόν ανίκανος για οποιαδήποτε ενέργεια.”

Σήμερα μπορώ και πάλι να μιλώ ελεύθερα, να αυτοοργανώνομαι.» Κάποια στιγμή, ενώ κουβεντιάζουμε στο «Παλέρμο», βγάζει ένα ασπρόμαυρο φυλλάδιο από τη σκουρόχρωμη τσάντα του που είναι κρεμασμένη στο κάθισμά του. «Ίσως να μην υπήρχε η “Ηλιόπετρα”, εάν δεν μάθαινα για την ύπαρξη του Παρατηρητηρίου στο οποίο αμέσως εντάχθηκα», τονίζει ο Χατζηβασιλειάδης.

Οι κουβέντες του είναι εμπεριστατωμένες και αποπνέουν υπερηφάνεια. Στην γενέτειρά του τη Νάουσα, μια μικρή επαρχιακή πόλη που απέχει μόλις 80 χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, ίδρυσε ο ίδιος το έντυπο που μού δείχνει. Σε τακτά διαστήματα δημοσιεύει αυτός και άλλοι πέντε συνάδελφοι και συναδέλφισσες κείμενα για την πολιτική, τον πολιτισμό, καθώς και για το «Νέο τους Ξεκίνημα».

Προς το τέλος της κουβέντας μας έρχεται στο «Παλέρμο» η Άννα Εμμανουηλίδου και κάθεται στο τραπέζι μας, μία από τις συνιδρύτριες του Παρατηρητηρίου, το οποίο προσπαθεί να δημιουργήσει επαφές με ενδιαφερόμενους τόσο μέσα στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία.

Η Εμμανουηλίδου είναι διδάκτορας της Ψυχολογίας και μιλά άπταιστα Γερμανικά. Εργάστηκε εννιά χρόνια σε ένα Ψυχιατρείο στη Νότιο Γερμανία. «Εκεί όλα λειτουργούν τέλεια, προσαρμοσμένα στους ασθενείς. Ωστόσο, ακόμα κι εκεί εφαρμόζεται η εκούσια χορήγηση φαρμάκων.»

Το κύριο επάγγελμα της μικρής αλλά γεμάτη ενέργεια και δυναμισμό γυναίκας, είναι αυτό της συστημικής ψυχοθεραπεύτριας, της Συμβούλου Διαχείρισης Κρίσεων, σ΄ένα από τα τέσσερα δημόσια Κέντρα Ψυχικής Υγείας στη Θεσσαλονίκη. Την άλλη μέρα τη συναντώ να κάθεται στο γραφείο της, είναι ένας φωτεινός, λιτά κι απλά διακοσμημένος χώρος με θέα τη θάλασσα. Το κέντρο πολλές φορές έφτασε στο χείλος της αναστολής λειτουργίας του – κατ’ εντολή μιας οδηγίας από τις Βρυξέλλες, την οποία όμως τελικά δεν εφάρμοσε το ελληνικό κράτος.

«Τι να αποσκοπούσε με αυτό. Η κατάσταση όλου του ψυχοκοινωνικού μας συστήματος είναι απελπιστική.»

Ο αριθμός των οικογενειών που χτυπήθηκαν από την κρίση αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς, δέκα ασκούμενοι κι ασκούμενες εργάζονται δωρεάν και υποστηρίζουν την ομάδα.

«Διαφορετικά δεν θα μπορούσαμε να προσφέρουμε ούτε κατ’ ελάχιστον τις υπηρεσίες μας.» Η Άννα Εμμανουηλίδου ανακάθεται με δυναμισμό στην καρέκλα της. «Είναι παράδοξο, είναι μια τρέλα, από την έναρξη της κρίσης καταρρέει ένα ψυχοκοινωνικό σύστημα, το οποίο με τον τρόπο που λειτουργεί χειραγωγώντας ανθρώπους, ακτιβιστές όπως εμείς επιθυμούσαμε για πολύ καιρό να καταρρεύσει.»

Πίσω στο 1984: Τότε έλαβε η Ελλάδα ως κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) μετέπειτα ονομαζόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) όχι μόνον οδηγίες να εκσυγχρονίσει τις ψυχιατρικές της δομές αλλά και τα χρήματα για την υλοποίηση. Χιλιάδες άνθρωποι, χαρακτηρισμένοι ως ψυχασθενείς φυτοζωούσαν παρά ζούσαν στα εξαθλιωμένα κρατικά άσυλα.

Κόντρα σε ισχυρές αντιδράσεις της κοινής γνώμης, δημιουργήθηκε σε όλη την χώρα μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μια νέου τύπου υποδομή ψυχοκοινωνικής φροντίδας. «Η κοινωνία μας», σύμφωνα με την Εμμανουηλίδου, «ήταν βαθιά εγκλωβισμένη στο στερεότυπο ότι η ψυχική νόσος είναι επικίνδυνη.» Η αλλαγή έγινε πολλές φορές υπό πίεση – επαγγελματίες και η κοινωνία στο σύνολό της, «έδειξαν πολύ λιγότερη αυτοεκτίμηση σε αντίθεση με τους “προοδευτικότερους” και “πλουσιότερους” Ευρωπαίους εταίρους μας».

Μεταξύ του 1985 και του 2000 ανέστειλαν τη λειτουργία τους στην Ελλάδα πέντε μεγάλα κρατικά ψυχιατρεία, βελτιώθηκε η νομοθεσία σχετικά με την ψυχική υγεία, δημιουργήθηκαν πάνω από 3.000 θέσεις υποβοηθούμενης στέγασης, καθώς επίσης και 250 νέες κοινωνικο-ψυχιατρικές υπηρεσίες.

Η ιδέα του να σπάσουν θεσμοί και να ενταχθούν απομονωμένοι διανοητικά πάσχοντες συμπολίτες και συμπολίτισσές, φαινόταν να έχει υλοποιηθεί.

Ωστόσο, σύμφωνα με την Εμμανουηλίδου: «Με την ένταξή μας στην Ε.Ε. έγινε η μεταστροφή από μια απάνθρωπη, κατασταλτική λογική κοινωνικής πρόνοιας προς μια λογική ανθρώπινης-κατασταλτικής πρόνοιας.»

Τα κτίρια, ο εξοπλισμός, η εκπαίδευση του προσωπικού, όλα έγιναν καλύτερα. «Όμως, η υποτιθέμενη απαραίτητη εκούσια φαρμακευτική αγωγή, η άποψη, ότι οι “ψυχικά ασθενείς” είναι ανίκανοι να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους – όλα αυτά κατά βάση όπως και σχεδόν αλλού στην Ευρώπη δεν αμφισβητήθηκαν μέχρι σήμερα.»

Η Πέννυ, 43 χρονών, δεν θέλει να διαβάσει στην εφημερίδα το επίθετό της. Έχει έναν κατά 4 χρόνια νεότερο αδελφό, στον οποίο διαγνώστηκε σχιζοφρένεια.

«Τι μπορούμε να κάνουμε ως οικογένεια, πώς μπορούμε να βοηθήσουμε τον αδελφό μου, αλλά και εμάς τους ίδιους», ήταν τα ερωτήματα που έθεσε στον εαυτό της, στο επάγγελμα ειδικός σε θέματα μάρκετινγκ, μετά τη διάγνωση του αδελφού της.

Σήμερα η επιφυλακτική γυναίκα, η οποία ζει στην Άνω Πόλη της Θεσσαλονίκης, φαίνεται κουρασμένη και ταυτόχρονα χαλυβδωμένη. Μάς σερβίρει εξαιρετικά νόστιμα σπιτικά μπισκότα. Η Πέννυ είναι μία από τις συντονίστριες του σεμιναρίου για την Ψύχωση, το οποίο διοργανώνει το Παρατηρητήριο κάθε Τετάρτη. Συγγενείς και πάσχοντες συναντώνται εδώ όλοι μαζί.

“Δεν θέλω να εγκαταλείψω τον αδελφό μου στην μοίρα του –σε αυτό με βοηθάει η ομάδα», μας λέει.

Αναφέρει πώς ο ίδιος δεν επιθυμεί να συμμετέχει σε τούτες τις συναντήσεις, κατά βάση εξακολουθεί να μην αποδέχεται τα προβλήματά του. «Και στο νοσοκομείο δεν μας βοηθούν, η μόνη επωδός εκεί είναι τα φάρμακα. Ανέφικτη επίσης είναι και η ανεύρεση εξειδικευμένου προσωπικού για μια ανάλογη για τις ανάγκες του ημερήσια φροντίδα.»

Από τότε που η Πέννυ άρχισε να μοιράζεται τις εμπειρίες της στην ομάδα, αισθάνεται πιο αισιόδοξη και ασφαλής. «Εδώ συγκεντρώνουμε γνώσεις, χρήσιμες και απαραίτητες για όλους μας». Ο αδελφός της, αφηγείται, έχει το δικαίωμα να σκέφτεται «όπως και ό,τι θέλει. Αλλά η ιστορία του είναι ένα μέρος της οικογενειακής μας ιστορίας. Ακόμα κι αν ο ίδιος το αρνείται.»

Όποιος ενστερνίζεται ή στηρίζει τους στόχους του Παρατηρητηρίου δεν μιλά πλέον για άτομα με ψυχικές ασθένειες.

«Για εμάς», λέει η Πέννυ με σαφήνεια και αποφασιστικότητα, «είναι άνθρωποι, οι οποίοι υποφέρουν πολύ, αλλά δεν πάσχουν από μια ανίατη αρρώστια ή έχουν γεννηθεί με μια εγγενή και αμετάβλητη ευπάθεια.»

Από το κράτος δεν προσδοκάει πλέον σχεδόν τίποτα. Η Άννα Εμμανουηλίδου είναι έξω φρενών, καθώς διασχίζει τον διάδρομο στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας, περπατώντας ανάμεσα στους πολύχρωμους πίνακες «Κρυμμένα Αντικείμενα» από τη Γερμανία, ζωγραφισμένα από τον Ali Mitgutsch. Αλλά η οργή αυτή δεν την παραλύει. Τούτο το κράτος υποστηρίζει ότι έχει εξαθλιωθεί ηθικά και ενέδωσε στην εκποίησή του.

«Σήμερα ή κυριαρχούν πάλι τα παραδοσιακά ψυχιατρικά μοντέλα ή δεν υπάρχει πλέον καμμιά ψυχοκοινωνική μέριμνα.»

Ναι μεν ζουν τώρα άνθρωποι με προβλήματα ψυχικής υγείας και ψυχιατρικές εμπειρίες μέσα στην ελληνική κοινωνία, «η οποία σε μεγάλο βαθμό το έχει συνηθίσει, όμως αυτό δεν είναι αρκετό», λέει η Εμμανουηλίδου. «Εμείς, ως Παρατηρητήριο είμαστε το κεφάλαιο. Πρέπει ακόμα περισσότερο να αξιοποιήσουμε τις εμπειρίες μας, τις πρακτικές μας γνώσεις.»

Δεν έχει σημασία αν είναι μικρό, «θα συνεχίσουμε να διευρύνουμε την υποστήριξη, η οποία λειτουργεί χωρίς κρατικό έλεγχο.» Η σημερινή ανεπάρκεια ταμειακών διαθεσίμων «είναι μια δημιουργική ευκαιρία», τονίζει η Εμμανουηλίδου: «Αν το κράτος δεν μπορεί να προσφέρει περίθαλψη, δεν θα απαιτεί και στο μέλλον υπακοή».

Στο καφέ «Παλέρμο» o Δημήτρης Χατζηβασιλειάδης, ο άνθρωπος που ακούει φωνές, μεταξύ μπιμπελό και σουίνγκ μουσικής, ανάβει ένα πουράκι, παραγγέλνοντας έναν ακόμα καφέ. «Το ότι και πάλι εκφράζω αυτό που αισθάνομαι στην Κοινότητα, χωρίς να αξιολογηθεί και να χορηγηθεί αμέσως φαρμακευτική αγωγή- αυτό με κάνει να νιώθω καλά».

Σημαντικές πληροφορίες 24-ωρη τηλεφωνική γραμμή του Παρατηρητηρίου: Τηλ.: 6949500133 https://mentalhealthhellenicobservatory.wordpress.com Τραπεζικός Λογαριασμός για δωρεές για το Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στον Χώρο της Ψυχικής Υγείας: ΙΒΑΝ: GR3001722280005228070162961 BIC: PIRBGRAA, Τράπεζα Πειραιώς Δικαιούχος του λογαριασμού: Σταματάκος Αναστάσιος του Νικολάου Αιτιολογία: Παρατηρητήριο Δωρεά

*Η Χάριετ Βόλφ (Harriet Wolff) είναι συντάκτρια της ημερήσιας εφημερίδας „taz“ στο Βερολίνο. Για έναν μήνα βρέθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο (2016) στη Θεσσαλονίκη και εργάστηκε στο περιοδικό parallaxi, στο πλαίσιο ανταλλαγής Δημοσιογράφων του προγράμματος «Λήψη από κοντινή απόσταση» του Ινστιτούτου Γκαίτε. Από την parallaxi συμμετείχε η Έλενα Ταξίδου, συντάκτρια του περιοδικού, η οποία εργάστηκε τον Οκτώβριο/Νοέμβριο 2016 στην „taz“.
 Περισσότερες πληροφορίες: www.goethe.de/nahaufnahme

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα