Μεγαλώνοντας με δύο γλώσσες
Ενόψει της 10ης Γιορτή Πολυγλωσσίας του Δήμου Θεσσαλονίκης τρεις γυναίκες αφηγούνται πώς είναι να μεγαλώνεις με δύο μητρικές γλώσσες
Λέξεις: Γιάννης Κωστούδης*
Η 10η Γιορτή Πολυγλωσσίας, που διοργανώνει ο Δήμος Θεσσαλονίκης από τις 2 μέχρι τις 4 Σεπτεμβρίου στον αύλειο χώρο του δημαρχείου, περιλαμβάνει δράσεις και εκδηλώσεις σε θεματικά περίπτερα δίνοντας έμφαση στην πολυγλωσσία, την κοινωνική συνοχή και τη διαπολιτισμικότητα.
Με την αφορμή αυτή δίνεται η ευκαιρία να μιλήσουμε για τα πολύγλωσσα άτομα. Πώς σε επηρεάζει όταν οι γονείς μαθαίνουν στο παιδί τους δύο διαφορετικές γλώσσες; Έχεις πρόβλημα στο σχολείο; Πρέπει να επιλέξεις μία από τις δύο γλώσσες και να ταυτιστείς με μία κουλτούρα;
Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα τριγυρνούσαν στο μυαλό μου όταν μίλησα με τη Δέσποινα, τη Μαριάνθη και τη Σταυρούλα.
Η Δέσποινα γεννήθηκε στη Γερμανία από Βρετανό πατέρα και Ελληνίδα μητέρα και ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι ένα από τα χιλιάδες παιδιά που έχουν μεγαλώσει με δύο μητρικές γλώσσες. «Για μένα είναι σαν μια ξεχωριστή ταυτότητα, είναι σαν να είμαι από αλλού γιατί ούτε 100% νιώθω Ελληνίδα, παρόλο που έχω ζήσει όλη μου τη ζωή εδώ, όμως ποτέ δεν νιώθω, και ούτε μπορώ να νιώσω 100% Αγγλίδα γιατί δεν έχω ζήσει τη ζωή μου εκεί, παρόλο που η καθημερινότητά μου είναι εμπλουτισμένη με όλη την αγγλική κουλτούρα».
Η ίδια δηλώνει περήφανη για την ταυτότητά της και εξηγεί ότι νιώθει πως είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι σε κάθε γλώσσα. «Προτιμώ τον εαυτό μου στα Αγγλικά, νομίζω είμαι λίγο πιο main character σε ταινία, ενώ τα Ελληνικά είναι η πιο ακαδημαϊκή μου γλώσσα, νιώθω πιο έξυπνη στα Ελληνικά. Αλλά νιώθω πιο αστεία στα Αγγλικά».
Δεν είναι όμως η μόνη που νιώθει περήφανη για την ταυτότητά της. Η Μαριάνθη γεννήθηκε και ζει στην Ελλάδα από ουγγρικής καταγωγής μητέρα και Έλληνα πατέρα και δηλώνει πως είναι περήφανη που δεν ένιωσε ντροπή για την καταγωγή της και για το ότι μιλάει και Ουγγρικά.
Για τη Σταυρούλα η απάντηση στην ερώτηση σχετικά με την ταυτότητά της έρχεται γρήγορα. «Θεωρητικά είμαι τόσο Ελληνίδα όσο και Σερβίδα, σωστά; Πενήντα-πενήντα. Είμαι από την Πέλλα, από τη Βόρεια Ελλάδα. Εάν έκανα τεστ DNA θα ήμουν περισσότερο Σλάβα παρά Ελληνίδα. Η γλώσσα που μιλάνε οι παππούδες μου είναι Σλάβικα. Πιστεύω ότι τα σλαβικά γονίδια είναι πιο δυνατά. Αλλά και πάλι στην Ελλάδα γεννήθηκα, στην Ελλάδα μεγάλωσα, μια ζωή σε ελληνικά σχολεία πηγαίνω. Θα πω ότι είμαι Ελληνίδα. Εντάξει ίσως θα πω ότι είμαι και Ελληνίδα και Σερβίδα».
Τα πολύγλωσσα παιδιά στο σχολείο
Αν κάτι ενώνει τις δύο από τις τρεις γυναίκες είναι η απουσία εκπαίδευσης στη δεύτερη μητρική τους γλώσσα. Η Δέσποινα είναι λίγο πιο τυχερή, αφού τα Αγγλικά είναι η πρώτη γλώσσα που διδάσκεται κανείς στα σχολεία μετά την ελληνική γλώσσα.
Η καθηγήτρια στο Τμήμα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διευθύντρια του Παραρτήματος του «Bilingualism matters» στην Ελλάδα «Με Δύο Γλώσσες», Μαρίνα Ματθαιουδάκη, τονίζει ότι η πολιτεία θα έπρεπε να προσφέρει την ευκαιρία στα παιδιά αυτά να μαθαίνουν τη μητρική τους γλώσσα στο σχολείο. Δυστυχώς, μια τέτοια πρωτοβουλία φαντάζει πολύ μακρινή για την Ελλάδα.
Πολλά πολύγλωσσα παιδιά σε μικρή ηλικία συγχέουν τις γλώσσες μεταξύ τους και τις χρησιμοποιούν ταυτόχρονα. Όπως μας λέει η Μαριάνθη, όταν ήταν στο νηπιαγωγείο συχνά χρησιμοποιούσε και τις τρεις γλώσσες που άκουγε από το οικείο της περιβάλλον, καθώς οι γονείς της μιλούσαν μεταξύ τους Αγγλικά. «Άλλες φορές θα έλεγα viz, άλλες φορές water και άλλες νερό». Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να την επηρέαζε αρνητικά σε εκείνη τη φάση της ζωής της. Λέει πως, ίσως, βοήθησε ώστε να γίνει αποδεκτή η κουλτούρα της, το γεγονός ότι η καταγωγή της μητέρας της ήταν από την Ουγγαρία και όχι από κάποια άλλη χώρα για την οποία υπάρχουν προκαταλήψεις στην Ελλάδα. Μάλιστα, με αφορμή μία εθνική εορτή της Ουγγαρίας, η μητέρα της οργάνωσε «ουγγρική μέρα» στο νηπιαγωγείο που πήγαινε η Μαριάνθη.
«Είχε έρθει η μαμά μου στην τάξη και μας είχε φέρει παραδοσιακά φαγητά για να φάμε αλλά και τα σύμβολα της Ουγγαρίας για να φορέσουμε. Ως εκεί όμως με τα ωραία χρόνια…»
Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, ένα περιστατικό ήρθε να αλλάξει το όμορφο αυτό κλίμα αποδοχής. Μετά το τέλος του τριμήνου, η μητέρα της πήγε στο σχολείο για να πάρει τους βαθμούς της και είδε ένα Γ στην ιστορία. Όταν ρώτησε τη δασκάλα γιατί τη βαθμολόγησε έτσι, ως απάντηση έλαβε πως έφταιγε το γεγονός ότι μιλούσε στην κόρη της σε Ουγγρικά και σε σπαστά Ελληνικά και ότι καλύτερα θα ήταν να μην της μιλούσε τίποτε από τα δύο… Αργότερα, όταν ο πατέρας της πήγε στο σχολείο, ο διευθυντής προσπάθησε να δικαιολογήσει την απάντηση της δασκάλας λέγοντας πως μάλλον η σύζυγός του δεν κατάλαβε σωστά. «Μετά, τα παιδάκια με αντιμετώπιζαν αλλιώς. Αυτό που έγινε ακούστηκε πολύ έντονα σε όλο το σχολείο. Τα παιδιά που έκανα παρέα τότε, άρχισαν να λένε πάνε στην πατρίδα σου. Εγώ για την ηλικία μου ήμουν λίγο πιο συνειδητοποιημένη. Κατάλαβα ότι δεν το εννοεί αυτό το παιδί, αλλά του το είχε πει η μαμά του ή ο μπαμπάς του. Δηλαδή την προηγούμενη μέρα πριν τους βαθμούς μαλώναμε για το ποιος χτύπησε την μπάλα στα μήλα. Τώρα γυρνάει και μου λέει μετά από αυτό πάνε στην πατρίδα σου;»
Αρνητικά σχόλια για το επίπεδο των Ελληνικών της άκουσε και άλλες φορές στο μέλλον η Μαριάνθη, κυρίως από συγγενείς της, όμως οι επιτυχίες της κατάφεραν να τους αποστομώσουν. «Σταμάτησαν τα παρατράγουδα όταν πέρασα φιλολογία. Και όταν είδαν ότι τα παιδιά τους δεν πέρασαν κάπου. Είναι πολύ μπούμερανγκ όταν σου λένε ότι δεν ξέρεις να μιλάς καλά τα Ελληνικά και μετά περνάς φιλολογία».
Δεν είναι όμως το μόνο παιδί που δέχτηκε χαρακτηρισμούς στο σχολείο για την καταγωγή της. Ανάλογα περιστατικά μάς διηγείται και η Σταυρούλα. «Όταν ήμουν στο δημοτικό άκουγα μπούρδες που μου έλεγαν οι συμμαθητές μου πως είμαι Ρωσίδα, γιατί ήταν πέντε χρονών παιδάκια και δεν ήξεραν τι έλεγαν. Δηλαδή είμαι και λίγο ενοχλητική, το λέω σε όλους ότι είμαι μισή Σερβίδα και ποτέ δεν υπήρξε αντίδραση».
Η καλύτερη εξήγηση όμως για το πώς και πότε υπάρχουν αντιδράσεις έρχεται από τη Δέσποινα. Όπως μας λέει, όταν αρχικά οι άνθρωποι άκουγαν το επίθετό της την αντιμετώπιζαν διαφορετικά, μέχρι να συνειδητοποιήσουν τις αγγλικές της ρίζες. «Όταν τους λες ότι ο μπαμπάς μου είναι Άγγλος φωτίζεται το πρόσωπό τους. Ξαφνικά είσαι ο.κ. Είσαι καλή ξένη ξαφνικά. Το έχω παρατηρήσει γιατί υπήρχαν παιδιά στην τάξη μας που ήταν από την Αλβανία και ενώ εγώ γινόμουν περισσότερο αποδεκτή ως Ελληνίδα (γιατί είμαι και Ελληνίδα) εκείνοι δεν… Παρόλο που μπορεί οι γονείς τους να ζούσαν πολλά χρόνια στην Ελλάδα και να είχαν γεννηθεί εδώ, ενώ εγώ δεν γεννήθηκα καν εδώ».
Όμως, η εκπαίδευση στη μητρική ή στις μητρικές γλώσσες του κάθε παιδιού δεν πρέπει να περιορίζεται σε γλώσσες που είναι εύκολο να διδαχτούν ή διδάσκονται ήδη (π.χ. Γαλλικά) και από τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που μπορεί να υπάρχουν σε μια κοινωνία. Υπάρχουν άνθρωποι και ιδέες που βρίσκονται μπροστά από την εποχή τους.
Η Γιορτή Πολυγλωσσίας του Δήμου Θεσσαλονίκης
Στις μέρες μας όμως υπάρχουν πρωτοβουλίες ανθρώπων οι οποίοι προσπαθούν να αλλάξουν την κατάσταση στον χώρο της εκπαίδευσης για τα πολύγλωσσα παιδιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Γιορτή Πολυγλωσσίας του Δήμου Θεσσαλονίκης. Διοργανώνεται κάθε χρόνο, με στόχο «να διευρύνει τους ορίζοντες ανθεκτικότητας των πόλεων», ενώ μέσα από δραστηριότητες και εργαστήρια μουσικής και χορού, λογοτεχνίας και ιστορίας, αθλητισμού, γλωσσολογίας και πολλά άλλα, μαθητές και εκπαιδευτικοί αποκτούν τα απαραίτητα εφόδια για να ατενίσουν με ένα νέο βλέμμα τον κόσμο.
Η επιστημονική υπεύθυνη των Γιορτών Πολυγλωσσίας του Δήμου Θεσσαλονίκης Δρ. Αργυρώ Μουμτζίδου μάς λέει ότι οι μαθητές διδάσκονται μέσα από τα εργαστήρια και τις εκδηλώσεις όχι μόνο την τοπική αλλά και τη διεθνή ιστορία, καθώς και να αντιλαμβάνονται τη γλώσσα όχι σαν ένα κλειστό, περιχαρακωμένο σύστημα, αλλά σαν ένα ανοιχτό.
«Ο άνθρωπος δεν είναι ποτέ απόλυτα ξέχωρος κι απόλυτα διαφορετικός, μόνο έχει ανοικτές πύλες απ’ όπου μπαινοβγαίνουν εμπειρίες και συναισθήματα. Κάπως έτσι είναι και οι γλώσσες. Παρόμοια με τους ανθρώπους, οι γλώσσες μεταξύ τους ερωτεύονται, θυμώνουν, μαλώνουν, σπρώχνονται. Εντέλει όμως, τα βρίσκουν, γιατί κι ο εγκέφαλος είναι φτιαγμένος για να τα βρίσκει. Όλα τα πολυγλωσσικά ερεθίσματα φαίνεται να ξέρει να τα ταξινομεί και να τα καταχωρεί, να τα συμφιλιώνει μέσα από την κατανόηση», προσθέτει η ίδια.
Αυτό θα μπορούσε να είναι και το σύνθημα της σημερινής ημέρας. Να αφεθούμε να γνωρίσουμε τους συνανθρώπους μας, να μάθουμε τις δικές τους παραδόσεις, τις δικές του αλήθειες για τον κόσμο, οι οποίες ίσως και να μην είναι τόσο μακριά από τις δικές μας τελικά.
*Ο Γιάννης Κωστούδης είναι φοιτητής του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ