Υπνωτήριο Αστέγων: Μπήκαμε στο σπίτι των αστέγων της πόλης
Μία νύχτα στην μοναδική δομή φιλοξενίας και διανυκτέρευσης αστέγων στην πόλη.
Εικόνες: Αχιλλέας Χήρας
«Και πώς μπαίνεις τώρα» μου ξέφυγε κάπως πιο δυνατά, είναι η αλήθεια, από όσο έπρεπε ανεβαίνοντας την σκάλα. «Κανονικά» μου πέταξε απότομα και χωρίς περιστροφές ο Χ. που θέλησε να παραμείνει ανώνυμος.
Το ίδιο ανώνυμοι θέλησαν να παραμείνουν και κάποιοι από όσους δέχτηκαν να μιλήσουν ή να πουν μια κουβέντα για την ζωή χωρίς σπίτι. Ή για αυτήν που είχαν πριν. Μπορεί οι άστεγοι να παραμένουν σε περιπτώσεις οικειοθελώς ανώνυμοι κάνοντάς μας να το δεχόμαστε αλλά η πραγματικότητα είναι πως έχουν όνομα και επίθετο. Υπήρξαν φίλοι, παιδιά, συνάδελφοι, γονείς, αδέρφια και εραστές κάποιου. Και θα «είναι ξανά στο μέλλον» όπως δηλώνουν με αποφασιστικότητα οι πιο τολμηροί που μιλούν σε πρώτο πρόσωπο δίνοντας μέχρι και το μητρώνυμό τους.
Το μοναδικό υπνωτήριο για αστέγους στην Θεσσαλονίκη του Δήμου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με την ΑΡΣΙΣ δέχθηκε 670 μοναδικούς Θεσσαλονικείς από το 2013 που ξεκίνησε. Το επισκεφθήκαμε για να δούμε από κοντά το πώς ακριβώς λειτουργεί η καθημερινότητα σε αυτές τις συνθήκες μιας πόλης που μετράει περισσότερα από 670 ανώνυμα ονοματεπώνυμα την τελευταία τουλάχιστον τριετία.
Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε πως η πλειοψηφία των αστεγών που εξακολουθούν και κοιμούνται τις νύχτες στους δρόμους, το κάνουν από επιλογή. Αυτή είναι η στάση τους για την ζωή. Οι εργαζόμενοι στις δομές μέσω υπηρεσιών όπως το street work της PRAKSIS και οι αρχές σε συνεννόηση με την ΑΡΣΙΣ έχουν φροντίσει να ενημερώνουν όποιον συναντούν μέρες και νύχτες στον δρόμο για την ύπαρξη του υπνωτηρίου και του δικτύου κοινωνικών δομών. Στις περισσότερες περιπτώσεις η άρνηση των αστέγων στο να αποχωριστούν την ζωή στους δρόμους είναι πεισματική.
Το υπνωτήριο τοποθετείται σε όροφο κοντά στα Σφαγεία. Το κτίριο στο οποίο στεγάζεται παραχωρήθηκε το 2013 από τη Φιλόπτωχο Αδελφότητα Αντρών στο Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος με τη σειρά του το παραχώρησε στη Μη Κυβερνητική Οργάνωση ΆΡΣΙΣ στο πλαίσιο του προγράμματος «Κοινωνικές Δομές Αντιμετώπισης της Φτώχειας στο Δήμο Θεσσαλονίκης».
Έκτοτε καθημερινά το σκηνικό αυτής της πραγματικότητας διαδραματίζεται σε ένα σκοτεινό αστικό στενό. Ανδρέου Γεωργίου 13. Στην είσοδο του κτιρίου έχουν κάνει πηγαδάκι- καπνιστήριο μερικοί άντρες. Καταλαβαίνεις από το βλέμμα ότι βρίσκεσαι στο σωστό σημείο. Χαιρετάς και παίρνεις απάντηση «ντεμί» διαθέσεων. Ανεβαίνεις τις σκάλες και έρχεται το «κανονικά» του Χ. να σου επιβεβαιώσει ότι θα περάσεις δύσκολα. Η παγίδα της προκατάληψης ξανά και ξανά όσο ανοιχτός και αν πιστεύεις πως είσαι.
Φτάνοντας στον όροφο έξω από την κλειστή πόρτα του χώρου το σκηνικό αλλάζει και συνέρχεσαι. Ο κόσμος ξεκίνησε να συγκεντρώνεται, μιλάνε μεταξύ τους στον ενικό, χαμογελάνε και λένε καλησπέρες δυνατές. Αν δεν γνωρίζεις που βρίσκεσαι, πιστεύεις ότι περιμένεις σε κάποια ουρά Τράπεζας ή στον ΟΑΕΔ. Μία ηλικιωμένη προσπαθεί να σπάσει τον πάγο με τους νεότερους ηλικιακά αλλά δεν τα πολυ-καταφέρνει γιατί τα δύο νεαρά άτομα που αράζουν χαλαρά στο κάγκελο δεν δείχνουν να έχουν διάθεση για πολλή κουβέντα.
Μπήκαμε στον χώρο πριν από τους δικαιούχους, λίγο πριν τις 7 το απόγευμα που ανοίγει και η πόρτα του υπνωτηρίου. Μπαίνοντας συναντάς τα γραφεία των διοικητικών και των εργαζομένων. Αριστερά σου ένας μεγάλος πίνακας με αγγελίες για δουλειά και κρεμασμένες αναφορές για δωρεάν εκπαιδευτικά σεμινάρια και ευκαιρίες για ψυχαγωγία. Στο βάθος η τραπεζαρία, το σαλόνι και ο κοινόχρηστος χώρος. Πιο βάθος τα δωμάτια και οι τουαλέτες.
Χώρος καλά διατηρημένος και οργανωμένος αλλά περίεργος στην αίσθηση. Θυμίζει κάτι οικείο και ταυτόχρονα κουβαλάει και μια νοσοκομειακή αύρα. Μπορεί να φταίει και η μυρωδιά του αντισηπτικού.
Παρατηρώ τον μεγάλο πίνακα με τις αγγελίες για εργασία και ρωτάω να μάθω αν πράγματι υπάρχουν παραδείγματα ανθρώπων που στο διάστημα αυτών των τριών ετών λειτουργίας, κατάφεραν να βρουν εργασία μέσω αυτής της διαδικασίας. Η απάντηση ήταν θετική, γεγονός που εκπλήσσει ευχάριστα.
Δεν υπάρχουν παράπονα. Δεν βρέθηκε ούτε ένας από τους δικαιούχους να αρνηθεί ή να δώσει μία διαφορετική διάσταση των όσων μου είπαν για την δομή οι υπεύθυνοι.
Ο Βασίλης μάλιστα ζήτησε να το γράψουμε με κεφαλαία: «ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΤΟΥΣ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟΙ».
Ο Βασίλης είναι Βορειοηπειρώτης, 53 ετών, έχει δύο παιδιά και βρίσκεται σε διάσταση με την σύζυγό του. Βρέθηκε χωρίς σπίτι κυριολεκτικά από μία αναποδιά. Δεν πίνει, δεν καπνίζει, δεν τζογάρει. Δεν το έκανε ποτέ στην ζωή του. Αποκλείει ουσιαστικά όποια εκδοχή κακών επιλογών θα μπορούσαν παραδοσιακά να φέρουν έναν άνθρωπο στον δρόμο.
«Την πρώτη μέρα εδώ ένιωσα άβολα. Όχι γιατί έχω να πω κάτι κακό για κάποιον, αλλά ήταν περίεργο να βρίσκεσαι ξαφνικά σε ένα χώρο με τόσους αγνώστους και διαφορετικούς μεταξύ τους. Ε, είσαι μόνος. Δεν γνωρίζεις κανέναν.»
Επαγγελματίας αυτοκινητιστής για χρόνια, με διπλώματα Β,Γ και Δ κατηγορίας, απολύεται μαζί με άλλους πέντε οδηγούς από την εταιρία που εργαζόταν κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Δεν το βάζει κάτω και φεύγει στην Γερμανία. Εκεί δουλεύει σε Έλληνες ιδιοκτήτες εστιατορίων. Μαθαίνει τα πάντα στην κουζίνα απασχολούμενος σε όλα τα πόστα. Είναι εργατικός, έξυπνος καθώς μαθαίνει πολύ γρήγορα και την γλώσσα. Όλα δείχνουν πως έχουν μπει σε μία πορεία.
Σε ανύποπτο χρόνο, λίγο πριν την συνάντησή του με την δικηγόρο του, του κλέβουν την τσάντα στην οποία κουβαλούσε ουσιαστικά όλη την ζωή του. Από τα διπλώματά του μέχρι την ταυτότητα και το διαβατήριο αλλά και ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Εξαιτίας της γραφειοκρατίας αναγκάζεται να επιστρέψει στην Θεσσαλονίκη χωρίς λεφτά και με αρκετή υπερηφάνεια με αποτέλεσμα να μην ζητήσει τίποτα από τους φίλους του. Εδώ και ένα μήνα είναι δικαιούχος στο υπνωτήριο, δεν αφήνει ευκαιρία για δουλειά να πάει χαμένη αλλά όπως λέει ακόμα και σήμερα όλα λειτουργούν με «βύσμα» παντού.
«Πλήρης καταπάτηση της υπερηφάνειας. Πού να πας να βρεις το δίκιο σου. Άπαξ και είσαι 50 τελείωσε.»
Δεν φοβάται όμως τίποτα και αφού στο υπνωτήριο τον βοήθησαν με όλα τα γραφειοκρατικά του, έχει κλείσει ήδη εισιτήριο επιστροφής στη Γερμανία γιατί «εκεί υπάρχει τουλάχιστον η ευκαιρία». Την ημέρα των ερωτευμένων, μου λέει με νόημα. Μένει να συμπληρώσει μεροκάματα για να το πληρώσει. Όπως λέει, εκεί θα βρει κατευθείαν δουλειά γιατί πλέον είναι αρκετά καλός στο χώρο της εστίασης. Όνειρό του είναι να βλέπει τα παιδιά του περισσότερο, κυρίως τον μικρό του γιο που του έχει αδυναμία, καθώς η κόρη του έχει ήδη χτίσει την ζωή της. Να μπορεί να τα κοιτάει στα μάτια και να τους προσφέρει όλα όσα συνήθιζε να τους προσφέρει τα χρόνια που πατούσε γερά στα πόδια του.
«Τα βράδια κοιμάμαι ήσυχος. Δεν φοβάμαι τίποτα, θα τα καταφέρω.»
Αυτή την στιγμή στο υπνωτήριο επί καθημερινής βάσης θα βρεις κοινωνικούς λειτουργούς, διοικητικούς υπαλλήλους, μία εθελόντρια νοσηλεύτρια, φύλακα και καθαριστές. Το έργο των εργαζομένων, κυρίως των κοινωνικών λειτουργών είναι πολυεπίπεδο. Εκτελούν χρέη επίβλεψης και γραφειοκρατίας. Ακούν τους προβληματισμούς των δικαιούχων, ασχολούνται με επιμέρους προβλήματα, τηλεφωνούν σε υπηρεσίες εκ μέρους τους, βρίσκουν επιδόματα που τυχόν μπορούν να λάβουν και οι ίδιοι το αγνοούν, αναρτούν καθημερινά αγγελίες για εργασία. Παρέχουν οποιαδήποτε μορφή στήριξης χρειάζεται ένας άστεγος έτσι ώστε η συγκεκριμένη δομή να μην λειτουργήσει πυροσβεστικά μόνο για έξι μήνες αλλά ουσιαστικά.
Το εξάμηνο είναι ένας από τους κανόνες της δομής. Κάθε δικαιούχος που πληροί τα κριτήρια του δερματολογικού και του ψυχιατρικού ελέγχου, είναι ενήλικος και αυτοεξυπηρετούμενος και αποκτά τον μοναδικό κωδικό του, μπορεί να κάνει χρήση του υπνωτηρίου για έξι μήνες. Σε αυτό το διάστημα έχει πρόσβαση καθημερινά σε μπάνιο, πλυντήριο, φαγητό και διανυκτέρευση αλλά και σε όλες τις υπηρεσίες του υπνωτηρίου όπως χρήση διαδικτύου και τηλεφώνου, βοήθεια στη σύνταξη και αποστολή βιογραφικού, ψυχολογική στήριξη και καθοδήγηση.
Η Υρώ Αλεξόγλου, κοινωνική λειτουργός στην δομή, τονίζει ότι το εξάμηνο είναι ένα ευμετάβλητο χρονικό όριο. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο δικαιούχος παραπέμπεται αλλού ή αποχωρεί εξαιτίας μη συμμόρφωσης στους κανόνες ή δικαιούχοι που πραγματικά προσπαθούν συνεχώς και χρειάζονται λίγο παραπάνω χρόνο και παραμένουν και με το πέρας αυτού.
Το υπνωτήριο διαθέτει 70 κλίνες και κοιτώνες και κατά μέσο όρο φιλοξενεί καθημερινά περίπου 50-60 άτομα. Ωστόσο σε περιόδους καύσωνα ή ψύχους όπως πρόσφατα, έτυχε να φιλοξενήσει έως και 86 άτομα.
Σε αυτές τις περιπτώσεις παρά την υπερκάλυψη «δεν φεύγει κανείς από εδώ» διαβεβαιώνει η Υρώ. Επιστρατεύονται στρατιωτικές κουκέτες, sleeping bag ακόμα και στους κοινόχρηστους χώρους.
Το μεσημεριανό σερβίρεται στο συσσίτιο του δικτύου κοινωνικών δομών στην οδό Ειρήνης 4 ενώ σε περίπτωση που οι ανάγκες για ρούχα και υποδήματα δεν μπορούν να καλυφθούν από το υπνωτήριο, οι άστεγοι που δεν είναι δικαιούχοι παραπέμπονται στο Κέντρο Ημερήσιας Υποδοχής (Μοναστηρίου 62). Εκεί μπορούν να κάνουν χρήση πλυντηρίων και μπάνιου αλλά και να προμηθευτούν ρουχισμό καθημερινά.
Μικρή δυσλειτουργία το γεγονός πως το υπνωτήριο δεν δέχεται ανηλίκους ακόμα και στο πλαίσιο της οικογένειας. Σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα οι μητέρες με ανήλικα παιδιά να απευθύνονται ή να παραπέμπονται στην Μητέρα Τερέζα (Γεωρ. Τσόντου 23). Ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν γίνονται φυλετικές ή άλλες διακρίσεις. Το ηλικιακό όριο προσπίπτει μόνο σε νομικές ρυθμίσεις.
Στατιστικά οι άντρες είναι περισσότεροι από τις γυναίκες κατά πολύ ενώ ο μέσος όρος του ηλικιακού γκρουπ αυτή την στιγμή είναι 40-50 έτη. Ένα ποσοστό που δεν είναι τυχαίο. Κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης οι ειδικοί μας είπαν πως τα ποσοστά των δικαιούχων αυξήθηκαν ενώ από την πλευρά τους οι άνθρωποι στο χώρο, στις συζητήσεις μας συνέκλιναν όλοι σε ένα βασικό παράγοντα. Στην δύσκολη ηλικία των 40-50. Δύσκολα οι άνεργοι του συγκεκριμένου ηλικιακού γκρουπ απορροφούνται στον εργασιακό χώρο και ακόμα δυσκολότερα καταπατούν την υπερηφάνεια τους ζώντας «εις βάρος του περίγυρού τους». Θέλουν να τα καταφέρουν μόνοι τους χωρίς να γίνουν βάρος σε κανέναν και πολύ περισσότερο χωρίς να «χρωστάνε σε κανέναν» όπως ακούστηκε αρκετές φορές σαν φράση.
Ο Ησαϊας στα 42 του με τρία παιδιά και σε διάσταση με την σύζυγό του, είναι πυγμάχος πολέμαρχος έχει μια επιβλητική παρουσία και είναι αρκετά ειλικρινής.
«Πιστεύω πως από τις επιλογές μας φτάνουμε εδώ».
Αν δεν αδικούνταν από την διοίκησή του και κατείχε μία θέση εξαιτίας της πυγμαχίας σε κάποια υπηρεσία θεωρεί πως ίσως δεν έφτανε σε αυτό το σημείο. Η ανεργία και οικονομική κρίση τον έφτασε στην πόρτα του υπνωτηρίου. Νιώθει ότι δεν μπορεί να κοιτάξει τα παιδιά του στα μάτια και κάνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να βρει δουλειά και να ξανασταθεί στα πόδια του. Είναι ψαράς, είναι και ελαιοχρωματιστής και μάλιστα ξεκίνησε και την δική του ιστοσελίδα για την προώθηση της δουλειάς του.
«Ξύσιμο και στοκάρισμα δωρεάν. Ησαΐας ο μπογιατζής να πατήσεις να το βρεις…»
Φοβάται για το μέλλον αλλά είναι τόσο εργατικός που θέλει να πιστεύει ότι θα τα καταφέρει και μάλιστα σύντομα. Είναι ευχαριστημένος και χαρούμενος για το υπνωτήριο λέγοντας πως είναι ό,τι καλύτερο.
Υπάρχει μία ορατή αλλαγή στο προφίλ των αστέγων. Οι νεοάστεγοι είναι άνθρωποι με πτυχία και συγκροτημένες ζωές, με κοινωνικό περιβάλλον και μία νορμάλ καθημερινότητα που διακόπτεται από το πουθενά χωρίς να το έχουν προκαλέσει οι ίδιοι. Έχουν γνώσεις, λόγο, άποψη και πρόσωπα που σε φέρνουν σε αμηχανία γιατί είναι τόσο γνώριμα. Έχει γκρεμιστεί η εικόνα του χρήστη που γυρνάει στους δρόμους και βρίσκει στέγη στο υπνωτήριο. Άλλωστε ένας από τους κανόνες της δομής είναι πως οι χρήστες ουσιών δεν έχουν δικαιώματα δικαιούχου εκτός και αν βρίσκονται σε πρόγραμμα.
«Λες ότι κοιμάσαι στο υπνωτήριο και νομίζουν ότι είσαι παρίας, απόβρασμα.»
Ο Λευτέρης ένας νέος άνθρωπος με γνώση δύο ξένων γλωσσών και μέχρι πρότινος σταθερή δουλειά. Βρέθηκε στα 44 του στην ανεργία και χωρίς σπίτι. Αυτό το διάστημα είναι για εκείνον «μία μεταβατική περίοδος προς την ανασύνταξή του» και το υπνωτήριο «ο χώρος που κοιμάμαι την νύχτα». «Δεν είμαστε χρήστες, δεν είμαστε παρίες. Έχουμε περηφάνια.» Αναγνωρίζει πλήρως ότι αυτό που ζει δεν είναι μόνιμο και τα βάζει εύλογα με όλους όσοι μέχρι και σήμερα αρνούνται να δεχτούν πως μπορεί να συμβεί και στους ίδιους.
Με τον Λευτέρη βρεθήκαμε στο νοσηλευτήριο όπου φυλάσσονται οι φαρμακευτικές αγωγές των δικαιούχων. Πάντα παρούσα η εθελόντρια νοσηλεύτρια η οποία και μας εξηγεί πως μετά από χρόνια εθελοντισμού και προϋπηρεσίας στα νοσοκομεία ήταν σχεδόν αβίαστη η απόφασή της να βοηθήσει στο υπνωτήριο. Οι δικαιούχοι υπογράφουν κάθε φορά που παίρνουν τα φάρμακά τους, η δοσολογία ελέγχεται και σημειώνεται, αλλά και παραπέμπονται σε δομές υγείας όπου κρίνεται αυτό απαραίτητο. Επίσης σε έκτακτα περιστατικά καλείται άμεσα το ΕΚΑΒ. Το υπνωτήριο συνεργάζεται ήδη με τους Γιατρούς του Κόσμου όπου γίνονται για παράδειγμα δωρεάν οι δερματολογικές εξετάσεις που απαιτούνται στην αρχή αλλά και όποιο άλλο πρόβλημα υγείας προκύπτει.
Όση ώρα μιλάμε, στον κοινόχρηστο χώρο με τις πολύχρωμες καρέκλες και την τηλεόραση, ο κόσμος τρώει στην μεγάλη τραπεζαρία, συζητάει γύρω από την τηλεόραση. Κάποιοι κλείνουν ραντεβού για το πλύσιμο των ρούχων τους και αρκετοί αποσύρονται ήδη για ξεκούραση.
Οι άστεγοι καθ’ όλη την διάρκεια της παραμονής μου στο υπνωτήριο, από την ώρα της εισόδου τους μέχρι την υπογραφή στους καταλόγους για την παρουσία τους και τις πρώτες κινήσεις τους στον χώρο, είναι κοινωνικοί μεταξύ τους αλλά ταυτόχρονα κρατάνε και αποστάσεις. Όχι γιατί φοβάται ο ένας τον άλλον. Μιλώντας για ώρα μαζί τους καταλαβαίνεις πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Το υπνωτήριο άλλωστε έχει οργανωθεί με αρκετά προσεκτικό τρόπο έτσι ώστε να αποτελεί πραγματικά μία εξαιρετικά ασφαλή διαδικασία.
Παρατηρώ πώς κρατάνε αποστάσεις μεταξύ τους γιατί τελικά εδώ είναι απλά ο χώρος που κοιμούνται την νύχτα. Είναι ενεργοί πολίτες αυτής της χώρας, οι οποίοι έμειναν απλά χωρίς σπίτι. Δεν είναι μία ξεχωριστή ομάδα η οποία ζει κάτω από την ίδια στέγη και πρέπει να «παίζει καταναγκαστικά μεταξύ της». Φανταστείτε τα ξενοδοχεία. Ούτε εκεί μιλάμε και ανοίγουμε συζητήσεις καθημερινά στους διαδρόμους και στο πρωινό με τους φιλοξενούμενους.
Η ΑΡΣΙΣ ευελπιστεί πως στις νέες προκηρύξεις που αναμένονται θα συμπεριληφθεί και μόνιμη παρουσία ψυχολόγου και νοσηλευτικού προσωπικού, ίσως μονάδα street work και περισσότεροι κοινωνικοί λειτουργοί. Η ανάγκη για τρόφιμα, ρούχα και υπόδηση είναι σταθερή παρά το γεγονός πως ο κόσμος ανταποκρίνεται θερμά. Τουτέστιν όποιος θέλει να βοηθήσει συνεισφέροντας τα παραπάνω είδη είναι καθ’όλα ευπρόσδεκτος.
Φύγαμε τελικά όπως μπήκαμε. Με το «κανονικά» του Χ. από την σκάλα. Δεν θέλουν φιλανθρωπίες του θεαθήναι, μελό, λύπηση και κλισέ αυτοί οι άνθρωποι. Την επωνυμία τους πίσω θέλουν και το «κανονικά» στην ζωή τους. Και το υπνωτήριο αλλά και οι άνθρωποί του, τους παρέχουν, όπως όλα δείχνουν, πραγματικά όσα χρειάζονται για αυτή την μετάβαση στην συγκεκριμένη φάση της ζωής τους.
*Το Υπνωτήριο Αστέγων βρίσκεται στην οδό Ανδρέου Γεωργίου 13 στον πρώτο όροφο. Η δομή λειτουργεί όλες τις ημέρες της εβδομάδας από τις 06:00 έως τις 22:00. Οι δικαιούχοι φιλοξενούνται από τις 19:00 έως τις 09:00. Οι εισαγωγές νέων δικαιούχων γίνονται από Δευτέρα έως Παρασκευή κατά τις ώρες 19:00-21:00. Περισσότερες πληροφορίες για την επικοινωνία στον επίσημο ιστότοπο της ARSIS.