The Italian Way: Η Βερόνα ο Ρωμαίος και ο …Ιουλιέτος
Ιταλικού πανοράματος συνέχεια. Κάτι σα γαϊδούρι είμαι, δεν το βάζω κάτω. Συνεχίζω ακάθεκτος ν’ αλλάζω τρένα και να περιπλανιέμαι στον ιταλικό βορά. Τελικά δεν τράβηξε προς Βενετία! Είπα να βάλω λίγο «λεπτό» συναίσθημα στην περιπλάνησή μου. Να τραβήξω προς κάτι πιο …ρομαντικό! Η πόλη των δόγηδων και των αμέτρητων καναλιών μ’ αυτό το καυτό φετινό […]
Ιταλικού πανοράματος συνέχεια. Κάτι σα γαϊδούρι είμαι, δεν το βάζω κάτω. Συνεχίζω ακάθεκτος ν’ αλλάζω τρένα και να περιπλανιέμαι στον ιταλικό βορά. Τελικά δεν τράβηξε προς Βενετία! Είπα να βάλω λίγο «λεπτό» συναίσθημα στην περιπλάνησή μου. Να τραβήξω προς κάτι πιο …ρομαντικό! Η πόλη των δόγηδων και των αμέτρητων καναλιών μ’ αυτό το καυτό φετινό καλοκαίρι και τις τρομακτικές θερμοκρασίες, κάθε άλλο παρά ρομαντική είναι! Αντίθετα η Βερόνα, είναι δεδομένη διαχρονική αξία!
Η πόλη αυτή σίγουρα είναι ένας από τους πιο γοητευτικούς τουριστικούς προορισμούς της Βόρειας Ιταλίας και δεν είναι τυχαίο που έχει συμπεριληφθεί στα Μνημεία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCO. Βέβαια δεν ξέρω πόσο δημοφιλής θα ήταν εάν ο Ουίλιαμ Σέξπηρ δεν τοποθετούσε την πλοκή του έργου του σ’ αυτή την πόλη. Είμαι πεπεισμένος πως στις μέρες μας, χιλιάδες επισκέπτες πηγαίνουν στη Βερόνα, όχι τόσο για να θαυμάσουν από κοντά τη μοναδική αρχιτεκτονική της, να περιηγηθούν στα στενά γραφικά σοκάκια και τις πλατείες της, όσο για να επισκεφθούν το μπαλκόνι της Ιουλιέτας. Κατεβαίνω στο σταθμό, ξέροντας πολύ καλά τι θ’ αντικρίσω! Πριν από μία πενταετία που είχα ξανάρθει στην πόλη για το καρναβάλι (είναι κάτι σαν το δικό μας της Πάτρας, καμία σχέση με Βενετία, αν και είναι σε απόσταση αναπνοής), εκατοντάδες μαύροι είχαν απλωμένα τα σεντόνια τους στους δρόμους και πουλούσαν την πραμάτεια τους, ενώ κάθε τρεις και λίγο οι καημένοι τα μάζευαν άρον – άρον μόλις μυστικά τους ειδοποιούσαν πως πλησιάζουν οι καραμπινιέροι. Σας φέρνει κάτι από Τσιμισκή; Ακριβώς το ίδιο. Εκπλήσσομαι όταν συνειδητοποιώ πως το παζάρι αυτό σήμερα δεν υπάρχει στη Βερόνα! Μάλλον όλοι οι έγχρωμοι μικροπωλητές θα πρέπει να έχουν μετακομίσει στη Θεσσαλονίκη! Χτυπάω ένα νεράκι (έναντι 1.50 ευρώ) κι αρχίζω το περπάτημα.
Η πόλη είναι αρκετά δύσκολη με τα δρομάκια της και για να βρεις την Πιάτσα ντει Σινιόρι, την Σαντ’ Ανασταζία, το Σαν Τζένο Ματζόρε ή τους τάφους των Σκαλιγκέρι τον θέλεις τον χάρτη σου. Τον αγοράζεις έναντι 2.50 ή 3.50 ευρώ (εξαρτάται πάντα από το μέγεθος). Ο περαστικός κόσμος από τη Βερόνα είναι τόσος πολύς, που εάν κάποια στιγμή αποφασίσετε να πουλάτε έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό ή την Αρένα χάρτες, σίγουρα έχετε γίνει βαθύπλουτοι σε σύντομο χρονικό διάστημα (ακόμη και τα μέλη των γκρουπς διαθέτουν από ένα χάρτη στα χέρια, από φόβο θαρρείς μη και χάσουν τον ξεναγό τους).
Την πόλη πάντα την αρχίζεις από την Πιάτσα Μπρα και την Αρένα. Είναι η τρίτη μεγαλύτερη αρένα που υπάρχει στον κόσμο (την εποχή που χτίστηκε είχε χωρητικότητα 30.000 θεατών) και πρόκειται για ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχαία οικοδομήματα του είδους της. Δεν χρειάζεται να θυμίσουμε πως σήμερα στην Αρένα της Βερόνα παίζονται οι καλύτερες και σημαντικότερες παραστάσεις όχι μόνο της Ιταλίας αλλά και ολόκληρου του πλανήτη. Φέτος στο πρόγραμμα μέχρι τώρα είχε Don Giovanni σε σκηνοθεσία Franco Zeffirelli, Κάρμεν σε σκηνοθεσία επίσης του ιδίου και στη συνέχεια Αϊντα με την υπογραφή του Gianfranco de Bosio, Τόσκα, Τουραντό και … Ρωμαίο και Ιουλιέτα του Γκουνό. Το ρεπερτόριο είναι εναλλασσόμενο, τα σκηνικά πλούσια και την Αρένα δεν μπορείς να τη δεις καν από έξω, γιατί καλύπτεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου από τα σκηνικά των παραστάσεων. Προσπαθούσα ο καημένος να δω λίγο από το μνημείο, αλλά μπρος τα Αιγυπτιακά, πίσω τα Γιαπωνέζικα, μπρος η Αίντα, πίσω η Τουραντό, να δουλεύουν ακατάπαυστα οι γερανοί και δεκάδες εργάτες για τη βραδινή παράσταση. Κι αν καίγεστε να δείτε κι από μέσα, αναγκαστικά κόβετε εισιτήριο. Ανάλογα από ποια πόρτα μπαίνετε πληρώνετε και το ανάλογο ποσό. Για τις τιμές χτυπήστε στο internet (κρύβει μικροεκπλήξεις), αν θέλετε γίνεστε και φίλος της στο facebook (είναι 100.000).
Απογοητευμένος πήρα το ποτάμι κατά μήκος (πρόκειται για την καλύτερη βόλτα), πέρασα από την πιάτσα Έρμπε να χαιρετίσω την κολώνα του Σαν Μάρκο και το λιοντάρι της, είπα ένα γεια και στο άγαλμα του Δάντη (έμενε στα παλάτια των Σκαλιγκέρι κατά τη διάρκεια της εξορίας του), έκανα ένα πέρασμα από το πέτρινο γεφύρι και το Πόντε Ρομάνο, πλήρωσα για να μπω στο Καστελβέκιο (το φτωχικό των Σκαλιγκέρι) για να δω τη θέα της πόλης από ψηλά και τον Αδίγη και την πανέμορφη μεσαιωνική γέφυρα από κάτω (αυτή δεν είναι η παλιά, γιατί οι γερμανοί την είχαν ανατινάξει το 45, αλλά οι βερονέζοι την ξανάχτισαν) και που κατέληξα; Στο Αρχοντικό των Καπουλέτων! Ακόμα συνωστίζονται τα πλήθη, ακόμα κολλούν τις μαστίχες τους στους τοίχους του οικήματος, ακόμα αγοράζουν καρδούλες και χαζούλες από το μικρομάγαζο της αυλής, ακόμα πληρώνουν οι πιο περίεργοι 3 ευρώ για να μπουν μέσα στο σπίτι στο οποίο λειτουργεί μουσείο με αντίκες από τον 16ο και 17ο αιώνα κι ακόμα πλησιάζουν το μπρούτζινο άγαλμα της Ιουλιέτας στον κήπο και της τρίβουν το βυζί. γιατί θεωρείται καλοτυχία! Πλήρης περιήγηση! Το τουριστικό της πόλης το ‘κανα όλο, κάτω από 40 βαθμούς Κελσίου και πήρα τον δρόμο της επιστροφής προς το σταθμό των τρένων.
Βερόνα Πόρτα Νουόβα, ο μακρύς διάδρομος των αφίξεων και των αναχωρήσεων. Μπινάριο 12. Ανεβαίνω στο βαγόνι μου. Στο απέναντι τρένο που φεύγει προς την αντίθετη κατεύθυνση για Βενετία αποχαιρετάει ο πατέρας το γιο. Ή τουλάχιστον αυτό καταλαβαίνω από τη μεγάλη οικειότητα που διαχέεται στον αέρα. Ο γκριζομάλλης 50ντάρης, σχεδόν κλασική αρκούδα, λίγο ντεμοντέ, με τη βερμούδα και τη σαγιονάρα του. Ο πιτσιρικάς 25άρης, αδύνατος, λίγο να τον φυσήξεις έχει φύγει, αλλά εκεί, επιμένει να κάθεται στην πόρτα του βαγονιού και να χαζολογάει. Να κατεβαίνει το σκαλί και να το ξαναανεβαίνει, να φυλάει και να μεταξαναφυλάει τον …πατερούλη, κι αυτός ν’ ανταποκρίνεται και να επαυξάνει… Κι αρχίζω και την ψυλλιάζομαι τη δουλειά! Κι αυτοί δως του και να αλληλοφωτογραφίζονται με τα κινητά και να οι χαιρετούρες κι έτσι και αλλιώς και τα γελάκια και τα χαμογελάκια να έχουν φτάσει μέχρι τα αυτιά. Και νάτο και το Ciao Amore καθώς κλείναν οι πόρτες. Τελικά το σύγχρονο ζευγάρι της Βερόνα μπορεί να είναι καθαρά και ξάστερα Ρωμαίος και Ρωμαίος ή Ρωμαίος και Ιουλιέτος. Να μην παρεμβάλλεται κανένα μπαλκόνι, καμία κοτσίδα, καμία παρεξήγηση και καμία αυτοκτονία.
Διαισθάνομαι πως ο μεσήλιξ αρκουδέας μάλλον πολλά χρόνια ζωής πήρε από το προηγούμενο βράδυ -μεταγγίζοντας στον πιτσιρικά ωριμότατες εμπειρίες ζωής-, ενώ έμεινε αναπάντητο μέσα μου το ερώτημα: Αν ο Σέξπηρ δεν έγραφε το θεατρικό έργο του το 1595, αλλά σήμερα, τι μορφή θα του έδινε;
Άρχισε να κυλάει και το δικό μου τρένο πάνω στις γραμμές. Άνοιξα το βιβλίο μου στη σελίδα που το είχα αφήσει. Φυσικά και διάβαζα Σαίξπηρ. …Τον Κοριολανό!