Τι ισχύει με την τιμή και την διαθεσιμότητα του σιταριού φέτος
Θα βάλουν εκ νέου βαθιά το χέρι στην τσέπη καταναλωτής και παραγωγός;
Η σπορά αποτελεί την αρχή του κύκλου ζωής των γεωργικών προϊόντων, και το φθινόπωρο είναι η εποχή για τη σπορά των “χειμερινών” σιτηρών, που αποτελούν σημαντικό μέρος της διατροφής μας, ιδίως με το σιτάρι να κατέχει πρώτη θέση. Σχεδόν δύο χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, το ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στον τομέα του σιταριού είναι μεγάλο.
Αφού ξεπεράστηκε η αρχική περίοδος αβεβαιότητας και υψηλών τιμών πέρσι, τώρα βρισκόμαστε σε μια πιο σταθερή κατάσταση, με τιμές που βρίσκονται ελαφρώς πάνω από τα επίπεδα πριν από την έναρξη του πολέμου. Ωστόσο, η ερώτηση είναι αν αυτή η κατάσταση είναι βιώσιμη, ειδικά μετά την απώλεια της Διώρυγας (της εμπορικής συμφωνίας που έπαψε τη λειτουργία της στη Μαύρη Θάλασσα η Ρωσία) μέσω της οποίας η διεθνής αγορά εφοδιαζόταν με ουκρανικό σιτάρι. Είναι δυνατόν να υπάρξει έλλειψη αυτών των ποσοτήτων στις διεθνείς αγορές τροφίμων;
Η αλήθεια είναι πως φέτος δε φαίνεται να υπάρχει ο πανικός στην αγορά που υπήρχε πέρσι. Οι παγκόσμιες αποθήκες φέτος δεν είναι άδειες, αντίθετα οι περισσότερες χώρες διαθέτουν υψηλό απόθεμα και δεν αποτελούν έρμαιο των ουκρανικών εξαγωγών, που αποτελούσε μέχρι πρότινος έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς σιτηρών στον πλανήτη.
Τον τελευταίο καιρό μάλιστα, η Κίνα έχει επιδείξει έντονο ενδιαφέρον για την αναζήτηση σίτου σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι ετήσιες εισαγωγές της Κίνας έχουν φτάσει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, καθώς η χώρα αντιμετωπίζει αυξημένες ανάγκες λόγω των καταστροφικών βροχοπτώσεων που έχουν έπληξαν τις εθνικές σοδειές. Το πρόβλημα όμως αναμένεται μάλλον να ικανοποιηθούν από τις εξαγωγές Γαλλίας, Καναδά και Η.Π.Α. που διαθέτουν τεράστια αποθέματα σίτου. Ζήτημα αποτελεί πόσο μεγάλη θα είναι η ζήτηση και των υπολοίπων χωρών, και αν αυτό θα ανατρέψει τις ισορροπίες της παγκόσμιας αγοράς.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα;
“Σίγουρα αναμένουμε του χρόνου μειωμένη διαθεσιμότητα καθώς η παραγωγή θα είναι σε έντονη πτώση. Αυτό οφείλεται σε δυο παράγοντες. Στις καταστροφές καλλιεργειών στη Θεσσαλία που θα χρειαστεί αρκετό χρονικό διάστημα για να καθαριστούν αλλά και το ότι δεν ξεκίνησε ακόμα η σπορά των αγροτών στα χωράφια, καθώς υπάρχει υψηλή θερμοκρασία και δεν έχουμε βροχές. Νούμερα για τη μειωμένη παραγωγή θα έχουμε σε μερικούς μήνες, δεν ξέρουμε από τώρα αλλά σίγουρα θα έχουμε σημαντικές απώλειες“, δηλώνει αρχικά στην parallaxi ο Θωμάς Μπουρνάρης, Αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Γεωπονίας του ΑΠΘ.
Αναφορικά με την κλιματική αλλαγή τονίζει “Φέτος η συνεχόμενη ζέστη επηρεάζει εντονότατα την αγροτική παραγωγή. Μπορεί οι καταναλωτές, δηλαδή ο μέσος πολίτης να χαίρεται με αυτήν τη ζέστη καθώς δε χρειάζεται να “ανάβει” τη θέρμανση αλλά αυτό δεν είναι ευχάριστο για τον αγροτική παραγωγή. Αυτό φυσικά είναι αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, που αρκετοί ακόμα υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει, ενώ φυσικά υφίσταται”.
Η Ελλάδα και η ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου αντιμετωπίζουν ήδη υψηλό κίνδυνο ξηρασίας, και αυτός ο κίνδυνος αναμένεται να ενταθεί στο μέλλον λόγω της κλιματικής αλλαγής, σύμφωνα με τον νέο Άτλαντα Κινδύνου Λειψυδρίας. Ο Άτλαντας είναι ένα από τα δύο νέα εργαλεία που παρέχει η Κομισιόν για τη διαχείριση του κινδύνου σε τοπικό επίπεδο, σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Βάση Δεδομένων για τις Επιπτώσεις της Ξηρασίας, όπου συγκεντρώνονται δεδομένα από την περίοδο 1977 έως 2022. Σύμφωνα με τον Άτλαντα αναμένεται τα επόμενα χρόνια να επηρεαστεί αρνητικά η παράγωγή της και να σημειώσει σημαντική μείωση.
“Η τωρινή χρονιά σε διαθεσιμότητα από όσο γνωρίζω, μπορώ να πω ότι θα είμαστε καλά σαν Ελλάδα. Δεν καταγράφηκαν έντονες απώλειες από όσο γνωρίζω, θεωρώ έτσι πως οι τιμές θα κυμανθούν όπως οι περσινές. Θα υπάρξει δηλαδή σταθεροποίηση στην αγορά και όχι μάλλον αύξηση. Αν και οι τιμές δεν επηρεάζονται μόνο από το προϊόν παραγωγής αλλά και από το κόστος παραγωγής και τους συντελεστές της. Φέτος διαφαίνεται ότι δε θα έχουμε έκρηξη τιμών” συμπληρώνει καταληκτικά ο κ. Μπουρνάρης.
Σε επικοινωνία με παραγωγούς σιταριού, μας τόνισαν πόσο σημαντικός είναι ο παράγοντας “καιρός” για μία σοδειά. Ένας από αυτούς είναι και ο Σταύρος Νασιούδης, αγρότης που διατηρεί τις καλλιέργειές του στην Κεντρική Μακεδονία. “Οι τιμές πέρσι εκτοξεύθηκαν λόγω του πολέμου φυσικά. Σταμάτησαν να κυκλοφορούν λιπάσματα από Ρωσία και Ουκρανία που είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση του κόστους παραγωγής καθώς όλοι έψαχναν λίπασμα και δεν έβρισκαν. Φέτος είναι πιο φθηνό το λίπασμα, πιο σταθερά τα πράγματα“.
“Ο παραγωγός όμως επηρεάζεται πάρα πολύ και από τον καιρό. Τα τελευταία 10-12 χρόνια τα δεδομένα χουν αλλάξει. Οι βροχές έρχονται νωρίτερα από το αναμενόμενο και είναι αστάθμητος παράγοντας. Για αυτό πολλοί δοκιμάζουν τη σπορά νωρίτερα. Το φετινό καλοκαίρι μας επηρέασε έντονα ο καιρός. Αρχικά τον Μάιο είχαμε έντονες κακοκαιρίες και έπειτα είχαμε γιγάντια περίοδο ξηρασίας. Σε πολλές περιοχές της κεντρικής Μακεδονίας έκανε να βρέξει 125 μέρες! Όπως είναι εύκολα κατανοητό αυτό επηρέασε την παράγωγή μας και οι τελευταίες σοδιές δεν ήταν οι καλύτερες δυνατές” προσέθεσε χαρακτηριστικά, προτού καταλήξει:
“Να τονίσω εδώ όμως ότι οι τιμές στη χώρα δεν καθορίζονται τόσο πολύ από την παραγωγή και τη διαθεσιμότητα στη χώρα αλλά από τους μεγαλοπαραγωγούς στον διεθνή χώρο. Είναι χώρες όπως Καναδάς, Η.Π.Α που έχουν πολύ μεγαλύτερη παραγωγή από εμάς και ελέγχουν τις τιμές. Έχουν πολύ μεγαλύτερα μηχανήματα που τους βοηθούν, πιο φθηνό πετρέλαιο και αυτό τους δίνει μεγάλες δυνατότητες. Επομένως, εμείς στην Ελλάδα μόνο ρυθμιστές της κατάστασης δεν είμαστε“.
Είναι ευδιάκριτο ότι φέτος δεν αναμένεται να έχουν νέο ράλι αύξησης τιμών, χωρίς όμως να παρατηρείται και σημαντική μείωση στις τιμές και την επαναφορά στα πλαίσια της προ-ρωσουκρανικής διαμάχης.