Το καλοκαίρι μόλις ξεκινά για το φοιτητικό κάμπινγκ του ΑΠΘ
Στις 8 Ιουλίου, παρέες επανενώνονται υπό τους ήχους των τζιτζικιών στο Ποσείδι, σαν να μην πέρασε μια μέρα.
Σε απόσταση 120 χιλιομέτρων από τη Θεσσαλονίκη, μέσα σε ένα πευκόφυτο δάσος 135 στρεμμάτων, η έννοια του χρόνου τα καλοκαίρια χάνεται.
Στην πανεπιστημιακή κατασκήνωση του ΑΠΘ, που λειτουργεί από το 1960 στο Ποσείδι της Χαλκιδικής, δίνονται τα καθιερωμένα ραντεβού θερινής ραστώνης για την φοιτητική και ακαδημαϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, αντικαθιστώντας προσωρινά τις συναντήσεις στα κατατόπια της πανεπιστημιούπολης.
Φέτος, στις 8 Ιουλίου, παρέες επανενώνονται υπό τους ήχους των τζιτζικιών, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Παλιοί κατασκηνωτές κοιτούν πια τα παιδιά τους να συνεχίζουν την καλοκαιρινή τους παράδοση, ενώ οι νεότεροι γνωρίζουν μια διαφορετική όψη της περιβόητης φοιτητικής ζωής.
Δυνατότητα διαμονής έχουν όλοι οι φοιτητές, το προσωπικό και οι συνταξιούχοι του ΑΠΘ, καθώς και φιλοξενούμενοί τους, οι οποίοι μπορούν να φτάσουν στο χώρο της κατασκήνωσης, είτε με δικό τους όχημα, είτε με δρομολόγιο του ΚΤΕΛ Χαλκιδικής.
Οι 16 οικίσκοι που υπάρχουν στις εγκαταστάσεις του φοιτητικού κάμπινγκ διατίθενται έπειτα από κλήρωση σε οικογένειες εν ενεργεία υπαλλήλων του πανεπιστημίου.
Οι φοιτητές του ΑΠΘ που θα επιλέξουν να μείνουν σε σκηνή έως 4 τ.μ. δεν οφείλουν να πληρώσουν κάποιο αντίτιμο, παρά μόνο την κάρτα εισόδου. Το κόστος για τους υπόλοιπους διαμορφώνεται ανάλογα με το μέγεθος της σκηνής ή του τροχόσπιτου, την ηλικία και την ακαδημαϊκή τους ιδιότητα.
Μέσα στον περιφραγμένο και με εικοσιτετράωρη φύλαξη χώρο της, η κατασκήνωση διαθέτει υποδομές πρωτοβάθμιας ιατρικής φροντίδας, προσωπικό καθαριότητας και ναυαγοσώστη για την επιτήρηση των λουόμενων στην παραλία.
Οι κατασκηνωτές έχουν πρόσβαση στο αναψυκτήριο, στο μίνι μάρκετ και στο εστιατόριο, που παρέχει τρία γεύματα ημερησίως. Επιπλέον, μπορούν να γεμίσουν το πρόγραμμά τους με διάφορες πολιτιστικές και αθλητικές δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα στο ανοιχτό θέατρο και τα γήπεδα της κατασκήνωσης. Παράλληλα, το θερινό σχολείο της πανεπιστημιακής κατασκήνωσης υπόσχεται μια εναλλακτική εκπαιδευτική εμπειρία, συνδυάζοντας διακοπές και μάθηση, σε υπαίθριο ή εσωτερικό χώρο.
Σημειώνεται πως η συμμετοχή των κατασκηνωτών σε όλες τις παραπάνω ασχολίες, γίνεται με δήλωσή τους και είναι δωρεάν.
Για την Ανδρομάχη το φοιτητικό κάμπινγκ είναι κάτι που αγαπάει και όπως μου λέει, πηγαίνει από τότε που ακόμα δε περπατούσε. «Ίσως είναι θέμα συνήθειας αλλά δε μπορώ να φανταστώ το καλοκαίρι μου χωρίς να πάω για τουλάχιστον ένα μήνα στο Ποσείδι», μου λέει και καταλήγει:
«Τα καλύτερα χρόνια ήταν όταν ήμασταν τέλος γυμνάσιου προς λύκειο, γιατί ήμασταν όλοι ξέγνοιαστοι και δεν είχαμε καμία υποχρέωση το καλοκαίρι, ενώ τώρα οι περισσότεροι δουλεύουμε και είναι λίγες οι μέρες που περνάμε μαζι».
Η Κωνσταντίνα, φοιτήτρια του τμήματος Θέατρου, πηγαίνει στο Ποσείδι από μικρό παιδί. «Εγώ δεν έκανα διακοπές πουθενά αλλού, η κατασκήνωση είναι σαν το χωριό μου. Πηγαίναμε με τους γονείς μου από αρχές της σεζόν και πολλές φορές φεύγαμε Σεπτέμβρη. Με θυμάμαι που ερχόμασταν στην αρχή τα Σαββατοκύριακα και διάβαζα για το σχολείο. Έγραφα εκθέσεις, γιατί τη Δευτέρα είχα Γλώσσα».
Στη συνέχεια, μου μιλά για την αγάπη της στο χορό και για το πώς αυτή “άνθισε” μέσα από αυτοσχέδιες χορογραφίες που σκαρφίζονταν με τα υπόλοιπα κορίτσια της κατασκήνωσης.
«Κάποτε ήμουν περαστική και έβλεπα να κάνουν μαθήματα σάλσα έξω από το εστιατόριο. Όταν έγινα φοιτήτρια εγγράφηκα στα μαθήματα και τώρα κατέληξα να διδάσκω. Έχω περάσει πλέον από την άλλη πλευρά, κανονίζω με τους υπόλοιπους δασκάλους και από εκεί που άκουγα πως “σήμερα έχει σάλσα”, πλέον είμαι αυτή που το ανακοινώνει», αναφέρει.
Η Κωνσταντίνα μου διηγείται για τα γλέντια του δεκαπενταύγουστου, τα ευρηματικά παιχνίδια, τα πάρτι γενεθλίων και τις βραδιές με πεφταστέρια στην παραλία· Αναμνήσεις συνδεδεμένες με τη ζέστη και την ανεμελιά.
«Πατάς το πόδι σου στο Ποσείδι και είναι σαν να είσαι αλλού. Επειδή πηγαίνω από παιδί, θεωρώ πως σαν φοιτήτρια δεν έχω ανάγκη να έρθω εδώ για να ξεσαλώσω. Υπάρχει αρκετή ελευθερία και η κατασκήνωση μεριμνά ακόμη και για τους μικρότερους κατασκηνωτές».
Μέσα από τις εξιστορήσεις της μπορείς να καταλάβεις την ιδιαίτερη σχέση μιας παρέας που χτίζεται στο κάμπινγκ, της “οικογένειας του καλοκαιριού”, όπως η ίδια την χαρακτηρίζει.
«Κάποια από τα παιδιά πηγαίνουν στο Ποσείδι από πριν γεννηθούν κυριολεκτικά, όταν ήταν ακόμη στην κοιλιά της μητέρας τους, οπότε πραγματικά το βλέπουμε σαν να επιστρέφουμε στο χωριό μας. Για εμένα αυτό το μέρος είναι αρκετά οικογενειακός χώρος».
Κλείνοντας τη συζήτησή μας, η Κωνσταντίνα μου εξηγεί πως οι χρονιές που η κατασκήνωση ήταν κλειστή λόγω του κορονοϊού ήταν και οι μοναδικές που δεν έκανε διακοπές.
«Βέβαια, τα πράγματα μετά τον Covid είναι διαφορετικά, γιατί ύστερα από δύο χρόνια και η κατασκήνωση προσπαθεί να βρει τα πατήματά της, αλλά και για εμάς μας στοίχησε που δεν πήγαμε. Για την παρέα μου ήταν ακόμη πιο δύσκολη η επιστροφή, γιατί χάσαμε την φίλη μας την Αγάπη στα Τέμπη. Είναι δύσκολο να γυρνάς, γιατί είναι σε κάθε γωνιά της κατασκήνωσης· Όπου και να πας έχεις αναμνήσεις».