Στη δίνη του πολέμου λιανεμπόριο, νοικοκυριά και ξενοδοχεία στην Ελλάδα
Νέος γύρος ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα.
Αύξηση των ενεργειακών επιδοτήσεων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα περιλαμβάνει το “πακέτο” για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης που πρόκειται να ανακοινωθεί την ερχόμενη εβδομάδα, χωρίς να αποκλείονται και περαιτέρω άμεσες παρεμβάσεις για τη μείωση της τιμής των καυσίμων, τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμη βάση. Οι αυξημένες επιδοτήσεις θα εφαρμοστούν τον Απρίλιο με βάση τα δεδομένα των αγορών ενέργειας του Μαρτίου τα οποία μέχρι στιγμής είναι ιδιαίτερα αρνητικά.
Η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας στο ελληνικό Χρηματιστήριο για το διάστημα μέχρι την περασμένη Παρασκευή διαμορφώθηκε στα 321,49 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έναντι 211,71 ευρώ που ήταν η μέση τιμή του Φεβρουαρίου. Στο φυσικό αέριο η διεθνής τιμή στο Χρηματιστήριο της Ολλανδίας έκανε ρεκόρ όλων των εποχών την προηγούμενη εβδομάδα, φθάνοντας έως και τα 345 ευρώ ανά μεγαβατώρα για να αποκλιμακωθεί σημαντικά στη συνέχεια, στο επίπεδο των 130 ευρώ ανά μεγαβατώρα στο τέλος της εβδομάδας. Σε επίπεδο τελικού καταναλωτή η τιμή διάθεσης του αερίου από μεγάλο προμηθευτή διαμορφώθηκε το Φεβρουάριο στα 0,09705 ευρώ ανά κιλοβατώρα, δηλαδή χαμηλότερα από τον Ιανουάριο οπότε έφθασε στα 0,12531 ευρώ αλλά σε τριπλάσια επίπεδα από πέρυσι (το Φεβρουάριο του 2021 η αντίστοιχη τιμή ήταν 0,02976 ευρώ ανά κιλοβατώρα).
Υπενθυμίζεται ότι για τον Μάρτιο οι επιδοτήσεις διαμορφώνονται:
– Για τους οικιακούς καταναλωτές (κυμαινόμενα τιμολόγια, πρώτη κατοικία), 150 ευρώ ανά μεγαβατώρα για τις πρώτες 155 κιλοβατώρες μηνιαίας κατανάλωσης και 110 ευρώ ανά μεγαβατώρα για κατανάλωση από 156 έως 310 kwh. Έτσι η συνολική επιδότηση διαμορφώνεται στα 40,03 ευρώ.
– Για το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο η επιδότηση παραμένει στα 170 ευρώ ανά μεγαβατώρα για τις πρώτες 310 κιλοβατώρες (αντί για 300) χωρίς την προϋπόθεση της πρώτης κατοικίας.
– Για τους επαγγελματικούς καταναλωτές, με κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, ανεξαρτήτως τάσης, η επιδότηση παραμένει σε 65 ευρώ/ΜWh για όλη τη μηνιαία κατανάλωση.
– Για το φυσικό αέριο η κρατική επιδότηση τον Μάρτιο παραμένει στα 20 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα για όλους τους καταναλωτές (οικιακούς και μη, εκτός των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας).
Στη δίνη του πολέμου και του «πληθωριστικού κυκλώνα» οργανωμένο λιανεμπόριο και καταναλωτές
Βαριά σκιά ρίχνει ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας στην οικονομία και τα ελληνικά νοικοκυριά ανοίγοντας παράλληλα έναν νέο κύκλο αβεβαιότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Την ίδια στιγμή οργανωμένο λιανεμπόριο και προμηθευτές βρίσκονται στη δίνη νέου γύρου αυξήσεων ενεργειακού κόστους και των τιμών πρώτων υλών, με τις ανατιμήσεις στα βασικά προϊόντα διατροφής να αποτελούν μονόδρομο. Από την πλευρά τους, οι καταναλωτές βιώνουν το σοκ του πολέμου και τις πληθωριστικές πιέσεις, περιορίζουν τις δαπάνες τους, επιλέγουν λιγότερα και φθηνότερα προϊόντα, ενώ αναζητούν προσφορές για να γεμίσουν το καλάθι τους.
Νέος γύρος ανατιμήσεων σε βασικά προϊόντα
Όπως αναφέρει μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Retail Analyst Κωνσταντίνος Μαχαίρας, τα ελληνικά νοικοκυριά βρίσκονται αντιμέτωπα με ένα νέο πιο επιθετικό κύμα ακρίβειας, η διάρκεια και η ένταση του οποίου θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη διάρκεια των εχθροπραξιών στην Ουκρανία. «Δεν ξέρουμε πόσο καιρό θα κρατήσει αυτός ο πόλεμος. Ελπίζουμε να τελειώσει σύντομα αλλά για να επανέλθει σε κανονικότητα η αγορά θα χρειαστούν έξι με επτά μήνες» σημειώνει ο κ. Μαχαίρας και εστιάζοντας στο αυξημένο ενεργειακό κόστος τονίζει: «Οι ενεργειακές τιμές έχουν αυξήσει το κόστος στο λιανεμπόριο κατά 1,2% που σημαίνει ότι επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό τα περιθώρια κέρδους ενώ προκαλούνται αλυσιδωτές αναταράξεις. Εφέτος θα έχουμε έναν μεγάλο κραδασμό στις τιμές μέχρι να αποφασίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση με ποιο τρόπο θα αντιμετωπίσει το ενεργειακό, καθώς δεν μπορεί να το κάνει μόνη της η χώρα μας».
Σύμφωνα με τον κ. Μαχαίρα, οι αυξήσεις στις τιμές καταναλωτικών προϊόντων και αγαθών είναι δεδομένες και θα συνεχιστούν ενώ οι καταναλωτές πρέπει να προετοιμάζονται για νέες ανατιμήσεις. «Είχαμε την ελπίδα ότι οι αυξήσεις αυτές θα απορροφηθούν σε βάθος χρόνου αλλά με την συγκυρία που έχει προκύψει και με τις δυσκολίες που υπάρχουν στο εμπόριο δεν πιστεύω ότι ο στόχος αυτός θα επιτευχθεί». Οι ανατιμήσεις, σύμφωνα με τον κ. Μαχαίρα θα συνεχίσουν να υφίστανται, θα έχουν διάρκεια ενώ δύσκολα θα απορροφηθούν από τους λιανέμπορους οι αυξήσεις που δίνει η βιομηχανία. Εκτίμησε δε, ότι «οι λιανέμποροι απορροφούν ένα ποσοστό 2% με 3% αυτών των αυξήσεων για να μπορέσουν να εξυπηρετήσουν το καταναλωτικό τους κοινό. Παράλληλα, ρίχνουν στη μάχη δελεαστικές προσφορές και προωθητικές ενέργειες προκειμένου να ενισχύσουν τις αγορές των καταναλωτών. Ωστόσο δεν αναμένεται να καταφέρουν να φέρουν την κατανάλωση στα επίπεδα που ήταν πριν. Θα είναι πάρα πολύ δύσκολο».
Την ίδια στιγμή, οι καταναλωτές με συρρικνωμένο το εισόδημά τους, περιορίζουν τις αγορές τους και αναζητούν φθηνότερα, πολλές φορές μη επώνυμα, προϊόντα ενώ προτεραιότητα αποτελούν οι συμφέρουσες προσφορές. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτή τη περίοδο οι καταναλωτές, σύμφωνα με τον κ. Μαχαίρα, αξιολογούν τις επιλογές τους σε κάθε προϊόντική κατηγορία και δεν παρασύρονται από τις δραστηριότητες του μάρκετινγκ και της διαφήμισης. Προχωρούν σε περικοπές δαπανών, συγκρίνουν τις τιμές, αλλάζουν τις αγοραστικές τους συνήθειες και προσαρμόζονται στη νέα πραγματικότητα, ελέω του πολέμου στην Ουκρανία.
Αναφορικά με τις πωλήσεις των σούπερ μάρκετ κατά το πρώτο τρίμηνο οι προβλέψεις, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι δυσοίωνες. Τόσο τον Ιανουάριο όσο και τον Φεβρουάριο οι πωλήσεις υποχώρησαν σε αξία αλλά και σε όγκο ενώ και για τον Μάρτιο οι εκτιμήσεις είναι συγκρατημένες. «Η ρευστή κατάσταση δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία ακόμη και μέχρι τις αρχές του 2023», τονίζει ο κ. Μαχαίρας και συμπληρώνει: «Πολλές εταιρείες είναι υπό πίεση. Αν ο πληθωρισμός πάει σε διπλάσιο νούμερο δηλαδή αγγίξει το 10% ναι μεν θα έχουν αύξηση τζίρων αλλά θα έχουν πολλαπλάσια αύξηση εξόδων και παράλληλα πρόβλημα με το cash flow. Υπό αυτές τις συνθήκες λιανέμποροι που είχαν χαμηλά επιτόκια δανεισμού θα πρέπει να βρουν καινούργιους τρόπους βελτίωσης της ρευστότητάς τους. Είναι γεγονός ότι οι αλλαγές τρόπων πληρωμής των προμηθευτών, το αυξητικό κόστος στην ηλεκτρική ενέργεια και τα καύσιμα θα μειώσει τα περιθώρια κέρδους που είχαν. Προς το παρόν παρακολουθούμε τα γεγονότα και περιμένουμε να δούμε τι αλλαγές θα κάνουν στην στρατηγική τους. Δεν θα είναι ένα εύκολο παιχνίδι το λιανεμπόριο, θα δούμε εξελίξεις γρηγορότερα από ότι τις περιμέναμε».
Οι επιπτώσεις του πολέμου και οι αναγκαίες άμεσες παρεμβάσεις
«Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναμένεται να δημιουργήσει διεθνώς σοβαρά προβλήματα στο μαλακό σιτάρι και αραβόσιτο, όπου δυστυχώς η εγχώρια παραγωγή μας καλύπτει λιγότερο από το μισό της εσωτερικής κατανάλωσης» αναφέρει μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο Γεώργιος Ι. Δουκίδης, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το μαλακό σιτάρι αξιοποιείται κυρίως στη παραγωγή αλεύρων και μαζί με το καλαμπόκι είναι οι βασικές διατροφικές υποδομές στις κτηνοτροφικές μονάδες και του μεταποιητικού κλάδου των ζωοτροφών. ‘Αρα καταλαβαίνει κανείς τη σημασία τους ευρύτερα στη βιομηχανία τροφίμων και στη διατροφική αλυσίδα. Εθνικός στόχος, σύμφωνα με τον κ. Δουκίδη, θα πρέπει να είναι για το 2022 η αύξηση της εθνικής παραγωγικότητας στις δυο συγκεκριμένες κατηγορίες προϊόντων, μέσω της άμεσης ενίσχυσης των γεωργών και κτηνοτρόφων στα υψηλά έξοδα χρήσης λιπασμάτων και ηλεκτρικού ρεύματος για πότισμα. Έτσι αναμένεται να ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή και να μετριαστούν οι πιθανές δραματικές επιπτώσεις για το δεύτερο εξάμηνο του 2022 από την εξάρτησης της χώρας στις συγκεκριμένες εισαγωγές.
Εστιάζοντας στον εφοδιασμό της ελληνικής αγοράς, ο κ. Δουκίδης σημειώνει ότι στα πρώτα στάδια εξέλιξης της πανδημίας ο κλάδος ανταποκρίθηκε ουσιαστικά και οργανωμένα και επειδή κρατάει πάντα υψηλά στοκ ασφαλείας σε όλη την τροφική αλυσίδα (σούπερ μάρκετ και προμηθευτές) φαινόμενα με άδεια ράφια δεν συνέβησαν. Τονίζει επίσης, ότι «το ίδιο ισχύει και αυτή τη περίοδο καθώς υπάρχει πρόνοια για να αντιμετωπισθούν πιθανά προβλήματα εφοδιασμού στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας των ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων». Από την πλευρά τους οι καταναλωτές, σύμφωνα με τον κ. Δουκίδη, συνεχίζουν να αξιοποιούν τις προσφορές των προμηθευτών στα σούπερ μάρκετ. Συγκεκριμένα, πρόσφατη έρευνα του ΙΕΛΚΑ κατέγραψε ότι οι Έλληνες καταναλωτές αξιοποιώντας τις προσφορές των προμηθευτών και σουπερμάρκετ εξοικονόμησαν το 13% της συνολικής αξίας αγορών τροφίμων το 2021, δηλαδή περίπου στο 1,3 δισ. ευρώ. «’Αρα μια συνέχιση της έντασης των προσφορών το 2022 και μια πιο έξυπνη αξιοποίησή τους από τους καταναλωτές (αξιοποιώντας και τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες ενημέρωσης και σύγκρισης τιμών) μπορεί να δώσει μια ευκαιριακή αλλά ουσιαστική ανακούφιση» υποστηρίζει ο καθηγητής του ΟΠΑ.
Αναφορικά με το πρόβλημα που δημιουργεί το υψηλό ενεργειακό κόστος, τονίζει ότι στα σούπερ μάρκετ το κόστος ενέργειας αποτελούσε από το 2021 περίπου το 20% επί των γενικών εξόδων τους, ενώ στο 2022 διαμορφώνεται ήδη στο 30%. «Σε ένα κλάδο που το EBITDA δεν ξεπερνά το 5%, αυτή η αύξηση είναι πολύ επιβαρυντική για την ίδια την επιβίωση των επιχειρήσεων ιδιαίτερα δε για τις μικρότερες εταιρείες» τονίζει ο κ. Δουκίδης και συμπληρώνει: «Σίγουρα χρειάζεται ένα ευρωπαϊκό σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος των υπέρογκων κοστολογικών επιβαρύνσεων της ενέργειας ώστε οι κυβερνήσεις να υλοποιήσουν εθνικά σχέδια για να καταστούν οι επιχειρήσεις περισσότερο ανταγωνιστικές και οι τοπικές κοινωνίες περισσότερο βιώσιμες. Η δέσμη μέτρων για αυτό το θέμα, που κατέθεσε αυτή την εβδομάδα η ελληνική κυβέρνηση στις Βρυξέλλες, είναι προς τη σωστή κατεύθυνση».
Ενέργεια και πρώτες ύλες” ροκανίζουν” τις ταμειακές ροές των ξενοδοχείων φέτος
Μπορεί οι προβλέψεις για τoν ελληνικό τουρισμό το 2022, να εξακολουθούν, να είναι ακόμα και τώρα αισιόδοξες, ωστόσο το διακύβευμα για τα περισσότερα ξενοδοχεία θα είναι η βιωσιμότητα τους, αφού οι αύξησεις των τιμών στα καύσιμα αλλά και των πρώτων υλών θα ροκανίσουν τις ταμειακές ροές τους σύμφωνα με όσα αναφέρουν στο ΑΠΕ – ΜΠΕ φορείς του κλάδου.
Με τιμές του 2019 θα προσπαθήσουν τα ξενοδοχεία να ξεπεράσουν το ενεργειακό κόστος
Πρόκειται για μια “ισορροπία τρόμου” στα οικονομικά των ξενοδοχείων καθώς, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ – ΜΠΕ ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων Γρηγόρης Τάσιος, το κόστος λειτουργίας φαίνεται να είναι 25% με 30% αυξημένο σε συγκριση με το 2021, με την ενέργεια να πρωταγωνιστεί σε αυτή την εξίσωση το 2022. Είναι χακτηριστικό, συνεχίζει ο κ. Τάσιος, ότι τα ξενοδοχεία που βασίζονται στο μαζικό μοντέλο προσέλκυσης πελατών (τα περισσότερα δηλαδή) έχουν υπογράψει συμβόλαια με τους Tour Operetor’s (οργανωτές ταξιδών), τα οποία φέρουν κλειδωμένες τιμές του 2019.
Τα “κλειδωμένα” συμβόλαια, τα υπογράφουν οι ξενοδοχεικακές επιχειρήσεις ένα χρόνο πριν την έναρξη της νέας τουριστικής χρόνιας και φυσικά δεν χωρούν καμία αύξηση εκπρόθεσμα. Τιμές ανεβάζει ο κλάδος της βραχυχρόνιας μίσθωσης, συμπληρώνει ο κ. Τάσιος.
Στο μεταξύ τα δυο προηγούμενα χρόνια, συμπληρώνει ο κ. Τάσιος, δεν έγιναν αυξήσεις τιμών στα συμβόλαια λόγω της πανδημίας και της προσπάθειας να παραμείνει ανταγωνιστικό το τουριστικό πακέτο. “Ο τουρισμός και το ξενοδοχειακό πακέτο δεν είναι πακέτο που το βρίσκεις στο ράφι. Η τιμή του πακέτου στο ράφι αυξάνει, όποτε αυτό πρέπει να γίνει. Στον αντίποδα οι ξενοδόχοι δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια, γιατί κλείνουν συμφωνίες ένα χρόνο πριν την έναρξη της χρονιάς”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΠΟΞ.
Παραμένοντας στο πεδίο των λειτουργικών εξόδων, η πρόεδρος του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων Κωνσταντίνα Σβήνου τονίζει ότι πλέον το 40% του τζίρου ενός ξενοδοχείου κατευθύνεται σε δαπάνες ενέργειας. Μάλιστα συμπληρώνει ότι το μεγάλο πλήγμα το φέρουν τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, που με ελάχιστες πληρότητες προσπαθούν να τα καταφέρουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι ξενοδοχείο της Αθήνας με χαμηλές πληρότητες σπαταλά σε ενέργεια το 70% του τζίρου του. “Με αυτούς τους όρους δεν είναι βιώσιμο το ξενοδοχείο”, σημειώνει η κυρία Σβήνου.
Πρόεδρος ΙΤΕΠ: “Με αυτούς τους όρους δεν είναι βιώσιμο το ξενοδοχείο”
Με δεδομένο ότι το 70% των ξενοδοχείων που είναι 1,2,3 αστέρια και δεν μπορoύν να προβούν σε αλλαγές τιμών προς τα πάνω, το βέβαιο είναι ότι ο κλάδος της ξενοδοχίας θα δουλέψει για το κόστος της ενέργειας το 2022, όπως λέει. Πάντως όποια πρόθεση για αύξηση των τιμών στις υφιστάμενες μονάδες αναβάλλεται για το 2023 και πάντα με γνώμονα την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού πακέτου. Μάλιστα φέτος το τουριστικό πακέτο για τον υποψήφιο τουρίστα θα επιβαρυνθεί από το μεταφορικό κόστος και όχι από τα ξενοδοχεία, με τον κ. Τάσιο να υπογραμμίζει ότι μόνο το αεροπορικό εισιτήριο θα αυξηθεί από 50 ευρώ εως 100 ευρώ λόγω του καυσίμου. Φυσικά ο προβληματισμός μετακυλείεται και στο κόστος της μετακίνησης με αυτοκίνητο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους οδικούς προορισμούς της χώρας.
Ένας σημαντικός οδικός προορισμός είναι και η Πελοπόννησος, με τον Δημήτρη Πολλάλη πρόεδρο της Ενωσης Ξενοδόχων Λακωνίας, να εκφράζει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ την αισιοδοξία του, ότι ακόμα και με αυτές τις δύσκολες συνθήκες, οι διακοπές με αυτοκίνητο μπορούν να είναι σωσίβιο για μια τετραμελή οικογένεια. Και ακόμα περισσότερο, όταν οι τιμές θα είναι ελκυστικές για τον εγχώριο και διεθνή τουρίστα.
Παράταση των δανειακών υποχρεώσεων ζητά ο κλάδος
Στην ερώτηση τι ζητά ο κλάδος της ξενοδοχίας για την αντιμετώπιση της παρούσας κατάστασης, ο πρόεδρος της ΠΟΞ ζητά να ληφθούν αποφάσεις σε διατραπεζικό επίπεδο, ώστε τα δάνεια του ΕΤΕΑΜ, που δόθηκαν λόγω του Covid, να πάνε από τα 5 χρόνια στα 7 με 10 χρόνια, καθώς είναι και απόφαση της ΕΕ. Παράλληλα ζητά να υπάρξει και η δυνατότητα οριζόντιας ρύθμισης για άλλες υποχρεώσεις, με εξόφληση ακόμα και τις 100 δόσεις. Από την πλευρά της η κυρία Σβήνου, επεσήμανε ότι θα πρέπει να μην δίδονται οριζόντια οι ενισχύσεις αλλά στοχευμένα εκεί που χρειάζεται.
Από τον Απριλιο εκκίνηση για τα Resort στην Κρήτη
Σε κάθε περίπτωση οι ξενοδόχοι της χώρας θα είναι έτοιμοι πολύ νωρίτερα, με τον Ανδρέα Μεταξά, Διευθύνοντα Σύμβουλο του Metaxa Hospitality Group, να τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι οι μονάδες του ομίλου στην Κρήτη θα ανοίξουν από Απρίλιο. Συγκεκριμένα το Creta Maris θα ανοίξει 2 Απριλίου, το Candia Maris στις 9 Απριλίου, ενώ στη Σαντορίνη το Santo Maris Oia θα ανοίξει στις 20 Απριλίου. Σε αυτό το δύσκολο οικονομικό περιβάλλον ο κ. Μεταξάς υπογραμμίζει ότι ο όμιλος δεν πρόκειται να περιορίσει δαπάνες που αφορούν το προσωπικό, αφού όπως σημειώνει οι άνθρωποι είναι αυτοί που δίνουν αξία στις επιχειρήσεις. Μάλιστα επισημαίνει ότι τώρα περισσότερο από ποτέ φαίνεται πόσο σημαντική είναι η επένδυση των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων στο ψηφιακό περιβάλλον και στις κρατήσεις που δεν περνούν από τα μονοπάτια των Tour Operetor’s.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Μαρία Τσιβγέλη
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ