Ελλάδα

Τετραήμερη απασχόληση: Ουτοπία ή σύγχρονη αναγκαιότητα;

Από «το δικαίωμα στην τεμπελιά» στο 32ωρο - Που βρίσκεται η σχετική συζήτηση στην Ελλάδα – Η διεθνής εμπειρία

Φίλιππος Δεργιαδές
τετραήμερη-απασχόληση-ουτοπία-ή-σύγχ-1019155
Φίλιππος Δεργιαδές

Δουλεύουμε για να ζούμε ή ζούμε για να δουλεύουμε; Είναι ένα ερώτημα που διαχρονικά απασχολεί όλους τους εργαζόμενους και φυσικά ο σχετικός προβληματισμός δεν είναι τωρινός ενώ τελευταία στις δυτικές κοινωνίες το θέμα επανήλθε με επίταση στην επικαιρότητα, με πρόταγμα την δραστική μείωση του χρόνου εργασίας ακόμα και σε 32 ώρες την εβδομάδα.

Μάλιστα ο προβληματισμός για τη μείωση του χρόνου εργασίας κέντρισε και πάλι ενδιαφέρον των εργαζομένων, μετά και την ανοιχτή πρόταση του Ευρωπαίου Επιτρόπου για την Απασχόληση, Νικολά Σμιτ, η ίδια η Ε.Ε. να πάρει πρωτοβουλία και να πιέσει για την εφαρμογή της τετραήμερης εργασίας.

Όταν τον 19ο αιώνα, ο Πωλ Λαφάργκ, γαμπρός του Κ. Μάρξ, συνέγραφε την περίφημη πραγματεία του, «Το Δικαίωμα στην Τεμπελιά», προτείνοντας 3ωρη ημερήσια απασχόληση, οι συνθήκες εργασίας ήταν εντελώς διαφορετικές για το προλεταριάτο της Ευρώπης. Το ωράριο εργασίας ήταν 12 – 14 ώρες την ημέρα, χωρίς ρεπό και αργίες, με τους εργάτες να κοιμούνται κυριολεκτικά δίπλα  στις μηχανές.

Σήμερα τα πράγματα είναι αρκετά διαφορετικά. Οι εργατικοί συνδικαλιστικοί αγώνες και τα δημοκρατικά κοινωνικά κινήματα έχουν κατοχυρώσει τα εργατικά δικαιώματα, για την πλειοψηφία των μισθωτών στον δυτικό κόσμο, όπου η συζήτηση για τη μείωση των ωραρίων, χωρίς μείωση μισθών, έχει ξεκινήσει εδώ και δεκαετίες με πολλές χώρες, σε πολλούς κλάδους, ιδίως στις κατασκευές, να έχουν υιοθετήσει το 35ωρο.

Σε χώρες, όπως η Ισλανδία, όπου έχουν εφαρμοστεί μειωμένα ωράρια απασχόλησης, τα αποτελέσματα ήταν θετικά: στους περισσότερους κλάδους η παραγωγικότητα και η ποιότητα των υπηρεσιών, είτε παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο, είτε βελτιώθηκαν. Όμως η ψυχολογία, η υγεία και η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής των εργαζομένων σε μεγάλο βαθμό βελτιώθηκε ενώ δεν υπήρξε επιβάρυνση στα δημοσιονομικά.

Μετά από αυτές τις θετικές καταγραφές, η πρόταση για μείωση όχι μόνο των ωρών εργασίας αλλά και των ημερών εργασίας, με μεταφορά των ωραρίων σε 4ήμερη εβδομάδα εργασίας ή στην εφαρμογή του 32ώρο –  4ήμερου, τέθηκε επί τάπητος, με πολλούς κλάδους σε πολλές χώρες να το δοκιμάζουν πειραματικά και να αποκομίζουν θετικά αποτελέσματα. Να σημειωθεί ότι η ιαπωνική αυτοκινητοβιομηχανία Toyota, εδώ και δέκα χρόνια δίνει στους εργαζόμενους τη δυνατότητα να εργαστούν τέσσερις αντί πέντε ημέρες την εβδομάδα.

Η «μεγάλη φυγή» των εργαζομένων, η κούραση και η εξάντληση, το “burn out”, η μείωση της παραγωγικότητας και η αδιαφορία που γεννά η ρουτίνα, αλλά κυρίως η ανάγκη να σωθούν θέσεις εργασίας και να μειωθεί η περιβαλλοντική επιβάρυνση, ήταν τα κίνητρα για να δοκιμαστεί η 4ήμερη εργασία, κυρίως σε μεγάλες επιχειρήσεις στις κατασκευές ή και στις νέες τεχνολογίες, με πρωτοπόρες τις χώρες της Σκανδιναβίας, την Ιρλανδία, τη Μεγάλη Βρετανία, το Βέλγιο, την Ισπανία, την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ κ.α.

Που βρίσκεται η σχετική συζήτηση στην Ελλάδα

Ωστόσο στην Ελλάδα ακόμα το θέμα σχεδόν αγνοείται από τις λεγόμενες παραγωγικές δυνάμεις, παρότι σε θεωρητικό επίπεδο, οικονομολόγοι και ειδικοί επιστήμονες το παρακολουθούν και θεωρούν ότι και στη χώρα μας θα μπορούσε να ανοίξει η σχετική συζήτηση.

O οικονομολόγος Σπύρος Γαρουνιώτης, που παρακολουθεί το φαινόμενο και μέσω των φόρουμ συζήτησης του  “London School of Economics”, τονίζει πως πρόκειται από ένα ενδιαφέρον εγχείρημα -πείραμα, το οποίο περνάει από δύο βασικές διαδικασίες: αν αυτοί που το πειραματίζονται είναι εύληπτοι στα αποτελέσματα και δεν έχουν σκοπό μόνο την μικροικονομική αποτελεσματικότητα του πειράματος. «Η τετραήμερη εργασία συνδέεται με τρία βασικά στοιχεία: την παραγωγικότητα των εργαζομένων, την παραγωγικότητα σε σχέση με τα σταθερά κόστη και την απόδοση καλών αποτελεσμάτων στην κερδοφορία και τα περιθώρια μεικτού ή καθαρού κέρδους και το περιβαλλοντικό στίγμα και αποτύπωμα», αναφέρει και σημειώνει πως «αυτοί που θα αναλύσουν τα αποτελέσματα αυτού του εγχειρήματος θα πρέπει να είναι έτοιμοι να τα αντιμετωπίσουν με ένα τρόπο εποικοδομητικό και όχι εξ αρχής αρνητικό, αλλά και με υπομονή».

Όπως αναφέρει, «κάποια εγχειρήματα στην Ευρώπη ήδη τρέχουν εδώ και χρόνια με τρόπο οργανωμένο στη Νορβηγία, τη Δανία και τη Μεγάλη Βρετανία, με τα πρώτα «πειράματα» να γίνονται σε 15 μεγάλες επιχειρήσεις – βιομηχανίες, Ακολούθησαν μετά και οι ΗΠΑ. Είναι ένα εγχείρημα που δεν θα τελειώσει μέσα σε 1 – 2 χρόνια», ενώ υπογραμμίζει πως «τα πρώτα δείγματα δείχνουν ότι εξυπηρετούνται όλοι οι σκοποί ως ζητούμενα: και η παραγωγικότητα και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και ότι υπάρχουν μεγαλύτερα περιθώρια κερδοφορίας του επιχειρηματία ή της επένδυσης».

«Στην Ελλάδα θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε 10-15 μεγάλες επιχειρήσεις, στη βιομηχανία, τις μεταφορές και στις νέες τεχνολογίες», αναφέρει ενώ επισημαίνει πως θα είναι δύσκολη η εφαρμογή της στον τριτογενή τομέα, όπως στις τράπεζες και στον τουρισμό, «όπου οι υπηρεσίες είναι άκρως ανθρωποκεντρικές».

Για την εφαρμογή της μειωμένης εργασίας τονίζει πως αυτό εξαρτάται από τις επιλογές των εταιριών και όχι από τον κρατικό παρεμβατισμό. «Τέτοιες παρεμβάσεις σήμερα δεν εξαρτώνται από τις κυβερνήσεις, αλλά μόνο από τις εταιρίες, και από εκεί θα έρθει το όποιο αποτέλεσμα», τονίζει.

Ο Κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ Γρηγόρης Ζαρωτιάδης, τονίζει, ότι η ακαδημαϊκή κοινότητα παρατηρεί το φαινόμενο και για πολλούς οικονομολόγους, η μείωση του χρόνου εργασίας είναι πλέον αναγκαιότητα.

«Από την τελευταία μείωση του χρόνου απασχόλησης έχουν παρέλθει πολλές δεκαετίες και στο ενδιάμεσο έχει πολλαπλασιαστεί η παραγωγικότητα της εργασίας. Είναι αυτονόητο το ότι πρέπει να υπάρχει μία σοβαρή μείωση του χρόνου απασχόλησης χωρίς μείωση μισθών. Όμως έχει προχωρήσει η διεθνοποίηση της οικονομίας και των αγορών και γι αυτό είναι δύσκολο, αυτή η επιλογή να προκύψει σε μεμονωμένα κράτη, διότι αποκτούν ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα», τονίζει και αναφέρει ότι «η Ε.Ε. λόγω μεγέθους και δυνατότητας προστασίας τη δική της αγορά και γιατί συμπυκνώνει πολλούς παραγωγούς, θα μπορούσε να έχει μία πρωτοβουλία προς αυτή την κατεύθυνση. Άρα αυτή την πρωτοβουλία δεν μπορεί να την πάρει μόνη της η Ελλάδα».

Σε ότι αφορά τις συνθήκες της αγοράς στην Ελλάδα λόγω των αδυναμιών του πολιτικού συστήματος  και της έλλειψης διαλόγου των κοινωνικών εταίρων,ο κ. Ζαρωτιάδης εκτιμά πως «πολύ δύσκολα θα μπορούσε να ανοίξει μία σοβαρή συζήτηση σε διαρθρωτικά ζητήματα» και ενδεικτικά επισημαίνει την απουσία του σε βάθος διαλόγου για τα θέματα της εργασίας κατά την προεκλογική περίοδο.

Συνδικάτα: Όχι μόνο δεν έχουμε μείωση, αλλά αύξηση των ωρών απασχόλησης

Ανάλογα δυσοίωνα είναι τα μηνύματα που εκπέμπουν και τα συνδικάτα, που θεωρητικά πρέπει να πρωτοστατούν διεκδικητικά για τη μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μείωση μισθών.

Ο αναπληρωτής γραμματέας του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης Γιώργος Παπακωνσταντίνου, αναφέρει ότι το θέμα απουσιάζει από το διάλογο μεταξύ συνδικάτων και εργοδοσίας και πως για το χρόνο εργασίας, το διεκδικητικό πλαίσιο των συνδικάτων παραμένει στο 35ωρο πενθήμερο ενώ περιγράφει με μελανά χρώματα τις ισχύει σήμερα στους χώρους εργασίας και τις υπερωρίες.

Το μέλος της διοίκησης της ΓΣΕΕ και της Ε.Ε. της οργάνωσης, υπεύθυνος Τύπου της Συνομοσπονδίας, τονίζει στην Parallaxi πως το θέμα της 4ήμερης εργασίας, δεν έχει τεθεί ακόμα ούτε σαν σκέψη ή πειραματικό εγχείρημα και πως η σχετική συζήτηση είναι πρώιμη για την Ελλάδα.

Όπως αναφέρει, «πριν την μνημονιακή εποχή, μέχρι το 2009 είχαμε κάποιες συμβάσεις στην Ελλάδα σε τράπεζες και ΔΕΚΟ για την εφαρμογή του 35ωρου, αλλά μετά την κρίση χρέους και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, όλα αυτά ακυρώθηκαν».

Για την σύγχρονη εργασιακή πραγματικότητα στη χώρα, βάσει και του νόμου Χατζιδάκη της ΝΔ αναφέρει ότι «δεν κινείται στην κατεύθυνση της μείωση των ωρών απασχόλησης αλλά το αντίθετο, γιατί η νομοθεσία δίνει μία μεγαλύτερη ευελιξία στις επιχειρήσεις, σε περιόδους αιχμής, να αυξάνουν τον ημερήσιο χρόνο απασχόλησης πέρα από τις 8 ώρες».

Επίσης, όπως εξηγεί, οι επιχειρήσεις ενώ πρέπει, βάσει του νόμου Χατζηδάκη, να καταγράφουν μέσα από μία «τράπεζα ωρών», την υπερωριακή απασχόληση των εργαζομένων και μετά να την επιστρέφουν με τη μορφή ρεπό ή άδειας, αυτό σπάνια γίνεται πράξη.

«Όλοι οι εργοδότες αξιοποιούν το πλαίσιο Χατζηδάκη, για να αυξήσουν τις ώρες απασχόλησης σε περιόδους αιχμής, αλλά όταν πρέπει να τις επιστρέψουν ως ρεπό, όχι μόνο δεν δίνουν το ρεπό η δεν αφαιρούν τις ώρες, αντιθέτως τους δηλώνον στο σύστημα ότι έχουν πάρει ρεπό αλλά οι εργαζόμενοι εργάζονται κανονικά», τονίζει και αναφέρει ότι «ο νόμος Χατζηδάκη στην πράξη νομιμοποιεί τις αυθαιρεσίες των εργοδοτών».

Για το αν υπάρχει η προοπτική ή οι δυνατότητες να εφαρμοστεί ποτέ στην Ελλάδα η τετραήμερη απασχόληση, θεωρεί ότι χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς και θεσμικό πλαίσιο προστασίας και ελέγχου των εργασιακών σχέσεων και δικαιωμάτων, είναι αδύνατη η μείωση των ωρών απασχόλησης στην Ελλάδα.

«Δυστυχώς δεν είμαστε ούτε Ολλανδία ούτε Σουηδία», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Το εγχείρημα σε διεθνές επίπεδο

Ωστόσο σε όλο το κόσμο πολλές επιχειρήσεις αλλά και κυβερνήσεις, πειραματίζονται και υιοθετούν το νέο μοντέλο μειωμένης απασχόλησης, προσπαθώντας να διερευνήσουν αν τελικά αυτό αποφέρει θετικά αποτελέσματα τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Στη Γερμανία το μεγαλύτερο συνδικάτο της χώρας η περίφημη IG Metal, που ελέγχει όλα τα σωματεία στην αυτοκινητοβιομηχανία και στην βαριά βιομηχανία, εκπροσωπώντας περίπου 2,17 εκατομμύρια εργαζόμενους, έχει υιοθετήσει διεκδικητικά το 32ωρο και ζητά στον τομέα του χάλυβα, τη μείωση των ωρών εργασίας από 35 σε 32 ώρες την εβδομάδα με ίδιες απολαβές.

Στη Γερμανία πολλοί θεωρούν ότι η μείωση των ωρών εργασίας στη  χαλυβουργία μπορεί να βοηθήσει δραστικά στη διάσωση θέσεων εργασίας αλλά και να απορροφήσει το κόστος που θα επιφέρει η λεγόμενη πράσινη μετάβαση ενώ ήδη κάποιες εταιρίες, όπως η χαλυβουργία Thyssenkrupp, εφαρμόζουν ένα μεικτό σύστημα όπου οι εργαζόμενοι διαλέγουν να δουλέψουν 33 ή 35 ώρες την εβδομάδα.

Τον περασμένο Νοέμβριο το Βέλγιο υιοθέτησε νόμο που δίνει τη δυνατότητα σε εργαζόμενους να επιλέγουν την 4ημερη ή την 5νθήμερη εβδομάδα εργασίας. Δηλαδή διατηρούνται οι ώρες εργασίας αλλά μπορούν να αναλωθούν σε 4 ημέρες ώστε ο εργαζόμενος να κερδίσει μια επιπλέον ημέρα άδειας.

Ανάλογες πρωτοβουλίες σε μεγάλες επιχιερήσεις έχουν ληφθεί σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Βρετανία. Μάλιστα στην Βρετανία σε επιχειρήσει που το σύστημα της 4ήμερης απασχόλησης δοκιμάστηκε πειραματικά για ένα 6μηνο διαπιστώθηκε ότι βελτιώθηκε η παραγωγικότητα, ανέβηκε το ηθικό και η διάθεση των εργαζομένων και ενισχύθηκε η συλλογική δουλειά, με τους εργαζόμενους να δηλώνουν ικανοποιημένοι από την ζωή τους!

Ακόμα και στους εργασιομανείς Ιάπωνες, το 4ήμερο απασχόλησης έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτό καθώς όπως διαπιστώνεται τα οικονομικά αποτελέσματα είναι θετικά. Εταιρίες όπως η Microsoft και η Panasonic, το δοκίμασαν πιλοτικά τα τελευταία χρόνια ενώ άλλες όπως η Mizuho και η Cross River το εφαρμόζουν κανονικά. Μάλιστα πρόσφατη έκθεση αναφέρει ότι πλέον περίπου των 10% των εταιριών στην Ιαπωνία προσφέρουν τη δυνατότητα της 4ήμερης εργασίας.

Στην Ισλανδία αυτό το μοντέλο της 4ήμερης εργασίας έχει δοκιμαστεί από το 2015 και σήμερα σχεδόν το 90% των εργαζομένων έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν 4ήμερη απασχόληση ενώ ακόμα και στην τριτοκοσμική Νότια Αφρική εφαρμόζεται πειραματικά ένα πρόγραμμα 4ήμερης εργασίας στο οποίο συμμετέχουν 28 εταιρείες.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα