#8 Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφίες της εβδομάδας
Εδώ κάθε εβδομάδα σου παραθέτω λήψεις που με άγγιξαν και μία ενδεχόμενη ιστορία πίσω από αυτές.
Αναρωτήθηκες ποτέ πως όλα εκείνα που συναντάς με τα μάτια σου νοητά καθημερινά μπορεί να είναι στιγμές μίας ιστορίας ενός ανθρώπου;
*Εδώ κάθε εβδομάδα σου παραθέτω λήψεις που με άγγιξαν και μία ενδεχόμενη ιστορία πίσω από αυτές. Αυτήν την εβδομάδα όμως η στήλη μου θα ακολουθήσει τα γεγονότα και δυστυχώς οι ιστορίες της δεν θα έχουν ευχάριστο τέλος.
Εικόνες: Μηνάς Τσιτσής/SOOC/Πειραματικό Θεσσαλονίκης
#1 Το αίμα πότισε την πόλη. Σκοτάδι…
Ο Φεβρουάριος ξεκίνησε με την δολοφονία του Άλκη, ένα δεκαοκτάχρονο χαμογελαστό παιδί που άραζε με τους φίλους του στην γειτονιά του, όταν κάποιοι τον μαχαίρωσαν μέχρι θανάτου επειδή δεν φορούσε την ίδια φανέλα. Εκείνη η σκάλα είναι του Άλκη, βάφτηκε με το αίμα του, γέμισε με τις τελευταίες του ανάσες. Κάθε λεπτό, κάποιος τον επισκέπτεται χωρίς να τον γνωρίζει, κάθε λεπτό κάποιος του αφήνει κάτι, μικρά παιδιά στέκονται βουβά με τις οικογένειες τους, γύρω ακούς αναφιλητά από συνομήλικους του, τα τελευταία του λόγια “μη με χτυπάτε άλλο σας παρακαλώ” και οι κραυγές του κουφαίνουν τα βράδια μας και δεν μας αφήνουν να κοιμηθούμε. Μία γιαγιά σήμερα στεκόταν πολύ ώρα μπροστά του, χωρίς να μιλά, μία γιαγιά που μεγάλωσε τα παιδιά και τα εγγόνια της και έζησε με τον φόβο ενός ενδεχόμενου ατυχήματος που θα μπορούσε να της τα έχει πάρει μακριά. Μία γιαγιά τον έκλαψε σαν ναναι το δικό της εγγόνι, στεκόταν δακρυσμένη, σιωπηλή και εσύ που ήσουν λίγο πιο πέρα έπαιρνες τον πόνο που την είχε καταβάλει. Ένας νέος έφυγε άδικα, ένα παιδί με λαμπερό χαμόγελο που είχε όλη την ζωή μπροστά του σήμερα δεν είναι εδώ, ένα παιδί που έγινε θύμα ενός βρόμικου παιχνιδιού που μυρίζει χρόνια τώρα θάνατο, το παιδί δεν γλίτωσε και η ελπίδα χάθηκε μαζί του.
#2 Τα παιδιά νοιώθουν, ξέρουν, πονάνε.
Όταν δολοφονήθηκε ο Αλέξης ήμουν περίπου 10 χρονών, τότε στεκόμουν μπροστά στην τηλεόραση αμήχανη, σηκωνόμουν έκανα βόλτες στο σπίτι, αγκάλιαζα τον μπαμπά μου τον ρωτούσα επίμονα “γιατί τον σκότωσαν”. Πέρασαν πολλά χρόνια από εκείνο τον ματωμένο Δεκέμβρη, είμασταν τα παιδιά που έζησαν την δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Τα παιδιά αυτά είναι τα παιδιά που θα θυμούνται για όλη τους την ζωή τον Άλκη. Πήγαν στο σχολείο βουβά, σαν ο Άλκης να είναι συμμαθητής τους. Τα μικρότερα κοιτούσαν τα μεγαλύτερα, τα μεγαλύτερα κοιτούσαν μία ζωή να σταματά. Απόγνωση, λύπη και οργή στα πρόσωπα τους. Στάθηκαν όλα μαζί στην αυλή, τοποθέτησαν σιωπηλά τις τσάντες τους και γράψανε “Για κάθε Άλκη” γυρίσανε σε έναν κύκλο γύρω από το μήνυμα τους, πάλι σιωπηλά. Τόσες μέρες ρωτάνε, διαβάζουν, βλέπουν το φρικτό ντοκουμέντο από την δολοφονία του, σκέφτονται, απελπίζονται, κλαίνε. Τα παιδιά αισθάνονται πιο πολύ από εμάς, τα παιδιά μιλούν, τα παιδιά καταλαβαίνουν και νοιώθουν όλα εκείνα που θέλεις να τους κρύψεις, τα παιδιά σήμερα αντιλήφθηκαν πως οι άνθρωποι δεν είναι καλοί, πως η κοινωνία τους βάφεται με αίμα. Τα παιδιά μένουν σιωπηλά όταν η θλίψη τους έχει καταβάλλει.
#3 Όλη η σκοτεινιά έχει πέσει πάνω σου…
Η πόλη μου είναι όμορφη, έχει κρυφούς θησαυρούς, θαυμάσιους ανθρώπους, κοσμοπολίτικες ιστορίες, όχι πια. Τα τελευταία χρόνια σκοτεινιάζει, διώχνει τα παιδιά της αλλού, τα πονάει, ένα πέπλο αβάσταχτου πόνου και φόβου έχει ξαπλώσει πάνω της, μία ατελείωτη μαυρίλα, κραυγές απόγνωσης, της έχουν πάρει την ομορφιά μακριά, την έχουν κάνει κολαστήριο. Η Θεσσαλονίκη μας πληγώνει, δεν μας αφήνει περιθώρια αναπνοής, μας βιάζει, βιάζει τα παιδιά της. Όπου και να σταθείς θα αντικρίσεις τον φόβο, σαν μία υπόθεση που δεν αποδόθηκε ποτέ δικαιοσύνη, αυτό είναι η Θεσσαλονίκη πια. Σπασμένα αρχαία, νεκρά παιδιά, βιασμένες κοπέλες, φασισμός στα σχολεία, μία πόλη που σαπίζει και πεθαίνει κάθε μέρα. Μία σκοτεινή πόλη στην Ευρώπη με μεσαιωνικές προδιαγραφές και ένα αβέβαιο αύριο. Δεν φταίει εκείνη, φταίμε εμείς να το θυμάσαι.
#4 Μόνο με χάδια και αγάπη ξεπλένεται…
Ξημερώματα Δευτέρας ένα παιδί σκοτώνεται στην παραδίπλα γειτονιά, εκείνος δεν το γνωρίζει ακόμη, κατεβαίνει να μιλήσει στις φίλες του. Έχει πάψει να εμπιστεύεται τους ανθρώπους τον πόνεσαν πολύ τελευταία. Η παρηγοριά του μερικές γάτες που γεμίζουν την αυλή και τα περβάζια του σπιτιού, τον κοιτούν στα μάτια κάθε φορά που τους απλώνει το χέρι, πίνουν μαζί καφέ, πηγαίνουν πίσω του όταν βγαίνει να πετάξει τα σκουπίδια. Η ασχήμια των καιρών αβάσταχτη, μόνο με χάδια και αγάπη ξεπλένεται.
#5 Μία αγάπη που δεν ξεθώριασε ποτέ.
Κάθε Δευτέρα πάνε θέατρο, ήταν Δευτέρα εκείνη έβαλε την γούνα της με το σετ καπέλίνο, εκείνος το κασκέτο, πιαστήκανε αγκαζέ και διέσχισαν όλο το κέντρο. Χαζεύανε τις βιτρίνες, το θερμόμετρο έγραφε 0 βαθμούς, μας δεν κρύωναν, ο ένας δεν άφησε τον άλλον στιγμή. Εκείνος σε ένα φανάρι την κούμπωσε και της είπε “Δεν προσέχεις κυρά Λένη και θα μου κρυώσεις και θα τρέχουμε στους γιατρούς”, εκείνη χαμογέλασε σαν μικρό κορίτσι και του έφτιαξε το κασκέτο. Φτάσανε στο θέατρο, κόψανε τα εισιτήρια τους, της πήρε ποπ κόρν, τους ζήλεψα, μία αγάπη που δεν ξεθώριασε ποτέ.