Αγάπη μου συρρίκνωσα τα παιδιά…
Στο μάτι του κυκλώνα των συνεπειών, των αντιδράσεων πριν, κατά, και μετά την καραντίνα, βρέθηκαν τα παιδιά.
Στο μάτι του κυκλώνα των συνεπειών, των αντιδράσεων πριν, κατά, και μετά την καραντίνα, βρέθηκαν τα παιδιά. Παιδάκια μικρά, που τους πηρε λίγο καιρό να καταλάβουν ότι ο κορωνοϊός δεν είναι γιος ενός βασιλιά με κορώνα, παιδιά λίγο μεγαλύτερα, στο κατώφλι μιας εφηβείας, που δεν θα είναι καθόλου «επιεικής», που κατανόησαν γνωστικά τον κίνδυνο, αλλά δυσκολευτήκαν να βρουν συναισθήματα να τον νιώσουν, παιδιά έφηβοι που η πλήρης συνειδητοποίηση της κατάστασής τους έκανε να ενηλικιωθούν γρήγορα. Σαν η εφηβεία τους τελικά, να ήταν πολυτέλεια εν όψει του πολέμου με τον «αόρατο» εχθρό.
Τι μάθαμε ΣΕ αυτά τα παιδιά;
Για πρώτη φορά στην ιστορία της παιδικής ηλικίας μετατρέψαμε τα παιδιά από ελπίδα του μέλλοντος, σε φορείς «κακού». Άθελα μας τους μεταδώσαμε την ευθύνη, το βάρος της μετάδοσης ενός κινδύνου στα πιο αγαπημένα τους πρόσωπα, στη γιαγιά και τον παππού. Η φράση «ωρολογιακή βόμβα», που τόσο άκριτα και συχνά χρησιμοποιήθηκε στην αρχή της πανδημίας, τα στοίχειωσε με μια ταυτότητα που δεν είχαν τη συναισθηματική ωριμότητα να κατανοήσουν, να διαχειριστούν, και στη συνέχεια να αποποιηθούν, όταν τα επιστημονικά δεδομένα άλλαξαν. Τα απομεινάρια αυτής της ταυτότητας θα τα κουβαλάνε μέσα τους.
Τι άλλο μάθαμε σε αυτά τα παιδιά; Τους μάθαμε την αποστασιοποίηση. Τα εκπαιδεύσαμε σαν σύγχρονα σκυλάκια του Pavlov, μόλις συναντούν άλλο άνθρωπο, άλλο παιδάκι, να κάνουν βήματα πίσω. Τα άλλα παιδάκια δεν είναι πια πιθανοί φίλοι. Κουβαλάνε κάτι κακό. Και πρέπει να μένουμε μακριά. Oι αυτόματες συμπεριφορές δεν φεύγουν. Οι υποδοχείς τους παραμένουν ενεργοί, ακόμη και σε χειμερία νάρκη. Ακόμη και αν τα παιδιά ξαναβγούν και παίξουν «κανονικά» με τους φίλους τους, ξέρουν πια, την αυτόματη απομάκρυνση. Μάθανε ότι μπορούν να φεύγουν μακριά.
Απενοχοποιήσαμε σαν αναγκαίο κακό, την έκθεση σε οθόνες. Κλείσαμε όμως συνειδητά τα μάτια και τα αυτιά, στις από δεκαετία έρευνες που επανειλημμένα τονίζουν ότι η έκθεση στην ένταση και συχνή εναλλαγή των ερεθισμάτων της οθόνης δημιουργεί εξάρτηση η οποία δεν φεύγει επειδή απλά, «θα βγουν από το σπίτι». Πώς θα απεγκαταστήσουμε όλες τις συμπεριφορές που σταδιακά τους υιοθετήσαμε, για να καλύψουμε το κενό της έλλειψης φίλων, πλαισίου, δραστηριοτήτων και εκτόνωσης;
Ειδικά για τα παιδιά της προεφηβικής ηλικίας, η καραντίνα ήρθε σε ένα αναπτυξιακό στάδιο που οι «άλλοι» αρχίζουν να γίνονται πιο σημαντικό σημείο αναφοράς από τους γονείς. Αυτό το στάδιο το διακόψαμε.
Στη συζήτηση λοιπόν για το άνοιγμα των σχολείων, ας λάβουμε υπόψη και τις επιστημονικές αλήθειες που λένε, ότι για να απεγκαταστήσουμε συμπεριφορές εθιστικές, εξαρτητικές, που έχουν υιοθετηθεί μέσα σε δύο μήνες, είναι απαραίτητη η εξωτερική αλλαγή ρουτίνας. Εάν δεν συμβεί μια συστημική αλλαγή στην καθημερινότητα, εάν δεν αλλάξουν το πλαίσιο, τα παιδιά θα συνεχίσουν τις συμπεριφορές που έχουν ήδη εδραιωθεί. Για πόσο, για άλλους δύο, τρεις, μήνες; Και μετά; Ποιος γονιός έχει το κουράγιο, την ανθεκτικότητα, τη διάθεση, το χρόνο, να αλλάξει το μοτίβο συμπεριφορών χωρίς την εξωτερική αλλαγή πλαισίου, έστω και μία εβδομάδα; Στη συζήτηση λοιπόν για το ενδεχόμενο, ξαναλέω ενδεχόμενο άνοιγμα και των υπόλοιπων σχολικών βαθμίδων, ας προσθέσουμε απλά και τη γνώση, ότι έστω και μια εβδομάδα επιστροφής σε ένα άλλο πλαίσιο, είναι αρκετή για επαναπροσδιορισμό παιδικών συμπεριφορών, και ανακοπή των συμπτωμάτων παιδικής κατάθλιψης, αδράνειας. Ας μην συρρικνώνουμε τις παιδικές ψυχές άλλο στον ορθολογισμό μας. Ας τους δώσουμε τον φυσικό τους χώρο πίσω.