Αντιγριπικό εμβόλιο: Γιατί είναι απαραίτητο φέτος – Ποιοι πρέπει να το κάνουν
Η σημασία του αντιγριπικού εμβολιασμού αποκτά βαρύνουσα σημασία αυτό το φθινόπωρο καθώς για πρώτη φορά θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την εποχή γρίπης εν μέσω μιας άλλης παγκόσμιας πανδημίας, της covid-19.
Η σημασία του αντιγριπικού εμβολιασμού αποκτά βαρύνουσα σημασία αυτό το φθινόπωρο καθώς για πρώτη φορά θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την εποχή γρίπης εν μέσω μιας άλλης παγκόσμιας πανδημίας, της covid-19.
Τη στιγμή που πολλά ερωτηματικά παραμένουν αναπάντητα σχετικά με το πώς η εποχική γρίπη μπορεί να επηρεάσει την πανδημία του κορωνοϊού και το αντίστροφο, οι επιστήμονες στη χώρα και όλο τον κόσμο αναδεικνύουν τη σημασία του εμβολιασμού κατά της γρίπης και για άλλες ομάδες πληθυσμού εκτός από τους ηλικιωμένους και τις ευπαθείς ομάδες.
Φέτος πρέπει όλοι να εμβολιαστούν κατά της γρίπης
Από το 2010 το Αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου Λοιμώξεων συνιστά τη χορήγηση του αντιγριπικού εμβολίου σε τα παιδιά άνω των 6 μηνών και όλους τους ενήλικες. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίδεται στις ομάδες υψηλού κινδύνου:
*Άτομα άνω των 60 ετών Άτομα υψηλού κινδύνου, όπως: *Άτομα με χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια ή άσθμα, χρόνια καρδιακά, νεφρικά και ηπατικά νοσήματα. *Ασθενείς με μειωμένη άμυνα (λόγω υποκείμενης κακοήθειας, λήψης κορτιζόνης και άλλων αντινεοπλασματικών φαρμάκων, ακτινοβολιών). *Άτομα με δρεπανοκυτταρική νόσο και σπληνεκτομή. *Οι πάσχοντες από σακχαρώδη διαβήτη. *Έγκυες οποιουδήποτε τριμήνου, λεχωίδες και θηλάζουσες. *Παιδιά που παίρνουν χρονίως ασπιρίνη. *Κλειστοί πληθυσμοί. *Παχύσαρκοι. *Ιατρονοσηλευτικό προσωπικό. *Αυτοί που φροντίζουν παιδιά μικρότερα των 6 μηνών ή άτομα υψηλού κινδύνου όταν δεν μπορούν να εμβολιαστούν, ώστε να τα προστατεύσουν. *Όλοι οι καπνιστές.
Τι λένε οι λοιμωξιολόγοι
Σύμφωνα με όσα δηλώνει στην Parallaxi, ο παθολόγος – λοιμωξιολόγος, διευθυντής της Α’ Παθολογικής Κλινικής του ΑΧΕΠΑ, Παναγιώτης Κολλάρας, “φέτος το αντιγριπικό εμβόλιο πρέπει να το κάνουν εκτός από τις συνήθεις ομάδες (ηλικιωμένοι, παιδιά, έγκυες, ευπαθείς ομάδες) και όλοι όσοι δουλεύουν σε κοινόχρηστους χώρους και έρχονται σε επαφή με πολλά άτομα, σε χώρους όπου υπάρχει συνωστισμός, ανεξαρτήτως ηλικίας.”
“Ένας 30χρονος καθηγητής, ή υπάλληλος σε δημόσια υπηρεσία ή ένας υγειονομικός υπάλληλος που δεν πάσχει από άλλα νοσήματα, πρέπει φέτος να θωρακίσει τον οργανισμό του κατά της γρίπης, να κάνει το αντιγριπικό εμβόλιο”, επισημαίνει. Κι αυτό γιατί “θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε δύο επιδημίες φέτος, ας θωρακιστούμε τουλάχιστον για τη μία, αυτή της γρίπης”, τονίζει ο διευθυντής του ΑΧΕΠΑ.
Τη σημασία του εμβολιασμού για τη γρίπη, επισημαίνει και ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας και Παθολογίας κ. Χαράλαμπος Γώγος, υπογραμμίζοντας πως «ιδαίτερα φέτος πρέπει να πετύχουμε το 100% του εμβολιασμού για τη γρίπη στους υγειονομικούς, τους ανθρώπους με υποκείμενα νοσήματα και όσους άλλους μπορούμε και έχουμε δυνατότητα.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 1 εκατ. εμβολίων για τη γρίπη παραπάνω σε σχέση με πέρυσι, επομένως μπορούμε να εμβολιάσουμε μεγάλο αριθμό πληθυσμού. Είναι από τα «must» της εποχής αυτής της περιόδου ο εμβολιασμός για τη γρίπη. Θα μπλοκάρουμε με αυτόν τον τρόπο περίπου το 50% των σοβαρών αναπνευστικών λοιμώξεων»
Ο φόβος των επιστημόνων συνίσταται στο ότι η συν-λοίμωξη με τη γρίπη θα μπορούσε να επιδεινώσει την πορεία της COVID-19 όμως υπάρχουν και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις ότι τα μέτρα που λαμβάνονται για τον έλεγχο της COVID-19, με τη χρήση της μάσκας και των άλλων μέτρων προστασίας θα ελαττώσουν την επίπτωση της γρίπης.
Ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας, Γκίκας Μαγιορκίνης εκτιμά ότι η μετάδοση της γρίπης φέτος θα είναι χαμηλότερη, καθώς «τα μέτρα που λαμβάνονται για covid- 19 έχουν αποτέλεσμα και στην γρίπη, η οποία θα είναι πλήρως διαχειρίσιμη».
Ταχύτερα τεστ για να υπάρξει διάκριση ανάμεσα στους ιούς της γρίπης και τον κορονοϊό
Το ζητούμενο είναι να υπάρξουν ταχύτερα και ευρύτερα διαθέσιμα διαγνωστικά τεστ για τη διάκριση μεταξύ Covid-19 και γρίπης, οι οποίες έχουν παρόμοια συμπτώματα, τουλάχιστον στην αρχή, αλλά απαιτούν διαφορετικές θεραπείες, τονίζουν οι επιστήμονες.
Η διάκριση μεταξύ γρίπης και COVID-19 έχει εξαιρετική σημασία. Ενώ η πορεία της γρίπης είναι ταχεία, ο κορωνοϊός ακολουθεί μια πιο μακρά και απρόβλεπτη πορεία. Η γνώση του αιτίου των συμπτωμάτων από το αναπνευστικό είναι λοιπόν σημαντική για ξέρουν οι γιατροί τι να περιμένουν.
Ο εντοπισμός της αιτίας της λοίμωξης βοηθά φυσικά στον καθορισμό της καλύτερης θεραπείας. Αν και η υποστηρικτική θεραπεία για τη γρίπη και την Covid-19 είναι παρόμοιες, οι ειδικές θεραπείες διαφέρουν. Εάν ο ασθενής έχει γρίπη, χορηγείται στοχευμένη αντιιική αγωγή κατά της γρίπης, αλλά η αντιμετώπιση ασθενών με γρίπη σαν να έχουν Covid-19 είναι σπατάλη πόρων και δυνητικά επιβλαβής, υπογραμμίζουν οι καθηγητές του ΕΚΠΑ, Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ)
Επιπρόσθετα μια «κακή» σεζόν γρίπης λόγω πιο μολυσματικών στελεχών, ανεπαρκών ποσοστών εμβολιασμού του πληθυσμού ή και τα δύο -σε συνδυασμό με την πανδημία Covid-19 που δεν δείχνει σημάδια ύφεσης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε υπερκορεσμό τα ήδη επιβαρυμένα τμήματα επειγόντων περιστατικών και ΜΕΘ.
Πότε ξεκινά η εμβολιαστική περίοδος
Η έναρξη της εμβολιαστικής περιόδου ορίζεται και φέτος περί τα μέσα Οκτωβρίου και όχι νωρίτερα λόγω κορονοϊού, σύμφωνα με τον υφυπουργό Υγείας Βασίλη Κοντοζαμάνη. Ο χρόνος είναι αρκετός προκειμένου να επιτευχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα και να « χτιστεί το τείχος ανοσίας στον πληθυσμό για να είμαστε ασφαλείς κατά την χειμερινή περίοδο».
“Φέτος θα διατεθούν 4 εκατομμύρια δόσεις αντιγριπικού εμβολίου” , σύμφωνα με τον πρόεδρο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Διονύση Ευγενίδη. Την περσινή ανάλογη περίοδο 3 εκατομμύρια άνθρωποι εμβολιάστηκαν κατά της γρίπης στην Ελλάδα και το 2018, 2,5 εκατομμύρια.
“Πιστεύω πως θα εξαντληθούν και φέτος τα αντιγριπικά εμβόλια, παρότι είναι αυξημένα κατά 1 εκατομμύριο. Οι πολίτες γνωρίζουν ότι πρέπει να εμβολιαστούν, ότι είναι απαραίτητο με την πανδημία. Για παράδειγμα όσοι πάσχουν από παθήσεις όπως ο διαβήτης, οι πνευμονοπάθειες και οι καρδιοπάθειες, ηλικίας 40+ αλλά και όσοι 60+ χωρίς άλλα νοσήματα, δεν έκαναν το εμβόλιο τα προηγούμενα χρόνια πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να ανταπεξέλθει ο οργανισμός τους στη γρίπη, φέτος θεωρώ ότι θα αναθεωρήσουν και θα προχωρήσουν στον εμβολιασμό.”
Αυξημένο ενδιαφέρον για το αντιγριπικό εμβόλιο διαπιστώνει και ο Παναγιώτης Κολλάρας. “Ήδη μας ρωτάνε πότε θα είναι διαθέσιμο”, τονίζει και δεν παραλείπει να τονίσει ότι το εμβόλιο κατά της γρίπης “δεν έχει παρενέργειες, είναι απολύτως ασφαλές. Προστατεύει σε μεγάλο ποσοστό που κυμαίνεται από 80% – 90% τους υγιείς και τις νεότερες ηλικίες και σε ποσοστό 70% τους ηλικιωμένους που έχουν μειωμένη άμυνα στο ανοσοποιητικό τους και όσους πάσχουν από νοσήματα.”
Έρευνα σε 149 χώρες: Πόσο εμπιστεύονται τα εμβόλια οι πολίτες παγκοσμίως
Ευμετάβλητη είναι η εμπιστοσύνη των πολιτών στα εμβόλια, σε όλο τον κόσμο όπως αποκαλύπτει η μεγαλύτερη έως τώρα διεθνής έρευνα που διενήργησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από το Σεπτέμβρη 2015 έως το Δεκέμβρη 2019, σε 149 χώρες σε δείγμα 284.381 ατόμων.
Η εμπιστοσύνη του κοινού στα εμβόλια αποτελεί ένα κρίσιμο θέμα ενόψει του μαζικού εμβολιασμού για το νέο κορονοϊό και ποικίλει θεαματικά ανάμεσα στις χώρες του κόσμου. Πριν φθάσουμε ωστόσο στο εμβόλιο που θα αντιμετωπίσει την πανδημία, προέχει ενόψει τη χειμερινής περιόδου ο αντιγριπικός εμβολιασμός. που θεωρείται πλέον απαραίτητος ως μέτρο θωράκισης της υγείας ηλικιωμένων και ευπαθών ομάδων.
Εμπιστευόμαστε τα εμβόλια στην Ελλάδα;
Στην Ελλάδα η κατάσταση εμφανίζει μια κάπως μικτή εικόνα, καθώς κατά την πενταετία 2015-19 η εμπιστοσύνη των πολιτών στην ασφάλεια και στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων εμφάνισε αυξητική τάση, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, αλλά αντίθετα κινήθηκε πτωτικά η αντίληψη του κοινού για τη σημασία του εμβολιασμού.
Το ποσοστό όσων «συμφωνούν πολύ» ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή, εμφανίζει θεαματική αύξηση από 26% στο τέλος του 2015 σε 62% στο τέλος του 2019, ενώ όσων διαφωνούν, εμφανίζει μείωση από 6,3% σε 4,3%.
Πολύ αποτελεσματικά θεωρούσαν τα εμβόλια το 37% των Ελλήνων το 2019 έναντι 36% το 2015, ενώ αναποτελεσματικά το 2,1% το 2019 έναντι 4,6% το 2015.
Όμως στην ερώτηση για τη σημασία του εμβολιασμού, συμφωνούσαν ότι είναι πολύ σημαντικά τα εμβόλια το 52% του πληθυσμού το 2019 έναντι 58% το 2015, ενώ διαφωνούσαν το 3% στο τέλος του 2019 έναντι σχεδόν 4% στο τέλος του 2015.
ΠΟΥ: Η διστακτικότητα για τα εμβόλια μία από τις δέκα κυριότερες απειλές για την υγεία
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει δηλώσει ότι η διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια αποτελεί μια από τις δέκα κυριότερες απειλές για τη δημόσια υγεία.
«Είναι ζωτικό, όταν υπάρχουν νέες απειλές ασθενειών όπως η πανδημία Covid-19, να παρακολουθούμε τακτικά τις απόψεις του κοινού, ώστε να εντοπίζουμε γρήγορα τις χώρες και τις ομάδες με μειωμένη εμπιστοσύνη στα εμβόλια, προκειμένου, όπου χρειάζεται, να χτίζουμε έγκαιρα την εμπιστοσύνη στα σωτήρια νέα εμβόλια.
Μία από τις σημαντικότερες απειλές για τα προγράμματα εμβολιασμού διεθνώς είναι η ταχεία και παγκόσμια εξάπλωση της παραπληροφόρησης, που διασπείρει ανυπόστατες αμφιβολίες και δυσπιστία. Μερικές φορές υπάρχει πράγματι ένας μικρός κίνδυνος, ο οποίος όμως διογκώνεται για να φανεί πολύ μεγαλύτερος», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια, καθηγήτρια Χάιντι Λάρσον της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου.
Οι εμβολιασμοί σε χώρες της Ευρώπης – Που ανθεί το αντιεμβολιαστικό κίνημα
Στην Ευρώπη η κατάσταση φαίνεται να έχει βελτιωθεί μεταξύ 2015-2019, αν και παραμένουν εντυπωσιακές διακυμάνσεις, καθώς το ποσοστό των ανθρώπων που στις αρχές του 2020 -πριν ξεσπάσει η πανδημία Covid-19- συμφωνούσαν κατηγορηματικά ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή, κυμαινόταν από 66% στη Φινλανδία μέχρι μόνο 19% στη Λιθουανία.
Στην Ευρώπη στις αρχές του 2020 η πλειονότητα των χωρών εμφάνιζε αυξημένη εμπιστοσύνη στα εμβόλια σε σχέση με πριν πέντε χρόνια, όμως η εμπιστοσύνη στα εμβόλια των Ευρωπαίων παραμένει γενικά χαμηλή έναντι π.χ. εκείνης των Αφρικανών.
Η πολιτική αστάθεια και πόλωση, ο θρησκευτικός εξτρεμισμός και η εξάπλωση της παραπληροφόρησης στα online κοινωνικά δίκτυα είναι ανάμεσα στους παράγοντες που υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη των πολιτών στα εμβόλια.
Ο ρόλος της διασποράς παραπληροφόρησης
Η διασπορά παραπληροφόρησης μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, στην Πολωνία, όπου δρα ένα άκρως οργανωμένο αντιεμβολιαστικό κίνημα, η εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των εμβολίων έπεσε από το 64% του πληθυσμού το 2018, στο 53% στο τέλος του 2019.
Από την άλλη πάντως, σε χώρες όπως η Γαλλία, όπου παραδοσιακά υπήρχε μεγάλο ποσοστό δύσπιστων, η απόλυτη εμπιστοσύνη αυξήθηκε από 22% το 2018 σε 30% το 2019. Μεταξύ 2015-2019 η εμπιστοσύνη στην ασφάλεια και στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων υποχώρησε σε χώρες όπως η Ινδονησία, οι Φιλιππίνες, το Πακιστάν και η Ν.Κορέα. Η γειτονική Αλβανία είχε το χαμηλότερο ποσοστό κατοίκων (26%) που συμφωνούσαν πολύ ότι είναι σημαντικό τα παιδιά να εμβολιάζονται, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό (95%) εμφάνιζε το Ιράκ.
Οι πιο δύσπιστοι απέναντι στα εμβόλια είναι άνδρες περισσότερο από ό,τι γυναίκες χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου, οι ανήκοντες σε θρησκευτικές μειονότητες και όσοι εμπιστεύονται περισσότερο την οικογένεια, τους φίλους τους και άλλες μη ιατρικές πηγές, παρά τους γιατρούς.