Από την Χαλκιδική στους Παπούα της Νέας Γουϊνέας: Η απίστευτη ζωή του Τάκη Θεοδοσίου
Ο Θεοδοσίου αφηγούνταν τις εργασίες χαρτογράφησης και τοπογραφικής απεικόνισης που υλοποιούνταν σε αποστολές πολλών εβδομάδων μέσα στη ζούγκλα.
Ένα από τα πιο δημοφιλή εθνογραφικά ντοκιμαντέρ που παρουσιάζουν την επαφή του λευκού ανθρώπου με κοινωνίες κυνηγών – τροφοσυλλεκτών είναι η ταινία «Η Πρώτη Επαφή» (1983) που εστιάζει στην εγκατάσταση των αδελφών Michael, Daniel και James Leahy στη ζούγκλα των κεντρικών οροσειρών του ανατολικού τμήματος της Παπούα Νέα Γουϊνέας. Οι αδελφοί Leahy έζησαν εκεί από τα μέσα του 1930. Από το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και μέχρι το 1975, η Παπούα Νέα Γουινέα ήταν υπό τη διοίκηση της Αυστραλίας. Aρκετοί Αμερικανοί και Βρετανοί κοινωνικοί ανθρωπολόγοι διεξήγαγαν έρευνα στην περιοχή αλλά, μέχρι τη δεκαετία του 1970, ελάχιστοι λευκοί είχαν τακτικές επαφές με τους αδελφούς Leahy. Ένας από αυτούς ήταν ο Δημήτρης (Τάκης) Θεοδοσίου, γνωστός ως Jim Theodosiou. Ο Θεοδοσίου γεννήθηκε το 1935 και μεγάλωσε στη Γαλάτιστα Χαλκιδικής. Ως παιδί, έζησε την εμπειρία μιας κοινωνίας που λειτουργούσε με όρους αυτάρκειας του νοικοκυριού και εργάζονταν σε αγροτικές ασχολίες. Αποφοίτησε από το Δημοτικό Σχολείο Γαλάτιστας και το Ε’ Γυμνάσιο Αρρένων Θεσσαλονίκης. Απογοητευμένος από τη μετεμφυλιακή συνθήκη και έχοντας γνώσεις αγγλικής μετανάστευσε στην Αυστραλία στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Ταξίδεψε με το πλοίο και σπούδασε τοπογράφος δουλεύοντας παράλληλα ως εργάτης σε φυτείες ζαχαροκάλαμου. Στη συνέχεια εργάστηκε για την κυβέρνηση της Αυστραλίας στη Νέα Γουϊνέα. Η χαρτογράφηση του νησιού απαιτούσε εργασίες εδάφους διότι η ζούγκλα δεν επέτρεπε την αξιόπιστη από αέρος απεικόνιση. Ελάχιστοι τοπογράφοι επέλεγαν να εργαστούν σε αυτές τις συνθήκες.
Ο Θεοδοσίου αφηγούνταν τις εργασίες χαρτογράφησης και τοπογραφικής απεικόνισης που υλοποιούνταν σε αποστολές πολλών εβδομάδων μέσα στη ζούγκλα. Στις αποστολές αυτές ήταν ο μόνος λευκός συνοδευόμενος από ομάδες ένοπλων οδηγών και αχθοφόρων. Ο ομάδα κουβαλούσε όλο τον εξοπλισμό και έμενε σε πρόχειρους καταυλισμούς. Η πρότερη εμπειρία του από τον αγροτικό χώρο και η οριακή κατάσταση του ως λευκός που όμως δεν ήταν αγγλοσάξoνας, του επέτρεψαν να δημιουργήσει κώδικες επικοινωνίας με ορισμένες από τις τοπικές φυλές. Οι σκοπευτικές του ικανότητες στο κυνήγι εντυπωσίασαν μια φυλή στο μέσο του ποταμού Σέπικ στα ΒΑ της Παπούα Νέα Γουινέα που του φιλοτέχνησε το πορτρέτο. Η μάσκα – πορτρέτο τον παριστάνει με 6 μάτια και του αποδίδει υπεράνθρωπες δυνατότητες. Στη δεκαετία του 1960 ο Θεοδοσίου έγινε στενός φίλος του νεότερου των αδελφών Leahy και φιλοξενήθηκε πολλές φορές από αυτούς. Με απόλυτη φυσικότητα αφηγούνταν ιστορίες γλεντιών με ουίσκι «παραγωγής» των αδελφών Leahy, ταξίδια μαζί τους στην οροσειρά Μάουντ Χάγκεν που θεωρούνταν άβατο για τους λευκούς, μια αναγκαστική προσγείωση ελικοπτέρου μαζί με δύο από τα τρία αδέλφια Leahy, μια συνάντηση με απομονωμένο Ιταλό που δεν γνώριζε το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και άλλες απίθανες ιστορίες. Στο Πορτ Μόρεσβι ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε την σκωτσέζικης καταγωγής σύζυγο του. Αργότερα εγκαταστάθηκαν με την κόρη τους στο Ντάργουιν της βόρειας Αυστραλίας. Εκεί επέζησαν του κυκλώνα Tracy τον Δεκέμβριο του 1974 χάνοντας όλα τα υπάρχοντα τους συμπεριλαμβανομένου ένα αρχείου φωτογραφιών από τις μέρες του στη Νέα Γουϊνέα. Λίγα χρόνια αργότερα μετακόμισαν στη νότια Αυστραλία όπου εργάστηκε, έστησε κήπο με ελιές και πέθανε φέτος το καλοκαίρι.
Ο Θεοδοσίου ανήκει στην γενιά της μετεμφυλιακής μετανάστευσης που έφυγε από την Ελλάδα «για να μπορέσουν να ζήσουν όσοι έμειναν πίσω» – όπως χαρακτηριστικά είχε επισημάνει. Το γεγονός ότι η πρώτη επιστροφή του στην πατρίδα άργησε σχεδόν δύο δεκαετίες, το 1974, είναι ενδεικτικό του τραύματος. Από τα μέσα του 1980 ήρθε άλλες πέντε φορές στην Ελλάδα. Στην κόρη του διάβαζε αρχαίους Έλληνες συγγραφείς και της έμαθε την ελληνική μουσική. Οι αφηγήσεις του για τα χρόνια που εργάστηκε στη ζούγκλα, για τις επαφές του με τους ιθαγενείς αλλά και τις δυσκολίες στην Αυστραλία ενείχαν έναν πραγματισμό που προσπαθούσε να αποδεσμευτεί από συναισθήματα. Οι εμπειρίες ζωής του Θεοδοσίου συνθέτουν μια ακραία εκδοχή του σεναρίου της μετανάστευσης μιας ολόκληρης γενιάς που έφτασε μέχρι τη ζούγκλα της Παπούα Νέα Γουινέα αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον. Ο πραγματισμός των αφηγήσεων του Θεοδοσίου αναγνώριζε άρρητα και χωρίς κατηγορητήρια την ανθρώπινη κατάσταση στις όποιες συνθήκες, με τους όποιους συνοδοιπόρους.