COVID-19: Ο φόβος για την ζωή χτυπά την πόρτα της κατάθλιψης
Μία ειδικός εξηγεί τις ψυχολογικές επιπτώσεις της πανδημίας στους ανθρώπους. Δυο αφηγούνται.
Τριπλά εμβολιασμένη, 23 χρονών. Αποξένωση, φόβος, ανασφάλεια, η κατάσταση της ζωής μου τα τελευταία 2 χρόνια. Οι συνθήκες του εγκλεισμού έφεραν σε όλους μας νέες συνήθειες, ξαφνικά αγαπήσαμε περισσότερο το σπίτι μας, συνηθίσαμε να μένουμε μέσα χωρίς παρέα, προτιμήσαμε τις βόλτες σε μέρη χωρίς συνωστισμό, δεν μπαίναμε τόσο συχνά σε εσωτερικό χώρο καταστήματος, φοβόμασταν να δούμε τους φίλους μας, ξαφνικά το να επιλέξεις να δεις μια ταινία από τον καναπέ σου φαινόταν πιο δελεαστικό απ’ το να πας στο σινεμά και μετά για ένα ποτό.
Στο πρώτο lockdown οι ειδικοί και οι κυβερνήσεις δήλωναν με βεβαιότητα ότι όταν εμβολιαστούμε θα επιστρέψουμε στην κανονικότητα, κάτι που φυσικά δε συμβαίνει ακόμα.,
Δύο χρόνια μετά ζούμε με μέτρα και περιορισμούς. Με την απόλυτη ανασφάλεια του “ποιος κάθεται δίπλα μας και αν βήχει”, με τα αντισηπτικά να μας έχουν κάψει τα χέρια, με τις αγκαλιές να έχουν γίνει στέρηση.
Δεν ξέρω τί θα αφήσει ο κορονοϊός γενικά πίσω του. Είμαι βέβαιη όμως πως θα αφήσει πολλά ψυχολογικά προβλήματα, γύρω μου βλέπω ανθρώπους που τείνουν προς την κατάθλιψη.
Η Ψυχολόγος κ. Μαρία Παντελάκη εξηγεί πως η νέα πραγματικότητα που επέβαλε εδώ και δύο περίπου χρόνια η covid εποχή μετέβαλε, βίαια και απότομα, το τοπίο της κανονικότητας μας, προκαλώντας μια έντονη διαταραχή όλων σχεδόν των συνηθειών μας:
“Μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου ( Βιζυηνός)
Σαν να μεταβλήθηκε εντός μας ο ρυθμός του κόσμου. Ενός κόσμου, που όπως τον ξέραμε, ανατράπηκε, μεταμορφώθηκε, ξαφνικά όλα έγιναν κάτι άλλο ή κάποια άλλα, και γενικά ανοίκεια. Η ζωή μας άλλαξε, δεν είναι προβλέψιμη ούτε αυτή που ζούμε αλλά ούτε και αυτή που θα ζήσουμε. Ο κορωνοϊός, σαν ένα είδος νέας Σφίγγας, φράσσει τους δρόμους και θέτει αινίγματα (Ferruta, 2020). Το μέσα στο σπίτι έγινε συνώνυμο της ασφάλειας, και το έξω από το σπίτι απειλητικό και απαγορευμένο.”
Πολλές βασικές έννοιες άλλαξαν νόημα. Πχ το άγγιγμα, το συνδεδεμένο με παρηγοριά, ζεστασιά και αγάπη από εγγύτητα, σημασιοδοτεί πλέον τον κίνδυνο. Το φιλί, από ένδειξη αγάπης, μετατράπηκε σε εστία μόλυνσης. Οι συναθροίσεις με οικείους αγαπημένους, από πηγή χαράς βιώνονται ως πηγή απειλής και μετάδοσης της μόλυνσης. Η πανδημία μας τοποθετεί σε μια θέση ευθύνης και ανταπόκρισης απέναντι στους άλλους.
H κ. Παντελάκη εξηγεί επίσης πως μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες η μάσκα έγινε μόνιμο αξεσουάρ, μαζί με τον υπολογιστή μας ή το κινητό μας:
” Η χρήση της μάσκας καθίσταται απαραίτητη αν θέλουμε να έχουμε τη φυσική παρουσία του άλλου, αλλά δεν έχουμε πια, την συνολική εικόνα του προσώπου αυτού. Ο άλλος είναι πια σαν θραύσμα της κεφαλής ενός θρυμματισμένου αρχαίου αγάλματος, που προσπαθούμε να μαντέψουμε πώς θα ήταν άραγε στο σύνολό του. Ξεχάσαμε το χαμόγελο, τον ήχο της φωνής, που κάποιες φορές μέσα από τη μάσκα έρχεται παραμορφωμένος. Η ανθρώπινη επαφή πολλές φορές αντικαθίσταται από την οθόνη. Το κοντά, από φυσική παρουσία, έγινε διαδικτυακό.
Το πρόσωπο, ολόκληρο μεν σε αυτή την περίπτωση, χωρίς, ωστόσο, την αμεσότητα της συνάντησης με τον άλλον. Απουσιάζει η ζωντάνια και η σωματική επαφή της επικοινωνίας. Όλη αυτή η ασώματη επαφή συχνά πυροδοτεί ζητήματα μοναξιάς και απομόνωσης, ειδικά σε ανθρώπους που ζουν μόνοι.”
H κ. Παντελάκη διευκρινίζει πως η πρώτη καραντίνα είχε για κάποιους από μας και κάτι το ευχάριστο και ανακουφιστικό, μια παύση, μια ευκαιρία για περισσότερο χρόνο στο σπίτι, για πράγματα που πρώτα δεν προλαβαίναμε. Γονείς και παιδιά απόλαυσαν στιγμές που πρώτα στερούνταν λόγω των εξαντλητικών προγραμμάτων:
“Στην πορεία, η παρατεταμένη, χωρίς τις διαφυγές της προηγούμενης ζωής (π.χ. έξοδοι, φίλοι, δουλειά) συμβίωση, δημιούργησε ένα εγκλωβιστικό τοπίο μια υποχρεωτική φυλακή. Σε αυτό το «μέσα» ήρθαμε σε επαφή με τις αντοχές μας και τα τραύματά μας, με το άγχος, τις εντάσεις και τα νεύρα για τον χώρο που δεν εμπεριέχει και δεν χωρά, αλλά στενεύει και εγκλωβίζει. Αναμετρηθήκαμε με το πόσο αντέχουμε ή δεν αντέχουμε ο ένας τον άλλον, οπότε αναμενόμενο ήταν να αναζωπυρωθούν συγκρούσεις και δυσκολίες που προϋπήρχαν και απλώς έμεναν αδρανείς και ανεπεξέργαστες. Η διαχείριση του «μαζί» και του «χώρια» έγινε πιο επιτακτική από ποτέ.”
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της covid εποχής, οι άνθρωποι ταλαντεύτηκαν και προσπάθησαν να συγκεράσουν αντιφατικές μεταξύ τους ανάγκες: την ασφάλεια με την ελευθερία, τον φόβο με την άρνηση κινδύνου, την εγγύτητα με την απόσταση. Δύσκολη ισορροπία με πολλά διλλήματα.
H κ. Παντελάκη εξηγεί πως: “Όλα μέσα μας και έξω μας έπρεπε ναφιλτράρονται από την ανάγκη να περιοριστεί η μετάδοση αυτού του άγνωστου μικροσκοπικού σφαιρικού ιού με τις πολλές ακανθωτές αιχμές, που παραλύει τις ψυχικές άμυνες, ακινητοποιεί τη σκέψη και πυροδοτεί πρώιμα και ανυπόφορα παρανοϊκάκαταδιωκτικά άγχη, τα οποία απειλούν την εσωτερική μας συνοχή (και εδώ εντάσσονται και όλες οι θεωρίες συνωμοσίας και άρνησης). Η διακοπή της κανονικότητας και η παύση της ζωής, έτσι όπως την ξέραμε, έφερε στην επιφάνεια παλιά τραύματα και πληγές που ξαναήρθαν στο φως, ζητώντας μια νέα επανα-αφήγηση και ανάγνωση.”
Η κρίση της πανδημίας σημασιοδοτεί μια βίαιη ρήξη στο συνεχές του χρόνου της ζωής μας και μας φέρνει αντιμέτωπους με μια αίσθηση σύγχυσης, αποδιοργάνωσης και έναν φόβο ότι έχουμε χαθεί. Μοιάζουμε σαν εκείνα τα μικρά παιδιά που έχασαν τη μητέρα τους.
Σύμφωνα με την κ. Παντελάκη, η πανδημία είναι ένα συλλογικό τραύμα που διαρρηγνύει το νόημα:
“Ο τρόπος που βλέπουμε τον εαυτό μας, τον κόσμο και τους άλλους, κλονίζεται και ανατρέπεται. Ζούμε πολλαπλές εμπειρίες απώλειας, από την ανατροπή της καθημερινότητας μας, κυρίως της ελευθερίας της κίνησής μας και της επαφής μας με τους άλλους, μέχρι την απώλεια του ορισμού των σχέσεων μας. Χάνεται ο άλλος ως κοινωνικός εταίρος, αφού στις υπάρχουσες συνθήκες γίνεται φορέας διασποράς του ιού και μαζί του χάνεται η θαλπωρή του «ανήκειν» μας. Το «κοντά» με τον αγαπημένο «άλλο» δεν είναι πια συνώνυμο της ασφάλειας, ενώ, αντίθετα, η απόσταση και η απομόνωση δημιουργούν πλαίσια ασφάλειας από τον κίνδυνο και την απειλή της μετάδοσης του ιού.”
Το πλήγμα της πανδημίας μας υπενθυμίζει την ευθραυστότητα, την αβεβαιότητα και τη ρευστότητα της ανθρώπινης φύσης μας. Η αίσθηση της κυριαρχίας του ανθρώπου στη ζωή και στη φύση δεν ήταν παρά μια ψευδαίσθηση που κατέρρευσε ως χάρτινος πύργος. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες πένθους, καλούμαστε να αναθεωρήσουμε και να ανακατασκευάσουμε κάποιες από τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις μας, όπως, για παράδειγμα, ότι ο κόσμος μας είναι ασφαλής, προβλέψιμος και ελέγξιμος, καθώς και ότι μπορούμε να προστατεύουμε τους οικείους μας από οτιδήποτε θα μπορούσε να τους εκθέσει σε κίνδυνο.
H κ. Παντελάκη αναφέρει πως η σχέση του δυτικού ανθρώπου με τον θάνατο, την απώλεια και τον αποχωρισμό, αποτελεί ένα άκρως τρομαχτικό και φοβιστικό θέμα, που συχνά περιβάλλεται από σιωπή και άρνηση:
“Ζούμε μια εποχή νηπενθή. Η πανδημία, από την άλλη, αποκάλυψε το κυρίαρχο δικαίωμα που ασκεί ο θάνατος πάνω στη ζωή. Πώς να ξεχάσει κανείς τις εικόνες με τα φέρετρα και τους μαζικούς τάφους στο Μπέργκαμο της Ιταλίας, το Μπρόνξ και τη Βραζιλία; Ο θάνατος την εποχή του κορονοϊού επηρεάζει σημαντικά τη διεργασία πένθους. Ασθενείς με covid -19 νοσηλεύονται σε απομονωμένους θαλάμους, απροετοίμαστοι και ασυντρόφευτοι, μόνοι στην αρρώστια και, δυστυχώς, μόνοι και στον θάνατο. Μπορούμε να αντιληφθούμε το φορτίο της μοναξιάς τους, που ακόμα και το νοσηλευτικό προσωπικό δεν μπορεί να έχει επαφή μαζί τους, καθώς είναι αποκλεισμένοι στις διαστημικές στολές τους.”
Επιπλέον, μπορούμε να καταλάβουμε πόσο δυσχεραίνει τη διαχείριση του πένθους των οικείων η απαγόρευση, λόγω της μεταδοτικότητας του ιού, να βρεθούν κοντά τους στις τελευταίες τους στιγμές, να συνομιλήσουν, να τους αγγίξουν και να τους αποχαιρετήσουν. H ίδια διευκρινίζει πως αυτή η συνθήκη του αμίλητου, ασυντρόφευτου θανάτου, βιώνεται τραυματικά, τόσο από τους συγγενείς και τον άρρωστο, όσο και από το ίδιο το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό:” Ένα κυρίαρχο συναίσθημα των συγγενών είναι οι ενοχές για το ό,τι άφησαν τους οικείους τους αφρόντιστους και μόνους στον θάνατό τους, ενώ κάποιοι από αυτούς διατηρούν την πεποίθηση πως αν ήταν δίπλα τους μπορεί να κατάφερναν να επιζήσουν. Επιπρόσθετα, μια άλλη συνθήκη που δυσχεραίνει τη διεργασία του θρήνου είναι ότι, πάλι για υγειονομικούς λόγους, η τελετουργία της ταφής γίνεται με τη συνοδεία ελάχιστων οικείων. Η θεμελιώδης ανάγκη απόδοσης τιμής στους νεκρούς μοιάζει πια, στις υπάρχουσες συνθήκες, απαγορευτική και επικίνδυνη για τη σωματική υγεία.”
Τι επιπτώσεις έχουν αυτοί οι σιωπηλοί και ασυντρόφευτοι ενταφιασμοί; Τι γίνεται στον ψυχισμό τους όταν χάνουμε στοιχεία του κοινωνικού δεσμού τους;
Την ημέρα τους κηδείας, οι άνθρωποι που μαζεύονται να αποχαιρετήσουν τον νεκρό, ο καθένας κουβαλά και μια διαφορετική σχέση ή πλευρά του ανθρώπου που χάθηκε. Ο άνθρωπος είναι πολλοί . Είναι όλοι αυτοί ́μέσα του, δίπλα του, πριν από ́αυτόν και μετά από αυτόν. H κ. Παντελάκη πιστεύει πως η διεργασία του πένθους συντελείται στον τόπο συνάντησης του ενδοψυχικού με το κοινωνικό: “Ο θρήνος δεν είναι ποτέ μόνο μια ατομική υπόθεση, αλλά και μια κοινωνική εμπειρία, καθώς επιτελείται μέσα από μια ενεργητική αλληλεπίδραση, σε μια κοινότητα σημαντικών άλλων, που, καθώς γίνονται μάρτυρες και κοινωνοί του πένθους τους, μπορούν να διευκολύνουν ή να δυσχεράνουν την προσαρμογή τους στην απώλεια . οι τελετές του πένθους είναι ένα είδος συμβολικής ανταλλαγής μεταξύ ζωντανών και νεκρών που δίνουν νόημα στην απώλεια, αλλά και στη ζωή, δημιουργώντας ένα είδος προστασίας απέναντι στον θάνατο. Είναι τους συμβολικός τρόπος μνημόνευσης, που επιτρέπει τον διαχωρισμό από τον νεκρό. Όταν η κοινωνία δεν μπορεί να πενθήσει τους νεκρούς, ουσιαστικά τους κρατά ζωντανούς-νεκρούς, απένθητους. Το αδύνατο πένθος μεταδίδεται διαγενεακά. Οι νεκροί επιστρέφουν στοιχειωμένοι.”
Ο ιός είναι σαν να ταξιδεύει κατά μήκος των ρωγμών μιας κοινωνίας και ενός εαυτού, υπερβολικά αφιερωμένων στην απόλαυση και την άρνηση του θανάτου, και εκθέτει τις αδυναμίες και τις αποτυχίες μας, το πόσο εύθραυστες είναι οι ταυτότητές μας καθώς και η ασφάλεια που παρέχει η κοινωνία ως ομάδα. (Jamieson5/5/20) Επίσημοι φορείς (Π.Ο.Υ.) και έγκριτα επιστημονικά περιοδικά (Lancet) επεσήμαναν το ενδεχόμενο να προκληθεί παγκόσμια έξαρση των ψυχικών διαταραχών εξ αιτίας του κορονοϊού. Πιο ευάλωτοι είναι τα παιδιά οι νέοι, και οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που αντικρύζουν ασθενείς να πεθαίνουν από το COVID-19.
H κ. Παντελάκη αναλύει: “Στρεσογόνοι παράγοντες για την εκδήλωση αγχωδών και συναισθηματικών διαταραχών και διαταραχής μετατραυματικού στρες: είναι η εμπειρία του θανάτου και το πένθος για την απώλεια οικείων προσώπων, ο εγκλεισμός και η απομόνωση, ο φόβος της μόλυνσης, η ενοχή αν μεταδίδουν την μόλυνση σε άλλους, το άγχος του στίγματος, η αβεβαιότητα, η οικονομική ανασφάλεια και ο φόβος απώλειας της εργασίας. Οι ανωτέρω παράγοντες λειτουργούν «επιβαρυντικά» στις όποιες ήδη υπάρχουσες ψυχικές διαταραχές. Ήδη επισημαίνεται η σύνδεση μεταξύ του κορωνοϊού και του αυξημένου ρίσκου αυτοκτονιών, κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας, κακοποίησης παιδιών και τοξικο-εξαρτήσεων. (Rogers et al 1/8/2020). Επιπλέον οι επιζώντες από τη νόσηση, ή όσοι έχουν μπει σε καραντίνα, καθώς και όσοι εργάζονται στην πρώτη γραμμή στην υγειονομική περίθαλψη βαρέως νοσούντων, κινδυνεύουν σοβαρά να αναπτύξουν διαταραχή μετατραυματικού στρες, για το οποίο θα χρειαστούν στο εγγύς μέλλον μακροχρόνια φροντίδα ψυχικής υγείας .”
Αφηγήσεις
Δύο χρόνια μόνιμου φόβου
Τον Δεκέμβρη του 2021 δεν θα τον ξεχάσω ποτέ. Επέστρεψαν οι φίλοι μου στην Θεσσαλονίκη, οι προσδοκίες μου ήταν μεγάλες είχαμε κανονίσει να πάμε όλοι μαζί για φαγητό και μετά να μαζευτούμε σε σπίτι. Είμαστε πολύ προσεκτικοί τα τελευταία 2 χρόνια, οι επαφές μας είναι συγκεκριμένες, αποφεύγουμε τα μέρη με συνωστισμό, δεν έχουμε πάει σε κανένα πάρτι νυχτερινού καταστήματος. Τα διευκρινίζω όλα αυτά για να προλάβω κάποιος κακεντρεχείς.
Βρισκόμαστε λοιπόν όλοι μαζί (6 άτομα) για φαγητό, στον εξωτερικό χώρο του καταστήματος και αφού έχουμε κάνει όλοι τα test μας. Μετά αποφασίζουμε να πάμε στο στέκι μας, εκεί οι 3 επιλέγουν να μπούνε μέσα, οι υπόλοιποι καθόμαστε έξω. Μετά από 2 μέρες ξεκινούν τα τηλέφωνα, “είμαι θετικός”. Αξίζει να σημειώσω σε αυτό το σημείο πως αυτη η φάση του πενταήμερου μέχρι να κάνεις και το τελευταίο pcr είναι άκρως βασανιστική. Οι πέντε πιο αγχωτικές ημέρες της ζωής μου, σκέψεις του τύπου “αν κολλήσω τους γονείς μου τί θα γίνει και ούτω καθ’εξής.” Το θέμα βέβαια είναι πως αυτές οι σκέψεις με διακατέχουν ασταμάτητα τα τελευταία χρόνια.
Ζω με τον φόβο, έχω απομονωθεί, επηρεάζομαι, αισθάνομαι πιο έντονα, είμαι νευρική, αγχωμένη διαρκώς και δεν έχω όρεξη για ζωή. Ο εγκλεισμός εμένα μου έφερε μία μόνιμη θλίψη, μία μόνιμη κούραση. Προτιμώ να κάθομαι στο σπίτι και να μην βλέπω κανέναν παρά να βρίσκομαι με τους φίλους μου με την σκέψη του “μην τυχών”. Όταν είμαι έξω και ακούω κάποιον να βήχει το μυαλό μου διαρκώς πηγαίνει στην ενδεχόμενη νόσηση.
Απομόνωση, ανασφάλεια και μία απελπισία, αβεβαιότητα, είμαι 25 και έχασα ήδη κοντά 3 χρόνια έτσι, δεν ξέρω αν όλα αυτά που αισθάνομαι είναι συνώνυμα της κατάθλιψης, έχω αυξήσει το τσιγάρο, ένα με ενάμιση πακέτο την ημέρα και καθόλου όρεξη για ζωή, πάνε μήνες έτσι. Ως πότε θα φοβάμαι να ζήσω;
Υ.Γ. Ας μιλήσουμε επίσης για τις διαταραχές ύπνου και τις κρίσεις πανικού, σε έναν κύκλο 15 ατόμων οι 9 αντιμετωπίζουμε αυτές τις καταστάσεις…
*Μ
Γίνεται ένα δίωρο να κρατάει πέντε ημέρες;
Δε νομίζω ότι θα ξεχάσω ποτέ την ημέρα της ανακοίνωσης του εντοπισμού του πρώτου κρούσματος κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη και στη χώρα. Με τους φίλους σε ένα αμάξι γυρνώντας από κάλυψη αγώνα σε γήπεδο. Παγωμάρα για το άγνωστο. Και μια μεγάλη ανησυχία για το τι θα ακολουθήσει.
Η αλήθεια είναι ότι περίμενα τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Κυρίως ως προς τις κοινωνικές προεκτάσεις της πανδημίας. Πίστευα ότι θα βιώσουμε σκηνές που βλέπαμε μόνο σε ταινίες. Άδειοι δρόμοι (εντάξει αυτό έγινε), άδεια ράφια σε σούπερ μάρκετ (οκ και αυτό συνέβη), τιμές σε προϊόντα, αγαθά και υπηρεσίες να είναι στα ύψη, στρατός στους δρόμους, λεηλασίες, πλιάτσικο, κτλ.
Τουλάχιστον δεν πρωταγωνιστήσαμε σε κάτι από αυτά. Τελικά το σενάριο παρέπεμπε σε κακόγουστη κωμωδία. Θυμάστε, τότε με διψήφια κρούσματα, που πηγαίναμε με γάντια στο σούπερ μάρκετ και μετά ψεκάζαμε τις σακούλες πριν τις βάλουμε στο σπίτι. Και στα πενταψήφια κρούσματα διαμαρτυρόμασταν γιατί έκλεισαν τη μουσική από την εστίαση. Παράνοια.
Και τώρα τι; Δύο χρόνια μετά ο φόβος ακόμα με κυριεύει. Ακόμα και μετά από τρεις εμβολιασμούς αισθάνομαι απροστάτευτος.
Πήγα σε εστιατόριο μετά από καιρό και μου φαινόταν τόσο περίεργο που ήμουν σε έναν χώρο με κόσμο χωρίς μάσκες. Ένα αίσθημα όμως τόσο όμορφο μέσα σου. Σαν ένα παιδί που το αφήνεις να κάνει σκανταλιά και σε κοιτάει με εκείνο το χαμογελαστό, πονηρό ύφος που ξέρει καταβάθος ότι αυτό που κάνει δεν είναι σωστό, αλλά το κάνει με την ανοχή σου.
Και μετά από λίγες ημέρες σε μια καφετέρια για καφέ με φίλους. Κάθισα ένα δίωρο και μετά το σκεφτόμουν για μια εβδομάδα. Και αν τελικά κόλλησα; Και αν εμφανίσω συμπτώματα μετά από πέντε ημέρες; Και αν είμαι ασυμπτωματικός αλλά μπορεί να μεταδώσω τον ιό;
Αυτά τα “αν” νομίζω θα τα κουβαλάμε καιρό. Πρώτα μπορεί να φύγει η πανδημία, αλλά ο φόβος θα μας εγκαταλείψει τελευταίος.
*Ρ
Η άποψη σας
Ζητήσαμε την άποψη σας μέσω ερωτήσεων που σας θέσαμε στα social media της parallaxi.
Αρχικά ρωτήσαμε τους συμμετέχοντες αν θεωρούν πως η πανδημία θα αφήσει ψυχολογικό αντίκτυπο στους ανθρώπους.
Το 96% απάντησε “ναι” ενώ το 4% όχι.
Στην επόμενη ερώτηση αναφερθήκαμε στον φόβο και την ανασφάλεια για όταν βγαίνουν έξω οι συμμετέχοντες, το 60% επέλεξε το “ναι” το 40% το “όχι”.
Σχετικά με το αν οι συμμετέχοντες παρατήρησαν στους ίδιους και στους γύρω τους συμπτώματα αγχώδους διαταραχής ή κατάθλιψης το 80% απάντησε θετικά ενώ το 20% αρνητικά.
Αναφορικά με την αύξηση κατανάλωσης του αλκοόλ ή του τσιγάρου κατά τη διάρκεια της πανδημίας το 55% επέλεξε το “ναι” το 45% “όχι.”