Δεν είναι ο τόπος, αλλά ο τρόπος
Καμία ενοχική προσέγγιση της πίστης και καμία ιδιωτική θεολογία δεν πρέπει να υπερβαίνει το κοινό καλό
Κρατιέμαι από ένα καθηγητή μου στο πανεπιστήμιο, ο οποίος πανέμορφα ανέφερε: «καμιά φορά πλάθουμε τον Χριστό που εμείς επιθυμούμε, παραλείποντας εσκεμμένα ολόκληρα κομμάτια της διδασκαλίας του».
Κρατιέμαι και από τον συγχωρεμένο Πρωτοπρεσβύτερο, π. Γεώργιο Μεταλληνό, που τόσο χειρουργικά ανέλυσε στο έργο του την ιδιωτική θεολογία, το χτίσιμο δηλαδή ενός θεϊκού ειδώλου, καθ’ εικόνα και ομοίωση των ψυχολογικών μας αγκυλώσεων και προβλημάτων.
Να ξεκαθαρίσω, ότι δεν κατηγορώ κανένα.
Η πίστη λαμβάνει τόσες μορφές όσες και οι ανθρώπινες ψυχές. Και αυτές όλες οι μορφές γίνονται δεκτές από την Εκκλησία. Και κάθε παρέκκλιση συγχωρείται στη μεγάλη αγκαλιά, του τελευταίου ανθρώπινου καταφυγίου από την αδικία του κόσμου, που είναι η πίστη στο επέκεινα.
Το πρόβλημα ξεκινά, όταν οι προσωπικές μας φιλοδοξίες, ο θυμός, η αρχομανία και η ανάγκη για ρήξη με ένα αόρατο εχθρό, αγνοούν την αγάπη στον πλησίον ως εαυτόν, και περνούν σε ένα άκρο καταστροφικό προς το κοινό καλό.
Και με τα παραπάνω αφορμή, θα ήθελα να μοιραστώ δύο σκέψεις μου σχετικά με το άνοιγμα των ναών αλλά και την ανάγκη της συχνής Θείας Μετάληψης.
Ας θυμηθούμε το Κατά Ματθαίον κεφάλαιο, όπου ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός αναφέρει, “Γιατί όπου είναι συναγμένοι δύο ή τρεις στο όνομά μου, εκεί είμαι κι εγώ ανάμεσά τους”.
Πάνω σε αυτό το χωρίο, ο Μητροπολίτης Καισαριανής, Βύρωνος καί Ὑμηττού Δανιήλ, αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Ὅταν οἱ πιστοί συνέρχονται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιά νά προσευχηθοῦν, γιά νά διδαχθοῦν τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά μελετήσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἁγιασθοῦν ἀπό τήν θεία Χάρη, τότε ἀνάμεσά τους βρίσκεται καί ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός γίνεται τό κέντρο τῆς συνάξεως. Ἡ συνάθροιση τῶν πιστῶν δέν θεωρεῖται, ὅτι εἶναι μία συνηθισμένη συγκέντρωση ἀνθρώπων πού ἐξυπηρετεῖ κάποιο σκοπό. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἑνώνει τούς πιστούς. Ὁ καθένας πιστός συνδέεται μέ τόν Χριστό καί μέ τούς ἀδελφούς του. Ὅλοι μαζί ἀπαρτίζουν τό ὁρατό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, «ἔτσι κι ἐμεῖς ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα, ἄν καί εἴμαστε πολλοί».
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ἐκκλησιαστής, Αὐτός δηλαδή πού προσκαλεῖ στήν Ἐκκλησία καί μετατρέπει τούς ἀνθρώπους σέ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού δοξάζουν μέ τήν πίστη τους καί τήν ἀρετή τους τόν Θεό Πατέρα”.
O ίδιος ο Χριστός λοιπόν είναι ο εκκλησιαστής. Αυτός μας προσκαλεί. Και η πρόσκληση αυτή, έρχονται στιγμές κρίσιμες που δεν μπορεί να είναι ο Ιερός Ναός. Και δεν πειράζει. Και ας μη νιώθει κανείς ενοχές για αυτό.
Όσοι θέλετε να δείτε πως εφαρμόζονταν στην πράξη το παραπάνω, μπορείτε να διαβάσετε το βιβλίο «Αρχιεπίσκοπος Λουκάς», του Αρχιμανδρίτη Νεκτάριου Αντωνόπουλου, του Αγίου Λουκά της Κριμαίας, αυτού του καταπληκτικού επιστήμονα, που εν μέσω αντιπαράθεσης Εκκλησίας και Πολιτείας στην χώρα που ζούσε, βρήκε τον τρόπο να υπηρετήσει μαζί με τα ιατρικά και τα εκκλησιαστικά του καθήκοντα.
Πάμε να δούμε και για τη Θεία Κοινωνία.
Έχει άραγε σημασία η συχνότητα;
Εδώ θα αναφέρω την Οσία Μαρία την Αιγυπτία.
Δεν θα ήθελα να σας ταλαιπωρήσω με τον βίο της και τις ιστορίες που την ακολουθούν. Ας κρατήσετε, ότι έμεινε 47 χρόνια στην έρημο. Δεν εκκλησιάστηκε, δεν εξομολογήθηκε και δεν κοινώνησε παρά μόνο λίγο καιρό πριν πεθάνει.
Μας αναφέρει λοιπόν ο Αββάς Ζωσιμάς στο βίο της, ο οποίος τη βρήκε νεκρή:
“Αφού λοιπόν δάκρυσα αρκετά και είπα τους κατάλληλους ψαλμούς, ανέπεμψα επιτάφια ευχή και είπα από μέσα μου:
«Μήπως πρέπει να θάψω το λείψανο της Οσίας; Ή μήπως όχι, γιατί δεν της αρέσει αυτό;», Και ενώ σκεφτόταν αυτά, είδε κοντά στην κεφαλή της χαραγμένες στη γη λέξεις: «Αββά Ζωσιμά, θάψε σ’ αυτό τον τόπο το λείψανο της Μαρίας και προσευχήσου στο Θεό για μένα, που πέθανα το μήνα Φαρμαιθί (Απρίλιο), την πρώτη εκείνη νύκτα του σωτηρίου Πάθους, κατά την οποία κοινώνησα».
Όταν ο Γέροντας τα διάβασε, χάρηκε που έμαθε το όνομα της Οσίας και έμαθε ότι μόλις κοινώνησε τα Θεία Μυστήρια ήλθε σ’ αυτό το μέρος για να περπατήσει, με πολύ κόπο, η Μαρία τον κάλυψε σε μιάν ώρα και αμέσως μετά παρέδωσε τη ψυχή της στο Θεό”. (Παραπομπή από το site της Ιεράς Μονής Παντοκράτορος).
Με άλλα λόγια η ίδια η παράδοση, τονίζει τη σπουδαιότητα, όχι της συχνότητας της κοινωνίας των Θείων Μυστηρίων, αλλά της προετοιμασίας που προηγήθηκε. Ας μην το ξεχνάμε αυτό.
Εν τέλει κατά τη γνώμη μου και μόνο, κανένας Θεός σε καμία θρησκεία δεν αποζητά πολεμιστές και κανένας δε ζητά την ευθεία σύγκρουση με την λογική. Η στάση αυτή βασίζεται σε άγνοια και πεποίθηση, ότι η πίστη ενισχύεται μέσα από την υπερβολή, τα ζογκλερικά και τα φθηνά τρικ. Ίσως γιατί είναι ευκολότερα και πιο προσοδοφόρα από την ουσία της πίστης που είναι η αγάπη. Και η αγάπη είναι το δύσκολο κομμάτι της γιατί πηγαίνει χέρι – χέρι με την αφοσίωση και την ευθύνη.
Καλό φωτισμό να έχουμε.
Ο Αλέξανδρος Σαλαμές είναι δημοσιογράφος, απόφοιτος Θεολογίας του ΑΠΘ (επικοινωνία: einaidorean.life)