Διαμαρτυρόμενες παραμυθίες αδιεξόδων

Οι ευφάνταστες ιστορίες αυτής της συλλογής έχουν να κάνουν με μείξεις, με αρμονικά μπερδέματα | Γράφει ο Χρήστος Ωραιόπουλος

Χρήστος Ωραιόπουλος
διαμαρτυρόμενες-παραμυθίες-αδιεξόδω-730718
Χρήστος Ωραιόπουλος

Για το βιβλίο της Έλσας Κορνέτη: Το νησί πάνω στο ψάρι και άλλες ευφάνταστες ιστορίες (Εκδόσεις Μελάνι, σελ. 150)

Ήδη από τον τίτλο και την πρώτη ομώνυμη ιστορία γίνεται αντιληπτό ότι η ποιήτρια Έλσα Κορνέτη δομεί αλλόκοτους κόσμους και πολιτείες φλερτάροντας ταυτόχρονα με σουρεαλιστικές κατασκευές και πλάσματα και πλασματικές κατασκευές αναπλάθοντας, αναποδογυρίζοντας, ανατρέποντας τα πράγματα, όπως τα ξέραμε ως τώρα. 

Οι ευφάνταστες ιστορίες αυτής της συλλογής έχουν να κάνουν με μείξεις, με αρμονικά μπερδέματα. Η συγγραφέας άλλοτε αναμειγνύει  ‘’κανονικούς’’ προσιτούς κοινωνικά ανθρώπους με φανταστικούς κόσμους τοποθετώντας τους εντός τους, άλλοτε αντιστρόφως παρουσιάζει συνήθη σκηνικά και τόπους εντός των οποίων διαβιούν αλλοπαρμένα όντα ή άνθρωποι με παράξενες ιδιότητες και ασυνήθιστα παθήματα. Ενίοτε συμβαίνει κάτι ενδιάμεσο. Χαρακτηριστικά διηγήματα είναι ‘’το μακροβούτι του κόρακα’’ και  ‘’η καπνισμένη’’ αντίστοιχα. Στο μεταίχμιο θα μπορούσαμε να πούμε ότι βρίσκονται τα διηγήματα ‘’ήταν μια πόλη που σάπιζε’’ ή ‘’ο ανθός του video game’’.

Αν και πρόκειται για μαεστρική χρήση και καταπληκτική εκμετάλλευση της μικρής φόρμας, αφού η Έλσα Κορνέτη ξέρει και τι θέλει να πει και πού το πάει και πώς θα το πει (εδώ διαφαίνεται και συμβάλει η προχωρημένη εκφραστική αντίληψη, η σε βάθος κατανόηση της γλώσσας και η ποιητική της σύλληψη)  οι 24 ιστορίες του βιβλίου μπορούν να διαβαστούν και ενιαίως ως μυθιστόρημα, μιας και αν ξεκινήσει η ανάγνωση των ιστοριών δύσκολα διακόπτεται. Μοιάζει να υπάρχει κάτι κοινό που ενώνει, συνδέει και συμπλέκει τις ιστορίες κι αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι μια τάση για διαμαρτυρία. Μια φωλιασμένη ανάγκη αντίδρασης, έστω και με την εξιστόρηση, με τη γραφή. Σαν να υπάρχει σε κάθε ευφάνταστη ιστορία αλλά και στο σύνολο του βιβλίου ένα πέπλο σωρευμένης δυσφορίας, που θα ξεθυμάνει με την αφήγηση ως λύτρωση. 

Σε αυτό ακριβώς θέλω να σταθώ. Ίσως λόγω του φανταστικού στοιχείου, ενίοτε σουρεαλιστικού (βλ. διήγημα: στο τέλος της κοτσίδας), οι ιστορίες θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν παραμύθια για ενήλικες. Όμως, αυτό θα προέκυπτε από μια πρώτη ανάγνωση και λόγω της ταξιδευτικής ιδιότητας της φαντασίας . Στην πραγματικότητα, πιστεύω πως έχουμε να κάνουμε με την ιδιότητα του παραμυθιού ως παραμυθίας, δηλαδή παρηγοριάς, αφού η συγγραφέας εντοπίζει το μελανό σημείο, τη μαύρη κοινωνική κηλίδα και δια της τέχνης, της λογοτεχνίας έρχεται αποτυπώνοντάς το να δώσει μια διαφυγή, έναν εφησυχασμό ότι υπάρχει κι άλλος άνθρωπος  που βλέπει και αναγνωρίζει τη μαυρίλα.  Γι’ αυτό και θεωρώ πως οι ιστορίες προκύπτουν από συγκρούσεις του ανθρώπου με τη φύση, με την τεχνολογία, με την εγκατάλειψη, την απάθεια. Πολλές συγκρούσεις αποβαίνουν αδιέξοδα. Κάποιες έχουν καλό τέλος, και κάπου εκεί βάζει το χέρι της η τέχνη, που φέρει τα δάκρυα ως λύση στη καλπάζουσα σήψη, ως λύτρωση. Αυτός ο συμβολικός παραλληλισμός και παράλληλος συμβολισμός νομίζω συμπυκνώνει την αρχική ορμή, το Λόγο αυτών των ιστοριών.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα