Featured

Δυο Θεσσαλονικείς σχολιάζουν τις δηλώσεις Κούγια για τους ομοφυλόφιλους

Συκοφαντεί την ομοφυλοφιλία ως πηγή κακού και την χρεώνει στους κατήγορους του πελάτη του, οι οποίοι ούτε βίασαν ούτε ασέλγησαν παιδεραστικά

Parallaxi
δυο-θεσσαλονικείς-σχολιάζουν-τις-δηλ-728455
Parallaxi

Σφοδρές αντιδράσεις προκάλεσαν οι δηλώσεις του δικηγόρου του Δημήτρη Λιγνάδη, Αλέξη Κούγια, ο οποίος χαρακτήρισε τους μηνυτές και μάρτυρες της υπόθεσης ως «επαγγελματίες ομοφυλόφιλους».

Ο γνωστός δικηγόρος στο πλαίσιο της υπεράσπισης Λιγνάδη προχώρησε και σε νέα εμπρηστική τοποθέτηση, στην οποία αναφέρει:

«Σε κάθε περίπτωση, πρέπει επιτέλους να σταματήσει αυτή η κατατρομοκράτηση του οιουδήποτε πολίτη με τον χαρακτηρισμό του ως ομοφοβικού και ρατσιστή, που τολμά να διατυπώσει την οιαδήποτε συνταγματικά κατοχυρωμένη άποψή του σε μια δημοκρατική χώρα για αυτήν τη δικτατορία των ιδιαιτεροτήτων που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην κοινωνική και πολιτική μας ζωή και τα ΜΜΕ.

Επιτέλους, συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα έχουμε κι εμείς, που είμαστε η συντριπτική πλειοψηφία παγκοσμίως και δεν θεωρούμε ότι πτυχίο σπουδών και προσόν για την επιβίωσή μας στη ζωή είναι η ιδιαιτερότητά μας, αλλά πιστεύουμε, κάνουμε πράξη και διδάσκουμε τα παιδιά μας ότι ο μόνος δρόμος για την προσωπική τους ευτυχία και ισορροπία είναι όχι η ιδιαιτερότητα, αλλά η φυσιολογικότητα, η σκληρή και καθημερινή εργασία, η οποία είναι πολλές φορές απάνθρωπη, οι σπουδές, η μόρφωση και η διανόηση, η φυσιολογικότητα στην ερωτική μας ζωή με τον ρομαντικό ερώτα και την αγάπη για το άλλο φύλο, η δημιουργία φυσιολογικής οικογένειας που μέσα από αυτήν θα γεννηθούν παιδιά μεγαλωμένα με φυσιολογική ισορροπία και ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη και ισορροπία και το μέλλον των παιδιών μας, σεβόμενοι σε κάθε περίπτωση τις επιλογές των συνανθρώπων μας στη διαφορετικότητα, χωρίς όμως να τις συμμεριζόμεθα και να τις αποδεχόμεθα και οπωσδήποτε με αυτές τις επιλογές μας δεν είμαστε ούτε ομοφοβικοί ούτε ρατσιστές.»

Ο Νίκος Χατζητρύφων πρόεδρος της  «Σύμπραξης για το Κοινωνικό Φύλο», δρ πολιτικός μηχανικός, επί τιμή προϊστάμενος ΥΝΜΤΕΑΜΘ / ΥΠΠΟΑ, σχολιάζει στην Parallaxi τις επίμαχες δηλώσεις:

Α.Κ.: «Σε κάθε περίπτωση, πρέπει επιτέλους να σταματήσει αυτή η κατατρομοκράτηση του οιουδήποτε πολίτη με τον χαρακτηρισμό του ως ομοφοβικού και ρατσιστή, που τολμά να διατυπώσει την οιαδήποτε συνταγματικά κατοχυρωμένη άποψή του σε μια δημοκρατική χώρα για αυτήν τη δικτατορία των ιδιαιτεροτήτων που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην κοινωνική και πολιτική μας ζωή και τα ΜΜΕ.»

Τρομοκρατείται κάποιος ομοφοβικός ή ρατσιστής, όταν εντοπίζεται / αποκαλύπτεται ως τέτοιος; Δηλαδή, δεν είναι ο ομοφοβικός / ομοεχθρικός ή ο ρατσιστής αυτός που τρομοκρατεί, αλλά το θύμα του; Όμως, πλέον, τιμωρείται από τον Νόμο η ρητορική μίσους (κατά των ομοφυλόφιλων και διεμφυλικών ατόμων ή γυναικών, των προσώπων διαφορετικής φυλής, χρώματος, έθνους, θρησκείας, σωματικής διάπλασης) και δεν επιτρέπεται να εκφέρεται. Για παράδειγμα: ο Μητροπολίτης Καλαβρύτων Αμβρόσιος καταδικάστηκε το 2019 σε φυλάκιση επτά μηνών με αναστολή, ποινή που επικύρωσε ο Άρειος Πάγος, λόγω της ρητορικής μίσους του ενάντια σε ομοφυλόφιλα πρόσωπα. Καθημερινή, 30.06.2020).

Ο δικηγόρος Α.Κ. αναφέρει «δικτατορία των ιδιαιτεροτήτων που κυριαρχεί στην κοινωνική και πολιτική ζωή και στα ΜΜΕ». Ο εν λόγω δικηγόρος προσπαθεί να απαλύνει και να κάνει αποδεκτή την ουσία των δικτατοριών: παρακάμπτει την πολιτική τους διάσταση και τις αναφέρει τις ως τόσο άκακες, όσο είναι και η ύπαρξη και ορατότητα των μη κυρίαρχων, μη δεσποζόντων, αρνητικά διακρινόμενων προσώπων με «ιδιαιτερότητα» (με τον όρο «ιδιαιτερότητα» υπονοεί τα ομοφυλόφιλα και διεμφυλικά άτομα -γυναίκες και άνδρες-, τα οποία συκοφαντεί). Τι υπονοεί ο εν λόγω δικηγόρος λέγοντας ότι οι «ιδιαιτερότητες κυριαρχούν στην κοινωνική και πολιτική μας ζωή»; Υπονοεί ότι η κυβέρνηση κυριαρχείται από «ιδιαιτερότητες»; Η Εκκλησία; Το Δικαστικό σώμα; Η Βουλή; Τα Σώματα Ασφαλείας; Προφανώς, με εκτός πραγματικότητας αφηγήσεις της πραγματικότητας, θέλει να τρομοκρατήσει και να εξοστρακίσει κάθε προσπάθεια για χωρίς εξαιρέσεις εφαρμογή του αιτήματος για ισότητα των πολιτών και γενικότερα των κατοίκων της χώρας, για ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς εξαιρέσεις, για ανθρωπισμό για όλους.

Α.Κ.: «Επιτέλους, συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα έχουμε κι εμείς, που είμαστε η συντριπτική πλειοψηφία παγκοσμίως και δεν θεωρούμε ότι πτυχίο σπουδών και προσόν για την επιβίωσή μας στη ζωή είναι η ιδιαιτερότητά μας (σημείωση: ποια ιδιαιτερότητα εννοεί ότι έχει;), αλλά πιστεύουμε, κάνουμε πράξη και διδάσκουμε τα παιδιά μας ότι ο μόνος δρόμος για την προσωπική τους ευτυχία και ισορροπία είναι όχι η ιδιαιτερότητα, αλλά η φυσιολογικότητα, η σκληρή και καθημερινή εργασία, η οποία είναι πολλές φορές απάνθρωπη, οι σπουδές, η μόρφωση και η διανόηση, η φυσιολογικότητα στην ερωτική μας ζωή με τον ρομαντικό έρωτα και την αγάπη για το άλλο φύλο, η δημιουργία φυσιολογικής οικογένειας που μέσα από αυτήν θα γεννηθούν παιδιά μεγαλωμένα με φυσιολογική ισορροπία και ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιστεί η κοινωνική ειρήνη και ισορροπία και το μέλλον των παιδιών μας, σεβόμενοι σε κάθε περίπτωση τις επιλογές των συνανθρώπων μας στη διαφορετικότητα, χωρίς όμως να τις συμμεριζόμεθα και να τις αποδεχόμεθα και οπωσδήποτε με αυτές τις επιλογές μας δεν είμαστε ούτε ομοφοβικοί ούτε ρατσιστές.»

Ο καταγγελλόμενος για βιασμό και παιδεραστία προσλαμβάνει ως υπερασπιστή του έναν δικηγόρο, ο οποίος δεν διστάζει να χρησιμοποιεί ό,τι πιο σκοτεινό και ανήθικο μπορεί να παράξει η ανθρώπινη βιαιότητα: έτσι, ο δικηγόρος Α.Κ. επιτίθεται ομοεχθρικά και ρατσιστικά κατά των ατόμων με «ιδιαιτερότητα», ωστόσο χωρίς να την κατονομάζει ευθέως, αλλά υπονοεί ότι πρόκειται για την ομοφυλοφιλία και για πρόσωπα διαφορετικής εθνικότητας ή θρησκείας. Γιατί το κάνει αυτό, ενώ ο πελάτης του κατηγορείται όχι για ομοφυλοφιλία, αλλά για βιασμό και ενδεχομένως παιδεραστία με σκοπό την ηδονή του και την εκτόνωση της βιαιότητάς του; Ο κ. Α.Κ. θέλει να ξεχαστεί η κατηγορία εναντίον του πελάτη του, και προσπαθεί να αποπροσανατολίσει συκοφαντώντας στους αλλοδαπούς (εμμέσως) και τους ομοφυλόφιλους (ευθέως), προκειμένου να βρει εύκολα συμμάχους στο ακροατήριό του. Συκοφαντεί την ομοφυλοφιλία ως πηγή κακού και την χρεώνει στους κατήγορους του πελάτη του, οι οποίοι ούτε βίασαν ούτε ασέλγησαν παιδεραστικά τον πελάτη του, αλλά υπέστησαν αυτή τη βία από τον πελάτη του.

Ο δικηγόρος Α.Κ., μέσα σε μια παράγραφο αναφέρει επανειλημμένα τη λέξη «φυσιολογικότητα», την οποία δεν αποδίδει στα ομοφυλόφιλα άτομα, αλλά μόνον στα ετεροφυλόφιλα (τα οποία δεν κατονομάζει, αλλά τα περιγράφει, ίσως και όταν πρόκειται για βιαστές και παιδεραστές, όπως κατηγορείται ότι είναι ο πελάτης του). Αποδίδει στη «φυσιολογικότητα» όχι βιολογική ουσία (τοκετός, θερμοκρασία, σφυγμός κλπ), αλλά ηθική υπόσταση, τη συνδέει με την εργατικότητα, τη μόρφωση και τον ρομαντισμό, ενώ στην κατ’ αυτόν μη «φυσιολογικότητα» αποδίδει έλλειψη ηθικής στάσης, η οποία μάλλον υπονοεί ότι δεν αφορά στον πελάτη του. Σε τι αποσκοπεί ο δικηγόρος Α.Κ.; Μα, στο να συκοφαντήσει τους κατήγορους και να υπονοήσει ότι δήθεν ο πελάτης του δεν ανήκει στην κατηγορία που αυτός συκοφαντεί (γιατί, αλλιώς, πώς θα ήταν δυνατόν να κατηγορεί τον πελάτη του;).

Επίσης, επιτίθεται στις οικογένειες των ομοφυλόφιλων προσώπων, χωρίς ηθική αναστολή και σεβασμό προς τα παιδιά τους και τους γονείς τους. Κακοποιεί τον όρο «φυσιολογικότητα», παραβαίνοντας τα όσα ορίζει η Χάρτα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιλάει για επιλογές ερωτικού προσανατολισμού, λες και τα άτομα σκέφτονται και επιλέγουν, αν θα είναι στη ζωή τους ετεροφυλόφιλα ή ομοφυλόφιλα, ή ποιο θα αισθάνονται ότι θα είναι το κοινωνικό φύλο τους. Κλείνοντας τη διαστρέβλωση και τη βίαιη επίθεσή του, με δειλία, δεν παραδέχεται τη ρητορική μίσους του, αλλά θέλει να μην ονομαστεί ομοφοβικός και ρατσιστής. Αυτό είναι θέμα επιλογής του.

Θέση για το θέμα μέσω της Parallaxi παίρνει και το Thessaloniki Pride, μέσω του εκπροσώπου τύπου, κ. Ευάγγελου Χουλιάρα ο οποίος αναφέρει:

”Σαν αντήχηση από το παρελθόν ήρθε η δήλωση του δικηγόρου Αλέξη Κούγια, που έχει κάνει επάγγελμα την υπεράσπιση ισχυρών πλούσιων εγκληματιών, περί δικτατορίας των ιδιαιτεροτήτων, φυσιολογικότητας του “σκληρά εργαζόμενου” και “ρομαντικού” ετεροκανονικού άντρα, και άλλων πολλών γραφικών τσιτάτων. Όπως είναι γνωστό όμως, το “η δουλειά κάνει τους άντρες” αντικατοπτρίζει νοοτροπίες της δεκαετίας του 1960 και αντιμετωπίζεται ως ρετρό απομεινάρι εκείνης της εποχής.

Όπως δεν πιάνει πια η προσπάθεια υποβάθμισης μιας μαρτυρίας, στιγματίζοντας το μάρτυρα ως ομοφυλόφιλο, εργαζόμενο στο σεξ ή φτωχό μετανάστη κλπ. Αλήθεια, πιστεύει κανείς ή καμία σήμερα ότι είναι πιθανότερο να πει ψέματα ένας άνθρωπος που έχει υποφέρει στη ζωή του από διακρίσεις παρά ο “ευυπόληπτος δικηγόρος” προκειμένου να γλιτώσει τους πλούσιους πελάτες του;

Ούτε φυσικά και η κλασική δήλωση “εγώ δεν είμαι ομοφοβικός και ρατσιστής, αλλά…”. Ναι, είσαι και μάλιστα προσπαθείς να το συγκαλύψεις με σοφιστίες που στη συνείδηση του κόσμου προκαλούν στην καλύτερη θυμηδία, συνηθέστερα οργή, που τέτοιες απαράδεκτες δηλώσεις γίνονται στη δημόσια σφαίρα. Ναι, είσαι, όταν θεωρείς ότι μόνο το δικό σου πρότυπο είναι το φυσιολογικό, ως κυρίαρχο, και ότι κάνεις και χάρη στους διαφορετικούς που τους ανέχεσαι, χωρίς φυσικά να τους αποδέχεσαι. Ναι, είσαι, όταν θεωρείς ότι η εξίσωση των δικαιωμάτων και η απάλειψη των διακρίσεων είναι δικτατορία των ιδιαιτεροτήτων. Κανείς και καμία δε σου στερεί κανένα δικαίωμα (που ειρήσθω εν παρόδω οι εκφράσεις μίσους και η προσβολές δεν είναι δικαίωμα, αλλά έγκλημα), παρά διεκδικεί το αυτονόητο δικαίωμα που απολαμβάνεις κι εσύ. Όταν καταργήθηκε η δουλεία, δεν έχασαν οι λευκοί τα δικαιώματά τους, αλλά τα προνόμιά τους σε βάρος των μαύρων. Όταν κατοχυρώθηκε η ψήφος των γυναικών, δεν έχασαν οι άντρες το εκλογικό τους δικαίωμα, αλλά το προνόμιό τους έναντι των γυναικών.

Είναι ντροπή για την ελληνική κοινωνία ότι τέτοιες δηλώσεις γίνονται σήμερα, ενώ ο δημόσιος διάλογος έχει προχωρήσει μπροστά. Από την άλλη είναι ελπιδοφόρο το σφοδρό κύμα αντιδράσεων που αυτές οι περιθωριακές δηλώσεις προκαλούν, που τελικά είναι το μόνο το οποίο πέτυχαν: να συσπειρώσουν τον κόσμο ενάντια στο μίσος και τις διακρίσεις.

Γιατί κατά τ’ άλλα, το μόνο που έδειξαν είναι η ένδεια επιχειρημάτων της υπεράσπισης, την οποία προσπαθεί να κρύψει στιγματίζοντας τους αντιπάλους της με μια ρητορική που ούτε 3 δεκαετίες νωρίτερα δε θα έπειθε.”

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα