Είναι η Θεσσαλονίκη παρακόρη;

Μια χώρα και μια πρωτεύουσα που λειτουργούσε ως μητριά στο παραμελημένο ψυχοπαίδι της, τη Θεσσαλονίκη.

Parallaxi
είναι-η-θεσσαλονίκη-παρακόρη-561363
Parallaxi

Λέξεις: Χρήστος Δανιήλ

Με έξι έως τώρα αναρτήσεις του στο Facebook υπό τον γενικό τίτλο «Γιατί η Θεσσαλονίκη είναι παρακόρη» ο Γιώργος Τούλας θίγει μια σειρά από κακώς κείμενα της πόλης μας, σε αντιπαραβολή μάλιστα με θετικά παραδείγματα που ακολούθησαν άλλες ελληνικές ή ευρωπαϊκές πόλεις σε αντίστοιχα ζητήματα: π.χ. απουσία θαλάσσιας συγκοινωνίας, εγκατάλειψη κτηρίου Φιξ, εγκατάλειψη πλατείας Ελευθερίας και αμαξοστασίου τραμ, απόφαση για παραχώρηση Κυβερνείου σε ιδιώτες αντί ενός ολοκληρωμένου σχεδίου ανάπλασης του περιβάλλοντος χώρου (και του στρατοπέδου Κόδρα). Οι αναρτήσεις υποθέτω μπορούν να συνεχιστούν, καθώς πολλά ακόμη αρνητικά της πόλης μπορούν να αναδειχθούν και να στιγματιστούν.

Οι αναρτήσεις αυτές αναδεικνύουν σημαντικά ελλείματα της πόλης μας σε σύγχρονες υποδομές και αξιοποίηση δημόσιου χώρου και η επισήμανσή τους συναντά την επιδοκιμασία σημαντικής μερίδας συμπολιτών μας, εάν κρίνουμε από τα εκατοντάδες like και τις δεκάδες κοινοποιήσεις που συγκεντρώνουν.

Οι επισημάνσεις του Τούλα, κατά τη γνώμη μου, είναι στη βάση τους σωστές καθώς αναδεικνύουν με τον δημοσιογραφικό τους λόγο και τις φωτογραφίες που τις συνοδεύουν την μεγάλη ένδεια της πόλης σε μια σειρά από ζητήματα που με άλλους χειρισμούς θα μπορούσαν να προσφέρουν προστιθέμενη αξία (πολιτιστική, οικονομική, ποιότητας ζωής κ.ά.) και όχι εικόνες αποστροφής και εγκατάλειψης.

Ο παραλληλισμός όμως της Θεσσαλονίκης στον τίτλο των αναρτήσεων με «παρακόρη», για τον οποίο ο συντάκτης των αναρτήσεων είναι βέβαιος (αφού αναλαμβάνει να μας εξηγήσει το «γιατί» αυτός ο χαρακτηρισμός είναι ορθός) αναδεικνύει ένα ακόμη σημαντικό πρόβλημα αυτής της πόλης στο ανθρώπινο δυναμικό της: από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου να μεγαλώνει στα καλντερίμια της Άνω Πόλης ένα συναίσθημα μειονεξίας, αδικίας και παραπόνου ήταν κυρίαρχο κάθε φορά που η κουβέντα έφτανε στη σύγκριση της πόλης μας με άλλες πόλεις και ειδικά με την Αθήνα, όπου στεγάζονται τα κέντρα λήψης των αποφάσεων: Μια χώρα και μια πρωτεύουσα που λειτουργούσε ως μητριά στο παραμελημένο ψυχοπαίδι της, τη Θεσσαλονίκη.

Η άποψη αυτή είναι κυρίαρχη ως στερεότυπο δεκαετίες τώρα και διαπερνά όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου λόγου: από τα ποδοσφαιρικά έως το «ανέκδοτο» του μετρό. Το έλλειμα της πόλης σε πόρους, επενδύσεις, δημόσια έργα κ.ά. είναι υπαρκτό, η επίκληση όμως και η επανάληψη του ιδεολογήματος της «ψυχοκόρης» ενέχει τον κίνδυνο της απαλλαγής των όποιων ευθυνών υπάρχουν για την εικόνα της εγκατάλειψης από το δικό της ανθρώπινο δυναμικό, από τις ευθύνες των δικών της πολιτικών προσώπων, των αρχόντων που η ίδια έχει επιλέξει σε τοπικό επίπεδο. Τον Τσοχατζόπουλο, τον Παπαγεωργόπουλο και τον Ψωμιάδη (για να αναφερθώ μόνο σε πρόσωπα του παρελθόντος που έχουν εμπλακεί αποδεδειγμένα σε υποθέσεις της δικαιοσύνης) η πόλη τους επέλεγε, όχι το όποιο κέντρο των Αθηνών.

Η έννοια επίσης της «παρακόρης», με τη σημασία που δίνουν τα λεξικά, ενέχει έναν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο: την εδραίωση της πεποίθησης πως η Θεσσαλονίκη και οι κάτοικοί της δεν αποτελούν γνήσια παιδιά της οικογένειας (Ελλάδα) αλλά είναι αποπαίδια της.

Καταληκτικά, και επειδή ως Θεσσαλονικιός δεν αισθάνομαι καθόλου «ψυχοπαίδι» ούτε στην πόλη μου ούτε στη χώρα μου, αλλά πονώ κι εγώ βλέποντας την εικόνα της εγκατάλειψης σε διάφορα επίπεδα (συμφωνώντας με της επισημάνσεις των αναρτήσεων του Τούλα) αναρωτιέμαι πόσο διαφορετική θα ήταν η εικόνα της εάν είχε η ίδια αναζητήσει λύσεις στα προβλήματά της με άλλες επιλογές και αξιοποιώντας το δυναμικό της σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.

Κάποια θετικά δείγματα αυτής της κατεύθυνσης μπορούν εύκολα να επισημανθούν, δείγματα που όμως φαντάζουν αποσπασματικά καθώς δεν συνοδεύονται από ένα συνολικό όραμα για την πόλη: από τον Μύλο της δεκαετίας του ’90 (αποτέλεσμα της ιδιωτικής πρωτοβουλίας) έως τα Φεστιβάλ Κινηματογράφου και την Νέα Παραλία του σήμερα (που όμως επίσης δίνει την εικόνα της εγκατάλειψης σε κάποια σημεία της)

Η ενηλικίωση, η ωριμότητα, επέρχεται όταν ο άνθρωπος πάψει να αισθάνεται παιδί (νόμιμο ή νόθο, άσχετο), σταματήσει να κατηγορεί για όλα του τα προβλήματα τους γονείς του (εξ αίματος ή θετούς, άσχετο), κοιταχθεί στον καθρέφτη και  επανασυστηθεί με τον εαυτό του. Μήπως είναι καιρός;

*παρακόρη η [parakóri] Ο30 : (παρωχ.) 1. κορίτσι που βοηθούσε στις δουλειές του σπιτιού, συνήθ. από γνωστή ή συγγενή οικογένεια. 2. θετή κόρη, ψυχοκόρη (Λεξικό Τριανταφυλλίδη).

**Ο Χρήστος Δανιήλ είναι διδάκτωρ νεοελληνικής φιλολογίας. Διδάσκει λογοτεχνία στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα