Εξήντα έξι παρά μια συμπληγάδες

Για το φρεσκοτυπωμένο και πρώτο βιβλίο του κυρίου Δ. Καταλειφού.

Χρήστος Ωραιόπουλος
εξήντα-έξι-παρά-μια-συμπληγάδες-713805
Χρήστος Ωραιόπουλος

συμπληγάδες γενεθλίων

Λέξεις: Xρήστος Ωραιόπουλος

Για το φρεσκοτυπωμένο και πρώτο βιβλίο του κυρίου Δημήτρη Καταλειφού, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη

Πρώτη ανάγνωση γρήγορη, όχι βιαστική. Σαν βαριά και βαθιά ρουφηξιά καπνού. Η μικρή φόρμα είναι μεγαλειώδης. Σαν ένα καλό κομμάτι ύφασμα με το οποίο πλέκεται ένα εντυπωσιακό μοτίβο σε μια μόλις πιθαμή και βλέποντάς το σκέφτεσαι επιπόλαια μακάρι να ήταν μεγαλύτερο, να έντυνες έναν ολόκληρο τοίχο με αυτό, μια ολόκληρη πόλη. Γιατί ο ράφτης δεν έπλεξε παραπάνω;  Αλλά η γοητεία, η γλυκιά και παιγνιώδης μαεστρία του έγκειται ακριβώς στο μικρό του μέγεθος. Ήταν ο ιδανικός τρόπος για να σε αγγίξει το υφαντό. Όπως και η μικρή φόρμα στη γραφή, που προκαλεί ελεγχόμενες αιμορραγίες, ικανές όμως για πλήρη αλλαγή της σύστασης του αίματος.

Δεύτερη ανάγνωση υπογραμμίζω περισσότερο, βάζω εκφράσεις, σύνολα λέξεων, στίχους δυο-δυο μέσα στις αγαπημένες μου αγκύλες. 

Ο κύριος Καταλειφός κάνει την πρώτη του συγγραφική απόπειρα χρησιμοποιώντας/πατώντας/χαϊδεύοντας τη μικρή φόρμα συνταιριασμένη με την ποιητική πρόζα. 

Τα περισσότερα κείμενα γράφτηκαν κατά την περίοδο του εγκλεισμού (Φεβρουάριος – Μάιος 2020). Συγκριμένα σταμάτησαν στις 21 Μαΐου παραμονή των γενεθλίων του. Εξού και ο τίτλος Συμπληγάδες Γενεθλίων.

Τα πεζά του αφηγούνται ποίηση και τα ποιήματά του λένε ιστορίες. Πρόκειται για μια γραφή ποιητική κυρίως εικονοπλαστική. Θα τολμήσω να τη χαρακτηρίσω απλή με την καλή έννοια της απλότητας, της γλυκύτητας και της περιγραφικότητας. Ο Δ.Κ θέλει αυτά που έχουν κατοικήσει στη ζωή και στο μυαλό του να τα παρουσιάσει μέσα από εικόνες απτές και ρεαλιστικές, είτε είναι σκέψεις σύνθετες, είτε είναι πράγματα απλά. Η αλλόκοτη προσμονή του τέλους, τα γλυκά χέρια της μάνας, ένα σύννεφο απέναντι, το γιασεμί (και η μυρωδιά του) στο παιδικό παράθυρο. Ο Δημήτρης Καταλειφός σαν ζωγράφος της γραφής δίνει μορφή και λαλιά στο πορτραίτο που επιχειρεί να ζωγραφίσει και δεν ξέρει από πού να το πιάσει. 

Όπως ο συγγραφέας του βιβλίου συνειδητά ακροβατεί/παλαντζάρει/ισορροπεί στο πρώτο και το τρίτο ενικό, έτσι ο φορέας των απόντων παθαίνει το ίδιο με τους χρόνους και τα πρόσωπα. Έχει διαρκώς στο μυαλό του τους απόντες, αλλά διαπιστώνει πως αυτοί είναι τόσο παρόντες, που αναδύονται σαν μορφές, σαν περιστατικά, από το καθετί που μπορεί να συναντήσει στο τώρα. Έτσι με το παραμικρό ερέθισμα, την όποια μυρωδιά και το οιοδήποτε χρώμα, το βρώμικο τασάκι και την άπλυτη κούπα να είναι ικανά να τους φέρουν στο χώρο, στο εγκεφαλικό πάλκο, οι απόντες γίνονται πανταχού παρόντες. Γιατί η μνήμη είναι πλανεύτρα όσων βλέπει και τα υποτάσσει για τους δικούς της σκοπούς, δηλαδή να ανασύρει. Κι ακριβώς αυτά που ανασύρει πλάθει ως εικόνες ο κύριος Καταλειφός.

Μαζί όμως με τα πρόσωπα και τις στιγμές, που θυμάται ο Δ.Κ ξεπηδάνε και τόποι, χώροι, γράμματα που είτε απογειώθηκαν είτε σκοτείνιασαν. Η Ιπποκράτους, νησιώτικα μπαλκόνια, άδεια σπίτια, η οδός Βάρνης, εξομολογήσεις που γράφτηκαν απλά για να γραφτούν και είτε δεν κατέληξαν στον παραλήπτη τους είτε τις διάβασε κάποιος άγνωστος. Όλα όμως κινούνται και περιστρέφονται γύρω από τα άνθη. Παρά ταύτα, κάθε έτος που αφήνεται πίσω, κάτι/κάποιον θα έχει πάρει και γι’ αυτό όταν έρχεται η στιγμή να φύγει ετοιμάζεται να μεταμορφωθεί σε ένα μεγάλο βράχο που λίγο ακόμη θα έχει στενέψει το πέρασμα που δημιουργείται με τον άλλο, το μεγάλο βράχο που περιμένει αμέριμνος και ακλόνητος τους άλλους βράχους, τους ετήσιους να φτάσουν σε αυτόν. Μέχρι τότε είναι Συμπληγάδες Πέτρες. 

Υ.Γ Κύριε Μπέκετ, πολύ συγκινητικό!

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα