ΕΡΕΥΝΑ: ΙΜΙΑ-Οι αφανείς πρωταγωνιστές θυμούνται
Η Parallaxi εντόπισε κάποιους από τους ανθρώπους που βρέθηκαν τότε στην πρώτη γραμμή.
Αυτές τις τελευταίες μέρες του Γενάρη (25 με 31.1) το μυαλό μας γυρνά στο 1996 και στην τελευταία μεγάλη στρατιωτική κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Την λεγόμενη «κρίση των Ιμίων». Το διαχρονικό πρόβλημα των διενέξεων των δύο χωρών είναι σήμερα επίκαιρο όσο ποτέ γι αυτό ας θυμηθούμε τι συνέβη πριν από ένα τέταρτο του αιώνα στο Αιγαίο.
Αιτία της κρίσης των Ιμίων: Η επιχείρηση αμφισβήτησης μέρους της Ιταλοτουρκικής σύμβασης του 1932 από τη γειτονική χώρα και τελικά διεκδίκησης αρκετών βραχονησίδων στα Δωδεκάνησα.
Αφορμή: Η προσάραξη στα αβαθή της ανατολικής Ιμία ενός Τούρκικου φορτηγού πλοίου, του «Φιγκέν Ακάτ». Ηταν Χριστούγεννα του 1995. Οταν σκάφη του λιμενικού έσπευσαν να βοηθήσουν το τουρκικό φορτηγό, κανείς δεν πίστευε πως μόλις έναν μήνα αργότερα το γεγονός αυτό θα οδηγούσε σταδιακά σε συνθήκες αληθινού πολέμου με επιχειρήσεις, κυρίως διά θαλάσσης στον στενό χώρο εκατέρωθεν των βραχονησίδων.
Το χρονικό ενός πολέμου που δεν έγινε
Στις 27 Δεκεμβρίου του 1995 κι ενώ η ελληνική κοινή γνώμη κινείται ακόμα σε χαλαρούς ρυθμούς Χριστουγέννων, η τουρκική πλευρά διαβεβαιώνει πως το περιστατικό δε σχετίζεται με τις διεκδικήσεις της χώρας στην περιοχή, που ωστόσο είναι πολλές και σοβαρές.
Στις 28 Δεκεμβρίου η ελληνική πλευρά στέλνει δύο ρυμουλκά και αποκολλούν το τουρκικό φορτηγό από τα αβαθή οδηγώντας στο στην πατρίδα του. Την ίδια μέρα οι Τούρκοι χάνουν ένα αεροσκάφος στο Αιγαίο μετά από αναχαίτιση από ελληνικά μαχητικά. Ο πιλότος σώζεται.
Στις 29 Δεκεμβρίου, σαν να μη συνέβη τίποτα, η Τουρκική πλευρά απλώς ανακοινώνει πως τα δύο μικρά νησιά που αποτελούν τα Ιμια, είναι δικά της βάση κτηματολογικών εγγράφων.
Στις 15 Ιανουαρίου ο Ανδρέας Παπανδρέου, που ήδη νοσηλεύεται στο Ωνάσειο, παραιτείται από την προεδρία της κυβέρνησης. Τέσσερις μέρες αργότερα η κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ θα εκλέξει πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη που θα χάσει λίγες ακόμα μέρες μέχρι να αναλάβει πλήρως καθήκοντα με την εξουσιοδότηση της Βουλής.
Στις 25 Ιανουαρίου ο δήμαρχος Καλύμνου υψώνει την ελληνική σημαία στα μικρά Ιμια και την επομένη μέρα στο δεύτερο, μεγαλύτερο νησί.
Στις 27 Ιανουαρίου η διένεξη παίρνει διαστάσεις ριάλιτι σόου: Τούρκοι δημοσιογράφοι καταφθάνουν στην περιοχή με ελικόπτερο και σε τηλεοπτική κάλυψη κατεβάζουν τη σημαία από το μικρότερο νησάκι και μεταδίδουν το βίντεο στη χώρα τους.
Στις 28 Ιανουαρίου ελληνικό σκάφος υποστέλλει την τούρκικη σημαία κατόπιν διαταγής αλλά κάνει αυθαίρετα ένα βήμα παραπάνω υψώνοντας ξανά την ελληνική.
Στις 30 Ιανουαρίου η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη καθώς στην Τουρκική Βουλή η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ δηλώνει πως θα δώσει εντολή ώστε ο ελληνικός στόλος και η ελληνική σημαία να απομακρυνθούν από τα Ιμια. Πρόκειται για μια μέρα που για πολλούς κράτησε χρόνια ολόκληρα.
Ελλάδα και Τουρκία, λοιπόν, αντιπαρατίθεται διεκδικώντας δυο κουκκίδες γης στις εσχατιές του ελληνικού χάρτη. Πολλοί λένε πως την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Τι γίνεται όμως όταν σε μια τέτοια ιστορική διένεξη χαμένοι βγαίνουν και οι δύο αντίπαλοι και νικήτρια η «εγγυήτρια δύναμη μεσολάβησης», δηλαδή οι ΗΠΑ; Τότε, ίσως, είναι καλύτερο την ιστορία να τη διηγηθούν αυτοί που την έζησαν από πρώτο χέρι, στην πρώτη γραμμή πυρός, στα κέντρα πληροφοριών μάχης των πλοίων, στα σκοτεινά λεβητοστάσια τους, σε απόσταση ενός και δύο ναυτικών μιλίων από τα αντίπαλα τουρκικά αντιτορπιλικά και φρεγάτες.
H Parallaxi ζήτησε από ναύτες και αξιωματικούς της φρεγάτας «Θράκη» (F-457), πολεμικού πλοίου το οποίο βρέθηκε στη θαλάσσια περιοχή των Ιμίων και συμμετείχε ενεργά στις επιχειρήσεις, να θυμηθούν στιγμές από εκείνη την σοκαριστική κρίση του 1996 που κορυφώθηκε στα τέλη του Γενάρη και ολοκληρώθηκε την τελευταία μέρα του μήνα με την χαρμόσυνη είδηση της αποκλιμάκωσης και ταυτόχρονα με την τραγική απώλεια τριών ανθρώπων, μελών του πληρώματος ελικοπτέρου το οποίο κατέπεσε με πιθανότερη αιτία την μηχανική βλάβη και τον άσχημο καιρό.
Συνθήκες πολέμου μέσα σε λίγες ώρες
Το πρωινό της 30ης Ιανουαρίου βρίσκει τα 300 μέλη του πληρώματος της φρεγάτας να δέχονται εντολές μετάβασης σε πλήρη επιφυλακή. «Το πρώτο που θυμάμαι είναι το τρέξιμο στο ναύσταθμο με τηλεκάρτες να βρούμε όλο το προσωπικό του πλοίου που ήταν έξω ή σε άδεια και να το καλέσουμε αμέσως να επιστρέψει», εξομολογείται ο ναύτης πριν 25 χρόνια, Μιχάλης Ξαρχουλάκος. «Αλλες εποχές τότε. Τα κινητά ήταν στα πρώτα τους βήματα, καλούσαμε από σταθερά γιατί οι ανώτεροι δεν θέλανε να χρησιμοποιηθούν οι κανονικές τηλεφωνικές γραμμές», συμπληρώνει.
Ενας από τους μόνιμους υπαξιωματικούς που κάλεσε ο ναύτης Ξαρχουλάκος ήταν και ο Κώστας Πρωτοψάλτης. «Πήρα το αμάξι μου και ξεκίνησα άλλα επειδή είχε ξανασυμβεί δεν είχα αγχωθεί ιδιαίτερα. Οταν έφτασα στο Ναύσταθμο υπήρχε μεγάλη κινητικότητα προσωπικού και οχημάτων μεταφοράς ενώ η ένδον μηχανή είχε συγκοινωνήσει τα καζάνια, σημάδι άμεσου απόπλου δηλαδή», εξιστορεί ο αρχικελευστής τότε, Πρωτοψάλτης. «Πήγα κατευθείαν στον ασύρματο όπου και προσπαθούσαμε να δικτυωθούμε στα συνήθη δίκτυα που μου έδωσε ο Αξιωματικός ΣΝ», προσθέτει και συνεχίζει τη διήγηση: «Τελικά αποπλεύσαμε περίπου στις 9 προς άγνωστη κατεύθυνση αναμέναμε οδηγίες εν πλω ενώ μου έκανε εντύπωση ότι ήμασταν σε κατάσταση συναγερμού χωρίς να είναι γυμνάσιο ως συνήθως. Τότε με φώναξε ο Κυβερνήτης του πλοίου στο δωμάτιό του και μου έδωσε ένα φάκελο συχνοτήτων, τις λεγόμενες ” πολεμικές” συχνότητες που φυλάσσονται στο ερμάριο του Κυβερνήτη.
Κατάλαβα ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και ότι πάμε για πόλεμο».
Πώς ετοιμάζεται ένα πλοίο να μεταβεί στην πρώτη γραμμή πυρός;
Ο ναύτης, Μιλτιάδης Λούκος, ανακαλεί στιγμές ξεχασμένες: «Πολλοί από εμάς έχουν ξεχάσει το γεγονός πως το καραβάκι μας ήταν έτοιμο να ανέβει στη δεξαμενή, σε περιορισμένη ακινησία για να επισκευαστεί αλλά για να γίνει κάτι τέτοιο έπρεπε να αδειάσει όλα τα καύσιμα και τα πυρομαχικά. Ηταν μια δύσκολη διαδικασία με πολύ κουβάλημα η οποία είχε κρατήσει τρεις μέρες και κάπου εκεί στην λήξη της μας ήρθαν τα άσχημα μαντάτα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον χρόνο που κάναμε για να ξαναβάλουμε τα πάντα στην θέση τους. Σε μόλις 12 ώρες αποπλεύσαμε από τη Σαλαμίνα και βρεθήκαμε βόρεια της Κρήτης για δοκιμαστικά και εκπαιδευτικά πυρά και φυσικά γυμνάσια, πολλά γυμνάσια».
Το «Θράκη» ολοκληρώνει τα γυμνάσια και φτάνει αργά το απόγευμα της Τρίτης 30 Ιανουαρίου μεταξύ Καλύμνου και Καλόλημνου, πολύ κοντά στα Ιμια. Μαζί του, στην δυτική πλευρά της σύρραξης βρίσκεται το σύνολο των ελληνικών διαθέσιμων σκαφών, μικρών και μεγάλων σε πλήρη παράταξη και συνεννόηση. Στην απέναντι, ανατολική πλευρά, πλέουν δεκάδες τούρκικα πλοία, οπλισμένα και έτοιμα. Οι οθόνες από τα ραντάρ γεμίζουν με μικρές και μεγάλες κουκκίδες. Οι σειρήνες του συναγερμού ηχούν για πολλοστή φορά αλλά η φωνή που ακούγεται ολοκληρώνει τις εντολές της με μια πρωτάκουστη επισήμανση: «Προσέξατε! Το παρόν ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΥΜΝΑΣΙΟ».
Τι είναι ένας συναγερμός σε ένα πολεμικό πλοίο όταν δεν είναι γυμνάσιο; Ο κελευστής Ανθιμος Βουγιούκας, βασικό στέλεχος τον καιρό εκείνο του κέντρου πληροφοριών μάχης της φρεγάτας «Θράκη» έχει νωπές ακόμα τις σκηνές εκείνης της βραδιάς στο μυαλό του. «Μετά τη σειρήνα και την προτροπή από τα μεγάφωνα του πλοίου, όλοι καταλάβαμε την σπουδαιότητα και τη βαρύτητα της στιγμής, το τι έπρεπε να περιμένουμε και πως να το πράξουμε. Πώς να ξεχάσεις την παρουσία του κυβερνήτη στο κέντρο, δίπλα από την κονσόλα των Κ/Β με περασμένο κανονικά το κλειδί ενεργοποίησης αυτή τη φορά», αποκαλύπτει ο υπαξιωματικός και διαπιστώνει: ακριβώς όπως στις ταινίες που βλέπαμε μικροί…»
Από τη στιγμή που το πλοίο ενεργοποιεί τα πυροβόλα όπλα του και τις τορπίλες, μεσολαβεί ένα διάστημα «αιώνων». «Εκείνες τις ώρες ήμουν στον οπτικό κατευθυντήρα επάνω, κόντρα γέφυρα», υπογραμμίζει ο κελευστής ΗΝ/ΔΒ, Κώστας Μαυραγάννης. «Είχα οπτική επαφή με άλλα πλοία και τα αντίστοιχα τούρκικα στο στόχαστρο. Περίμενα την διαταγή». Πράγματι, 300 ψυχές στο καράβι περίμεναν μεταξύ 30ης και 31ης Ιανουαρίου τη διαταγή εμπλοκής. Οταν ενεργοποιήθηκε το μικρόφωνο ακούστηκε η φωνή του κυβερνήτη, θυμάται ο ναύτης Δημοσθένης Κακούρος και προσθέτει: «Το γράμμα του αρχηγού στόλου που μας διάβασε ξεκινούσε με το “αυτή την ώρα που η πατρίδα σας καλεί…” και τελείωνε με το “…ο Θεός μαζί σας”. Δεν περιμέναμε κάτι άλλο παρά τον ήχο ενός πυραύλου ή μιας τορπίλης. Δεν είχαμε πτοηθεί όμως. Όλοι μας είχαμε ηθικό υψηλό, καλή διάθεση, όρεξη για αστεία και πειράγματα».
Ενας πόλεμος «στ’ αστεία και στα σοβαρά»
Τον Κακούρο επιβεβαιώνει η μαρτυρία του ναύτη Γιάννη Γκάτζιου: «Ημουν άγημα πυρκαγιάς εκείνο το βράδυ. Χαμένοι, τρελαμένοι, κουρασμένοι και επάνω στην απελπισία μας μετά την ανάγνωση του σημειώματος από τον αρχηγό στόλου ακούμε μια φωνή μέσα από τα καζάνια να λέει: τι είπε ο μαλάκας ρε παιδιά; Ήταν ένας πολίτης συγκολλητής που είχαμε πάρει μαζί για να κολλήσει το ένα μας καζάνι που ήταν τρύπιο. Και συνέχισε φωνάζοντας : κατεβάστε με ρεεεε! Εκεί πεθάναμε από τα γέλια μες την τρομάρα μας κι αφού τελείωσε η φάση με αυτόν αρχίσαμε με τον δίοπο Πικραμένο τα α μπε μπα μπλομ προσπαθώντας να μαντέψουμε από ποια μεριά θα φάμε τορπίλη». Την διήγηση του Γιάννη Γκάτζιου συμπληρώνει ο υπόλογος βάρδιας λεβητοστασίου, αρχικελευστής Γιάννης Σερίμης: «Το θυμάμαι το περιστατικό με τον πολίτη. Μάλιστα δεν ήταν μόνον ένας. Αφενός είχαμε διαρροή στον οικονομητήρα όπου δεν προλάβανε οι μάστορες να τον φτιάξουν οπότε και τους πήραμε μαζί μας, αφετέρου όντως είχε χεστεί από τον φόβο του. Δεν μου έφτανε η γρήγορη αποκατάσταση του λέβητα είχα και τον πολίτη να νταντεύω», λέει και γελάει ο Σερίμης.
Στ’ αστεία και στα σοβαρά εκείνη τη νύχτα δύο στόλοι εκατέρωθεν του Αιγαίου είχαν «αφοπλίσει» και γελούσαν για να μην κλάψουν. «Η άγνοια του κινδύνου λόγω του νεαρού της ηλικίας παίζει ρόλο σε αυτές τις καταστάσεις», υποστηρίζει ο ναύτης τότε Βαγγέλης Αργιανάς. «Περισσότερο σκεφτόμουν “άντε να τελειώνουμε να κατέβω στο υπόφραγμα για ύπνο” παρά φόβο για το ενδεχόμενο εμπλοκής. Το ηθικό ήταν ακμαίο όπως και το μαύρο χιούμορ από έναν Αρχ/στή (όνομα δεν θυμάμαι) που μας έλεγε ότι αν χτυπηθεί στο λεβητοστάσιο το πλοίο σε 40″ θα βυθιστεί, θα κοπεί στη μέση», καταλήγει.
Οι ώρες περνούσαν με το πλοίο να ετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο. Να βάλλει εναντίον κάποιου εχθρικού πλοίου ή να αντιμετωπίσει το πλήγμα από βολή κάποιου εχθρικού. «Σηκώθηκα, έκανα τον σταυρό μου και πήγα στην μεριά που ήταν το οπλονομείο», εξομολογείται ο ναύτης Γρηγόρης Μπάρδης με καταγωγή από τα Επτάνησα. «Σκεφτόμουν ότι δεν είχα σφυρίχτρα στο σωσίβιο το οποίο ήταν και τρύπιο. Ξαφνικά μου δίνουν ένα κλειδί για κλείσω τις πόρτες που κατέβαιναν στις μηχανές για να διαφυλάξουμε τη στεγανότητα σε περίπτωση που δεχόμασταν χτύπημα. Βλέπω την βίδα να γυρίζει και βγάζει το κεφάλι του ο αρχικελευστής τότε, ο κύριος Γκιτάκος και μου λέει: Μπάρδη, ξέρεις τι κάνεις; Και του λέω: έτσι μου είπαν υπόλογε…»
σ.σ.: Κάπου εδώ, πριν ολοκληρώσουν τις διηγήσεις τους τα τότε μέλη πληρώματος της φρεγάτας «Θράκη», φίλοι πλέον οι περισσότεροι και «συγγενείς», εφόσον μάς συνδέει η θητεία μας για πολλούς μήνες στο πλοίο, να προσθέσω την προσωπική μου εμπειρία και θύμηση από εκείνες τις «περίεργες μέρες».
Ναύτης στο κέντρο πληροφοριών μάχης, άκουγα τα «Γράμματα στην αγαπημένη», του Μάνου Λοΐζου σε ποίηση του Ναζίμ Χικμέτ, με ένα έντονο αντιπολεμικό μένος βαθιά μέσα μου αλλά και με μια απροσδιόριστη «άρνηση πραγματικότητας» αφού στα 20 μου χρόνια, μού ήταν αδιανόητο να σκεφτώ ότι η χώρα μου, λίγα μόλις βήματα πριν την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ενωση, θα μπορούσε να στείλει τα παιδιά της στο θάνατο για δυο «κεντρικές πλατείες μικρού χωριού», άγονες και ασήμαντες, που δεν γνωρίζαμε καν την ύπαρξή τους πριν την κρίση. Ο ρόλος μου τις ώρες του «αληθινού πολέμου» ήταν να σημειώνω πίσω από έναν υαλοπίνακα με κέντρο το πλοίο μας, τις θέσεις όλων των φίλιων και εχθρικών σκαφών ώστε να κατανοούν οι αξιωματικοί την κατάσταση. Δίπλα μου ένας ναύτης χειρίζονταν τη συσκευή εντοπισμού συχνοτήτων ραντάρ πυροβολικού, κοινώς: να εντοπίζει ποιοι μας έχουν εγκλωβισμένους. Τους είχαμε όλους και μάς είχαν κι αυτοί. Ενας μονάχα έφτανε, ασήμαντο από ποια πλευρά, ώστε να βάλλουμε όλοι εναντίον όλων. Κάτι που, ευτυχώς δεν έγινε ποτέ. Ξημερώματα Τετάρτης, 31 Ιανουαρίου, ο συναγερμός έληξε. Ολοι στα πλοία ήμασταν ζωντανοί. Εκτός από το πλήρωμα του ελικοπτέρου που κατέπεσε στη διάρκεια επιχείρησης εντοπισμού Τούρκων στρατιωτών στα νησάκια των Ιμίων».
«Πως να διαγράψεις από τη μνήμη το λυπηρό άκουσμα από το δίκτυο επικοινωνιών για την πτώση του Ε/Π και το χαμό των 3 ηρώων», αναρωτιέται ο κελευστής, Ανθιμος Βουγιούκας. «Αυτές οι στιγμές και ότι άλλο ο καθένας μας έζησε και θυμάται, θα μείνουν βαθιά χαραγμένες στη ψυχή και τη καρδιά για πάντα», διαπιστώνει για να τον συμπληρώσει ο σηματωρός αρχικελευστής, Κώστας Πρωτοψάλτης, ο πρώτος που πήρε το επίσημο έγγραφο από το αρχηγείο για το τραγικό γεγονός: «Θυμάμαι όταν έλαβα το σήμα της απώλειας του ελικοπτέρου και το έστειλα στην γέφυρα με τον αεραγωγό, τα συναισθήματα απογοήτευσης και στεναχώριας αλλά και αγωνίας να μάθω τι ακριβώς είχε συμβεί».
Η απόσταση των 25 χρόνων από εκείνα τα γεγονότα, κάνει τον ναύτη Μιλτιάδη Λούκο να διαπιστώνει με σιγουριά πως «όλα ήταν ένα παιχνίδι εντυπώσεων καλά παιγμένο και από τις δυο πλευρές όπου δυστυχώς είχε και απώλειες ζωών αφού χάσαμε ένα πλήρωμα ελικοπτέρου για τα παιχνίδια τους. Ότι και να λέμε τώρα αυτοί οι άνθρωποι δεν έρχονται πίσω και να που αυτές τις μέρες όλο και πλησιάζουμε να ξαναζήσουμε τα ίδια γεγονότα και ποιος ξέρει ίσως και χειρότερα. Εύχομαι όχι», καταλήγει.
«Μετά από ώρες αναμονής μας έδωσαν άδεια να καθίσουμε και επίσης την μοναδική άδεια να καπνίσουμε», θυμάται ο ναύτης, Δημοσθένης Κακούρος. «Κάποια στιγμή που τελείωσε η υπόθεση ακούσαμε στην τραπεζαρία τον Σημίτη να ευχαριστεί τους Αμερικάνους και κλαίγαμε. Είχαμε προετοιμαστεί ακόμα και να πεθάνουμε και νιώσαμε ηττημένοι μετά από μια ακόμα εθνική ξεφτίλα με την έκβαση της διαμάχης και το χαμό των Ελλήνων του ελικοπτέρου», παρατηρεί.