Ημερολόγια Καραντίνας 18: Μέρες αταξίδευτες
Τα Ημερολόγια Καραντίνας καταγράφουν ιστορίες κατοίκων της Θεσσαλονίκης τον καιρό της πιο μεγάλης της δοκιμασίας.
Λέξεις: Τάκης Τριανταφυλλίδης
Πλησίαζε η Εαρινή Ισημερία. Πίσω από τις κιγκλοβατούσσες κορυφογραμμές των βουνών ιρίδιζε το αυγινό φως, διαλύοντας τις σκιές του μικρού δωματίου. Άνοιξε το φερμουάρ του υπνόσακου και τον τύλιξε με επιμέλεια. Στα χείλη του υπήρχε έντονη, ακόμη, η γεύση από το χθεσινοβραδυνό ψωμοτύρι και τσίπουρο, που τον φίλεψε ο φιλόξενος οικοδεσπότης. Βγήκε έξω, έριξε δυο χούφτες νερού στο πρόσωπό του από την κεντρική βρύση του χωριού, κοίταξε το είδωλό του στο τζάμι της εξώπορτας του καφενείου: Ένα ζευγάρι δερμάτινα άρβυλα, υπό το βάρος ενός σακιδίου δέκα πέντε κιλών και μιας λογικής είκοσι τεσσάρων ετών, κρημνοπατούντα αστόχαστα και «κατακτητικά» σε ορεινές διαβάσεις της Ελλάδας, σχεδίαζαν το ίχνος του πέλματός τους πάνω στη λάσπη και στο παρακμάζον χιόνι.
Στράφηκε προς το ανηφορικό μονοπάτι. Πρώτο βήμα με το αριστερό, όπως οι στρατιώτες, στις παρελάσεις των εθνικών επετείων! Μέσα από τις χαραμάδες του τηκόμενου Μάρτη, ένα κυκλάμινο, σαν κοριτσίστικο χαμόγελο, ερωτοτροπούσε με την Άνοιξη! Βήμα-βήμα δρασκέλισε τα δάση της οξιάς, μπήκε στην υποαλπική ζώνη του υψόμετρου των 1600 μ., τη ζώνη των κωνοφόρων. Στη στροφή του μονοπατιού αντίκρυσε τις τσίγγινες στέγες του υψηλότερου οικισμού της Ελλάδας! Άγρια γαυγίσματα σκύλων τον υποχρέωσαν να βγάλει βιαστικά από το σακίδιο το κομμάτι του ψωμιού, για να αντιμετωπίσει την επιθετικότητά τους…
Άγριος, οξύς και έντονος ο ήχος της σειρήνας ενός ασθενοφόρου, που με αναμμένο τον κυκλώπειο φάρο του, και παραβαίνοντας τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας, απομακρυνόταν βιαστικά, υπήκοο στις επιταγές της αντιμετώπισης «έκτακτου περιστατικού» !
Ξύπνησε! Ανακάθισε στο παγκάκι της πλατείας, όπου είχε αποκοιμηθεί. Δίπλα του ο Σταγειρίτης φιλόσοφος, ανέκφραστος και αυστηροπρόσωπος, παρατηρεί με στωικότητα τον έρημο −λόγω μιας ιοβόλου πανδημίας− από περιπατητές, χώρο. Γύρω του αναίσθητα, αδάκρυτα, τα κτήρια, τα κτισμένα μετά την πυρκαγιά του ’17, σύμφωνα με τα σχέδια της επιτροπής Εμπράρ. Εμπρός του, μέσα στα θολά νερά του κόλπου, τρία-τέσσερα φορτηγά πλοία, βυθισμένα ως την ίσαλο γραμμή, περιμένουν στην ράδα, να ’ρθει η σειρά τους να «δέσουν» και να ξεφορτώσουν τα εμπορεύματα των αμπαριών τους. Στο φόντο ο ήλιος έδυε πίσω από τις αντικρινές, βουνίσιες κορυφές των Πιερίων.
Άφησε το φιλόξενο παγκάκι, φορτώθηκε το σακίδιο που χρησιμοποιούσε για προσκέφαλο και, με αργά βαριεστημένα βήματα, πήρε τον δρόμο προς το «υπνωτήριο αστέγων» όπου φιλοξενούνταν, ως ωφελούμενος κάποιου χρηματοδοτούμενου προγράμματος, ευαγούς ιδρύματος, για να προλάβει το βραδινό φαγητό.
Η πανσέληνος, της προτελευταίας ημέρας του δίσεκτου, φετινού Νοέμβρη, ήταν στεφανωμένη με μια πανέμορφη άλω παγοκρύσταλων, που η διάμετρός της ίσως, ήταν μεγαλύτερη από το άνοιγμα μιας οργιάς! « Όταν το φεγγάρι έχει αλώνι, ο καιρός χαλάει» έλεγαν οι θυμόσοφοι παππούδες. Την επομένη, Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, κατά το ημερολόγιο, επιβεβαιώθηκε η πρόβλεψη επιδείνωσης του καιρού, εναρμονισμένη και με την κατάφαση της παροιμίας: «Του Άη-Αντριός αντρειεύει ο καιρός!»: Η ημέρα εκείνη άργησε να φανερώσει το φως της! Γκρίζο και συννεφιασμένο το χαμηλοτάβανο του ουρανού της, ψέκαζε με κρύες, βρόχινες σταγόνες τους δρόμους, τις στέγες, την καρδιά και τον νου του! Φορτωμένος με το σακίδιο, −μόνιμο φορτίο πια, όπως τα σάγματα των φιλότιμων τετράποδων υποζυγίων, που κουβαλούν τον κάματο των ξυλοκόπων −όδευε προς κάποιο μηχάνημα τραπέζης «αυτόματης ανάληψης» για να δει αν κατατέθηκε το ποσό κάποιου μικροεπιδόματος. Περίμενε υπομονετικά, να τελειώσει τη συναλλαγή της μια καλλίγραμμη, σκουρόχρωμη μετανάστρια. Τριγύρω: καραντίνα, ερημιά και κρύο! Η κοπέλα πήρε τα χρήματα και τα ’σπρωξε πρόχειρα στην τσέπη της ζακέτας της. Ένα χαρτονόμισμα, των 50 ευρώ, έπεσε δίπλα στο αριστερό της πόδι, δίχως να το αντιληφθεί! Το δίλημμα διήρκεσε μερικά δευτερόλεπτα, ικανά να του αναστατώσουν τις μέχρι τότε παγιωμένες αξίες του! Αξίες, όχι έναντι του νόμου, μα έναντι της ηθικής! Ένα συνοθύλευμα εννοιών, αντιφατικών και αντικρουόμενων, όπως αλληλεγγύη, αδελφοσύνη, αυτοεκτίμηση, ισότητα, ανάγκη, επιθυμία… ανάγκη, ανάγκη, ανάγκη δημιούργησαν ένα πυρίπνοο μάγμα, όμοιο με λάβα ηφαιστείου, που του έκαιγε το στήθος και τον νου! Η μελανόχρωμη νηρηίδα πήρε την απόδειξη από το μηχάνημα και με την άκρη του ματιού της είδε το πεσμένο χαρτονόμισμα, έσκυψε το πήρε και απομακρύνθηκε κοιτάζοντας αδιάφορα τον επίβουλο ευρωσκεπτικιστή!
Ευτυχώς! Παρά τη λύπη, ένιωθε ταυτόχρονα και ανακούφιση, καθώς απαλλάχτηκε από το άγχος του δισεπίλυτου διλήμματος. Πήρε κάποιο μικροποσό από το ήδη κατατεθέν επίδομα και κατευθύνθηκε προς τα στεγασμένα παγκάκια των στάσεων, του σιδηροδρομικού σταθμού. Αφέθηκε −στην προσφιλή του συνήθεια− στις θωπείες του Μορφέα. Εκεί συνάντησε τον μικρότερό του εαυτό, να περιμένει με τις ώρες την εμφάνιση του τραίνου. Από εμπρός του όμως περνούσε μόνο ο χρόνος. Κάποια στιγμή ρωτά τον σταθμάρχη:
−Τι ώρα περνά το τραίνο, για έναν καλύτερο κόσμο;
−Δεν άκουσα! αποκρίθηκε ο σταθμάρχης, κοιτάζοντάς τον απορημένα.
−Θέλω να πάω σ’ έναν καλύτερο κόσμο, επανέλαβε ο μικρός.
−Δεν υπάρχει τέτοιος προορισμός! του απάντησε.
−Μα έχω το πρόγραμμα των δρομολογίων! Γράφει στις 05:30′!
−Το δρομολόγιο για έναν καλύτερο κόσμο, καταργήθηκε σήμερα. Ο τόπος αυτός έπαψε πια να υπάρχει! Το νέο οικιστικό σχέδιο τον χαρακτήρισε ως μεγαλούπολη!
*Ο Τάκης Τριανταφυλλίδης είναι άστεγος, πωλητής του περιοδικού δρόμου Σχεδία και διαμένει στο υπνωτήριο.
**Τα Ημερολόγια Καραντίνας καταγράφουν ιστορίες κατοίκων της Θεσσαλονίκης τον καιρό της πιο μεγάλης της δοκιμασίας. Απαγορεύεται η αναπαραγωγή των κειμένων χωρίς γραπτή άδεια της parallaxi. Διαβάστε και τα υπόλοιπα ημερολόγια εδώ.