O κύριος Γουάιλντερ κι εγώ
Μία νέα εποχή ξημερώνει κι εμείς είμαστε μάρτυρες κοσμογονικών αλλαγών. Φοβόμαστε να αντικρύσουμε την πραγματικότητα κατάματα και να παλέψουμε στις νέες συνθήκες.
Το νέο μυθιστόρημα του Τζόναθαν Κόου κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση της Άλκηστις Τριμπέρη. Στα 59 του χρόνια ο Άγγλος συγγραφέας αποφασίζει να αφήσει για λίγο την κριτική του στον κοινωνικοπολιτικό στίβο, μετά το άκρως επιτυχημένο “Μέση Αγγλία” που αγγίζει το Brexit και την κατάσταση που διαμορφώνεται σήμερα στην Μεγάλη Βρετανία κι ασχολείται με κάτι βαθιά υπαρξιακό. Όχημά του για να πετύχει τον στόχο του μέσω του κινηματογράφου (αναφορές σε 44 ταινίες) η μισή Ελληνίδα Καλλιστώ Φραγκοπούλου που καλείται να μας συστήσει τον σπουδαίο σκηνοθέτη Μπίλι Γουάιλντερ.
Αφετηρία μας το Λονδίνο, εκεί που τελικά θα καταλήξουμε μετά από ένα μεγάλο ταξίδι σε Καλιφόρνια, Κέρκυρα, Λευκάδα, Μόναχο και Παρίσι. Ο αποχαιρετισμός της μάνας με την κόρη που αποφασίζει να πάει για σπουδές στην άλλη άκρη του κόσμου φέρνει στην μνήμη της μητέρας τη δική της ευαίσθητη ιστορία. Κάποτε βρέθηκε κι αυτή στο δικό της αντίστοιχο ταξίδι ενηλικίωσης αναζητώντας μία πυξίδα, έναν οδηγό επιβίωσης στον κοινωνικό λαβύρινθο. Η πρόκληση δεν άργησε να έρθει και μία νέα περιπέτεια ξεκίνησε. Η πλήρης μεταστροφή από την μία ημέρα στην άλλη δε ήταν εύκολη υπόθεση.
Η ευρωπαϊκή παιδεία κι οι αξίες με τις οποίες είχε γαλουχηθεί αναγνωρίστηκαν ως μεγάλα προτερήματα της πρωταγωνίστριάς μας. Το παράδειγμά της αποτελεί μία από τους καθημερινούς αφανείς ήρωες. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης θεωρεί την ήπειρό μας λίκνο του Πολιτισμού και δε χάνει ευκαιρία να το υπενθυμίζει. Νιώθει πως οι αντιλήψεις της αμερικανικής απόλυτα καπιταλιστικής κοινωνίας σχετικά με την επιτυχία και την αποτυχία φθείρουν τους ανθρώπους “Η δουλειά μου, η νίκη ή ήττα κρίνεται από τις εισπράξεις”. Χρησιμοποιεί την τέχνη ως πηγή ζωής. Έχει υπογράψει ένα αιώνιο άτυπο συμβόλαιο. Ένας διαρκής αγώνας ανησυχίας και προσφοράς. Πολλές φορές όμως ο χρόνος αποδεικνύεται αδυσώπητος κι εδώ ακριβώς στέκεται ο Κόου.
Θέλει να μιλήσει για μία γενιά που φεύγει από προσκήνιο και βρίσκεται σε απόγνωση. “Κανείς δεν ήθελε αυτό που είχε να προσφέρει”. Πιθανώς να φοβάται πως πλησιάζει κι η δική του ώρα. Πετυχαίνει τον σκοπό του με χιούμορ και την απαιτούμενη σοβαρότητα που αρμόζει στην περίσταση. Αγγίζει το ιερό τέρας του Χόλιγουντ που ημέρα με την ημέρα κι ειδικά σε συνθήκες πανδημίας παραδίδει σκυτάλη στις πλατφόρμες. Μία νέα εποχή ξημερώνει κι εμείς είμαστε μάρτυρες κοσμογονικών αλλαγών. Φοβόμαστε να αντικρύσουμε την πραγματικότητα κατάματα και να παλέψουμε στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται. Επιλέγουμε την παθητικότητα, την αμηχανία και σε αρκετές περιπτώσεις τον εύκολο δρόμο της παραίτησης.
Κοινή πορεία η απομόνωση και στο βάθος η απόλυτη μοναξιά. Ειδικά στα γεράματα κανείς δε θέλει να μείνει μόνος. Όταν έρχεται η ώρα της απαραίτητης ενδοσκόπησης, του ταμείου της ζωής χρειάζεσαι δίπλα σου αυτούς που πραγματικά σε αγαπούν και σε νοιάζονται. Η Γερμανία του Χίτλερ από την οποία κάποτε απέδρασε θα τον στοχειώνει, θα τον βασανίζει για πάντα. Επέστρεψε με το έργο του “Fedora” για να πάρει “εκδίκηση” από το Άουσβιτς. Παρά τη νοσταλγική του διάθεση όμως δεν μπορεί να χωνέψει αρκετά πράγματα κι είναι οδυνηρό να νιώθεις πως το τέλος πλησιάζει και έχεις τόσα αναπάντητα ερωτήματα.
Με την παραστατικότητα και τη ζωντάνια της περιγραφής έχουμε την ευκαιρία να ακολουθήσουμε κι εμείς σε όλους τους σταθμούς της διαδρομής. Να γνωρίσουμε τη φιλοσοφία μίας παγκόσμιας ιδιοφυΐας. Ταυτόχρονα όμως το έργο αποτελεί μία προσπάθεια απόδρασης, διαφυγής του ίδιου του συγγραφέα σε μία εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Ένα απαραίτητο διάλειμμα από τη σάτιρα του κατεστημένου με ένα έργο αναγκαίο που προκαλεί ένα είδος στοχαστικής αδράνειας στον αναγνώστη. Φόρος τιμής στον αγαπημένο του σκηνοθέτη και μία βαθιά προσωπική εξομολόγηση για τον κύκλο της ζωής. Κάθε δύση, φέρνει μία νέα ανατολή κι αυτή η φυσική εναλλαγή συνεχίζεται με τους δικούς όρους και κανόνες.