Μ. Διακάκης: Δεν μπορούμε να κάνουμε αντικατασταστάσεις σε αυτό που υπάρχει στη φύση

Η επόμενη μέρα μετά τις πυρκαγιές. Γιατί θα πρέπει να θεωρούνται βέβαια τα πλημμυρικά φαινόμενα και τι πραγματικά συμβαίνει με τις αναδασώσεις;

Κωνσταντίνα Καδέρη
μ-διακάκης-δεν-μπορούμε-να-κάνουμε-αντ-801813
Κωνσταντίνα Καδέρη

Οι πυρκαγιές που ξέσπασαν το καλοκαίρι σ΄ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο και οι καθηλωτικές φωτιές που αντίκρισαν τα μάτια μας αποτελούν πλέον παρελθόν. Η συζήτηση δείχνει να έχει μετατοπιστεί στην περίφημη «επόμενη ημέρα» και τα ζητήματα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε είναι πολλά.

Ένα εξ αυτών είναι η ανεύρεση της απάντησης στο ερώτημα πώς μπορούμε να αποτρέψουμε άλλη μια φυσική καταστροφή, όπως είναι οι πλημμύρες, στις περιοχές που επλήγησαν από τις δασικές πυρκαγιές.

Στο πλαίσιο αυτό η Parallaxi επικοινώνησε με τον Δρ. Μιχαήλ Διακάκη, ειδικό σε θέματα φυσικών καταστροφών του Τμήματος Γεωλογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με σκοπό να παραθέσει τη γνώμη του για τον ενδεχόμενο κίνδυνο πλημμυρών που υπάρχει στην Αττική και την Εύβοια και κατ’ επέκταση ποια είναι τα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν.

«Ακόμη, δεν μπορούμε να πούμε κάτι απολύτως συγκεκριμένο γιατί το θέμα αυτό χρήζει μελέτης. Δηλαδή, πρέπει να πάμε σε κάθε περιοχή που έχει δεχθεί πλήγμα και να εξετάσουμε ποιες λεκάνες απορροής πλήττονται, ποιες πλαγιές, που είναι οι επικινδυνότητες, αν κινδυνεύουν άνθρωποι ή υποδομές ή περιουσίες και έτσι να προχωρήσουμε στην ανάλογη λήψη μέτρων.

Για παράδειγμα, αλλού θα χρειαστούν ανασχετικά φράγματα, αλλού αντιπλημμυρικά έργα. Αλλού θα χρειαστεί οριοθέτηση της κοίτης και αλλού επείγουν αντιδιαβρωτικά έργα, όπως είναι τα κορμοδεματα που δημιουργούμε μετά από μία πυρκαγιά. Απαιτείται δηλαδή μια πολυδιάσταστη και πολυεπίπεδη επιστημονική ανάλυση και μελέτη.

Ωστόσο, αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι τουλάχιστον στην Αττική υπάρχει ένα τμήμα της λεκάνης του Κηφισού ποταμού το οποίο επλήγη από την πυρκαγιά της Βαρυμπόμπης και στο οποίο θα έχουμε υγρόγεωμορφολογικά φαινόμενα τα οποία εντείνονται μετά από μία πυρκαγιά για μία περίοδο χρόνου και θα χρειαστεί να κάνουμε κάποια έργα όσο το δυνατόν πιο άμεσα. Το άλλο κομμάτι που έχει πληγεί πάλι στην Αττική είναι μία λεκάνη απορροής, ένα ποτάμι το οποίο ρέει προς τη λίμνη του Μαραθώνα, που και εκεί θα πρέπει να ληφθεί περιβαλλοντική μέριμνα, κυρίως σε ότι αφορά τις κατολισθήσεις, για να περιοριστούν όσο είναι δυνατόν οι αυξανόμενοι κίνδυνοι.

Από την άλλη πλευρά, στην Εύβοια το ζήτημα περιπλέκεται γιατί είναι πολλές οι καμένες εκτάσεις και πολλές οι λεκάνες απορροής. Σίγουρα ξέρουμε ότι υπάρχουν μεγάλες επικινδυνότητες στα Βασιλικά όπου τη δεκαετία του ’90 σημειώθηκε μία πλημμύρα με οκτώ νεκρούς, στην Αγία Άννα, στην Ιστιαία και ίσως και σε κάποια κομμάτια από τη Δυτική πλευρά της Εύβοιας τα οποία χρήζουν αντιπλημμυρικής μέριμνας» υπογράμμισε.

Όπως εξηγεί ο ίδιος, το αν τελικά θα συμβούν ή όχι οι πλημμύρες που συζητούνται δεν αποτελεί μια πιθανότητα αλλά μια βέβαιη κατάσταση που θα συμβεί σε άγνωστο μέχρι στιγμής χρόνο.

«Είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει κάποια χρονιά μπορεί να μην είναι φέτος, μπορεί να είναι του χρόνου, μπορεί να είναι σε δύο χρόνια. Πάντως, θα υπάρξει μία χρονιά η οποία θα έχει μίας μεγάλης έντασης βροχόπτωση ή μία μεγάλη καταιγίδα κατά την οποία θα προκύψουν πλημμυρικά φαινόμενα και κατολισθήσεις. Από τη στιγμή που η φύση έχει χάσει αυτό το κομμάτι της που λέγεται «δάσος» με ότι κι αν μπορεί αυτό να σημαίνει, οι εργασίες επηρεάζονται ανάλογα και όταν προκύψει η πρώτη έντονη βροχή τότε θα έχουμε σίγουρα  πλημμύρες.

Εξαιτίας του γεγονότος αυτού θα δημιουργηθούν περαιτέρω προβλήματα. Το πρώτο είναι ότι θα έρθουν πολλά φερτά υλικά προς τα κάτω, προς τη θάλασσα. Κάποια θα φτάσουν στη θάλασσα, κάποια άλλα θα φτάσουν μέχρι ένα σημείο μέχρι μία πεδιάδα, μπορεί να καλύψουν ένα χωράφι, μπορεί να δημιουργήσουν μία κατολίσθηση σε μία πλαγιά…είναι πολλά τα ενδεχόμενα και δεν μπορούμε να τα κατηγοριοποιήσουμε ακόμα γιατί είναι πολύ νωρίς. Ωστόσο, επειδή έσβησε η φωτιά δεν σημαίνει ότι σταμάτησαν τα προβλήματα».

Ο κύριος Διακάκης αναφέρθηκε επίσης και στο ποια είναι η πρώτη μακροπρόθεσμη προτεραιότητα που πρέπει να θέσουμε τόσο ως πολίτες όσο και ως πολιτεία, προκειμένου να βοηθήσουμε το δάσος να ανακάμψει.

«Ένα μεγάλο τμήμα των οικοσυστημάτων θα αναγεννηθεί από μόνο του. Τα μεσογειακά δάση έχουν μέσα στη φύση τους τη φωτιά, ειδικά τα πευκοδάση και υπάρχει μια φυσική διαδικασία που ονομάζεται φυσική αναγέννηση η οποία σε βάθος χρόνου θα επιταχύνει την επανάκαμψη του οικοσυστήματος.

Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και σε ότι αφορά τις αναδασώσεις. Οι αναδασώσεις θα πρέπει να γίνουν μόνο εκεί όπου χρειάζεται, όχι παντού, γιατί τότε θα κάνουμε μεγαλύτερη ζημιά από ό,τι αυτή που προσπαθούμε να επιδιορθώσουμε. Θα πρέπει να έχουμε υπομονή.

Πρέπει να ειπωθεί ότι δεν μπορούμε να κάνουμε αντικατασταστάσεις σε αυτό που υπάρχει στη φύση. Δεν είναι θέμα προτίμησης τι θα κάνουμε, αν θα κάνουμε φυσική αναγέννηση η αναδάσωση. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να ακούσουμε αναλυτικά και με πολλή ψυχραιμία τους ειδικούς στο πεδίο αυτό.

Αυτό προϋποθέτει όμως ότι θα κάνουμε κάποια έργα για να γλιτώσουμε την απώλεια, τη διάβρωση του εδάφους και όσο μπορούμε να συγκρατήσουμε το έδαφος στη θέση του γιατί αυτό είναι ζωτικό για τα δέντρα. Δευτερευόντως, θα πρέπει να προσέξουμε να μην ξαναμπεί και άλλη φωτιά όταν φυτρώσουν τα πρώτα μικρά δέντρα και τρίτον θα πρέπει να έχουμε μία πολιτική για όλες τις δραστηριότητες που μπορεί να γίνουν μέσα σε ένα δάσος ή σ’ ένα νέο δάσος όπως είναι το να κυκλοφορούν κοπάδια με ζώα. Αυτά θα πρέπει να τα προσέξουμε για να αφήσουμε τη φύση να αναγεννηθεί όπως πρέπει και στοχευμένα να γίνουν και οι αναδασώσεις αν πρέπει και όπου πρέπει».

Εφόσον, λοιπόν, ο κίνδυνος πλημμυρών καθίσταται βέβαιος έπειτα από τις καταστροφικές πυρκαγιές, εύλογα αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει κάτι που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος για να προλάβει παρόμοια γεγονότα στο μέλλον. «Οι πυρκαγιές, οι πλημμύρες, οι κατολισθήσεις είναι φαινόμενα τα οποία αλληλοσυνδέονται και είναι στο πλαίσιο ενός κύκλου της φύσης όπου εμπλέκεται και ο ανθρώπους. Σε όλα τα στάδια του κύκλου μπορούμε να κάνουμε παρεμβάσεις οι οποίες έχουν θετικό αντίκτυπο.

Για παράδειγμα, το δάσος θέλει μία διαχείριση, θέλει απομάκρυνση της καύσιμης ύλης, θέλει παρουσία ανθρώπων οι οποίοι να μπορούν να κάνουν διαχείριση της καύσιμης ύλης και του δάσους του ίδιου, θέλει παρουσία ανθρώπων που δουλεύουν μες στο δάσος. Αυτά μπορεί να γίνουν πριν από μία πυρκαγιά μαζί με διάφορες άλλες δράσεις πρόληψης που τις ξέρουμε πάρα πολύ καλά» απαντά ο κύριος Διακάκης.

Τέλος, ερωτηθείς στο αν αντιμετωπίζουμε πλέον τη κλιματική κρίση καθώς αντίστοιχα φαινόμενα καταγράφονται σ΄ολόκληρο τον κόσμο υποστηρίζει πως «η επιστημονική κοινότητα ανησυχεί ότι τέτοια φαινόμενα θα παρατηρούνται όλο και πιο συχνά και με μεγαλύτερη ένταση. Όπως δείχνουν  τα διεθνή ευρήματα της διεθνούς βιβλιογραφίας είμαστε σε έναν τροφοδοτούμενο κύκλο συνεχώς πιο έντονης και πιο συχνής παρουσίασης φυσικών καταστροφών.

Γι΄αυτό από τη πλευρά μας πρέπει να εκπαιδευτούμε σωστά και να μάθουμε να ζούμε μ΄αυτές τις φυσικές καταστροφές. «Το μαθαίνω να ζω με τις φυσικές καταστροφές» δεν σημαίνει ότι απλώς συνηθίζω και δε στεναχωριέμαι, σημαίνει κάνω δράσεις και προσαρμόζομαι, προσαρμόζω το σπίτι μου, τη περιουσία μου,την οικογένειά μου, το παιδί μου».

Άραγε πως θα ήταν σωστότερα να θέσουμε το πρόβλημα; Μετά από μια φυσική καταστροφή ποια άλλη θα πρέπει να περιμένουμε και ποια είναι τελικά η επόμενη μέρα που αναμένουμε; Τα ερωτήματα πολλά και χρόνος λίγος.

Δείτε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα