Μελισσοκομία και πανδημία: Προβλήματα, προκλήσεις και το success story μίας συριανής εταιρείας

Οι δυσκολίες για τους παραγωγούς, οι προκλήσεις και η «στροφή» των καταναλωτών στο μέλι, τη γύρη και άλλα παρόμοια προϊόντα

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
μελισσοκομία-και-πανδημία-προβλήματ-637592
Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Εικόνα-στιγμιότυπο Youtube

Ως μία από τις δυσκολότερες χρονιές της τελευταίας εικοσαετίας στη μελισσοκομία χαρακτηρίζεται το 2020 από ανθρώπους του κλάδου με την εκτίμηση για τη μείωση της παραγωγής να αγγίζει το 50%.

Ένα μεγάλο ποσοστό του ελληνικού μελιού πουλιέται χέρι με χέρι, κάτι που φυσικά είναι αδύνατο να γίνει με τα περιοριστικά μέτρα του lockdown.

Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε το γεγονός και της μειωμένης προσέλευσης ξένων τουριστών στα ελληνικά νησιά το καλοκαίρι που μας πέρασε και οι οποίοι παραδοσιακά επιστρέφουν έχοντας στις αποσκευές τους συσκευασίες μελιού από τα μέρη που επισκέπτονται.

Με την στήριξη από πλευράς Πολιτείας να είναι ανύπαρκτη, οι παραγωγοί στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στις δικές τους ενέργειες προβολής και προώθησης των προϊόντων τους, τα οποία εν μέσω πανδημίας κατάφεραν να προσελκύσουν νέων καταναλωτών από την εγχώρια αγορά.

Η Parallaxi συνομίλησε με τον Γεράσιμο Σκορδίλη, μελισσοκόμο και παραγωγό από τη Σύρο, ο οποίος αναφέρθηκε στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος στην καθημερινότητα του, αλλά και τις προκλήσεις που υπάρχουν σε ένα αβέβαιο, για τους περισσότερους, σκηνικό που έχει διαμορφωθεί τους τελευταίους μήνες.

«Τα περισσότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην καθημερινότητα μας, έχουν να κάνουν με τις μετακινήσεις μας. Τα μελίσσια μπορεί να πεινάσουν, να λιμοκτονήσουν, εάν τα έχεις σε κάποιο άλλο νομό ή νησί και δεν μπορείς να τα επισκεφτείς. Εμένα η βάση μου είναι στη Σύρο και έχω μελίσσια και στην Τήνο. Αγχωθήκαμε για το αν θα μπορούμε να μετακινούμαστε.

Αυτό μπορεί να προκαλέσει μεγάλη ζημιά. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα να χαθεί όλη η σοδειά. Εάν για παράδειγμα την έχουν βάλει στα πεύκα, αν και εγώ δεν είμαι αρμόδιος για να το πω αυτό αλλά είναι αυτό που γενικότερα ισχύει, δεν μπορούν να επιστρέψουν τα μελίσσια».

Οι Έλληνες καταναλωτές πάντως επέλεξαν εν μέσω πανδημίας να βάλουν το μέλι και άλλα συναφή προϊόντα στην καθημερινή τους διατροφή, ώστε να ενισχύσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα:

«Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέσα στις όλες δυσκολίες που έχουν παρουσιαστεί υπάρχουν και κάποια θετικά. Όπως για παράδειγμα το γεγονός ότι υπήρχε στροφή των καταναλωτών προς τα τοπικά προϊόντα. Αρκετοί ήταν εκείνοι που επέλεξαν να εφοδιαστούν με προϊόντα όπως το μέλι, η γύρη, η πρόπολη. Έρευνες, όπως του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, έχουν συγκρίνει τις ιδιότητες του μελιού με τα αντιβιοτικά φάρμακα και βρέθηκαν πολύ ανώτερες. Κάτι που ισχύει από την αρχαιότητα ακόμη. Έτσι, ο κόσμος επιλέγει να αγοράσει αυτά τα προϊόντα για να ενισχύσει το ανοσοποιητικό του σύστημα. Βέβαια, χρειάζεται και η απαραίτητη διαφήμιση και προβολή».

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από @melisyros

Σχετικά με το αν υπάρχει κρατική βοήθεια εν μέσω πανδημίας:

«Δεν έχουμε καμία βοήθεια. Εμφανιζόμαστε σαν ελεύθεροι επαγγελματίες γι’ αυτό το λόγο δεν υπάρχει κάποια στήριξη».

Ο κ. Σκορδίλης αναλύει την κατάσταση που επικρατεί τα τελευταία χρόνια στο χώρο της μελισσοκομίας στην Ελλάδα:

«Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι νέοι αποφασίζουν να ασχοληθούν με την μελισσοκομία. Έχουν αποφασίσει να επιστρέψουν πίσω στα χωριά τους, στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, στη φύση. Μετά την κρίση μπήκαν αρκετοί στο συγκεκριμένο κλάδο. Τώρα είναι στο στάδιο βέβαια που αρκετοί μελισσοκόμοι αφήνουν το χώρο. Όσοι δεν είχαν ιδιαίτερη εμπειρία μπορεί να αντιμετώπισαν δυσκολίες που τους ανάγκασαν να το αφήσουν στην άκρη. Αυτοί που είχαν την τεχνογνωσία και το μεράκι για να συνεχίσουν να ασχολούνται, παραμένουν μέχρι και σήμερα στον κλάδο. Άλλωστε, δεν δίνονται και επιδοτήσεις για νέους αγρότες τον τελευταίο χρόνο και αυτό διαδραματίζει τον ρόλο του».

Τα προϊόντα του κ. Σκορδίλη με την ποιότητα τους κατάφεραν να ξεχωρίσουν εντός και εκτός συνόρων.

Στο 11ο Φεστιβάλ Ελληνικού Μελιού και Προϊόντων Μέλισσας που φιλοξενήθηκε στο ΣΕΦ το 2019, το θυμαρίσιο μέλι του συριανού παραγωγού Γεράσιμου Σκορδίλη με την επωνυμία «Μελίσυρος» κέρδισε το πλατινένιο βραβείο γεύσης ανάμεσα σε περισσότερους από 400 εκθέτες.

Μία ακόμη τεράστια αναγνώριση ήρθε λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 2020, όταν το θυμαρίσιο μέλι του κ. Σκορδίλη απέσπασε το πλατινένιο βραβείο, ενώ το φασκόμελο με την ίδια επωνυμία έλαβε χρυσό βραβείο, στα London International Taste Awards, μία διοργάνωση στην οποία πήραν μέρος μέλια από όλο τον κόσμο όπως: Αμερική – Νότιο Κορέα – Νέα Ζηλανδία – Σαουδική Αραβία – Καναδά – Γερμανία – Ιταλία – Ισπανία κ.α.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από @melisyros

«Βρισκόμαστε στη Σύρο που έχει ξηροθερμικό κλίμα. Μπορεί να είναι και η πιο δύσκολη μελισσοκομία σε όλη την Ελλάδα. Έχουμε μία ανθοφορία που είναι το θυμάρι με τη σοδειά του να είναι μεταξύ Ιουνίου – Ιουλίου. Επειδή εκείνη την περίοδο το κλίμα είναι ξηροθερμικό και δεν έχει άλλη άνθηση, άλλα φυτά, αυτό κάνει πολύ δυνατό το θυμάρι, με υψηλούς γυρεόκοκκους που φτάνουν στο 90%. Έτσι, δημιουργείται ένα μέλι με ξεχωριστή ποιότητα, δυσεύρετο θα μπορούσαμε να πούμε, που λίγα νησιά μπορούν να το έχουν.

Εμείς στο Φεστιβάλ Μελιού το 2019, φέτος δεν διεξήχθη, πήραμε το πλατινένιο βραβείο, την πρώτη θέση στο διαγωνισμό από 400 εκθέτες – μελισσοκόμους. Μετά από λίγους μήνες στο London Taste Awards σε νέο διεθνή διαγωνισμό πήραμε ξανά την πρώτη θέση με το θυμαρίσιο μέλι.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από @melisyros

Επίσης, εκτός από το θυμαρίσιο βγάζουμε στην παραγωγή μας και λίγο φασκόμηλο την άνοιξη και σε αυτή την κατηγορία πήραμε χρυσό βραβείο.

Επειδή το κλίμα μας είναι τέτοιο δεν έχουμε φθινοπωρινή ανθοφορία, τα έχουμε μεταφέρει στην Τήνο που έχει ερείκη, η οποία δυναμώνει τα μελίσσια. Καλώς εχόντων των πραγμάτων, ίσως καταφέρουμε να πάρουμε και λίγο μέλι από εκεί.

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από @melisyros

Σαν εταιρεία προσπαθούμε να προωθήσουμε το προϊόν μας και με εξαγωγές, αλλά επειδή είναι περιορισμένη η παραγωγή υπάρχει δυσκολία.

Χρησιμοποιούμε σαν «όπλο» μας τα social media, που σχεδόν χωρίς κόστος είναι ένα δυνατό μέσο προβολής. Πρέπει να προωθήσουμε τα ντόπια προϊόντα, να στηρίξουμε τους παραγωγούς. Να βρούμε αυτούς που μπορούμε να εμπιστευτούμε και να αγοράσουμε από αυτούς, αφού μπορεί στην αγορά να κυκλοφορούν πολλά προϊόντα, όμως τις περισσότερες φορές είναι χαμηλότερης ποιότητας».

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα