Μία αλλιώτικη βόλτα στα σοκάκια της Άνω Πόλης

Μία μαγική περιήγηση στην αρχιτεκτονική και την ιστορία της περιοχής.

Νίκος Γκάγιας
μία-αλλιώτικη-βόλτα-στα-σοκάκια-της-άν-835400
Νίκος Γκάγιας

Σάββατο 23 Οκτωβρίου. Το ξυπνητήρι χτυπά στις 10:00 και εγώ ετοιμάζομαι για να ξεκινήσω για την Άνω Πόλη. Φοράω σίγουρα αθλητικά γιατί γνωρίζω πως η περιοχή έχει απότομες ανηφόρες, οπότε πρέπει να είμαι προετοιμασμένος. Φτάνω έξω από την Μονή Βλατάδων, δίνω τα στοιχεία μου και περιμένω υπομονετικά να ξεκινήσει η ξενάγηση, στο πλαίσιο του Open House Thessaloniki 2021. 

Από τα πρώτα κιόλας λεπτά σκέφτομαι πως υπάρχουν δεκάδες κτίρια που προσπερνάμε και δεν ξέρουμε απολύτως τίποτα γι’ αυτά. Ποτέ κανείς δεν μας είπε δύο βασικά πράγματα για να μας δώσει το ερέθισμα, έτσι ώστε να αναζητήσουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το μέρος που μεγαλώνουμε και ζούμε. Όμως, ας το αφήσουμε αυτό και ας μιλήσουμε για την βόλτα-ξενάγηση.

Η ώρα δείχνει 12:00 και οι 3 εθελοντές ξεναγοί μας μιλούν γενικά για την Άνω Πόλη – το παλαιότερο σωζόμενο οικιστικό σύνολο της Θεσσαλονίκης. Μία συνοικία συνυφασμένη με τη μουσουλμανική κοινότητα της πόλης, που εγκαταστάθηκε εκεί κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, διατηρεί μέχρι σήμερα τον μεσαιωνικής μορφολογίας αστικό ιστός της. Χαρακτηρίζεται από έναν μοναδικό συνδυασμό λαϊκής μακεδονικής και μικρασιατικής αρχιτεκτονικής, εμπλουτισμένης με νεοκλασικά στοιχεία, στον οποίο προστέθηκαν σύγχρονα παραδείγματα στα πρότυπα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.

Αυτά θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι κάποια από τα βασικά στοιχεία που μας επισήμαναν τα παιδιά στην αρχή της βόλτας και τα οποία εντοπίσαμε στη συνέχεια. Η περιήγηση ξεκινάει από τη Μονή Βλατάδων. Τρία πράγματα που ενδεχομένως να μην γνωρίζεις είναι ότι:

  • Ο ναός ήταν αρχικά αφιερωμένος στο Χριστό Παντοκράτορα ενώ σήμερα τιμάται στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος.
  • Είναι το μοναδικό μοναστήρι της βυζαντινής περιόδου της πόλης που εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι σήμερα στη Θεσσαλονίκη.
  • 1 από τα 15 Μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO στην Ελλάδα.

Η βόλτα συνεχίζεται σε διάφορα σοκάκια της Άνω Πόλης και μεταφερόμαστε σε μία άλλη εποχή. Παρατηρούμε και γνωρίζουμε κτίρια μιας αρχιτεκτονικής πολύ διαφορετικής από αυτή που έχουμε συνηθίσει να αντικρίζουμε στους πολύβουους δρόμους της πόλης.

Μετά από αρκετό δρόμο και αφού περνάμε έξω από το τζαμί του Μουσταφά Ζιχνί Πασά φτάνουμε στην Πλατεία Βασίλη Τσιτσάνη. Βρίσκεται στο τέρμα της οδού Δημ. Πολιορκητού, είναι πλακόστρωτη και κοσμείται με την προτομή του μεγάλου Έλληνα συνθέτη και στιχουργού του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού Βασίλη Τσιτσάνη.

Μάλιστα, κάθε Σεπτέμβριο, η Γ΄ Δημοτική Κοινότητα διοργάνωνε εκδήλωση-αφιέρωμα με τίτλο «Βραδιά Τσιτσάνη» όπου συμμετείχαν πολλά μουσικά σχήματα που παρουσίαζαν τραγούδια του μεγάλου λαϊκού συνθέτη.

Η διαδρομή συνεχίζει και όλο το γκρουπ έχει εντυπωσιαστεί από τις χρήσιμες πληροφορίες και από το γεγονός πως υπάρχουν τόσα κτίρια με τέτοια ιστορία που δεν γνωρίζουμε.

Περπατώντας λίγα μέτρα φτάνουμε έξω από το “Αρχείο Χαρτογραφικής Κληρονομιάς”, γνωστό και ως Εθνική Χαρτοθήκη, το οποίο αποτελεί τον εθνικό οργανισμό της Ελλάδας για την διατήρηση, αρχειοθέτηση, και επιστημονική μελέτη των χαρτών και της χαρτογραφίας.

Λίγα πιο πέρα βρίσκεται η περιοχή Τσινάρι, γνωστή και από το ομώνυμο καφέ-ουζερί, του οποίου η ιστορία είναι εντυπωσιακή και όπως φαντάζομαι άγνωστη για αρκετούς στην ηλικία μου.

Η περιοχή ονομάστηκε έτσι από τα τουρκικά, που “τσινάρι” σημαίνει πλάτανος και υπήρχε στην κεντρική πλατεία. Υπήρξε μία περιοχή, όπου πέρασαν αρκετοί καλλιτέχνες. Το καφενείο έγινε το 1885 και εκεί έκαναν τις συνελεύσεις. Ήταν το σημείο συνάντησης των Τούρκων της εποχής. Αργότερα δόθηκε σε χέρια Ελλήνων που το μετέτρεψαν σε ένα από τα ιστορικότερα ουζερί της πόλης.

Η βόλτα συνεχίζει με την Πλ. Τερψιθέας, όπου βρίσκεται και ο Τουρμπές Μουσά Μπαμπά. Φυσικά η άνοδος μέχρι εκεί δεν γίνεται με μία ανάσα – θέλει αντοχή (κάτι το οποίο χρειάστηκε καθ’ όλη την διάρκεια)

Ο Τουρμπές Μουσά Μπαμπά είναι ένα οθωμανικό ταφικό μνημείο δηλαδή μαυσωλείο, εις την τουρκικήν τουρμπές. Χρονολογείται από το 16ο αιώνα έχει οκταγωνική δομή και εκεί βρίσκεται θαμμένος ο Μουσά Μπαμπά, ένας άγιος μουσουλμάνος του τάγματος των Μπεκτασήδων δερβίσηδων. Η σημερινή Πλατεία Τερψιθέας στο παρελθόν αποτελούσε την αυλή ενός τεκέ (μοναστηριού Μπεκτασήδων) που πιθανόν να ιδρύθηκε το 1527 επί εποχής του Σουλτάνου Βαγιαζήτ Β’. Ο τεκές παρήκμασε όταν οι δερβίσηδες έπεσαν σε δυσμένεια επί Σουλτάνου Μαχμούτ Β’ (1808-1839). Στο κέντρο του τεκέ κτίστηκε το μαυσωλείο όπου θάφτηκε ο άγιος Μουσά Μπαμπά.

Η ανηφόρα δεν σταματάει ποτέ σ’ αυτή την βόλτα, όμως ο προορισμός, ο Ναός του Οσίου Δαυίδ μας αποζημίωσε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. 

Πέρα από την εκπληκτική θέα είχαμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε και τον ναό, δυστυχώς μόνο εξωτερικά καθώς λόγω κορονοϊού δεν είχαμε τη δυνατότητα να μπούμε σε κανένα κτίριο. Το παλαιό καθολικό της Μονής Λατόμου, γνωστό σήμερα ως Ναός του Οσίου Δαυίδ, είναι παλαιοχριστιανικό μνημείο της πόλης. Ο ναός ήταν αρχικά αφιερωμένος στο Χριστό Σωτήρα ή κατ’ άλλους στον Προφήτη Ζαχαρία, ενώ το όνομα Όσιος Δαυίδ του αποδόθηκε λανθασμένα στην αρχή του περασμένου αιώνα και επικράτησε από τότε. Μάλιστα, ένας κύριος από το group μας ενημέρωσε ότι εντός του ναού υπάρχει μία αγιογραφία, στην οποία απεικονίζεται ο Χριστός σε μεγάλη ηλικία χωρίς γένια.

Στην αρχική του μορφή ο ναός αποτελούσε ένα τετράγωνο κτίριο με κόγχη στα ανατολικά και μέσα στο τετράγωνο σχηματιζόταν ισοσκελής σταυρός από τέσσερα μικρά διαμερίσματα στις γωνίες. Το κτίριο διέθετε επίσης τρούλο, ο οποίος μετέπειτα αντικαταστάθηκε από κεραμωτή στέγη. Η δυτική πλευρά του κτηρίου απ’ όπου γινόταν η είσοδος έχει καταστραφεί και έτσι η σημερινή είσοδος βρίσκεται στη νότια πλευρά.

Ο ναός κτίστηκε πάνω στη θέση ενός ρωμαϊκού κτηρίου στα τέλη του 5ου με αρχές του 6ου αιώνα. Την ίδια περίοδο φιλοτεχνήθηκε στην αψίδα ψηφιδωτό με χορηγία μιας ανώνυμης γυναίκας που σύμφωνα με την παράδοση ήταν η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, η οποία είχε ασπασθεί το χριστιανισμό. Το 1430, με την κατάληψη της πόλης από τους Οθωμανούς, ο ναός μεταβλήθηκε σε τζαμί με το όνομα Σουλιτζέ ή Κεραμεντίν τζαμί, ενώ άλλη άποψη θέλει τη μεταβολή αυτή να συνέβη στα πλαίσια του 16ου αιώνα[2]. Το 1921 ο ναός επέστρεψε στη χριστιανική λατρεία.

Ακολουθεί κατηφόρα και τα πράγματα γίνονται λίγο πιο εύκολα. Αρκετά είναι τα κτίρια τα οποία κατοικούνταν από πρόσφυγες και σήμερα αποτελούν διατηρητέα κτίρια. Ένα από αυτά είναι αυτό του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Θεσσαλονίκης (ΣΑΘ) στην οδό Επιμενίδου 19. Την τωρινή περίοδο συστεγάζει αρχιτεκτονικούς, πολιτιστικούς και επιστημονικούς συλλόγους.

Είναι επηρεασμένο από την μακεδονίτικη αρχιτεκτονική και αποτελείται από πετρώματα για να προστατεύεται από σεισμούς. Υπάρχει το χαγιάτι, όπου είναι ένας ημιυπαίθριος και μεταβατικός χώρος για το εσωτερικό των δωματίων.

Επόμενη στάση η Βιβλιοθήκη Άνω Πόλης. Το κτίριο της Βιβλιοθήκης, που η ανέγερσή του τοποθετείται χρονικά την περίοδο μεταξύ 1897-1905, έχει τη δική του μοναδική ιστορία. Κατασκευάστηκε με στόχο να αποτελέσει την κατοικία του στρατιωτικού διοικητή Θεσσαλονίκης Χατζή Μπέη Καϊμακάμη, ο οποίος το εγκατέλειψε το 1906.

Από τότε πέρασε στην κατοχή της μουφτείας, φιλοξένησε Αμωνίτες στρατιώτες και πρόσφυγες από τη Θράκη και μετά την πυρκαγιά του 1917 που κατέστρεψε μεγάλο μέρος της πόλης στέγασε πυροπαθείς.

Το 1925, το κτίσμα περνά στην ιδιοκτησία της Εθνικής Τράπεζας και στη συνέχεια, το 1928, στο Δαμιανό και Κοσμά Λαμπίδη που το χρησιμοποιούν ως δύο ξεχωριστές κατοικίες. Υπενοικιάζεται από το Υπουργείο Παιδείας και λειτουργεί ως δημοτικό σχολείο μέχρι το 1959, ενώ την περίοδο 1959-1978 λειτουργεί ως Λύκειο Αρρένων. Το 1977 χαρακτηρίζεται έργο τέχνης και αγοράζεται από το Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου το ανακηρύσσει διατηρητέο. Την περίοδο 1986-1992 εκπονούνται από το Υπουργείο Πολιτισμού μελέτες για την αποκατάσταση του και έπειτα από την ολοκλήρωση των σχετικών κατασκευαστικών εργασιών στεγάζεται σε αυτό η Δημοτική Βιβλιοθήκη της Άνω Πόλης.

Στον πρώτο όροφο λειτουργεί από το 2000 το παράρτημα της Βιβλιοθήκης Ενηλίκων της Άνω Πόλης, ενώ ανεβαίνοντας στο δεύτερο όροφο, ο επισκέπτης συναντά το παράρτημα της Παιδικής Βιβλιοθήκης το οποίο μεταφέρθηκε στο κτίριο το 2011 και ανακαινίστηκε το 2012 από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος στο πλαίσιο του προγράμματος Future Library.

Λίγο πριν το τέλος στο δρόμο μας συναντήσαμε μια Παραδοσιακή Κατοικία του 19ου αιώνα – ένα εντυπωσιακό κτίριο χτισμένο με την παραδοσιακή μακεδονίτικη αρχιτεκτονική. Ενώ ένα λεπτό πιο δίπλα βρίσκεται το Μέλαθρον Μπίλλη, το οποίο σήμερα στεγάζει το Ίδρυμα Εθνικού & Θρησκευτικού Προβληματισμού.

Παραδοσιακή κατοικία
Μέλαθρον Μπίλλη

Η απίστευτη αυτή βόλτα στην αρχιτεκτονική και στην ιστορία της Άνω Πόλης καταλήγει στο Ναό του Αγ. Νικολάου Ορφανού. Ένα κτίριο που επίσης ανήκει στα Μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO στην Ελλάδα. Βρίσκεται μεταξύ των οδών Ηροδότου και Αποστόλου Παύλου και πολύ κοντά στα ανατολικά τείχη εντός περίκλειστης αυλής βρίσκεται ο ναός του Αγίου Νικολάου του Ορφανού ή των Ορφανών, καθολικό και αυτός βυζαντινής μονής. Ανήκει στον τύπο του μονόχωρου ναού με περίστωο που απολήγει στα ανατολικά σε δύο παρεκκλήσια. Ο αριστουργηματικός τοιχογραφικός του διάκοσμος είναι ένα από τα πληρέστερα διατηρούμενα ζωγραφικά σύνολα στη Θεσσαλονίκη και αντιπροσωπευτικό δείγμα της παλαιολόγειας τέχνης. Από το μοναστηριακό συγκρότημα πλην του καθολικού σώζονται ερείπια του πυλώνα της μονής επί της οδού Ηροδότου.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα