Μια ιστορική ευκαιρία για την πόλη που δεν πρέπει να χαθεί
Σ’ αυτή τη μεταβατική περίοδο που ακολούθησε την πρώτη φάση της πανδημίας, το νομοθετικό πλαίσιο δίνει την δυνατότητα στους Δήμους όλης της χώρας να ανασχεδιάσουν πιλοτικά τον ελεύθερο δημόσιο χώρο.
Λέξεις: Σπύρος Βούγιας
Σ’ αυτή τη μεταβατική περίοδο που ακολούθησε την πρώτη φάση της πανδημίας, το νομοθετικό πλαίσιο δίνει την δυνατότητα στους Δήμους όλης της χώρας να ανασχεδιάσουν πιλοτικά τον ελεύθερο δημόσιο χώρο, με έμφαση στην πριμοδότηση της κίνησης των πεζών, των ποδηλάτων και των μέσων μαζικής μεταφοράς. Ο επανασχεδιασμός αυτός μπορεί να γίνει με απλές, φθηνές και ευέλικτες κατασκευές «εργοταξιακού» χαρακτήρα, ώστε τα μέτρα να δοκιμαστούν στην πράξη και να προσαρμοστούν, όπου χρειάζεται, με διορθωτικές κινήσεις. Θεωρείται δε βέβαιο, ότι οι καλές πρακτικές που θα αποδειχθούν επιτυχημένες, θα μπορέσουν να διατηρηθούν σε μόνιμη βάση και μετά το τέλος της μεταβατικής περιόδου που λήγει στις 30 Νοεμβρίου του 2020.
Είναι προφανές ότι, κάτω από αυτές τις ειδικές συνθήκες, δίνεται η ευκαιρία και στη διοίκηση του Δήμου Θεσσαλονίκης, εφ’ όσον βέβαια το επιθυμεί και το πιστεύει, να υλοποιήσει άμεσα μέτρα και ρυθμίσεις βιώσιμης κινητικότητας, που θα χρειαζόντουσαν πολύ περισσότερο χρόνο και μεγάλο πολιτικό και οικονομικό κόστος για να εφαρμοστούν.
Χρειάζεται, όμως, μεγάλη προσοχή γιατί, μια αποσπασματική και πρόχειρη, επικοινωνιακού χαρακτήρα παρέμβαση, μπορεί να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα, δυσφημίζοντας και απαξιώνοντας τη σημασία και την έννοια της βιώσιμης κινητικότητας. Ως παράδειγμα, μπορούν να αναφερθούν οι πρώτες αρνητικές αντιδράσεις από την βιαστική εφαρμογή του «Μεγάλου περιπάτου» στο κέντρο της Αθήνας αλλά και η εύλογη «ανησυχία» και σύγχυση που προκλήθηκε στη Θεσσαλονίκη, από τις αυθαίρετες και άτυπες εξαγγελίες της διοίκησης του Δήμου για δεκάδες νέους πεζόδρομους και ποδηλατοδρόμους.
Αξίζει, επομένως, να υπενθυμίσουμε, ορισμένους βασικούς κανόνες πολεοδομικού και συγκοινωνιακού σχεδιασμού, που πρέπει πάντα να τηρούνται για να διασφαλιστεί η ποιότητα, η χρησιμότητα και η κοινωνική αποδοχή κάθε μέτρου που εφαρμόζεται.
- Οποιαδήποτε σοβαρή και ορθολογική παρέμβαση στην πόλη, προϋποθέτει, κατ’ αρχήν, τη στοιχειώδη ένταξή της σε ένα ΕΥΡΥΤΕΡΟ ΣΧΕΔΙΟ πολεοδομικής ή κυκλοφοριακής ανάπλασης κάθε περιοχής.
- Το σχέδιο αυτό μπορεί να προϋπάρχει (όπως π.χ. το Rethink Athens και το ημιτελές ΣΒΑΚ Θεσσαλονίκης) ή να προκύψει από την αρχή μέσω ενός γρήγορου διαγωνισμού ιδεών ή την συγκρότηση μιας ομάδας εργασίας από ειδικούς, που θα καταθέσουν τη ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ τους στο δημοτικό συμβούλιο.
- Μέσα στο πλαίσιο του γενικότερου αυτού σχεδίου, γίνεται στη συνέχεια από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου (τη Διεύθυνση Βιώσιμης Κινητικότητας), η ΙΕΡΑΡΧΗΣΗ των προτάσεων, ανάλογα με τη σημασία, τις προτεραιότητες και την ωριμότητά τους.
- Για κάθε μια παρέμβαση χωριστά, πρέπει να γίνει οπωσδήποτε ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ της στις χρήσεις γής της περιοχής, στη στάθμευση και στην επιβάρυνση του υπόλοιπου οδικού δικτύου από την εκτρεπόμενη κυκλοφορία.
- Κάθε απόφαση για νέα πεζοδρόμηση πρέπει να συνοδεύεται από έναν ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ για τον επιτρεπόμενο αριθμό των καταστημάτων εστίασης, τον περιορισμό της υπερβολικής ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων, την τροφοδοσία, τη μέριμνα για διέλευση οχημάτων έκτακτης ανάγκης, την έκδοση ειδικών αδειών για τους κατοίκους της περιοχής κ.λ.π.
- Τέλος, λόγω του έκτακτου χαρακτήρα των παρεμβάσεων, πρέπει να διασφαλίζεται η καλύτερη δυνατή πληροφόρηση των πολιτών και η μέγιστη δυνατή ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ, με απόλυτη διαφάνεια και σεβασμό στις θεσμικές διαδικασίες.
Οφείλουμε όλοι, πρωτίστως η διοίκηση (που πρέπει να αποφύγει την προχειρότητα και την επικοινωνιακή αντίληψη που συνήθως την χαρακτηρίζει) αλλά και η αντιπολίτευση (που πρέπει να συμβάλει θετικά σε έναν δημιουργικό διάλογο), να μη χάσουμε αυτή την ιστορική ευκαιρία που έχει η πόλη να επανακτήσει ένα τμήμα του δημόσιου χώρου της, που χάθηκε αρχικά από την αντιπαροχή και στη συνέχεια από την κυριαρχία του Ι.Χ. Το χρωστάμε στους εαυτούς μας και, κυρίως, στα παιδιά (και στα εγγόνια) μας.