Featured

Μία Θεσσαλονικιά, τουρίστρια στην Αθήνα μετά από 13 χρόνια

Ναι, μοιάζει ιδανικό ένα Σαββατοκύριακο εκεί!

Μυρτώ Τούλα
μία-θεσσαλονικιά-τουρίστρια-στην-αθή-819526
Μυρτώ Τούλα

Όλα ήταν απλά, ψάχναμε με την κολλητή μου να κάνουμε ένα σύντομο ταξίδι διότι 2 χρόνια τώρα απέχουμε πεισματικά. Κλείσαμε εισιτήρια μέσα σε ένα βράδυ και μετά από πόσο καιρό πήραμε αεροπλάνο. Ομολογουμένως, ο προορισμός δεν με ενδιέφερε τόσο πολύ αρκεί που θα ζούσα το αίσθημα της απόδρασης Θεσσαλονίκης. Ο προορισμός ερχόταν δεύτερος, είμαι άνθρωπος που ταξιδεύω πιο πολύ στο εξωτερικό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να παραμελώ λίγο την Ελλάδα, γι αυτό και έκανα 13 χρόνια να επισκεφθώ την Αθήνα. Αφορμή αυτού μία μετακόμιση φίλης την οποία δεν περιμέναμε καθόλου αλλά συνέβη.

Πετάξαμε την Παρασκευή το βράδυ, η πρώτη ευχάριστη έκπληξη ήταν μέσα στο αεροδρόμιο Μακεδονία το οποίο και δεν είχαμε δει ανακαινισμένο με ευρωπαϊκές προδιαγραφές πια, βολτάραμε χαλαρές μέχρι να δώσουμε τα εισιτήρια μας, το πιστοποιητικό, την ταυτότητα και τις βαλίτσες στον έλεγχο. Δεν θα πω ψέματα σύγχυση υπήρξε, εκεί που χρειαζόταν ένα χαρτί για μία πτήση ξαφνικά αποκτήσαμε πολλά. Φορέσαμε διπλή μάσκα, και επιβιβαστήκαμε. Ώρα άφιξης στην Αθήνα 20:40, βγήκαμε από το Ελευθέριος Βενιζέλος και πήραμε το μετρό, η πρώτη μου σκέψη ήταν ένα απλό και σκέτο ουαου, πολιτισμός! Διάρκεια διαδρομής σχεδόν μίας ώρας για να φτάσουμε στο Γκύζη. Περπατήσαμε με τις βαλίτσες από την στάση του συρμού ”Αμπελόκηπους”  μέχρι το σπίτι, αντικρίζοντας την ΓΑΔΑ και τον Άρειο Πάγο. Όλα φαινόταν γνώριμα.

Το βράδυ εκείνης της πρώτης ημέρας επισκεφθήκαμε το Παγκράτι. Τα μαγαζιά εκεί ήταν γεμάτα, μπαλκόνια-πυλωτές διαμορφωμένα ιδανικά σε πλατείες, κόσμος γύρω από εκείνα στα πεζοδρόμια, χαλαροί με ποτό. Εκεί συνειδητοποίησα πόση ανάγκη έχουμε για κοινωνικοποίηση, ξαφνικά ο ιός μας άφησε χρόνους, παιδιά στην ηλικία μου αράζανε στα σκαλιά των γύρω πολυκατοικιών με μπύρες από τα καταστήματα εστίασης και συζητούσαν για άκυρα θέματα, σαν η πανδημία να μην πέρασε ποτέ από την ζωή τους.

εικόνα: sooc

Όπως λέει ο Φοίβος Δελοιβοριάς σε ένα τραγούδι του ”Κάποιος έφτιαξε στη γη το Παγκράτι και δεν έκλεισα μάτι από κείνη την ημέρα εγώ.” Ο απόλυτος ορισμός της συγκεκριμένης περιοχής της Αθήνας. Τίποτα το ιδιαίτερο αρχιτεκτονικά, μα τόσο ζεστή ψυχικά.

Επιστρέψαμε γύρω στις 4, περπατώντας περάσαμε μπροστά από το Καλλιμάρμαρο, δεν ξέρω για εσάς μα για εμένα ισχύει το εξής: την Αθήνα ακόμα και αν δεν την έχεις επισκεφθεί ποτέ αισθάνεσαι πως την γνωρίζεις καλά. Η κάθε της γειτονιά, τα κτίρια της, οι πλατείες της είναι χιλιοπαιγμένες σε σειρές και ταινίες που μας μεγάλωσαν, ή σε στίχους τραγουδιών, σε όλο το ταξίδι ανέλυα ό,τι έβλεπα. Έλεγα στα κορίτσια κοίταξτε εδώ: γυρίστηκε το τάδε και τις έβλεπες να βιώνουν το απόλυτο flashback και να θυμούνται ατάκες. Κάπως έτσι με αυτή τη σκέψη έπεσα για ύπνο την Παρασκευή.

εικόνα: sooc

Την επόμενη ημέρα κατεβήκαμε στο κέντρο της, μία μεγάλη βόλτα από το Σύνταγμα προς το τέλος της Ερμού και πίσω. Το Σύνταγμα που εγώ το έχω συνδέσει με τις μεγάλες μαζικές κινητοποιήσεις, εσείς μπορεί με την Βουλή και την αλλαγή φρουράς, πέρασα από την γωνία που σκοτώθηκε ο Ιάσονας, με έπιασε ανατριχίλα, στους δρόμους γύρω από εκεί ναι! επικρατεί το χάος, η αστυνομία βρίσκεται μονίμως σε επιφυλακή. Διασχίζοντας, την Ερμού στο αριστερό σου χέρι από όποιο στενό και να κοιτάξεις (σχεδόν) βλέπεις την Ακρόπολη και στρίβοντας αριστερά θα πέσεις επάνω στο Μοναστηράκι. Το οποίο τα βράδια οριακά είναι κόκκινη ζώνη.

Το πρωί όμως είναι πόλος έλξης για τους τουρίστες και το απόγευμα για τους καλλιτέχνες του δρόμου. Το βράδυ όμως τα πράγματα ζορίζουν και είναι επικίνδυνα, δεν περπατάς μόνος σου, ειδικά αν είσαι γυναίκα. Εκείνη την ημέρα διασχίσαμε την Πλάκα η οποία θα μπορούσε να είναι γειτονιά βγαλμένη από κάποιο Κυκλαδίτικο νησί, γραφικά σπίτια, στενά σοκάκια που με το ζόρι χωρούν αμάξι, μικρά καταστήματα με σουβενίρ, βουκαμβίλιες να ανθίζουν σε κάθε της γωνιά και στα σκαλιά της τα Αναφιώτικα, η περιοχή που μάλλον έχεις συναντήσει στο ”Αν” του Παπακαλιάτη εμπνευσμένη από παραδοσιακά καφενεία, για καφέ ή τσίπουρο με ούζο. Κάναμε λοιπόν την στάση μας, κάτω από τον καύσωνα του ήλιου και έπειτα περπατήσαμε το Θησείο μέχρι να φτάσουμε στην Ακρόπολη.

Ένας καταπράσινος περίπατος με μυρωδιά Ευρώπης στην πιο ιστορική περιοχή της Αθήνας, τον ζήλεψα. Ξεκίνησε να βραδιάζει επιλέξαμε να απολαύσουμε το φαγητό μας στου Ψυρρή. Και πραγματικά θα δηλώσω ερωτευμένη με αυτό το πολεοδομικό τετράγωνο. Είναι απίστευτο το πόσες ταυτότητες σου κρύβει, βιομηχανική περιοχή, με καταστήματα εστίασης που κρύβονται σε εσωτερικές αυλές, ζεστούς ανθρώπους και τρομερό φαγητό. Ιδανική για εμάς τους Θεσσαλονικιούς που ζούμε το βράδυ. Σε ένα από τα στενά της ανακάλυψα το ομορφότερο μπαρ της Αθήνας, ”ντυμένο” με στοιχεία της Αβάνας και του κιτς, σερβιτόροι με μπορντό μπλουζάκια, κοκτέιλ με τρομερούς συνδυασμούς και μουσικές από τα 90’s, δεν ήθελες να φύγεις.

Εκεί η πρωτεύουσα ζει τις νύχτες και προσφέρει απλόχερα επιλογές για όλα τα γούστα, βρήκαμε ένα από τα πιο όμορφα ρεμπετάδικα με σκοτεινό φωτισμό. Ήπιαμε τα πιο ωραία σφηνάκια, χαζέψαμε τους ανθρώπους που χόρευαν λάτιν στον δρόμο, κάτω από το φως του φεγγαριού. Και το επόμενο πρωί επιστρέψαμε για καφέ. Αν έμενα στην Αθήνα θα επέλεγα με κλειστά τα μάτια την συγκεκριμένη γειτονιά.

Την Κυριακή, πήγαμε στο Μεταξουργείο, περιοχή που άκουγα πως είναι επικίνδυνη μα δεν το αισθάνθηκα στιγμή. Το βράδυ το πρόγραμμα μας είχε συναυλία στη Τεχνόπολη, του Rolling Stone Greece. Εκείνο που άνηκε στη λίστα επιθυμιών μου και μόλις διαγράφηκε είναι μία συναυλία στη Τεχνόπολη, χάζευα για χρόνια το ”Μιλώ Για Σένα” του Θανάση Παπακωνσταντίνου σε συναυλία στον συγκεκριμένο πολυχώρο και έλεγα εγώ γιατί έλειπα από εκεί.

Οι Αθηναίοι δεν είναι να πεις το καλύτερο κοινό που υπάρχει, αλλά έχουν κάτι, είναι συγκρατημένοι, τα μέτρα προστασίας τηρήθηκαν και εκείνο που δεν συμβαίνει συχνά στη Θεσσαλονίκη το είδα εκεί. Αγαπημένοι μου καλλιτέχνες μαζί επί σκηνής, στο κλείσιμο της συναυλίας τραγούδησαν όλοι μαζί Μίκη Θεοδωράκη. Μετά την Τεχνόπολη επισκεφθήκαμε το Περιστέρι, μην ρωτήσετε γιατί, οι λόγοι ήταν προσωπικοί. Εκείνο όμως που ξεχώρισε και έμεινε στην καρδιά μου είναι τα ρακάδικα στην συγκεκριμένη περιοχή. Μικρά ουζερί με μεζεδάκια σε πλατείες πάνω σε κεντρικούς.

Τελευταίες ώρες στην Αθήνα μας βρήκαν στον Εθνικό Κήπο, περιποιημένος, πράσινος, δροσερός, πεντακάθαρος, με παγκάκια ανά διαστήματα. Μία μεγάλη βόλτα στο κέντρο της μεγαλούπολης δίνοντας του την αίσθηση πως είσαι στην Γαλλία ή σε κάποιο πάρκο της Σουηδίας. Κατευθυνθήκαμε εντός του προς το Ζάππειο, και κοιτώντας απέναντι αντικρίσαμε τον δικό του κήπο με ένα κλασικό συντριβάνι. Αυτό είναι το απίστευτο με την Αθήνα, εκεί που συναντάς θεόρατες πολυκατοικίες ξαφνικά πράσινο, κάθε της γειτονιά αλλάζει όψη, δεν την βαριέσαι ποτέ πάντα σε ξαφνιάζει ευχάριστα ή δυσάρεστα και πάντα σου δείχνει κάτι που λαχταράς για την Θεσσαλονίκη.

Επόμενη και τελική στάση το Ίδρυμα Σταύρου Νιάρχου, σπουδαίο αρχιτεκτονικό κτίσμα με τα συντριβάνια που παίζουν κατά μήκος του, ξεναγήσεις στη Λυρική Σκηνή και την βιβλιοθήκη και καφέ στους εξωτερικούς του χώρους. Και η ερώτηση μου εδώ είναι για ποιον λόγο στην δική μου πόλη δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Θα μου πεις εδώ δεν έχουμε ούτε μετρό θα χεις δίκιο.

Αυτό που συνειδητοποίησα εγώ από το Σαββατοκύριακο μου στην πρωτεύουσα είναι πως πράγματι είμαστε έτη φωτός πίσω της, όλα λειτουργούν με γρήγορους ρυθμούς, το πρόγραμμα της καθημερινότητας εκεί δεν σταματά ποτέ. Σε κάθε βόλτα σου, ανακαλύπτεις, παρατηρείς και συναντάς κάτι που δεν πρόσεξες στην προηγούμενη, οι μέρες δεν σου φτάνουν να την δεις όλη, όσες βόλτες και να κάνεις δεν σου είναι αρκετές. Αφήνεις αρκετά πίσω.

Επέστρεψα και αισθάνθηκα πρώτη φορά πως η πόλη μου δεν με καλύπτει, εγώ που την αγαπώ πιο πολύ απ’ όλα τα μέρη του κόσμου. Γιατί αυτό; Γιατί η Αθήνα, εξελίσσεται ραγδαία μέρα με την μέρα, γιατί εκεί τα έργα της τελειώνουν, η ανακύκλωση υπάρχει σε κάθε δρόμο, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς λειτουργούν χωρίς καθυστερήσεις, τα πάρκα είναι άπειρα και χωρά κάθε λογής άνθρωπο. Ξαφνικά, σήμερα δικαιολόγησα όλους τους φίλους μου που άφησαν την πόλη μας και πήγαν να μείνουν εκεί οριστικά, αλλά αν είχαμε κι εμείς τόση προσοχή ενδεχομένως να φτάναμε στα βήματα της. Είχα να την επισκεφθώ δεκατρία χρόνια και τίποτα δεν έμοιαζε το ίδιο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα