Ο μοναχικός δρόμος της περιπλάνησης του Αργύρη Χιόνη

Είναι ορισμένα βιβλία που πριν καν μπεις στο κύριο μέρος τους, καταλαβαίνεις ότι έχεις να κάνεις με σπουδαία διαμάντια. Όπως ακριβώς και τα κείμενα του Αργύρη Χιόνη.

Χρήστος Ωραιόπουλος
ο-μοναχικός-δρόμος-της-περιπλάνησης-τ-741574
Χρήστος Ωραιόπουλος

Για το βιβλίο του Α.Χ, «η Πολιτεία Λαβύρινθος», που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κίχλη

Είναι ορισμένα βιβλία που πριν καν μπεις στο κύριο μέρος τους, δηλαδή τη σύνθεση του συγγραφέα, ήδη από την γενική τους εικόνα, το εξώφυλλο, τον πρόλογο, την επιμέλεια, το σχεδιασμό της έκδοσης, καταλαβαίνεις ότι έχεις να κάνεις με σπουδαία διαμάντια. Αθησαύριστα, όπως ακριβώς και τα -πάντα σε μικρή φόρμα- κείμενα του Αργύρη Χιόνη που αποτελούν την πιο πρόσφατη έκδοση πεζογραφημάτων του.

Το εξώφυλλο, αλλά και τα εξαιρετικά σχέδια της Εύης Τσακνιά που κοσμούν το εσωτερικό του βιβλίου, η στοχευμένη επιλογή των κειμένων του Α.Χ από τον Κυριάκο Ραμόλη από το αρχείο του συγγραφέα, καθώς και η αγάπη και το ενδιαφέρον των ανθρώπων πίσω από αυτή την έρευνα, αλλά και η φιλολογική επιμέλεια από την ίδια την εκδότρια της Κίχλης και φίλη του συγγραφέα, Γιώτα Κριτσέλη συν-μαρτυρούν μια καλά φροντισμένη επιμέλεια και μια λεπτομερή και σε βάθος επιμελή φροντίδα, όπως αρμόζει στο λογοτεχνικό βεληνεκές του Αργύρη Χιόνη.

Η επιλογή των κειμένων δεν είναι καθόλου τυχαία και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα και δείγμα του λογοτεχνικού -και όχι μόνο- κόσμου του Α.Χ, το οποίο επικοινωνεί, αλληλοσυμπληρώνεται, ώστε το ένα κείμενο να αναδεικνύει το άλλο φωτίζοντας κάποιες πιο κρυμμένες πτυχές του. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Λαβύρινθος περιλαμβάνει τρεις ομάδες κειμένων, εκ των οποίων όλα πλην ενός ( SVIATOSLAV RICHTER) έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες  με χρονική έκταση από το 1976 έως το 2011. Εντοπίζονται κάποια ‘’καθαυτά’’ διηγήματα, άλλα περισσότερο αυτοβιογραφικά και δύο πορτραίτα ομότεχνών του, της Ζυράννας Ζατέλη και του Χρίστου Λάσκαρη. 

Ειδική αναφορά πρέπει να γίνει και στο αφήγημα «Ο Δρόμος της μοναξιάς» που διέπεται από έναν περισσότερο στοχαστικό-ποιητικό χαρακτήρα και έχει μάλιστα συμπεριληφθεί και στη συλλογή πεζών του Α.Χ  «Έχω σώας τας φρένας», ακριβώς γιατί και στα δυο βιβλία αποτελεί μια απαραίτητη ερμηνευτική πυξίδα και έναν άξονα/μπούσουλα κατανόησης του λογοτεχνικού σύμπαντος του ποιητή-πεζογράφου του δρόμου (όπως αυτοχαρακτηρίζεται), αφού ο τελευταίος κατά τον ίδιο τον Α.Χ κατέστη η σταθερά του, τόσο στη ζωή, όσο και στα γραψίματά του. 

Και στα δυο καθαυτά διηγήματα ( Η Πολιτεία Λαβύρινθος, Τα Ηρακλείτεια Χαϊκού και Τάνκα) ο Χιόνης συνθέτει μπορχεσικούς κόσμους  και σύμπαντα δείχνοντας τη χρόνια μαθητεία του στη γραφή του Αργεντινού μαιτρ. Προσωπικά, βέβαια, διακρίνω και μια επιρροή στη σύλληψη του Λαβυρίνθου του Χιόνη από την επινοημένη πολιτεία του Μπέκετ, όπως ο τελευταίος την ξετυλίγει στο βιβλίο του ‘’Le Dépeupleur’’ (ελληνικά: Αυτοί που έχουν χαθεί, Εκδόσεις της Εστίας, Μετάφραση Θωμάς Συμεωνίδης).Στα Χαϊκού νομίζω συντελείται το αποκορύφωμα των επινοήσεων του Χιόνη, αφού πλάθοντας έναν Ιάπωνα ποιητή ονόματι Καμιμούρα (εμφανής αναγραμματισμός του Μουρακάμι) που καταπιάνεται με τον Ηράκλειτο, ο Χιόνης προχωρά σε μια αρκετά ελεύθερη δική του μετάφραση αποφθεγμάτων του Ηρακλείτου. 

Στα αυτοβιογραφικά του κείμενα αναδύεται η γνωστή παιγνιώδης διάθεση του Χιόνη με έντονα στοιχεία αυτοσαρκασμού, καθώς και η ερωτική επιθυμία συμπίπτουσα με την οδυνηρή διάψευση. Μέσα σε αυτές τις ατραπούς των βιωμάτων και των αναμνήσεών του κατορθώνει να μιλά για υπαρξιακά ερωτήματα, για τις ιδιαιτερότητες της καλλιτεχνικής διαδρομής και τη μοναχικότητα της γραφής. 

Ακόμα, όμως, και στα πορτραίτα των ομότεχνών του δεν εμφανίζεται ως ένας κριτικός λογοτεχνίας ή αναλυτής προσωπικοτήτων. Έρχεται και πάλι να πλάσει ένα σύμπαν, μια κατάσταση, όπου εντάσσει τους ανθρώπους για τους οποίους μιλά και πατώντας στα βραχάκια της εξέλιξη της μίνι αφήγησής του, ξεδιπλώνει τα σχόλιά του για το έργο τους, παραμένοντάς πάντα πιστός σε αυτό το μοναδικό του ύφος. 

Η γραφή του Χιόνη αποτελεί μια ωδή στο ρυθμό και τη μουσικότητα του κειμένου, είναι η πιο λειτουργική οικονομία εκφραστικών μέσων και η αρτιότητα των λογοτεχνικών σχημάτων. Απλοποιεί συγγραφικά τη συνθετότητα των διανοητικών συλλήψεων υπό τη ρυθμική οργάνωση του λόγου και την εκφραστική του λιτότητα. Το λεκτικό του κόσκινο. Και με όλα αυτά συνταιριασμένα και αποτυπωμένα σε σώμα ένα προσφέρουν την παραμυθία της γνήσιας λογοτεχνίας.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα